Εφετείο 2086 - 2012 - Από τις διατάξεις του Ν.3845/2010 συνάγεται ότι η επιβαλλόμενη με αυτές έκτακτη εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης...

Εφετείο 2086 - 2012 - Από τις διατάξεις του Ν.3845/2010 συνάγεται ότι η επιβαλλόμενη με αυτές έκτακτη εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης...

ΘΕΜΑ: Από τις διατάξεις του Ν.3845/2010 συνάγεται ότι η επιβαλλόμενη με αυτές έκτακτη εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη που απέκτησαν τα νομικά πρόσωπα κατά το οικονομικό έτος 2010, αποτελεί αναγκαστική παροχή ) που επιβλήθηκε σε βάρος τους χάριν των κρατικών σκοπών, ειδικότερα δε, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του νόμου, για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από το μεγάλο δημοσιονομικό πρόβλημα της Χώρας και στα πλαίσια της προσφυγής στο μηχανισμό στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης και το Δ.Ν.Τ.

Περαιτέρω, η εισφορά αυτή, δεν αποτελεί φόρο εισοδήματος, αλλά έκτακτη εφάπαξ φορολογική  επιβάρυνση των οικονομικώς ισχυρότερων επιχειρήσεων, όπως προκύπτει από τις οριζόμενες  εξαιρέσεις και τον τρόπο υπολογισμού της. Σε αντίθεση με το φόρο εισοδήματος, του οποίου κύριο  χαρακτηριστικό είναι η περιοδικότητα, η ανωτέρω εισφορά έχει έκτακτο χαρακτήρα και ειδικό  σκοπό. Εξάλλου, το συνολικό καθαρό εισόδημα ή το καθαρό κέρδος, επί του οποίου αυτή  υπολογίζεται, δεν αποτελεί το αντικείμενο της επιβλητέας εισφοράς, αλλά το κριτήριο, βάσει του  οποίου θεωρείται, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, ότι υπάρχει σχετική φοροδοτική ικανότητα  των υποκειμένων στην εισφορά νομικών αντιπροσώπων, καθώς και τη βάση υπολογισμού της  (πρβλ. ΣτΕ 797/1986, ΣτΕ 2729/1986,  ΣτΕ 3639/1984, ΣτΕ 357/1984, 3515/1983, ΣτΕ 3202/1982,  ΣτΕ 1317/1979, ΣτΕ 1318/1979 Ολομ.).

Αριθμός απόφασης 2086/2012                                                    

ΤΟ  ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ                                           
Τμήμα 1ο Τριμελές   

Αποτελούμενο από τους: Δέσποινα Βήχου-Τάταρη, που άσκησε καθήκοντα Προέδρου, επειδή  κωλύονταν ο Πρόεδρος και οι αρχαιότεροί της Δικαστές, Ελπίδα Ανδρονικάκη-Γουδή (Εισηγήτρια)  και Μαρία Κάτρη, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Μαρία Κούτρα-Σφυρή,  δικαστική υπάλληλο, συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 5 Δεκεμβρίου 2011, για να δικάσει την από 25  Φεβρουαρίου 2011 (αριθμ. καταχ. ΑΒΕΜ 259/25-2-11) προσφυγή, της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία ……………………., που εδρεύει στο Μαρούσι ……………………….. η οποία παραστάθηκε με τον  πληρεξούσιο της …………………, με δήλωση σύμφωνα με το άρθ. 29 παρ. 1 του  Ν. 2915/2001, κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΦΑΒΕ  Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε με το Δικαστικό Αντιπρόσωπο του ΝΣΚ Γεώργιο  Θεοδωρακόπουλο, με δήλωση σύμφωνα με το άρθ. 29 παρ. 1 του Ν. 2915/2001.

Το Δικαστήριο,
μελέτησε τη δικογραφία και σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο.

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή (αριθ. καταχ. ΠΡΦ 259/25.2.2011), για την άσκηση της  οποίας καταβλήθηκε παράβολο 3.000 ευρώ (βλ. τα 83389878/25.2.2011 και 90972538/2.12.2011  σειράς ΣΤ διπλότυπα είσπραξης των ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών και Δ' Αθηνών αντίστοιχα), όπως αυτή  νόμιμα συμπληρώθηκε με το από 14.11.2011 (αριθ. καταχ. ΠΛ 120/15.11.2011) δικόγραφο  προσθέτου λόγου (βλ. την 339Δ/17.11.2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του  Πρωτοδικείου Αθηνών Δημητρίου Δημάκη), ζητείται να ακυρωθεί ή άλλως να μεταρρυθμιστεί το  από 31.12.2010 εκκαθαριστικό σημείωμα έκτακτης εισφοράς νομικών προσώπων του άρθρου  πέμπτου του Ν.3845/2010 του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου  Οικονομικών, με το οποίο επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας ανώνυμης εταιρείας έκτακτη  εισφορά 21.160.322,20 ευρώ (αριθμός χρηματικού καταλόγου ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών 1/106-2010), να  αναγνωριστεί ότι δεν οφείλει την επίδικη έκτακτη εισφορά και, ενόψει του ότι έχει καταβληθεί το  σύνολο αυτής (βλ. το με Α/Α 1849/31.1.2011 διπλότυπο είσπραξης της ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών), να της  επιστραφεί νομιμοτόκως η αχρεωστήτως πιο πάνω καταβληθείσα εισφορά. Περαιτέρω, η προσφυγή  αυτή έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και εν γένει παραδεκτώς (βλ. τις 8361Γ/16.3.2011 και  8362Γ/16.3.2011 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών  Δημητρίου Δημάκη προς το Υπουργείο Οικονομικών και τη ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών αντίστοιχα) και  πρέπει να ερευνηθεί στην ουσία..

2. Επειδή, στο άρθρο πέμπτο του Ν. 3845/2010 (Α' 65) «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού  στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη - μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές  Νομισματικό Ταμείο», ορίζεται ότι: 

«1. Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης,  στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2010, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παράγραφος 4 και 101 παράγραφος 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ  151/Α'). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις  διατάξεις των άρθρων 31 παράγραφος 19 και 105 παράγραφος 7 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το  εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο  του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των εκατό χιλιάδων  (100.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά. Για τις επιχειρήσεις που δημοσίευσαν οικονομικές  καταστάσεις σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και των Διεθνών  Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Λ.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά  κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από το συνολικό  καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στα προηγούμενα εδάφια και υπερβαίνουν τα εκατό  χιλιάδες (100.000) ευρώ. 
2. Η έκτακτη εισφορά, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή  στα καθαρά κέρδη της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται ανά κλιμάκιο ως εξής: α) Για  συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη από ένα (1) ευρώ έως και τριακόσιες χιλιάδες  (300.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά ισούται με το γινόμενο τους επί συντελεστή τέσσερα τοις  εκατό (4%). β) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από  τριακόσιες χιλιάδες ένα (300.001) ευρώ έως και ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, η έκτακτη  εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%) και γ) Για τη διαφορά του συνολικού  καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από ένα εκατομμύριο ένα (1.000.001) ευρώ έως  και πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή οκτώ  τοις εκατό (8%). δ) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών  από πέντε εκατομμύρια ένα (5.000.001) ευρώ και άνω, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με  συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%). Το ποσό της έκτακτης εισφοράς περιορίζεται αναλόγως, σε  κάθε περίπτωση, ώστε το εναπομένον συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη, που  απετέλεσαν τη βάση προσδιορισμού της, να μην υπολείπεται του ποσού των εκατό χιλιάδων  (100.000) ευρώ. 
3.......
4. Το συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη της παραγράφου 1,  επί των οποίων επιβάλλεται η έκτακτη εισφορά, δεν μπορεί να υπερβαίνουν το διπλάσιο του μέσου  όρου των συνολικών καθαρών εισοδημάτων ή των καθαρών κερδών των δύο προηγούμενων  οικονομικών ετών, 2008 και 2009......
5. Για τον υπολογισμό της έκτακτης εισφοράς εκδίδεται  εκκαθαριστικό σημείωμα, αντίγραφο του οποίου αποστέλλεται στην επιχείρηση.
Η έκτακτη εισφορά βεβαιώνεται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας  που είναι αρμόδιος για τη φορολογία της επιχείρησης κατά την οριζόμενη διαδικασία στον Κώδικα  Φορολογίας Εισοδήματος 
6..........
7. Οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, καθώς και  του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, ΦΕΚ 97/Α'), όπως ισχύουν, εφαρμόζονται  αναλόγως και για την έκτακτη εισφορά του άρθρου αυτού, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις  διατάξεις του άρθρου αυτού. 
8....
9....
10. Η έκτακτη εισφορά επιστρέφεται κατά το μέρος που αποδεδειγμένα το εισόδημα ή τα κέρδη επί των οποίων επιβλήθηκε, απετέλεσε και εισόδημα ή κέρδη άλλης επιχείρησης, για τα οποία καταβλήθηκε έκτακτη εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, (όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, δηλαδή πριν από  την αντικατάσταση της με το άρθρο 21 παρ. 17 του Ν.3943/2011-Α’ 66/31.3.2011). 
11. Με  απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται η διαδικασία καταβολής της έκτακτης εισφοράς, οι ειδικότερες προϋποθέσεις και η διαδικασία επιστροφής της εισφοράς για την περίπτωση της  προηγούμενης παραγράφου και κάθε άλλο σχετικό θέμα».

3. Επειδή, από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Ν.3845/2010 συνάγεται ότι η επιβαλλόμενη με  αυτές έκτακτη εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά  κέρδη που απέκτησαν τα νομικά πρόσωπα κατά το οικονομικό έτος 2010, αποτελεί αναγκαστική  παροχή ) που επιβλήθηκε σε βάρος τους χάριν των κρατικών σκοπών, ειδικότερα δε, όπως  προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του νόμου, για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών  που προέκυψαν από το μεγάλο δημοσιονομικό πρόβλημα της Χώρας και στα πλαίσια της  προσφυγής στο μηχανισμό στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης  και το Δ.Ν.Τ.

Περαιτέρω, η εισφορά αυτή, δεν αποτελεί φόρο εισοδήματος, αλλά έκτακτη εφάπαξ φορολογική  επιβάρυνση των οικονομικώς ισχυρότερων επιχειρήσεων, όπως προκύπτει από τις οριζόμενες  εξαιρέσεις και τον τρόπο υπολογισμού της. Σε αντίθεση με το φόρο εισοδήματος, του οποίου κύριο  χαρακτηριστικό είναι η περιοδικότητα, η ανωτέρω εισφορά έχει έκτακτο χαρακτήρα και ειδικό  σκοπό. Εξάλλου, το συνολικό καθαρό εισόδημα ή το καθαρό κέρδος, επί του οποίου αυτή  υπολογίζεται, δεν αποτελεί το αντικείμενο της επιβλητέας εισφοράς, αλλά το κριτήριο, βάσει του  οποίου θεωρείται, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, ότι υπάρχει σχετική φοροδοτική ικανότητα  των υποκειμένων στην εισφορά νομικών αντιπροσώπων, καθώς και τη βάση υπολογισμού της  (πρβλ. ΣτΕ 797/1986, ΣτΕ 2729/1986,  ΣτΕ 3639/1984, ΣτΕ 357/1984, 3515/1983, ΣτΕ 3202/1982,  ΣτΕ 1317/1979, ΣτΕ 1318/1979 Ολομ.).

4. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα  ακόλουθα: Με το προσβαλλόμενο εκκαθαριστικό σημείωμα επιβλήθηκε σε βάρος της  προσφεύγουσας ανώνυμης εταιρείας, κατ' εφαρμογή του άρθρου πέμπτου του Ν.3845/2010, έκτακτη εισφορά 21.160.322,20 ευρώ, η οποία υπολογίστηκε με βάση τα συνολικά καθαρά κέρδη  που προέκυπταν από τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος της οικονομικού έτους 2010 (χρήσης  2009), ύψους 212.863.221,98 ευρώ. Η προσφεύγουσα με την κρινόμενη προσφυγή της ισχυρίζεται  κατ' αρχάς ότι η επιβληθείσα σε βάρος της έκτακτη εισφορά έχει χαρακτήρα φόρου εισοδήματος. Ο  ισχυρισμός όμως αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, γιατί, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην  προηγούμενη σκέψη, η επίδικη εισφορά δεν αποτελεί φόρο εισοδήματος, αλλά έκτακτη εφάπαξ  φορολογική επιβάρυνση των οικονομικώς ισχυρότερων επιχειρήσεων, προκειμένου να αποτραπεί η  οικονομική κατάρρευση της Χώρας (βλ. και την αιτιολογική έκθεση του Ν.3845/2010). Περαιτέρω,  η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η επιβολή της ως άνω εισφοράς αντίκειται στην αυξημένης  τυπικής ισχύος διάταξη του άρθρου 8 παρ.5 του ν.δ/τος 2687/1953 που απαγορεύει την  αναδρομική φορολογία επί επιχειρήσεων ιδρυομένων δια κεφαλαίων εξωτερικού εισαγομένων κατά  τις διατάξεις του νομοθετικού αυτού διατάγματος, καθόσον η ίδια έχει υπαχθεί και διέπεται από τις  πιο πάνω διατάξεις Με το από 14.11.2011 δικόγραφο προσθέτου λόγου η προσφεύγουσα εταιρεία  ισχυρίζεται, επιπροσθέτως με τα ως άνω υποστηριζόμενα, ότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ.5 του  ν.δ/τος 2687/1953 πρέπει να εφαρμοστεί εν προκειμένω και ως ειδική, αφού ουδέποτε  καταργήθηκε ρητά με μεταγενέστερο νόμο. Τα ως άνω προβαλλόμενα πρέπει να απορριφθούν ως  ερειδόμενα επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόκειται περί  επιβολής αναδρομικής φορολογίας, αλλά περί επιβολής έκτακτης εφάπαξ φορολογικής επιβάρυνσης,  όπως προαναφέρθηκε.    

5. Επειδή, ακολούθως, η προσφεύγουσα εταιρεία υποστηρίζει ότι η επιβληθείσα εισφορά αντίκειται  στις συνταγματικές αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του  διοικούμενου, διότι ανετράπη προηγούμενη ευνοϊκή ρύθμιση, δεδομένου ότι κατά το διάστημα  2004-2008 είχαν μειωθεί οι φορολογικοί συντελεστές στη φορολογία εισοδήματος νομικών  προσώπων (άρθρο 109 παρ.1 του Ν.2238/1994) και είχαν προβλεφθεί μειούμενοι κατ' έτος,  προκαλώντας την ψευδή προσδοκία ότι η φορολογική επιβάρυνση θα ήταν προβλέψιμη και  μειούμενη. Ο πιο πάνω ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι η επικαλούμενη ευνοϊκή  μεταχείριση όσον αφορά τη μείωση των φορολογικών συντελεστών στη φορολογία εισοδήματος  νομικών προσώπων αφορά διαφορετικό ζήτημα από το κρινόμενο, που είναι η επιβολή της  έκτακτης ως άνω εισφοράς.

6. Επειδή, στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ ορίζονται τα εξής: «Παν  φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να  στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπόμενους  υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμεναι διατάξεις  δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός Κράτους όπως θέση εν ισχύι Νόμους ους ήθελε κρίνει αναγκαίους  προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον ή προς εξασφάλισιν  της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων». Οι δύο τελευταίες διατάξεις, οι οποίες  προβλέπουν περιπτώσεις επέμβασης στο δικαίωμα της αδιατάρακτης χρήσης και κάρπωσης της  περιουσίας, πρέπει να ερμηνεύονται ενόψει του γενικού κανόνα ο οποίος διατυπώνεται στην πρώτη  διάταξη. Επομένως, σε κάθε περίπτωση επέμβασης στην περιουσία ενός προσώπου, πρέπει να  εξασφαλίζεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος του κοινωνικού  συνόλου και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου  (ΣτΕ Ολομ. 2034/2011 σκ.24).
 

Ενόψει των ανωτέρω, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο ισχυρισμός  της προσφεύγουσας ότι η επιβληθείσα έκτακτη εισφορά αντίκειται στην αρχή της προστασίας της  περιουσίας που κατοχυρώνεται από το άρθρο 1 του ως άνω 5. Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και  το άρθρο 17 παρ.1 του Χάρτη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που  προβλέπει όμοια προστασία στην περιουσία.
 
Και τούτο, διότι, με το άρθρο πέμπτο του  Ν.3845/2010, επιβάλλεται έκτακτη εφάπαξ φορολογική επιβάρυνση στις οικονομικά ισχυρότερες  επιχειρήσεις και μάλιστα με προοδευτικούς συντελεστές ανάλογα με το ύψος του συνολικού  καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών αυτών και με τη ρητή πρόβλεψη περιορισμού του  ποσού της έκτακτης εισφοράς, ώστε το υπόλοιπο του εναπομείναντος εισοδήματος να μην είναι  κατώτερο των 100.000 ευρώ, προκειμένου να προστατευθεί, όπως αναφέρεται και στην  αιτιολογική έκθεση του ως ανω νόμου, το υπέρτερο δημόσιο συμφέρον. που υπό τις παρούσες  πρωτόγνωρες ιστορικά δυσμενείς συνθήκες της οικονομίας είναι και εθνικό συμφέρον  εξασφαλιζομένης, κατ' αυτόν τον τρόπο, δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του γενικού συμφέροντος και  του σεβασμού της περιουσίας των ως άνω νομικών προσώπων.

7. Επειδή, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επικουρικώς ότι από τα δηλωθέντα καθαρά κέρδη της  οικονομικού έτους 2010 ποσού 212.863.221,98 ευρώ, δεν πρέπει να υπαχθεί στην επίμαχη  έκτακτη εισφορά ποσό 91.445.856,28 ευρώ (προμερίσματα), που προέρχεται από τη συμμετοχή  της στη θυγατρική της εταιρεία με την επωνυμία «............», η οποία έχει έδρα στη Λευκωσία της  Κύπρου. Και τούτο διότι, όπως υποστηρίζει, κατά τη διάταξη του άρθρου πέμπτου παρ. 10 του  Ν.3845/2010, απαλλάσσονται από την εισφορά τα κέρδη τα οποία αποκτά ημεδαπή μητρική  εταιρεία λόγω συμμετοχής της σε ημεδαπή (εγκατεστημένη στην Ελλάδα) θυγατρική επιχείρηση,  ενώ δεν απαλλάσσονται τα κέρδη που προέρχονται από θυγατρική εγκατεστημένη σε χώρα της  Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία περιλαμβάνονται στη φορολογητέα βάση της μητρικής στην  Ελλάδα, με συνέπεια να εισάγεται δυσμενής φορολογική μεταχείριση παραβιάζουσα την ελευθερία  της εγκατάστασης και της κινήσεως των κεφαλαίων, που προβλέπεται στα άρθρα 49 και 63 επ. της  Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο πιο πάνω επικουρικός ισχυρισμός είναι  απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι από τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου του  Ν.3845/2010 συνάγεται ότι στο καθαρό εισόδημα και καθαρά κέρδη, τα οποία λαμβάνονται υπόψη  ως βάση υπολογισμού της έκτακτης εισφοράς, περιλαμβάνονται τα πάσης φύσεως εισοδήματα και  κέρδη οικονομικού έτους 2010 (χρήσης 2009), τόσο από την εκμετάλλευση, όσο και τα  παρεπόμενα έσοδα (π.χ. μερίσματα), είτε προέρχονται από την ημεδαπή, είτε την αλλοδαπή.  Εξάλλου, νομίμως, σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου πέμπτου του Ν.3845/2010, επιβαρύνθηκε  η προσφεύγουσα μητρική εταιρεία που εδρεύει στην Ελλάδα με έκτακτη εισφορά άπαξ, για τα  προερχόμενα από την αλλοδαπή θυγατρική επιχείρηση της κέρδη, αφού η αλλοδαπή θυγατρική  (...............) δεν τυγχάνει φορολογικά υπόχρεη στην Ελλάδα και τα κέρδη της δεν είχαν υπαχθεί σε  έκτακτη εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.3845/2010, όπως ομοίως θα επιβαρύνονταν με  έκτακτη εισφορά και τα κέρδη της μητρικής από τη συμμετοχή της σε ημεδαπή θυγατρική  εταιρεία, μη εισαγομένης επομένως ανεπίτρεπτης δυσμενούς διάκρισης, υπό την προϋπόθεση όμως  που ρητά ορίζεται στην πιο πάνω παράγραφο 10, ότι δηλαδή η προσφεύγουσα μητρική δεν θα  επιβαρυνόταν τελικώς με την εισφορά, εάν η ημεδαπή θυγατρική εταιρεία είχε αποδεδειγμένα  καταβάλει την ως άνω εισφορά, για την αποφυγή της επιβολής διπλής έκτακτης εισφοράς επί των  ίδιων κερδών.

8. Επειδή, κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη προσφυγή και να  καταπέσει το καταβληθέν παράβολο των 3.000 ευρώ υπέρ του Δημοσίου. Περαιτέρω, ενόψει του  ότι η προσφεύγουσα κατέβαλε παράβολο 3.000 ευρώ, ενώ σύμφωνα με το με αρ. πρωτ.  6596/25.2.2011 σημείωμα του Προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών το οφειλόμενο παράβολο  ανέρχεται σε 10.000 ευρώ (άρθρο 277 παρ.3 του ΚΔΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 45  παρ.1 του Ν.3900/2010, Α'213), πρέπει να καταλογισθεί σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας η  επιπλέον οφειλόμενη διαφορά παραβόλου που ανέρχεται σε 7.000 ευρώ, το ποσό δε αυτό πρέπει να  βεβαιωθεί σε βάρος της από τη ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών. Τέλος, κατ' εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει  να απαλλαγεί η προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 275 παρ.1  του ΚΔΔ).   

                                   
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
 

Απορρίπτει την προσφυγή.

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, Καταλογίζει σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας την επιπλέον οφειλόμενη διαφορά παραβόλου,  η οποία ανέρχεται στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ.

Διατάσσει το γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου να αποστείλει στην αρμόδια προς είσπραξη της  επιπλέον διαφοράς παραβόλου ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών, αντίγραφο της παρούσας απόφασης.

 

Απαλλάσσει την προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του καθ' ου Ελληνικού Δημοσίου.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 16 Μαΐου 2012 και δημοσιεύτηκε στην ίδια πόλη σε  έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 31 Μαΐου 2012.

     Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ                                 Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ