Άρειος Πάγος 1146 - 28/06/2012 - Σύμβαση μελέτης μηχανικού. Αμοιβή με ποσοστό βάση προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

Άρειος Πάγος 1146 - 28/06/2012 - Σύμβαση μελέτης μηχανικού. Αμοιβή με ποσοστό βάση προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

ΘΕΜΑ: Σύμβαση μελέτης μηχανικού. Αμοιβή με ποσοστό βάση προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

Η σύμβαση, με την οποία ανατίθεται σε μηχανικό η εκπόνηση μελέτης, φέρει το χαρακτήρα της μίσθωσης έργου, βάσει της οποίας ο μηχανικός έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο εκπονώντας την αναληφθείσα μελέτη (ΑΚ 681) και δικαιούται να λάβει τη συμφωνημένη αμοιβή (ΑΚ 694) ή, αν αμοιβή δεν συμφωνήθηκε ή η συμφωνηθείσα είναι μικρότερη της κατά νόμον ελάχιστης, να λάβει την αμοιβή που καθορίζεται από το π.δ. 696/1974, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί και ισχύει (ΑΠ 579/2009, ΑΠ 743/2000).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ.1, 2 παρ.1 στοιχ. α', 3 παρ.1 και 4, 80 παρ.1 και 230 παρ.2 στοιχ. γ' του π.δ. 696/1974, όπως αυτά τροποποιήθηκαν από το π.δ. 515/1989, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 59 του ν.δ. της 17 Ιουλίου 1923 "περί σχεδίων πόλεως κλπ.", προκύπτει ότι η αμοιβή των ιδιωτών μηχανικών για την εκπόνηση των αναφερομένων στο διάταγμα αυτό μελετών κτιριακών έργων μπορεί να καθορίζεται και σε ποσοστά επί τοις εκατό του προϋπολογισμού των έργων, στα οποία αναφέρεται η μελέτη, σύμφωνα με προβλεπόμενο μαθηματικό τύπο.
Ειδικότερα, επί του ζητήματος του "προϋπολογισμού" των έργων, στο άρθρο 3 παρ.1 εδ.α' του π.δ. 696/1974, όπως ισχύει, ορίζεται ότι "Ο προϋπολογισμός με τον οποίο υπολογίζεται η αμοιβή κάθε έργου είναι αυτός που εξάγεται με τις ποσότητες όλων των κονδυλίων αυτού, όπως αυτός εγκρίνεται από τον εργοδότη, σύμφωνα με αναλυτική προμέτρηση και με τις τιμές μονάδας εργασιών που υπολογίζονται με βάση τις εγκεκριμένες από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων αναλύσεις τιμών και τις βασικές τιμές ημερομισθίων, υλικών σύνταξης του προϋπολογισμού του τελευταίου σταδίου της μελέτης που έχει ανατεθεί στον ίδιο μελετητή με την οικεία σύμβαση".
Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης αυτής, ο προϋπολογισμός, επί του οποίου υπολογίζεται σε ποσοστά επί τοις εκατό η αμοιβή για τη μελέτη συγκεκριμένου έργου, αποτελεί οικονομικό μέγεθος, το οποίο διαμορφώνεται με βάση αφ' ενός τα "κονδύλια" του έργου και αφ' ετέρου τις "τιμές μονάδας εργασιών". Ως κονδύλια του έργου νοούνται οι συνεχόμενες προς την εκτέλεσή του, αναγκαίες υποδιαιρέσεις αυτού, οι οποίες είτε αποτελούν επί μέρους ζητήματα της μελέτης είτε συνίστανται σε κατ' ιδίαν εργασίες ή υλικά που διαμορφώνουν το κόστος. Η ανάγκη "έγκρισης" εκ μέρους του εργοδότη αναφέρεται στα κονδύλια του έργου με την ως άνω έννοια και όχι στις τιμές μονάδας εργασιών, οι οποίες, κατά κανόνα, είναι εκ των προτέρων δεδομένες, ως εγκεκριμένες από την αρμόδια αρχή. Και, βέβαια, η έγκριση απαιτείται για τα μέρη του έργου που δεν είχαν προβλεφθεί με τη σύμβαση ανάθεσης της μελέτης, διότι στην έκταση, που τα κονδύλια αυτά είχαν εξ αρχής συμφωνηθεί, η εκ νέου έγκρισή τους από τον εργοδότη καθίσταται περιττή.

ΑΠ  1146/2012

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2 Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Δημήτριο Μουστάκα, Χριστόφορο Κοσμίδη και Νικόλαο Τρούσα, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 15η Μαΐου 2012, με την παρουσία και του γραμματέως Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΥΣΩΝ: 1) Γ. Μ. του Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε αυτοπροσώπως λόγω της δικηγορικής της ιδιότητας και 2) Ε. Μ. του Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου Γεωργίας Μωραΐτου, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "...........................", υπό την ιδιότητά του ως εκ του νόμου υποκατάστατου της Γ. Κ. - Κ., όπως εκπροσωπείται νομίμως, που εδρεύει στην Αθήνα και παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Αγγελικής Ζιβοπούλου, η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16-5-2005 (ημερομηνία κατάθεσης) αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, το οποίο με την 1007/2005 απόφασή του την παρέπεμψε στο Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου. Επί της αγωγής εκδόθηκε η 828/2007 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 2205/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας ζητούν οι αναιρεσείουσες με την από 27-7-2010 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώθηκε. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης, Χριστόφορος Κοσμίδης, ανέγνωσε την από 26-4-2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης για αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Οι αναιρεσείουσες ζήτησαν την παραδοχή της αιτήσεως, η πληρεξούσια του αναιρεσίβλητου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Η σύμβαση, με την οποία ανατίθεται σε μηχανικό η εκπόνηση μελέτης, φέρει το χαρακτήρα της μίσθωσης έργου, βάσει της οποίας ο μηχανικός έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο εκπονώντας την αναληφθείσα μελέτη (ΑΚ 681) και δικαιούται να λάβει τη συμφωνημένη αμοιβή (ΑΚ 694) ή, αν αμοιβή δεν συμφωνήθηκε ή η συμφωνηθείσα είναι μικρότερη της κατά νόμον ελάχιστης, να λάβει την αμοιβή που καθορίζεται από το π.δ. 696/1974, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί και ισχύει (ΑΠ 579/2009, ΑΠ 743/2000).

2. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ.1, 2 παρ.1 στοιχ. α', 3 παρ.1 και 4, 80 παρ.1 και 230 παρ.2 στοιχ. γ' του π.δ. 696/1974, όπως αυτά τροποποιήθηκαν από το π.δ. 515/1989, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 59 του ν.δ. της 17 Ιουλίου 1923 "περί σχεδίων πόλεως κλπ.", προκύπτει ότι η αμοιβή των ιδιωτών μηχανικών για την εκπόνηση των αναφερομένων στο διάταγμα αυτό μελετών κτιριακών έργων μπορεί να καθορίζεται και σε ποσοστά επί τοις εκατό του προϋπολογισμού των έργων, στα οποία αναφέρεται η μελέτη, σύμφωνα με προβλεπόμενο μαθηματικό τύπο.

Ειδικότερα, επί του ζητήματος του "προϋπολογισμού" των έργων, στο άρθρο 3 παρ.1 εδ.α' του π.δ. 696/1974, όπως ισχύει, ορίζεται ότι "Ο προϋπολογισμός με τον οποίο υπολογίζεται η αμοιβή κάθε έργου είναι αυτός που εξάγεται με τις ποσότητες όλων των κονδυλίων αυτού, όπως αυτός εγκρίνεται από τον εργοδότη, σύμφωνα με αναλυτική προμέτρηση και με τις τιμές μονάδας εργασιών που υπολογίζονται με βάση τις εγκεκριμένες από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων αναλύσεις τιμών και τις βασικές τιμές ημερομισθίων, υλικών σύνταξης του προϋπολογισμού του τελευταίου σταδίου της μελέτης που έχει ανατεθεί στον ίδιο μελετητή με την οικεία σύμβαση".

Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης αυτής, ο προϋπολογισμός, επί του οποίου υπολογίζεται σε ποσοστά επί τοις εκατό η αμοιβή για τη μελέτη συγκεκριμένου έργου, αποτελεί οικονομικό μέγεθος, το οποίο διαμορφώνεται με βάση αφ' ενός τα "κονδύλια" του έργου και αφ' ετέρου τις "τιμές μονάδας εργασιών". Ως κονδύλια του έργου νοούνται οι συνεχόμενες προς την εκτέλεσή του, αναγκαίες υποδιαιρέσεις αυτού, οι οποίες είτε αποτελούν επί μέρους ζητήματα της μελέτης είτε συνίστανται σε κατ' ιδίαν εργασίες ή υλικά που διαμορφώνουν το κόστος. Η ανάγκη "έγκρισης" εκ μέρους του εργοδότη αναφέρεται στα κονδύλια του έργου με την ως άνω έννοια και όχι στις τιμές μονάδας εργασιών, οι οποίες, κατά κανόνα, είναι εκ των προτέρων δεδομένες, ως εγκεκριμένες από την αρμόδια αρχή. Και, βέβαια, η έγκριση απαιτείται για τα μέρη του έργου που δεν είχαν προβλεφθεί με τη σύμβαση ανάθεσης της μελέτης, διότι στην έκταση, που τα κονδύλια αυτά είχαν εξ αρχής συμφωνηθεί, η εκ νέου έγκρισή τους από τον εργοδότη καθίσταται περιττή.

Ως εκ τούτου, στην αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η είσπραξη της αμοιβής μηχανικού για την εκπόνηση μελέτης, είτε απ' ευθείας από αυτόν τον ίδιο είτε από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, που δύναται να τον υποκαθιστά εκ του νόμου, αρκεί η αναφορά ότι έγινε ανάθεση της εκπόνησης συγκεκριμένης μελέτης και εκπλήρωση των συμφωνηθέντων εκ μέρους του μηχανικού, οπότε με βάση τα κονδύλια του έργου και τις τιμές μονάδας των εργασιών, που πρέπει επίσης, να παρατίθενται, διαπιστώνεται το οικονομικό μέγεθος του προϋπολογισμού και η επ' αυτού αναλογία της οφειλόμενης αμοιβής. Δεν απαιτείται, όμως, η επίκληση της έγκρισης των επί μέρους κονδυλίων του έργου, εφ' όσον αυτά, ως υποδιαιρέσεις του έργου ή ζητήματα της μελέτης, δεν είναι διαφορετικά από εκείνα που είχαν ανατεθεί με τη σύμβαση. Η εκδοχή ότι, για τη θεμελίωση της αξίωσης του μηχανικού επί της αμοιβής του από την εκπόνηση της ανατεθείσας μελέτης, πρέπει να εγκρίνεται από τον εργοδότη και ο αναλυτικός προϋπολογισμός ως προς άπαντα τα επί μέρους κονδύλια ή το συνολικό ύψος του κόστους αυτών, θα οδηγούσε σε ματαίωση της άσκησης της αξιώσεως επί της αμοιβής του μηχανικού, αφού ο εργοδότης θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι δεν έχει εγκρίνει τον εν λόγω προϋπολογισμό (ΑΠ 2317/2009, ΑΠ 1699/2007, ΑΠ 743/2000).

3. Σύμφωνα με το άρθρο 211 ΑΚ, δήλωση βούλησης από κάποιον (αντιπρόσωπο) στο όνομα άλλου (αντιπροσωπευόμενου) μέσα στα όρια της προς αντιπροσώπευση εξουσίας ενεργεί αμέσως υπέρ και κατά του αντιπροσωπευόμενου. Το αποτέλεσμα αυτό επέρχεται είτε η δήλωση γίνει ρητά στο όνομα του αντιπροσωπευομένου είτε συνάγεται από τις περιστάσεις ότι έγινε στο όνομά του. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και όταν η δήλωση της βούλησης απευθύνεται προς τον αντιπρόσωπο. Κατά δε το άρθρο 212 ΑΚ, αν δεν μπορεί να διαγνωστεί ότι κάποιος ενεργεί στο όνομα άλλου, θεωρείται ότι ενεργεί στο δικό του όνομα.

4. Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αρ.1 εδ. α' ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Και κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αρ.1 εδ. β' ΚΠολΔ, η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν στην ερμηνεία κανόνων δικαίου ή στην υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς. Ο λόγος αυτός ιδρύεται, όταν το δικαστήριο χρησιμοποιεί εσφαλμένως ή παραλείπει να χρησιμοποιήσει διδάγματα της κοινής πείρας προκειμένου να προσδιορίσει την έννοια κανόνα δικαίου ή να υπαγάγει σ' αυτόν τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς και όχι προκειμένου να προβεί σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων.

5. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε κατόπιν εφέσεως κατά της 828/2007 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, δέχθηκε τα εξής ουσιώδη: Ότι κατά μήνα Νοέμβριο 2002, οι εναγόμενες (ήδη αναιρεσείουσες), με προφορική σύμβαση που καταρτίσθηκε στην Αγία Παρασκευή Αττικής, ανέθεσαν στη διπλωματούχο πολιτικό μηχανικό Γ. Κ. Κ., την οποία κατά νόμο υποκαθιστά το ενάγον (και ήδη αναιρεσίβλητο) νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, την εκπόνηση των αναγκαίων μελετών για την ανέγερση τετραώροφης οικοδομής με πυλωτή και υπόγειο σε οικόπεδο συνιδιοκτησίας αυτών, επί της οδού ... αρ. 20, στο Χολαργό Αττικής. Ότι σε εκτέλεση της συμβάσεως, η υποκαθισταμένη μηχανικός προέβη στη σύνταξη πλήρους σειράς κατόψεων σε μορφή προσχεδίων, τα οποία επέδειξε στις εναγόμενες την 9-12-2002, σε συνάντηση που είχαν στο γραφείο της, στην Αγία Παρασκευή. Ότι μετά από υποδείξεις των εναγομένων ως προς τις εναλλακτικές αρχιτεκτονικές προτάσεις, που επιθυμούσαν, η υποκαθισταμένη μηχανικός προέβη στις τροποποιήσεις που ζητήθηκαν. Ότι περί τα τέλη Φεβρουαρίου 2003, οι εναγόμενες ενέκριναν τις τροποποιήσεις και έδωσαν εντολή για τη σύνταξη οριστικών σχεδίων προκειμένου να υποβληθεί στην αρμόδια πολεοδομική αρχή φάκελος εκδόσεως οικοδομικής αδείας. Ότι μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2003, η υποκαθισταμένη μηχανικός ολοκλήρωσε τις οριστικές μελέτες του έργου, έχοντας εκπονήσει τοπογραφικό διάγραμμα, διάγραμμα κάλυψης, διάγραμμα εκσκαφών, κάτοψη υπογείου, κάτοψη πυλωτής, κάτοψη Α-Γ ορόφου, κάτοψη Β-Δ ορόφου, κάτοψη δώματος, ανατολική όψη κτιρίου, νότια όψη κτιρίου, δυτική όψη κτιρίου, βόρεια όψη κτιρίου, τομή Α-Α, τομή Β-Β, λεπτομέρειες δομικών στοιχείων, χρονοδιάγραμμα έργου, τεύχος στατικού - αντισεισμικού υπολογισμού, ξυλοτύπους θεμελίωσης υπογείου, πυλωτής, τεσσάρων ορόφων και δώματος και φάκελο ασφαλείας και υγείας. Ότι ύστερα από αυτά, η υποκαθισταμένη μηχανικός παρέδωσε φωτοτυπίες των εκπονηθεισών μελετών στην πρώτη από τις εναγόμενες και προσκάλεσε αμφότερες να συμπράξουν για την υποβολή του φακέλου εκδόσεως οικοδομικής αδείας με το να υπογράψουν τη σχετική αίτηση και να καταθέσουν στην αρμόδια Τράπεζα την κατά νόμο αμοιβή της. Ότι οι εναγόμενες αρνήθηκαν να καταβάλουν την εν λόγω αμοιβή και η συνεργασία τους διακόπηκε, οπότε η μηχανικός προσέφυγε στο ενάγον προκειμένου να τη διεκδικήσει δικαστικώς ως υποκατάστατο, με την ένδικη αγωγή.

6. Στη συνέχεια της προσβαλλομένης αποφάσεως, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε κατ' έφεση, προέβη στην επαλήθευση των κονδυλίων της αγωγής, εκ των οποίων απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμο μόνο το αναφερόμενο στη μελέτη κατασκευής πισίνας. Περαιτέρω, απαντώντας στους επί μέρους αρνητικούς ισχυρισμούς των αναιρεσειουσών (ως εναγομένων), δέχθηκε τα εξής: Ότι η σύμβαση αναθέσεως των μελετών είχε καταρτισθεί, πράγματι, με την υποκαθισταμένη μηχανικό, χωρίς η κρίση αυτή να κλονίζεται από το γεγονός ότι οι εναγόμενες δεν είχαν παραδώσει σ' αυτήν τους τίτλους ιδιοκτησίας του οικοπέδου τους, διότι για τη σύνταξη των μελετών ήταν αρκετή η παράδοση τοπογραφικού διαγράμματος του οικοπέδου, η οποία είχε πράγματι συντελεσθεί, ενώ οι τίτλοι θα ήσαν απαραίτητοι σε μεταγενέστερο στάδιο, για την κατάθεση του φακέλου στο αρμόδιο πολεοδομικό γραφείο. Ότι η υποκαθισταμένη μηχανικός διατηρούσε τεχνικό γραφείο από κοινού με το σύζυγό της, Λ. Κ., κατά τη λειτουργία του οποίου αυτή μεν αναλάμβανε το έργο των μελετών, εκείνος δε το έργο των κατασκευών. Ότι, ως εκ τούτου, η εμφάνιση του ονόματος εκείνου σε τηλεομοιότυπο με ημερομηνία 4-11-2002, που είχε αποσταλεί προς τις εναγόμενες, δεν υποδήλωνε κατάρτιση της συμβάσεως με το Λ. Κ., αλλά, απλώς, το ότι στη συγκεκριμένη περίσταση ο τελευταίος είχε ενεργήσει ως αντιπρόσωπος της συζύγου του. Σύμφωνα με τις παραδοχές αυτές, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε κατ' έφεση, έκρινε ότι υπήρχε εν μέρει βάσιμη αξίωση της υποκαθισταμένης μηχανικού για την αμοιβή αυτής από τη σύνταξη των μελετών που αναφέρθηκαν, την οποία νομίμως ασκούσε αντ' αυτής το αναιρεσίβλητο ΝΠΔΔ. Κατόπιν αυτού, το δικαστήριο της ουσίας έκανε δεκτή την έφεση, εξαφάνισε την τότε εκκαλουμένη απόφαση του Ειρηνοδικείου που είχε κρίνει αντιθέτως και έκανε εν μέρει δεκτή την ένδικη αγωγή.

7. Με την κρίση αυτή, το Πολυμελές Πρωτοδικείο εφάρμοσε ορθά τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις που προαναφέρθηκαν. Ειδικότερα, ορθά δέχθηκε κατάρτιση της συμβάσεως αναθέσεως των μελετών με την υποκαθισταμένη μηχανικό, χωρίς αυτό να επηρεάζεται από το γεγονός ότι για τη σύμβαση δεν είχε τηρηθεί τύπος και δεν είχε δοθεί προκαταβολή της αμοιβής, αφού τέτοιες διατυπώσεις δεν απαιτούνται ούτε από τις διατάξεις των άρθρων 681 επ. ΑΚ ούτε από εκείνες του π.δ. 696/1974. Περαιτέρω, ορθά κατ' αποτέλεσμα, αν και χωρίς ειδική αναφορά, δέχθηκε ότι δεν ετίθετο ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 212 ΑΚ, αφού από το σύνολο των παραδοχών του δεν προέκυπτε αμφιβολία περί του ότι ο Λ. Κ., στην έκταση κατά την οποία είχε αναμιχθεί και, μάλιστα, κατά την αποστολή του ως άνω τηλεομοιότυπου, δεν είχε ενεργήσει στο δικό του όνομα, αλλά στο όνομα και για λογαριασμό της συζύγου του, που ήταν αυτή η οποία εντός του κοινού γραφείου τους αναλάμβανε και διεκπεραίωνε το μελετητικό έργο. Και τέλος, ορθά κατ' αποτέλεσμα δέχθηκε ότι για τη γέννηση της αξιώσεως της υποκαθισταμένης μηχανικού δεν ήταν αναγκαία η εκ μέρους των αναιρεσειουσών έγκριση του αναλυτικού προϋπολογισμού του έργου, αλλά αρκούσε η συμβατική ανάθεση της εκπόνησης των συγκεκριμένων μελετών, για τις οποίες ζητήθηκε και επιδικάσθηκε η ανάλογη αμοιβή. Άλλωστε, το δικαστήριο της ουσίας, στην έκταση που δεν πείσθηκε ως προς τη συμβατική ανάθεση, απέρριψε την αξίωση αμοιβής για το κονδύλιο της κατασκευής πισίνας και με τον τρόπο αυτό διέλαβε σιωπηρώς αρνητική παραδοχή περί της εκ των υστέρων εγκρίσεως αυτού. Επομένως, και οι τρεις πρώτοι λόγοι της αιτήσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα και προσάπτεται στην προσβαλλομένη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 560 αρ.1 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμοι. Οι ίδιοι λόγοι, κατά μεν το μέρος με το οποίο πλήττουν, εμμέσως, την περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας είναι απαράδεκτοι κατ' άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο παραμένει αναιρετικώς ανέλεγκτη η εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων, κατά δε το μέρος με το οποίο προβάλλεται λήψη υπ' όψη πραγμάτων μη προταθέντων από το αναιρεσίβλητο είναι απαράδεκτοι κατ' άρθρο 560 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο δεν προβλέπεται τέτοιος λόγος αναιρέσεως κατά αποφάσεως πρωτοδικείου που εκδόθηκε επί εφέσεως κατά αποφάσεως ειρηνοδικείου. Τέλος, ο τέταρτος λόγος, με τον οποίο αμφισβητείται η ανάθεση της εκπόνησης μελετών στην υποκαθιστάμενη μηχανικό με το επιχείρημα ότι, εάν είχε γίνει πράγματι ανάθεση, θα είχε συνταχθεί και μελέτη κατεδάφισης της παλαιάς οικοδομής, η οποία υπήρχε επί του οικοπέδου στο οποίο αφορούσαν οι μελέτες και με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλομένη απόφαση παραβίαση διδάγματος της κοινής πείρας, είναι προεχόντως απαράδεκτος, διότι, πέραν του ότι τέτοιο δίδαγμα δεν υφίσταται, στη συγκεκριμένη περίπτωση επρόκειτο για εκτίμηση πραγματικών γεγονότων.

8. Σύμφωνα με τα παραπάνω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση και να καταδικασθούν οι αναιρεσείουσες στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου, που δεν κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτού (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 27-7-2010 αίτηση περί αναιρέσεως της 2205/ 2010 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. -Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις αναιρεσείουσες στην πληρωμή χιλίων εκατό (1.100) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 29η Μαΐου 2012. -Και
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα την 28η Ιουνίου 2012.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ