(2020/C 429/02) Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αποτελεσματικά και συντονισμένα μέτρα της ΕΕ για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και

(2020/C 429/02) Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αποτελεσματικά και συντονισμένα μέτρα της ΕΕ για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αποτελεσματικά και συντονισμένα μέτρα της ΕΕ για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και των φορολογικών παραδείσων»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

(2020/C 429/02)

Εισηγητής: ο κ.

Javier DOZ ORRIT

 

Απόφαση της συνόδου ολομέλειας

20.2.2020

Νομική βάση

Άρθρο 32, παράγραφος 2 του εσωτερικού κανονισμού

 

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας

Αρμόδιο τμήμα

Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή

Έγκριση από το τμήμα

20.7.2020

Έγκριση από την Ολομέλεια

18.9.2020

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

554

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

216/2/2

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

 

1.1.

Παρά τις προσπάθειες της ΕΕ και πολλών κυβερνήσεων, παρά την έναρξη ισχύος σημαντικών ενωσιακών οδηγιών (οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, οδηγία κατά της φοροαποφυγής) (1), και του προγράμματος BEPS (Διάβρωση της φορολογικής βάσης και μετατόπιση κερδών) του ΟΟΣΑ, ο όγκος της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και της φοροαποφυγής, εξακολουθεί να είναι πολύ μεγάλος σε σχέση με τα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών της ΕΕ.

 

 

1.2.

Η ΕΟΚΕ προτείνει την εκπόνηση ενός ευρωπαϊκού συμφώνου για την αποτελεσματική πάταξη της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναλάβει πολιτική πρωτοβουλία στην οποία θα συμμετέχουν οι εθνικές κυβερνήσεις και τα υπόλοιπα θεσμικά όργανα της ΕΕ για την επίτευξη αυτού του στόχου, προωθώντας την αναγκαία συναίνεση και μεριμνώντας για τη συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών. Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών πρέπει να αποτελεί έναν από τους πυλώνες του συμφώνου.

 

 

1.3.

Η ΕΟΚΕ καλεί τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη να διαθέσουν τους χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους που απαιτούνται για την αποτελεσματική εφαρμογή της υφιστάμενης ευρωπαϊκής νομοθεσίας και να δεσμευτούν ότι θα λάβουν όλα τα αναγκαία νέα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα για την αποτελεσματική καταπολέμηση των φορολογικών εγκλημάτων και των αθέμιτων πρακτικών, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και των δραστηριοτήτων των φορολογικών παραδείσων. Προς τούτο απαιτείται μόνιμη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της εφαρμογής κάθε μέτρου.

 

 

1.4.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ουσιαστικής σημασίας τη δέσμευση των κρατών μελών για τον τερματισμό περιπτώσεων αθέμιτου και επιβλαβούς φορολογικού ανταγωνισμού. Επιβεβαιώνονται επίσης τα αναφερόμενα στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Φορολογία — ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία» (2) για την ανάγκη προώθησης της συζήτησης σχετικά με τη σταδιακή μετάβαση από την ομοφωνία στην ψήφιση με ειδική πλειοψηφία όταν πρόκειται για φορολογικά θέματα.

 

 

1.5.

Η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών έχει καίρια σημασία για τη δημιουργία μιας φορολογικής συνείδησης των πολιτών που να τάσσεται κατά τέτοιων αδικημάτων και αθέμιτων πρακτικών και υπέρ της δίκαιης φορολόγησης. Η συνεργασία τους θα βοηθήσει στην επίτευξη του συμφώνου και την εφαρμογή του. Η συμμετοχή των εργοδοτών και των ενώσεών τους είναι πολύ σημαντική για την επιτυχία του. Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι τα νομοθετικά μέτρα που θα θεσπιστούν δεν θα έχουν αδικαιολόγητο αντίκτυπο —με την επιβολή υπερβολικών διοικητικών διατυπώσεων— στις επιχειρήσεις που τηρούν τις φορολογικές υποχρεώσεις τους. Μια αποτελεσματική και επείγουσα δράση κατά των φορολογικών αδικημάτων και καταχρήσεων θα προσπορίσει πρόσθετα δημόσια χρηματοδοτικά έσοδα που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση των σχεδίων ανάκαμψης από την πανδημία, του οικολογικού και ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας και της κατασκευής του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων.

 

 

1.6.

Η ψηφιοποίηση της οικονομίας δημιουργεί νέα ζητούμενα για τις φορολογικές αρχές, καθότι ενδέχεται να οδηγήσει σε νέες μεθόδους επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, οικονομικά αδικήματα και καταχρήσεις. Ωστόσο, η ψηφιοποίηση της οικονομίας, μέσω της αποτελεσματικότερης διοικητικής συνεργασίας και της ανταλλαγής δεδομένων, προσφέρει επίσης νέες ευκαιρίες στις φορολογικές αρχές να πατάσσουν αυτές τις πρακτικές.

 

 

1.7.

Η βελτίωση των επιδόσεων της πάταξης αυτών των αδικημάτων και των αθέμιτων πρακτικών απαιτεί στενότερη πολιτική, διοικητική, αστυνομική και δικαστική συνεργασία, τόσο άμεσα μεταξύ των κρατών μελών όσο και των κρατών μελών με την ΕΕ, την ενίσχυση της νομικής βάσης αυτής της συνεργασίας και την παροχή επαρκών χρηματοδοτικών μέσων και ανθρώπινου δυναμικού στις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ), τις φορολογικές αρχές, τις ενωσιακές εποπτικές αρχές και σε άλλα όργανα πάταξης των ανωτέρω.

 

 

1.8.

Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των δράσεων, είναι αναγκαίο να ληφθεί ως αφετηρία μια κοινή αντίληψη όσον αφορά αυτά τα αδικήματα και τις αθέμιτες πρακτικές, τις μεταξύ τους διασυνδέσεις και τη σχέση τους με το οικονομικό και χρηματοπιστωτικό έγκλημα και την πολιτική διαφθορά, καθώς και τον ρόλο των φορολογικών παραδείσων που είναι απαραίτητος για τη διευκόλυνση και την κάλυψή τους. Η εξάλειψη των παράνομων δραστηριοτήτων των φορολογικών παραδείσων θα πρέπει να αποτελέσει στόχο προτεραιότητας της ΕΕ.

 

 

1.9.

Με δεδομένο ότι η πολιτική αυτή είναι απαραίτητη σε κάθε περίσταση, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, στην κατάσταση που θα προκύψει μετά την πανδημία COVID-19, είναι απαραίτητο να καταστεί πολιτική και δεοντολογική προτεραιότητα για την Ένωση, τις εθνικές κυβερνήσεις και την ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών. Όταν απαιτούνται τόσοι δημοσιονομικοί πόροι για την αντιμετώπιση των υγειονομικών, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της πανδημίας, είναι απαράδεκτο ένα σημαντικό μέρος αυτών των πόρων να εκτρέπεται παρανόμως προς την ιδιωτική κερδοσκοπία ορισμένων ολίγων, πλήττοντας άμεσα τη μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων, των εργοδοτών, των αυτοαπασχολούμενων, των εργαζομένων εξαρτημένης εργασίας και των συνταξιούχων που εκπληρώνουν τις φορολογικές υποχρεώσεις τους.

 

 

1.10.

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το νέο σχέδιο δράσης για μια ολοκληρωμένη ενωσιακή πολιτική με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (3) που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 7 Μαΐου 2020 και θεωρεί αναγκαία την επείγουσα εφαρμογή του. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τα μέτρα που προτείνονται για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του ισχύοντος νομικού πλαισίου που διέπει την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τη θέσπιση ενός ενιαίου νομικού κώδικα της ΕΕ, τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού εποπτικού οργάνου και τους λοιπούς πυλώνες που περιλαμβάνονται στο σχέδιο. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν κοινές θέσεις σε διεθνή φόρουμ όπως η Ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (FATF — ΟΟΣΑ), η Ομάδα των 20 (G20) και ο ΟΗΕ. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι στα μέτρα που εγκρίνονται θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η ενωσιακή νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων και η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ θα πρέπει να επιχειρηθεί να συνεπάγονται όσο το δυνατόν μικρότερο πρόσθετο διοικητικό και οικονομικό φόρτο για τα κράτη μέλη και τις υπόχρεες οντότητες.

 

 

1.11.

Η ΕΟΚΕ ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αξιολογήσει τον ισχύοντα κατάλογο μη συνεργάσιμων αρχών και να εξετάσει τη δυνατότητα θέσπισης πρόσθετων κριτηρίων για να διασφαλιστεί ότι όλοι οι φορολογικοί παράδεισοι περιλαμβάνονται στον εν λόγω κατάλογο. Ζητεί επίσης να θεσπιστούν τα κατάλληλα μέτρα ώστε οι εταιρείες και οι ιδιώτες να μην μπορούν να διενεργούν αδικαιολόγητες συναλλαγές με τα χρηματοπιστωτικά τους ιδρύματα.

 

 

1.12.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη θέσπιση φορολογικών δεικτών στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, και καλεί τα κράτη μέλη να συμμορφωθούν εν προκειμένω με τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις. Προτείνει δε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο μια διαδικασία για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας, της δικαιοσύνης, της επάρκειας και της σωστής λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων.

 

 

1.13.

Η ΕΟΚΕ ζητεί, αφενός, οι ενωσιακές οδηγίες να αφορούν τα έργα τέχνης και άλλα στοιχεία υψηλής αξίας, ιδίως εκείνα που είναι κατατεθειμένα σε ελεύθερους λιμένες και τελωνειακές αποθήκες και, αφετέρου, να καταργηθούν σταδιακά τα καθεστώτα ιθαγένειας ή διαμονής λόγω επενδύσεων που έχουν θεσπίσει ορισμένα κράτη μέλη και να σταματήσει η αδιαφάνεια του καθεστώτος των μετοχών στον κομιστή.

 

 

1.14.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής, θα πρέπει να εφαρμόζονται οι διατάξεις της 5ης οδηγίας κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσον αφορά το κεντρικό και δημόσιο μητρώο των πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών και καταπιστευμάτων. Ζητεί επίσης να θεσπιστούν κατάλληλες διαδικασίες για τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) με τις απαιτήσεις των μητρώων.

 

 

1.15.

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ μιας συνολικής λύσης για τη φορολόγηση των εταιρειών με σημαντική ψηφιακή παρουσία στο πλαίσιο των εργασιών του ΟΟΣΑ, αλλά εάν δεν έχει επιτευχθεί λύση έως τα τέλη του 2020, η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει την πρωτοβουλία της για τη φορολόγηση μεγάλων ψηφιοποιημένων επιχειρήσεων.

 

 

1.16.

Πρέπει να αναθεωρηθεί η οδηγία κατά της φοροαποφυγής, έτσι ώστε να συμπεριληφθούν κανόνες για τη φορολογική μεταχείριση σε περιοχές δικαιοδοσίας με χαμηλή φορολογία και για τον επαναπατρισμό μερισμάτων ή υπεραξίας ενεργητικού που δεν έχουν φορολογηθεί στο εξωτερικό.

 

 

1.17.

Πρέπει να υπάρξει χρηματοδοτική και τεχνική στήριξη των εθνικών ΜΧΠ και προώθηση της στενής συνεργασίας τόσο μεταξύ τους όσο και με τις φορολογικές αρχές, καθώς και μεταξύ των εθνικών αστυνομικών αρχών και της Ευρωπόλ, για τη δίωξη των φορολογικών και οικονομικών εγκλημάτων.

 

 

1.18.

Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη σχετικά με τον ρόλο των «εικονικών-εταιρειών» στη φορολογική απάτη, τη φοροδιαφυγή, τη φοροαποφυγή και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και, με βάση τα συμπεράσματά της, να τροποποιήσει την οδηγία κατά της φοροαποφυγής, την οδηγία για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων και την οδηγία κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με σκοπό την αποτροπή της διάπραξης ποινικών αδικημάτων και της διευκόλυνσης των αθέμιτων πρακτικών μέσω αυτών των εταιρειών.

 

 

1.19.

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν την έννοια της πραγματικής ελάχιστης φορολόγησης των κερδών των εταιρειών και την πιθανή εφαρμογή της.

 

 

1.20.

Η ΕΟΚΕ προτείνει οι εμπορικές ή οικονομικές συμφωνίες της ΕΕ να περιλαμβάνουν, σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες του ΠΟΕ, ένα κεφάλαιο με διατάξεις κατά των φορολογικών εγκλημάτων, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, καθώς και για τη συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων.

2.   Ιστορικό

 

2.1.

Το μέγεθος, στην Ευρώπη και παγκοσμίως, της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι σημαντικό σε μακροοικονομικούς όρους. Η διακρατική διάστασή τους είναι ολοφάνερη. Οι φορολογικοί παράδεισοι, λόγω της φύσης τους, διαδραματίζουν καίριο ρόλο, καθότι υποδέχονται και διοχετεύουν κεφάλαια από μεγάλες επιχειρήσεις και ατομικές περιουσίες που έχουν διαφύγει ή αποφύγει την καταβολή φόρων, καθώς και κεφάλαια προερχόμενα από υποθέσεις πολιτικής και οικονομικής διαφθοράς και από το οργανωμένο οικονομικό έγκλημα.

 

 

2.2.

Δεν υπάρχει παγκοσμίως αποδεκτός ορισμός των φορολογικών παραδείσων, αν και σε όλους η φορολογία είναι μηδενική ή πολύ χαμηλή και η αδιαφάνεια όσον αφορά τους πελάτες και τις ροές κεφαλαίου αποτελεί τον κανόνα. Ο προσδιορισμός τους γίνεται βάσει καταλόγων, από τους οποίους το πνεύμα άρνησης συνεργασίας προκύπτει από την άρνηση παροχής πληροφοριών στις φορολογικές αρχές και συνεργασίας με τη δικαιοσύνη. Οι αναγνωρισμένοι κατάλογοι είναι ο ένας του ΟΟΣΑ (4) και οι δύο κατάλογοι της ΕΕ: για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (5). Μια μονογραφία στο F&D (ΔΝΤ) εκτιμά ότι ο ιδιωτικός πλούτος σε υπερπόντια χρηματοπιστωτικά κέντρα κυμαίνεται μεταξύ 7 και 8,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ (6) (μεταξύ 8 % και 10 % του παγκόσμιου ΑΕγχΠ).

 

 

2.3.

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η φοροδιαφυγή κοστίζει στις κυβερνήσεις περί τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ ετησίως (7). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπολογίζει ότι στην ΕΕ το ποσό ανέρχεται στα 825 δισεκατομμύρια ευρώ (8), και το έλλειμμα είσπραξης ΦΠΑ, που ως επί το πλείστον οφείλεται στη φορολογική απάτη, ανέρχεται στα 147 δισεκατομμύρια ευρώ περίπου ετησίως, εκ των οποίων τα 50 δισεκατομμύρια ευρώ αντιστοιχούν στη διασυνοριακή κυκλική απάτη (επιστροφής του ΦΠΑ) (9).

 

 

2.4.

Η φοροαποφυγή δεν συνεπάγεται πάντα παραβίαση του γράμματος του νόμου, αλλά παραβιάζει σαφώς το πνεύμα του. Οι φορολογικοί παράδεισοι υποδέχονται περί τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ ετησίως από τη φοροαποφυγή κατά τη φορολόγηση των επιχειρήσεων (10). Οι απώλειες της ΕΕ κυμαίνονται μεταξύ των 160 και των 190 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου ετησίως (11). Η φοροαποφυγή, μέσω έξι κρατών μελών, ζημιώνει κατά 42,8 δισεκατομμύρια ευρώ τα φορολογικά έσοδα άλλων είκοσι δύο (12). Σύμφωνα με την F&D (ΔΝΤ), το 40 % των παγκόσμιων άμεσων ξένων επενδύσεων, δηλ. περίπου 15 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, κατευθύνεται σε εταιρείες-φαντάσματα (χωρίς καμία οικονομική δραστηριότητα), συχνά με μορφή εταιρειών χαρτοφυλακίου που διαμορφώνουν ομίλους με τις θυγατρικές τους και φαίνεται ότι εξαρτώνται από αυτές. Η πλειονότητα βρίσκεται δε σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες (13).

 

 

2.5.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κυμαίνεται μεταξύ του 2 % και του 5 % του παγκόσμιου ΑΕγχΠ (14). Πρόσφατες υποθέσεις όπως αυτή της Danske Bank (με αρχική εκτίμηση περίπου 200 δισεκατομμύρια ευρώ) (15), ή της Swedbank (37 δισεκατομμύρια ευρώ) (16), καταδεικνύουν τις αδυναμίες στην πάταξη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, παρά τις ενωσιακές οδηγίες και το έργο των ελεγκτικών αρχών.

 

 

2.6.

Εκτός από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, υπάρχουν και άλλοι δίαυλοι νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες: αγορές έργων τέχνης, διαμαντιών και πολύτιμων μετάλλων· ελεύθεροι λιμένες, τελωνειακές αποθήκες και ειδικές οικονομικές ζώνες κ.λπ. Οι γοργές τεχνολογικές αλλαγές παρέχουν νέες δυνατότητες μέσω των εικονικών περιουσιακών στοιχείων και της τεχνολογίας αλυσίδας συστοιχιών (blockchain). Το ίδιο ισχύει και για τις διαδικασίες διαφυγής και αποφυγής: διανομή μερισμάτων και τοκομεριδίων για συναλλαγές τύπου «cum ex» (55,2 δισεκατομμύρια ευρώ)· επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός· μυστικές συμβάσεις μεταξύ κρατών και πολυεθνικών εταιρειών που μειώνουν σημαντικά τις φορολογικές τους υποχρεώσεις· τα καθεστώτα χορήγησης ιθαγένειας ή διαμονής σε αλλοδαπούς με αντάλλαγμα επενδύσεις. Το ηλεκτρονικό εμπόριο, η οικονομία των πλατφορμών και η ψηφιακή οικονομία γενικά δημιουργούν νέους κινδύνους διευκόλυνσης των φορολογικών αδικημάτων και της φοροαποφυγής, καθώς και νέες δυνατότητες ιχνηλάτησης και ελέγχου.

 

 

2.7.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επί J.-C. Juncker ανέπτυξε πολύ εντατική δράση για την καταπολέμηση των φορολογικών εγκλημάτων και της φοροαποφυγής: 26 νομοθετικές πρωτοβουλίες και 57 κάθε είδους. Όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ξεχωρίζουν δύο οδηγίες, η 4η και η 5η οδηγία σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (2015 και 2018). Η τελευταία μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο τον Ιανουάριο 2020 και επέφερε βελτιώσεις στην αναγνώριση δικαιούχων, στην ανταλλαγή πληροφοριών και στη συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ, καθώς και στην επέκταση του πεδίου εφαρμογής των υπόχρεων οντοτήτων, εισάγοντας παράλληλα τον έλεγχο των εικονικών νομισμάτων. Τα πρακτικά αποτελέσματα δεν είναι ικανοποιητικά: εξακολουθούν να υφίστανται ελλείψεις και κενά, παρότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι πολύ δραστήρια στο πλαίσιο των περιορισμένων αρμοδιοτήτων της (Αξιολόγηση 2019) (17). Πολύ πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο ξεκίνησε έλεγχο για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στον τραπεζικό τομέα (18) και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε τρία κράτη μέλη στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μη συμμόρφωση με την 4η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (19).

 

 

2.8.

Στις 7 Μαΐου 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε ένα νέο σχέδιο δράσης για μια ολοκληρωμένη πολιτική της Ένωσης σχετικά με την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (20) και έναν κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (21) με τον κατάλογο των χωρών και περιοχών δικαιοδοσίας που δεν συνεργάζονται προς τον σκοπό αυτόν. Το σχέδιο δράσης ξεκινά από την εκτίμηση των αποκλίσεων ως προς την εφαρμογή του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου και από τις «σοβαρές αδυναμίες στην επιβολή των κανόνων» και εκφράζει τη βούληση μηδενικής ανοχής στο παράνομο χρήμα στην ΕΕ. Είναι διαρθρωμένο με βάση έξι πυλώνες:

Διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του υφιστάμενου πλαισίου, αρχής γενομένης από την πλήρη μεταφορά στο εκάστοτε εθνικό δίκαιο των οδηγιών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

 

Θέσπιση ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων, μέσω τροποποιημένης οδηγίας και κανονισμού.

 

Θέσπιση διαδικασιών και σύσταση οργανισμού εποπτείας της ΕΕ, μέσω νομοθετικής πρότασης.

 

Θέσπιση μηχανισμού συντονισμού και στήριξης για τις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών και για τη διασύνδεση των κεντρικών εθνικών μητρώων τραπεζικών λογαριασμών.

 

Επιβολή των διατάξεων του ποινικού δικαίου και ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών.

 

Ενίσχυση της διεθνούς διάστασης του πλαισίου της ΕΕ.

Εντός του πρώτου τριμήνου του 2021, θα υποβληθούν τέσσερις νομοθετικές προτάσεις που θα αναπτύσσουν τους εν λόγω πυλώνες.

 

 

2.9.

Ο δεύτερος σημαντικός τομέας δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν η φοροαποφυγή, που συνδέεται με τις πρωτοβουλίες για την ψηφιακή φορολογία και τη βάση φορολογίας εταιρειών. Με τη στρατηγική της, η Επιτροπή επιδίωξε την επίτευξη «πραγματικής φορολόγησης», που θα υποχρεώνει τις πολυεθνικές να καταβάλλουν το μερίδιο που τους αναλογεί όπου δημιουργούν αξία, σύμφωνα με το σχέδιο δράσης του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και τη μετατόπιση κερδών, ιδίως περιορίζοντας τη διάβρωση της φορολογικής βάσης εταιρειών μέσω μείωσης τόκων, δικαιωμάτων εκμετάλλευσης και άλλων οικονομικών οφελών. Ως βασικός κανόνας χρησιμοποιήθηκε η οδηγία κατά της φοροαποφυγής (2016), η οποία τροποποιήθηκε το 2017 για να συμπεριλάβει τις ασυμφωνίες όσον αφορά τα υβριδικά μέσα (ATAD 2) (22). Τα αποτελέσματά της δεν μπορούν ακόμη να αξιολογηθούν. Επίσης, έχει θεσπιστεί νομοθεσία για τη διευκόλυνση του διακανονισμού διαφορών που προκύπτουν από τη διπλή φορολόγηση (23). Το 2018 θεσπίστηκε νέος κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται και εξέρχονται από την ΕΕ (24).

 

 

2.10.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε υπόψη τη φοροαποφυγή στις νομοθετικές της πρωτοβουλίες για την ψηφιακή φορολογία και τη βάση φορολογίας εταιρειών. Το 2018 πρότεινε δύο οδηγίες σχετικά με τη φορολόγηση των εταιρειών με σημαντική ψηφιακή παρουσία και σχετικά με έναν φόρο εισοδήματος για τις μεγάλες ψηφιακές εταιρείες. Το 2016, πρότεινε ακόμη δύο οδηγίες σχετικά με τη βάση φορολογίας εταιρειών, την οποία κατέστησε κοινή (κοινή βάση φορολογίας εταιρειών) και ενοποιημένη (κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών). Η τελευταία είναι πολύ σημαντική για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής. Οι ταυτόχρονες συζητήσεις σε επίπεδο ΟΟΣΑ και η αντίθεση ορισμένων κρατών μελών καθυστέρησαν την έγκριση των εν λόγω οδηγιών. Αντιμέτωπη με αυτήν την κατάσταση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση (2019), με την οποία προτείνει την έναρξη διαλόγου προκειμένου οι αποφάσεις για τα φορολογικά θέματα να λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία.

 

 

2.11.

Καίριας σημασίας είναι, αφενός, η συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ και άλλων θεσμικών οργάνων των κρατών μελών μέσω της αυτόματης ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών (AEOI (25)) και, αφετέρου, η διαφάνεια. Έχουν εκδοθεί έως και έξι οδηγίες διοικητικής συνεργασίας. Από την πρώτη, την οδηγία 2011/16/ΕΕ (26), μέχρι την τελευταία, (ΕΕ) 2018/822 (27), έχει επεκταθεί η υποχρέωση γνωστοποίησης των πραγματικών δικαιούχων λογαριασμών, των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και συναλλαγών, καθώς και όλων των προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίσεων και των μερισμάτων. Έχει σημειωθεί πρόοδος στις απαιτήσεις της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις φορολογικές συμβάσεις (tax ruling) και τις χρηματοοικονομικές πληροφορίες για τις μεγάλες επιχειρήσεις, για κάθε χώρα (εκθέσεις ανά χώρα, CBCR (28)). Η χρήση χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την ποινική δίωξη των αδικημάτων ρυθμίστηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29).

 

 

2.12.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επί J.-C. Juncker είχε να αντιμετωπίσει τις μυστικές συμφωνίες ορισμένων κρατών μελών με πολυεθνικές εταιρείες, χάρη στις οποίες δεν πληρώνουν σχεδόν καθόλου φόρους. Κατάφερε επίσης να εισαγάγει φορολογικούς δείκτες στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Σύμφωνα με τις τελευταίες συστάσεις ανά χώρα, σε ορισμένα κράτη μέλη, η εφαρμογή της νομοθεσίας δεν είναι ικανοποιητική όσον αφορά τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό ή τον εντοπισμό των πραγματικών δικαιούχων. Υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Παρά τη σχετική πρόοδο που έχει σημειωθεί, δεν υπάρχει ευρεία μείωση των επιπέδων φορολογικής απάτης, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και φοροαποφυγής που, σε ορισμένες περιπτώσεις αυξάνονται (όπως ροές κεφαλαίων προς εικονικές-εταιρείες).

 

 

2.13.

Η ΕΟΚΕ έχει εκδώσει, κατά την τελευταία πενταετία, 25 γνωμοδοτήσεις για τα θέματα αυτά. Η ΕΟΚΕ έχει σε γενικές γραμμές υποστηρίξει τα μέτρα που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι απαιτήσεις της ήταν μεγαλύτερες, όπως αυτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

3.   Γενικές παρατηρήσεις και συστάσεις

 

3.1.

Η κρίση της πανδημίας κορoνoϊού, που είναι η πιο σοβαρή από το τέλος του B’ Παγκοσμίου Πολέμου, πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε οικονομικού και κοινωνικού προβληματισμού και πρότασης. Όσον αφορά την παρούσα γνωμοδότηση, είναι σαφές ότι η δραστική μείωση του οικονομικού όγκου των φορολογικών εγκλημάτων και της φοροαποφυγής θα παρείχε στα κράτη μέλη και στην ίδια την ΕΕ ένα μέρος των οικονομικών πόρων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των υγειονομικών, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της πανδημίας. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η συμμετοχή των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, των εθνικών κυβερνήσεων και της κοινωνίας των πολιτών στη λήψη όσων μέτρων απαιτούνται για τη μόνιμη και αποτελεσματική δράση κατά των φορολογικών αδικημάτων και της φοροαποφυγής αποτελεί σήμερα, περισσότερο από ποτέ, αναγκαία πολιτική και ηθική επιταγή, αλλά και επείγον ζήτημα.

 

 

3.2.

Το κύριο θέμα της παρούσας γνωμοδότησης είναι, με βάση μια γενική οπτική και τις απόψεις που διατυπώθηκαν σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, η διατύπωση προτάσεων που θα καταστήσουν αποτελεσματικότερη την καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων. Πρέπει να ληφθούν υπόψη οι σχέσεις μεταξύ των διαφόρων φορολογικών εγκλημάτων, καθώς και της σχέσης όλων αυτών με τη φοροαποφυγή, μέσω κοινών διαύλων οι οποίοι έχουν ως κοινή κατάληξη τους φορολογικούς παραδείσους.

 

 

3.3.

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τη βούληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να προωθήσουν πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση των φορολογικών εγκλημάτων, της φοροδιαφυγής και του αθέμιτου φορολογικού ανταγωνισμού, και εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι ορισμένες από τις κύριες πρωτοβουλίες, όπως αυτές που αφορούν τη φορολόγηση του εισοδήματος των εταιρειών, την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ και τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό, έχουν παγώσει ή μπορούν να ανακοπούν από ορισμένα κράτη μέλη και λόγω έλλειψης συνεργασίας μεταξύ τους.

 

 

3.4.

Η ΕΟΚΕ προτείνει την εκπόνηση ενός ευρωπαϊκού συμφώνου για την αποτελεσματική πάταξη της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναλάβει πολιτική πρωτοβουλία στην οποία θα συμμετέχουν οι εθνικές κυβερνήσεις και τα υπόλοιπα θεσμικά όργανα της ΕΕ για την πραγματοποίηση αυτού του συμφώνου. Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών πρέπει να αποτελεί έναν από τους πυλώνες του συμφώνου.

 

 

3.5.

Η αποτελεσματική εφαρμογή του συμφώνου θα πρέπει να παρέχει στην ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρόσθετους πόρους, επιπλέον εκείνων που παρέχει η ανάπτυξη, για τη χρηματοδότηση των σχεδίων ανάκαμψης από την κρίση της πανδημίας, του πράσινου και ψηφιακού μετασχηματισμού των οικονομιών τους και της οικοδόμησης ενός στέρεου ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Με βάση τον σεβασμό της φορολογικής κυριαρχίας των κρατών μελών, η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση στους πολιτικούς υπεύθυνους της ΕΕ και τις εθνικές κυβερνήσεις προκειμένου, με την υπευθυνότητα και τη γενναιοδωρία που απαιτεί η τραγική στιγμή που ζούμε, να επιτύχουν συναίνεση ως προς το περιεχόμενο του συμφώνου. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η επίτευξη συναίνεσης όσον αφορά ένα ευρωπαϊκό σύμφωνο για την καταπολέμηση των φορολογικών εγκλημάτων, της φοροαποφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θα πρέπει να βασίζεται στα εξής:

1)

στη δέσμευση των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ ότι θα λάβουν όλα τα πρόσθετα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που απαιτούνται για την αποτελεσματική καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων και των αθέμιτων πρακτικών·

 

2)

στην επίδειξη μεγαλύτερης πολιτικής βούλησης για συνεργασία τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, με στόχο την καθιέρωση αποτελεσματικών διαδικασιών για διοικητική, αστυνομική και δικαστική συνεργασία προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του Συμφώνου·

 

3)

στη δέσμευση των κρατών μελών ότι θα θέσουν τέλος στον αθέμιτο φορολογικό ανταγωνισμό και θα «ξεπαγώσουν» τις οδηγίες που διαλαμβάνουν τους στόχους του συμφώνου· και, τέλος,

 

4)

στη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στο σύμφωνο.

 

 

3.6.

Η συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στο σύμφωνο αυτό και στη δημιουργία προηγμένης κοινωνικής συνείδησης στα φορολογικά θέματα είναι ουσιαστικής σημασίας. Οι Ευρωπαίοι πολίτες ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την ύπαρξη επαρκών πόρων ώστε να υπάρχουν υψηλής ποιότητας δημόσιες υπηρεσίες —σήμερα, ειδικότερα, υγείας και έρευνας— και επαρκή συστήματα κοινωνικής προστασίας. Στην πλειονότητά τους, οι εργοδότες που εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις επιθυμούν να σταματήσει η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή ορισμένων επιχειρήσεων, που σημαίνει γι’ αυτούς αθέμιτο ανταγωνισμό.

 

 

3.7.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως προς το ότι «[…]η δίκαιη φορολόγηση και η αποφασιστική καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας δίκαιης κοινωνίας και μιας ισχυρής οικονομίας, προασπίζοντας παράλληλα το κοινωνικό συμβόλαιο και το κράτος δικαίου» (30). Ως εκ τούτου, παρατηρεί με ανησυχία το μέγεθος του φορολογικού χάσματος που δημιουργούν αυτά τα εγκλήματα και οι αθέμιτες πρακτικές στα φορολογικά έσοδα, καθώς και την πρόσφατη εξέλιξη της φορολογίας, η οποία έχει μετατοπίσει τη φορολογική επιβάρυνση στα εισοδήματα από την εργασία, και από τον χρηματοπιστωτικό τομέα στην πραγματική οικονομία, όπου οι ΜΜΕ υφίστανται μεγαλύτερη φορολογική πίεση από τις πολυεθνικές.

 

 

3.8.

Η εισαγωγή φορολογικών δεικτών στις ανά χώρα εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου αποτέλεσε ένα βήμα προς τα εμπρός. Ωστόσο, η αξιολόγηση των επιδόσεών τους δείχνει ότι η λειτουργία των ΜΧΠ, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία των φορολογικών αρχών δεν είναι ικανοποιητικές σε ορισμένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ όσον αφορά τόσο τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσο και τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή. Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναγάγει—στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο— τους φορολογικούς δείκτες στην ίδια θέση με τους υπολοίπους και να εγκαθιδρύσει μια διαδικασία για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας, της δικαιοσύνης, της επάρκειας και της ορθής λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων.

 

 

3.9.

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το νέο σχέδιο δράσης για μια ολοκληρωμένη ενωσιακή πολιτική με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και εκτιμά ότι θα πρέπει να εφαρμοστεί επειγόντως. Τάσσεται υπέρ της σύστασης ενός ευρωπαϊκού εποπτικού φορέα, ο οποίος θα ενισχύει στον μέγιστο δυνατό βαθμό τη συνεργασία μεταξύ των φορολογικών αρχών και των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών των κρατών μελών και θα διαθέτει άμεσες αρμοδιότητες για τον έλεγχο και τη διερεύνηση των υπόχρεων οντοτήτων σε όλους τους τομείς, καθώς και επαρκή μέσα σε ανθρώπινο δυναμικό και τεχνολογία για την προσαρμογή στη διαρκή εξέλιξη των εγκλημάτων. Ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μελετήσει, ως καταλληλότερη μέθοδο προς τούτο, τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού αρμόδιου για την καταπολέμηση του φορολογικού, οικονομικού και χρηματοοικονομικού εγκλήματος και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για την εποπτεία της τήρησης της νομοθεσίας και της αποτελεσματικότητας των διοικητικών ενεργειών. Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να εκφράζεται η ΕΕ με κοινή γνώμη σε διεθνή φόρουμ όπως η FATF (ΟΟΣΑ), η G20 και ο ΟΗΕ. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να βοηθήσει τα κράτη μέλη εγκαθιδρύοντας ιδρύματα κατάρτισης όπως η Ευρωπαϊκή Σχολή Φοροτεχνικών, όπως προτείνεται στη γνωμοδότησή της με θέμα το πρόγραμμα Fiscalis (Οκτώβριος 2018) (31).

 

 

3.10.

Το νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες πρέπει να επιτρέπει την πρόσβαση σε πληροφορίες για κατόχους λογαριασμών, επιχειρήσεων και καταπιστευμάτων, με τήρηση των κανόνων προστασίας των δεδομένων και της σχετικής νομολογίας του ΔΕΕ. Πρέπει να εξασφαλιστεί η προστασία όσων επαγγελματιών κρίνουν αναγκαίο να καταγγέλλουν πρακτικές ύποπτες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που υποπίπτουν στην αντίληψή τους. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι με το σχέδιο δράσης προτείνεται ένα νέο σύστημα προστασίας των μαρτύρων, και ζητεί να μην καθυστερήσει έως τα τέλη Δεκεμβρίου 2021. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε τα μέτρα που θα εγκριθούν να συνεπάγονται όσο το δυνατόν λιγότερο πρόσθετο διοικητικό και οικονομικό φόρτο για τα κράτη μέλη και τις υπόχρεες οντότητες.

 

 

3.11.

Τα μέτρα ελέγχου προς τρίτους που περιλαμβάνονται στην 5η οδηγία κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα είναι αποτελεσματικά μόνο με έναν ρεαλιστικό κατάλογο χωρών υψηλού κινδύνου. Η ΕΟΚΕ ζητεί διαφανή και σαφή μεθοδολογία και συντομότερες περιόδους αξιολόγησης. Πιστεύει ότι ο νέος κατάλογος, με μόνο 20 χώρες και περιοχές, θα πρέπει να εγκριθεί το συντομότερο δυνατόν με την προσθήκη μερικών ακόμα χωρών, όπως αυτές που έχουν πρωταγωνιστήσει στα πρόσφατα σκάνδαλα. Εκφράζει την απογοήτευσή της για τα εμπόδια που παρεμβάλλουν ορισμένες χώρες της ΕΕ ως προς την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με συναλλαγές σε φορολογικούς παραδείσους.

 

 

3.12.

Ο κατάλογος του Ecofin (2017) των φορολογικών παραδείσων όσον αφορά τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή επικαιροποιήθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο. Σε αντίθεση με άλλους καταλόγους, αυτός έχει το πλεονέκτημα ότι καλύπτει τόσο εκείνους που δεν αποδέχονται αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών όσο και εκείνους που προσφέρουν ειδική φορολογική μεταχείριση στις επιχειρήσεις. Είναι κατακριτέο ότι ο ευρωπαϊκός κατάλογος αποκλείει την ύπαρξη κοινοτικών φορολογικών παραδείσων. Ωστόσο, στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ορισμένα κράτη μέλη που υπονομεύουν τις φορολογικές βάσεις των κοινοτικών εταίρων τους. Παρά το γεγονός ότι η απειλή ένταξης στη μαύρη λίστα έχει αντίκτυπο στη φήμη και μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά, οι κυρώσεις δεν είναι επαρκώς αποτελεσματικές.

 

 

3.13.

Για να μπορέσουν οι περιοχές δικαιοδοσίας του καταλόγου να επιτύχουν τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις, η ΕΟΚΕ προτείνει να αναθεωρηθεί ο κανονισμός, μετά την επόμενη αξιολόγηση, ώστε να απαγορευτούν οι χρηματοπιστωτικές συναλλαγές με την ΕΕ σε όσους δεν το πράξουν. Τα μέτρα πρέπει επίσης να αφορούν τις επιχειρήσεις που αποφεύγουν την καταβολή φόρων. Ένα αποτελεσματικό μέτρο θα ήταν να μη χορηγηθούν δημόσιες ενισχύσεις λόγω της πανδημίας COVID-19 στις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν μη δικαιολογημένες συναλλαγές με τις περιοχές δικαιοδοσίας του καταλόγου, όπως έχει εγκριθεί από ορισμένα κράτη μέλη. Η ΕΟΚΕ ζητεί επίσης να εξεταστεί το ενδεχόμενο εξαίρεσης των εν λόγω επιχειρήσεων από τις δημόσιες συμβάσεις.

 

 

3.14.

Οι πολυεθνικές λειτουργούν σε παγκόσμιο επίπεδο και υπό κοινή διεύθυνση, αλλά οι φορολογικοί κανόνες θεσπίζονται σε εθνικό επίπεδο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αλληλεπίδρασή τους με τα καθεστώτα άλλων χωρών, αν δεν πρόκειται για ξεκάθαρο φορολογικό ανταγωνισμό με αυτές. Ορισμένες αρχές εγκρίνουν φορολογικά καθεστώτα που υπονομεύουν τις φορολογικές βάσεις άλλων περιοχών. Αυτό, σε συνδυασμό με τη γενικευμένη μείωση των επιτοκίων, οδήγησε τις χώρες σε έναν αγώνα για την όσο το δυνατόν πιο μειωμένη φορολογία, με στόχο την προσέλκυση των άμεσων ξένων επενδύσεων, και οδήγησε σε νομικά κενά και αναντιστοιχίες. Πολλές πολυεθνικές εταιρείες αναδιαρθρώνουν τις δραστηριότητές τους προκειμένου να μειώσουν σημαντικά τη φορολογική τους επιβάρυνση. Για να το επιτύχουν, καταφεύγουν σε ορισμένες συναλλαγές εντός του εκάστοτε ομίλου, ώστε να μεταφέρουν τεχνητά μεγάλο μέρος των δαπανών προς περιοχές μεσαίας ή υψηλής φορολογίας, ενώ τα κέρδη δηλώνονται σε περιοχές δικαιοδοσίας χαμηλής ή μηδενικής φορολογίας, εκεί όπου καταλήγουν σε μυστικές φορολογικές συμφωνίες με τις κυβερνήσεις. Η μεταφορά κερδών από μεγάλες εταιρείες της ψηφιακής οικονομίας είναι ιδιαίτερα εύκολη σε αυτό το περιβάλλον. Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι η εφαρμογή τόσο των κανόνων περί διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών όσο και των οδηγιών κατά της φοροαποφυγής θα καταστήσει δυνατή τη βαθμιαία αλλαγή της κατάστασης αυτής. Είναι νωρίς ακόμη για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων. Για να υπάρξουν αποτελέσματα, είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων των κρατών μελών, κύριος στόχος του ευρωπαϊκού συμφώνου.

 

 

3.15.

Η ΕΕ είναι χώρος ευάλωτος στη φοροαποφυγή (32). Η κινητικότητα κεφαλαίων, αγαθών και των ανθρώπων στην εσωτερική αγορά έρχεται σε αντίθεση με την έλλειψη συντονισμού των φορολογικών πολιτικών. Μετά την κρίση του 2008, η πρόοδος της οικονομικής διακυβέρνησης επικεντρώθηκε στον έλεγχο των δαπανών. Η κατάσταση έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, αλλά ο συντονισμός των φορολογικών πολιτικών εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής. Η θέσπιση φορολογικών δεικτών στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο αποτελεί ένα βήμα προόδου που έδωσε τη δυνατότητα να επισημανθούν ως επιζήμια τα φορολογικά συστήματα ορισμένων κρατών μελών.

 

 

3.16.

Το 2009, η Ομάδα των 20 δρομολόγησε μια διαδικασία συνεργασίας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Ο ΟΟΣΑ ενέκρινε ένα νέο παγκόσμιο πρότυπο για την ανταλλαγή πληροφοριών, το κοινό πρότυπο αναφοράς, που βασίζεται στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών. Οι περισσότερες περιοχές δικαιοδοσίας της διεθνούς κοινότητας δεσμεύτηκαν να το εφαρμόσουν από τον Ιανουάριο του 2018. Εκκρεμεί συνολική αξιολόγηση όσον αφορά την τήρησή του.

 

 

3.17.

Στην ΕΕ, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών ρυθμίζεται από την οδηγία διοικητικής συνεργασίας, η οποία έχει αναθεωρηθεί επανειλημμένως προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με το κοινό πρότυπο αναφοράς. Η οδηγία διοικητικής συνεργασίας έχει επεκτείνει την υποχρέωση της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών στα φυσικά και νομικά πρόσωπα και στις κύριες κατηγορίες εισοδήματος, αλλά υπάρχουν κενά που πρέπει να καλυφθούν. Το ζήτημα των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο περιουσιακών στοιχείων και κεφαλαίων, αδιαφανών ενδιάμεσων οντοτήτων (ορισμένων καταπιστευμάτων, εταιρειών-βιτρίνα, ιδρυμάτων κ.λπ.) παραμένει ανεπίλυτο, όπως καταδεικνύεται από το σκάνδαλο των «εγγράφων του Παναμά» (Panama Papers). Δεν έχει επιλυθεί ούτε το ζήτημα της ανωνυμίας των «μετοχών στον κομιστή», χωρίς δημοσίως γνωστό δικαιούχο, που ακόμη επιτρέπεται σε ορισμένες χώρες. Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας διοικητικής συνεργασίας θα πρέπει να επεκταθεί στα έργα τέχνης και στα άλλα στοιχεία υψηλής αξίας που βρίσκονται σε ελεύθερους λιμένες και τελωνειακές αποθήκες. Θα πρέπει επίσης να επιλυθεί το πρόβλημα των καθεστώτων ιθαγένειας ή διαμονής λόγω επενδύσεων που προσφέρουν 19 κράτη μέλη και τα οποία σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιούνται για τη διάπραξη φορολογικών αδικημάτων.

 

 

3.18.

Το σχέδιο δράσης BEPS του ΟΟΣΑ είναι η παγκόσμια πρωτοβουλία για την καταπολέμηση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών. Οι εκθέσεις προόδου για καθεμία από τις 15 δράσεις του έχουν διαφορετικό νομικό χαρακτήρα. Ορισμένες εκθέσεις αφορούν τις βέλτιστες πρακτικές και άλλες την κατάταξη ελάχιστων προτύπων, με τη δυνατότητα να υποχρεώνουν τα κράτη να ενσωματώσουν το περιεχόμενό τους στο εταιρικό δίκαιο. Η επίλυση ορισμένων βασικών ζητημάτων, όπως η φορολόγηση της ψηφιοποιημένης οικονομίας ή η κατανομή των φορολογικών δικαιωμάτων ανά χώρα, εκκρεμεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Ορισμένες χώρες και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών έχουν επικρίνει τη μεθόδευση διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών και έχουν ζητήσει να μεταφερθεί η μεταρρύθμιση του διεθνούς δημοσιονομικού συστήματος στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων επί φορολογικών θεμάτων του ΟΗΕ. Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι ο ΟΟΣΑ πρέπει να ολοκληρώσει το έργο του και να συνεργαστεί με την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών, προκειμένου να καταλήξουν σε κοινά και οικουμενικά συμπεράσματα.

 

 

3.19.

Οι οδηγίες κατά της φοροαποφυγής αποτελούν βασικά στοιχεία της στρατηγικής της ΕΕ για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής. Διασφαλίζουν ότι τα κράτη μέλη εφαρμόζουν συντονισμένα τις εκθέσεις με θέμα τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών και ενισχύουν τη νομική τους ισχύ, υποβάλλοντάς τες στον έλεγχο του Δικαστηρίου της ΕΕ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι κανόνες για την αντιμετώπιση των καταχρήσεων υπερβαίνουν τους κανόνες περί διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών, όπως στην περίπτωση των «εξαγωγικών φόρων», των κανόνων για τις ελεγχόμενες αλλοδαπές εταιρείες, των κανόνων κατά των υβριδικών μέσων, ή της θέσπισης γενικής ρήτρας κατά των καταχρήσεων. Ωστόσο, δεν συμπεριλήφθηκαν οι επενδυτικές ρήτρες λόγω της αντίθεσης ορισμένων χωρών, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή και η πλειοψηφία των κρατών μελών το υποστήριξαν.

 

 

3.20.

Οι έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά τις μυστικές φορολογικές συμφωνίες που έχουν υπογραφεί από μερικές μεγάλες πολυεθνικές και τις κυβερνήσεις ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ κατέδειξαν τη σημασία της διευκόλυνσης των μεθοδεύσεων φοροαποφυγής: συντελεστές φορολογίας που κυμαίνονται από 0,05 % έως 2 % επί των κερδών που μεταφέρονται από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε απάντηση, η ΕΕ μεταρρύθμισε την οδηγία διοικητικής συνεργασίας για να καταστήσει υποχρεωτική την αυτόματη κοινοποίηση οποιασδήποτε διασυνοριακής φορολογικής απόφασης που υπογράφεται από ένα κράτος μέλος.

 

 

3.21.

Μια πιο πρόσφατη μεταρρύθμιση της οδηγίας διοικητικής συνεργασίας επεξέτεινε την αυτόματη ανταλλαγή βασικών πληροφοριών των μεγάλων επιχειρήσεων (33) ανά χώρα (εκθέσεις ανά χώρα (34)), σύμφωνα με τις προδιαγραφές της δράσης 13 κατά της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών. Ωστόσο, εξακολουθεί να μην επιτρέπεται η δημόσια πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (35) (περί λογιστικής), έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η δημοσίευση των εκθέσεων ανά χώρα. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να ισχύει τουλάχιστον για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις.

 

 

3.22.

Η πολύ σημαντική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με θέμα τη φορολόγηση των επιχειρήσεων είναι η εναρμόνιση της φορολογητέας βάσης των εταιρειών. Στην πρώτη φάση (θέσπιση κοινής βάσης φορολογίας εταιρειών), η βάση φορολογίας θα υπολογιζόταν με βάση κοινούς κανόνες. Στη δεύτερη φάση (κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών), τα κέρδη και οι ζημίες που θα είχαν σε κάθε κράτος μέλος οι διάφορες θυγατρικές μιας εταιρείας ή ενός πολυεθνικού ομίλου θα ενοποιούνταν σε ολόκληρη την ΕΕ. Το καθαρό υπόλοιπο που προκύπτει θα κατανέμεται στα διάφορα κράτη στα οποία δραστηριοποιείται η εταιρεία, φορολογούμενη σε κάθε ένα από αυτά σύμφωνα με έναν προκαθορισμένο τύπο (στοιχεία ενεργητικού, πωλήσεις και απασχόληση). Ελπίζουμε ότι με την ενοποίηση, ένα μεγάλο μέρος των συναλλαγών επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού θα έμενε απενεργοποιημένο. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι η φορολογία θα πρέπει να βασίζεται σε έναν σταθμισμένο τύπο όπου θα συνεκτιμώνται ο τόπος πώλησης, απασχόλησης και στοιχείων ενεργητικού. Η αξία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, των δεδομένων και άλλων άυλων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να αξιολογείται αυστηρά.

 

 

3.23.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ΟΟΣΑ, η δυσκολία των εν ισχύ φορολογικών κανόνων να εντοπίζουν τα έσοδα των νέων επιχειρηματικών μοντέλων της ψηφιακής οικονομίας είχε ως συνέπεια, σε διάφορες καταστάσεις και χώρες, τη μειωμένη φορολόγηση των ψηφιακών εταιρειών σε σύγκριση με τις παραδοσιακές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε (τον Μάρτιο 2018) δύο προτάσεις οδηγίας για τη φορολόγηση της ψηφιακής οικονομίας (36), σύμφωνα με τις εργασίες του ΟΟΣΑ που πρόκειται να ολοκληρωθούν το 2020. Η μία οδηγία δίνει μια προσωρινή λύση και η άλλη την τελική λύση. Η προσωρινή λύση θεσπίζει φόρο 3 % επί των πωλήσεων ψηφιακών υπηρεσιών από τις μεγάλες επιχειρήσεις (και όχι επί των κερδών ή όπου δημιουργείται αξία). Παραμένει σε εκκρεμότητα στο Συμβούλιο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει τώρα μια συνολική λύση στο πλαίσιο των εργασιών του ΟΟΣΑ, αλλά, εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία έως το τέλος του 2020, θα συνεχίσει την πρωτοβουλία της για φορολόγηση των μεγάλων ψηφιακών εταιρειών.

 

 

3.24.

Τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η ΕΟΚΕ (37) έχουν εκφράσει τις απόψεις τους σχετικά με την ανάγκη να ξεκινήσει συζήτηση και να συζητηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την προοδευτική μετάβαση από την ομοφωνία στην ειδική πλειοψηφία όσον αφορά τα φορολογικά θέματα. Οι προθεσμίες για να πραγματοποιηθεί η αλλαγή αυτή μπορεί να είναι συντομότερες ή μεγαλύτερες, ανάλογα με το πόσο ευαισθητοποιημένα είναι τα κράτη μέλη ως προς τα φορολογικά ζητήματα επί των οποίων είναι επιθυμητή η παρέμβαση.

 

 

3.25.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι τεράστιες προκλήσεις που εγείρει η κρίση της πανδημίας COVID-19 στην ΕΕ και σε όλα τα κράτη μέλη της είναι ασυμβίβαστες με κάθε μορφής ολιγωρία όσον αφορά τα εγκλήματα που υπονομεύουν την οικονομική ανάπτυξη και τα δημόσια οικονομικά. Υποστηρίζει, επίσης, την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας και της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών, των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των τομέων της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών.

4.   Επιμέρους προσεγγίσεις και συστάσεις

 

4.1.

Συνιστάται να επεκταθεί η λύση που προβλέπεται από την 5η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στο πεδίο της φοροδιαφυγής, ώστε να υποχρεωθούν τα κράτη να δημιουργήσουν ένα κεντρικό και δημόσιο μητρώο των πραγματικών δικαιούχων εταιρειών και καταπιστευμάτων. Επίσης, πρέπει να θεσπιστεί κατάλληλη διαδικασία για τον εντοπισμό του πραγματικού ιδιοκτήτη όταν βρίσκεται πίσω από επιχείρηση με έδρα εκτός της ΕΕ. Όλα τα μητρώα πρέπει να λειτουργούν με ενδεδειγμένο και αναλογικό τρόπο, ώστε να καταστεί ευκολότερη η εργασία για τις επιχειρήσεις που πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις και, ιδίως, για τις ΜΜΕ, οι οποίες θα πρέπει να διαθέτουν υπηρεσίες υποστήριξης.

 

 

4.2.

Η υποχρέωση γνωστοποίησης των πραγματικών ιδιοκτητών όλων των εταιρειών και καταπιστευμάτων πρέπει να επεκταθεί στη γνωστοποίηση των ιδιοκτητών μετοχών στον κομιστή. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο θέσπισης μιας διαδικασίας που θα επιτρέψει αυτό και, εφόσον δεν καθίσταται δυνατόν, να προβαίνει στην απαγόρευσή της λειτουργίας της στην ΕΕ.

 

 

4.3.

Πρέπει να καλυφθούν τα κενά που υφίστανται ακόμη στο κείμενο της οδηγίας διοικητικής συνεργασίας, προκειμένου να επεκταθεί η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στα έργα τέχνης και στα άλλα στοιχεία υψηλής αξίας που βρίσκονται σε ελεύθερους λιμένες, τελωνειακές αποθήκες και ειδικές οικονομικές ζώνες.

 

 

4.4.

Τα κράτη μέλη πρέπει να υποχρεωθούν να καταργήσουν σταδιακά τα καθεστώτα ιθαγένειας ή διαμονής λόγω επενδύσεων που διευκολύνουν τα φορολογικά εγκλήματα. Αυτή είναι η θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της ECO/618 (38). Εφόσον εξακολουθούν να υφίστανται, θα πρέπει να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα ελέγχου για να εξασφαλίζεται ότι οι επενδυτές εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.

 

 

4.5.

Πρέπει να θεσπιστούν μέτρα που θα συμφωνηθούν στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ και του Ολοκληρωμένου πλαισίου τεχνικής βοήθειας όσον αφορά την κατανομή των φορολογικών εσόδων σε περιοχές δικαιοδοσίας της αγοράς όπως η Ινδία και η Κίνα. Η οδηγία κατά της φοροαποφυγής πρέπει να μεταρρυθμιστεί ώστε να περιλαμβάνει κανόνες για τη φορολογική μεταχείριση όσον αφορά τις περιοχές δικαιοδοσίας με χαμηλή φορολογία, ιδίως όσον αφορά τον επαναπατρισμό μερισμάτων ή υπερτιμημάτων από θυγατρικές στο εξωτερικό, εφόσον αυτές δεν έχουν φορολογηθεί σε ένα ελάχιστο επίπεδο στο εξωτερικό.

 

 

4.6.

Σύμφωνα με το αίτημα του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Μαρτίου 2019 (39), η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν την έννοια της πραγματικής ελάχιστης φορολόγησης των κερδών των εταιρειών και την πιθανή εφαρμογή της.

 

 

4.7.

Πρέπει να αυξηθεί η συνεργασία μεταξύ εποπτικών φορέων και φορολογικών αρχών των κρατών μελών, ιδίως στον τομέα των φορολογικών εγκλημάτων και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και να προωθηθεί η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπόλ και των εθνικών αστυνομικών δυνάμεων.

 

 

4.8.

Πρέπει να δοθεί χρηματοδοτική και τεχνική στήριξη στις εθνικές ΜΧΠ, ώστε να είναι σε θέση να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους.

 

 

4.9.

Το τεράστιο ύψος των κεφαλαίων που διοχετεύονται μέσω εικονικών-εταιρειών με έδρα την ΕΕ απαιτεί αποφασιστική αντίδραση από πλευράς των πολιτικών αρμοδίων. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη σχετικά με τον ρόλο των «εικονικών-εταιρειών» στη φορολογική απάτη, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (μετά την εφαρμογή των οδηγιών κατά της φοροαποφυγής 1 και 2) και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και, με βάση τα συμπεράσματά της, να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή των εν λόγω αδικημάτων και αθέμιτων μεθοδεύσεων μέσω εταιρειών αυτού του τύπου. Οι οδηγίες για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής, η οδηγία για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων και η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα πρέπει, κατά περίπτωση, να τροποποιηθούν.

 

 

4.10.

Η ΕΟΚΕ προτείνει, στις προσεχείς συμφωνίες της ΕΕ, είτε εμπορικές είτε επενδυτικές είτε οικονομικής εταιρικής σχέσης, ή στην αναθεώρηση των υφιστάμενων συμφωνιών, να συμπεριληφθεί, σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες του ΠΟΕ, ένα κεφάλαιο με θέμα τη φορολογία, το οποίο θα περιλαμβάνει τα αποτελέσματα του προγράμματος κατά της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών του ΟΟΣΑ, με ρήτρες για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και για τη συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2020.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Luca JAHIER

(1)  Αντιστοίχως AMLD και ATAD στα αγγλικά.

(2)  ΕΕ C 353 της 18.10.2019, σ. 90.

(3)  C(2020) 2800 final.

(4)  The FATF's High-Risk Jurisdictions Κατάλογος δικαιοδοσιών υψηλού κινδύνου που περιλαμβάνει μόνο δύο κράτη (Βόρεια Κορέα και Ιράν). The FATF's Jurisdictions under Increased Monitoring Κατάλογος δικαιοδοσιών ενισχυμένης παρακολούθησης που περιλαμβάνει 18 κράτη. Και οι δύο κατάλογοι επικαιροποιήθηκαν στις 21 Φεβρουαρίου 2020.

(5)  Ο κατάλογος του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/855 της Επιτροπής της 7ης Μαΐου 2020 (ΕΕ L 195 της 19.6.2020, σ. 1) περιλαμβάνει είκοσι περιοχές υψηλού κινδύνου όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ο αναθεωρημένος ενωσιακός κατάλογος μη συνεργάσιμων περιοχών δικαιοδοσίας όσον αφορά τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή περιλαμβάνει δώδεκα, στις οποίες προστίθενται άλλες είκοσι που υπόκεινται σε εποπτεία.

(6)  Lipton, D.: Shining a Light, σ. 4 και Shaxson, N.: Tackling Tax Havens, σ. 7, με αναφορά στον Zucman G. (2017). ΔΝΤ, F&D, Σεπτέμβριος 2019.

(7)  Bhatt, G.: Editor’s Letter. ΔΝΤ. Ό.π., σ. 2.

(8)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26.3.2019, σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή, σημείο 24.

(9)  ΕΚ, Όπ. πρ., σημεία 142 και 143.

(10)  Shaxson, N. Tackling Tax Havens. ΔΝΤ, ό.π., σ. 7.

(11)  ΕΚ, Ό.π., σημείο 19

(12)  ΕΚ, Ό.π., σημείο 328.

(13)  Damgaardm, J., Elkjaer, T. Johannesen, N. The Rise of Phantom Investments, σ. 11-13. ΔΝΤ, F&D, Σεπτέμβριος 2019.

(14)  UN: UNODC Money-Laundering and Globalization.

(15)  ΕΚ, Όπ. πρ., σημεία 236 και 237.

(16)  ΕΚ, Ό.π., σημείο 235 Financial Times, 23/3/2020.

(17)  COM(2019) 360 final, 370 final, 371 final και 372 final της 24.7.2019. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το έγγραφο COM (2019) 373 final — Έκθεση για την αξιολόγηση των πρόσφατων υποθέσεων εικαζόμενης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με την εμπλοκή πιστωτικών ιδρυμάτων της ΕΕ.

(18)  11 Ιουνίου 2020: https://www.eca.europa.eu/en/Pages/DocItem.aspx?did=53979

(19)  2 Ιουλίου 2020: https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/en/IP_20_1228

(20)  C(2020) 2800.

(21)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/855 της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2020.

(22)  Η οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου (οδηγία κατά της φοροαποφυγής) (ΕΕ L 193 της 19.7.2016, σ. 1) τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020 στα κράτη μέλη που δεν είχαν τη δική τους νομοθεσία (το 2024 στα άλλα κράτη). Η οδηγία (ΕΕ) 2017/952 του Συμβουλίου (ATAD 2) (ΕΕ L 144 της 7.6.2017, σ. 1) θα τεθεί σε ισχύ την 1 Ιανουαρίου 2022.

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/1852 του Συμβουλίου (ΕΕ L 265 της 14.10.2017, σ. 1).

(24)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1672 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 12.11.2018, σ. 6).

(25)  Automatic exchange of information / AEOI.

(26)  Οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/822 του Συμβουλίου (ΕΕ L 139 της 5.6.2018, σ. 1).

(28)  Country by country reporting / CBCR.

(29)  ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 122.

(30)  ΕΚ, Όπ. πρ., σημείο 328.

(31)  Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα το «Πρόγραμμα Fiscalis 2021-2027», ECO/470 (ΕΕ C 62 της 15.2.2019, σ. 118).

(32)  Cobham A. και Garcia-Bernardo J. Time for the EU to close its own tax havens, Tax Justice Network (Καιρός για την ΕΕ να κλείσει τους δικούς της φορολογικούς παραδείσους Δίκτυο Φορολογικής Ισότητας): 4 Απριλίου 2020.

(33)  Όπου βρίσκονται οι υπάλληλοί τους, οι πωλήσεις, τα δηλωθέντα κέρδη και οι καταβληθέντες φόροι.

(34)  Country by country reporting /CBCR.

(35)  ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19.

(36)  COM(2018) 147 final, Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη φορολόγηση των εταιρειών με σημαντική ψηφιακή παρουσία και COM(2018) 148 final, Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου ψηφιακών υπηρεσιών επί εσόδων που προκύπτουν από την παροχή ορισμένων ψηφιακών υπηρεσιών.

(37)  COM(2019) 8 final, Προς μια πιο αποτελεσματική και πιο δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων στη φορολογική πολιτική της ΕΕ.

(38)  Γνωμοδότηση SOC/618 με θέμα «Προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε επενδυτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση» SOC/618 (ΕΕ C 47 της 11.2.2020, σ. 81).

(39)  ΕΚ, Όπ. πρ., σημεία 78 έως 85.