ΣτΕ 2445 - 2012 - Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή

ΣτΕ 2445 - 2012 - Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή

ΘΕΜΑ: Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή των δηλώσεων από λογιστή σε όσους περαιώνουν τις υποθέσεις τους με βάση τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004, ανεξαρτήτως του ύψους των ακαθάριστων εσόδων τους

Με την διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 προσδιορίζονται οι κατηγορίες των επιτηδευματιών που βαρύνονται με την  υποχρέωση υπογραφής  των δηλώσεων τους  από λογιστή βάσει των ακαθαρίστων εσόδων τους. Με την δε διάταξη της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου παρέχεται  εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να αυξομειώνει, με αποφάσεις του, τα ποσά των  ακαθαρίστων εσόδων των υποχρέων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, να καθορίζει τις κατηγορίες των υποχρέων, καθώς και ορισμένες λεπτομέρειες, όπως τον χρόνο  έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, την ακριβή εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλομένων εντύπων και  καταστάσεων, τον τρόπο υποβολής αυτών, τα απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή  φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. 

Κατά την έννοια της ανωτέρω  εξουσιοδοτικής διατάξεως, ερμηνευομένης σε συνδυασμό με την διάταξη της παραγράφου 2 του  ιδίου άρθρου, στην οποία προσδιορίζονται οι κατηγορίες των επιτηδευματιών που βαρύνονται με  την ανωτέρω υποχρέωση, η εκδιδομένη βάσει αυτής υπουργική απόφαση μπορεί να προβεί σε  περαιτέρω κατηγοριοποίηση των επιτηδευματιών εντός του πλαισίου που έχει καθορίσει ο νομοθέτης (βλ. παράγραφο 1 της υπ’ αριθμ. 1003510/102/38/0014/15.03.2001 ( (ΠΟΛ.1070/15.3.2001 ) υπουργικής  αποφάσεως και την εκεί κατηγοριοποίηση) καθώς και να διευρύνει ή να μειώσει τον κύκλο των  υποχρέων, μόνον, όμως, μέσω της αυξομειώσεως των ποσών των ακαθαρίστων εσόδων που ορίζονται στην παράγραφο 2 και όχι με την θέσπιση νέων κατηγοριών υποχρέων βάσει διαφορετικών κριτηρίων. Ως εκ τούτου, η προσβαλλομένη απόφαση (ΠΟΛ.1008/19.1.2011), κατά την δεύτερη  παράγραφο αυτής, με την οποία υπήχθησαν στην υποχρέωση (συν)υπογραφής των δηλώσεών  τους από λογιστή φοροτεχνικό όλοι οι επιτηδευματίες, ανεξαρτήτως ακαθαρίστων εσόδων, οι οποίοι επιλέγουν να κάνουν χρήση των διατάξεων των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004 (αυτοέλεγχος), κείται εκτός της παρασχεθείσης με την ανωτέρω διάταξη εξουσιοδοτήσεως και  πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση.

Αριθμός 2445/2012 

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ  ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Ιουνίου 2012 με την εξής σύνθεση: Φ.  Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Ν. Μαρκουλάκης, Α.- Γ. Βώρος, Ε. Νίκα,  Γ. Τσιμέκας, Σύμβουλοι, Σ. Βιτάλη, Ι. Σύμπλης, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ι. Μητροτάσιος,  Γραμματέας του Β΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 11 Απριλίου 2011 αίτηση:

του..........του ................, κατοίκου....................................., ο οποίος  παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος............................................,

κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Βάϊα Παπακωνσταντίνου, Πάρεδρο  του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

και κατά του παρεμβαίνοντος Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία  «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (Ο.Ε.Ε.)», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός  Μητροπόλεως αρ. 12-14), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο Ελευθερία Πατρικίου (Α.Μ. 20523),  που την διόρισε με απόφασή του η Κεντρική Διοίκηση.

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1008/19.1.2011 απόφαση  του Υφυπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 136/9.2.2011).

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Ε. Νίκα.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αιτούντα ως δικηγόρο, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους  προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, την πληρεξούσια του  παρεμβαίνοντος Επιμελητηρίου και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την  απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ  α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ.  1143948 και 2896062/2011 ειδικά έντυπα παραβόλου).   
 

2. Eπειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1008/19.1.2011 αποφάσεως του Υφυπουργού Οικονομικών, με τίτλο «Καθορισμός ορίων ακαθαρίστων εσόδων επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών που τηρούν βιβλία Β΄ Κατηγορίας του Κ.Β.Σ., πάνω  από τα οποία υφίσταται υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό με βάση  τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 2873/2000» (ΦΕΚ Β΄136/9.2.2011).

3. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει με έννομο συμφέρον το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την  επωνυμία «Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας» (ΟΕΕ), στο οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 3 του  ιδρυτικού του νόμου 1100/1980 (ΦΕΚ Α΄295), όπως αυτό ισχύει, εγγράφονται υποχρεωτικώς τα  ασκούντα το επάγγελμα του φοροτεχνικού λογιστή φυσικά πρόσωπα που είναι κάτοχοι πτυχίου  οικονομικών ή λογιστικής ΑΕΙ ή ΤΕΙ και στους σκοπούς του οποίου περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο  2 του αυτού νόμου, η μέριμνα για τα επαγγελματικά συμφέροντα των μελών του και η  κατοχύρωση της επαγγελματικής αυτών εξελίξεως (περ. ζ).

4. Επειδή, το άρθρο 38 του ν. 2873/2000 (ΦΕΚ Α΄ 285), κατ’ επίκληση του οποίου εκδόθηκε η  προσβαλλομένη απόφαση, ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. … 2. Οι επιτηδευματίες, καθώς και οι  κοινοπραξίες ή κοινωνίες επιτηδευματιών, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου  2 του Π.Δ. 186/1992, οι οποίοι: α) τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή β) τηρούν βιβλία  δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο έχουν  πραγματοποιήσει ακαθάριστα έσοδα: αα) πάνω από εκατό εκατομμύρια (100.000.000) δραχμές,  αν πρόκειται για εμπορική ή μικτή επιχείρηση, ββ) πάνω από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000)  δραχμές, αν πρόκειται για επιτηδευματία που ασκεί εμπορική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή  ελευθέριο επάγγελμα, υποβάλλουν τις κάθε είδους δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου  προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), αρχικές, συμπληρωματικές, τροποποιητικές, περιοδικές και  εκκαθαριστικές, αφού προηγουμένως έχουν υπογραφεί και από λογιστή φοροτεχνικό, κάτοχο της  σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. 3. ... 4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών  ορίζονται ο χρόνος έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, οι  κατηγορίες των υπόχρεων, η ακριβής εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α.  και των συνυποβαλλόμενων εντύπων και καταστάσεων, ο τρόπος υποβολής αυτών, τα  απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία  λεπτομέρεια. Με τις ίδιες αποφάσεις, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2, δύνανται  να αυξομειώνονται τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων που αναφέρονται σε αυτήν. 5. Σε  περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού και των υπουργικών αποφάσεων που θα  εκδοθούν κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος προβλέπονται οι ακόλουθες κυρώσεις: α) Για τους  υπόχρεους επιτηδευματίες αυτοτελές πρόστιμο, κατά τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του  άρθρου 4 του ν. 2523/1997. Αν ο υπόχρεος κατά του οποίου έχει εκδοθεί πράξη επιβολής  προστίμου, μετά την κοινοποίηση αυτής, υποπέσει πάλι σε όμοια παράβαση, κατά την ίδια χρήση,  το προβλεπόμενο πρόστιμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου. β) Για τους  υπεύθυνους σύνταξης των δηλώσεων επιβάλλεται πρόστιμο των διατάξεων του πρώτου εδαφίου  του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου, αν οι δηλώσεις είναι  ανακριβείς σε σχέση με τα προκύπτοντα από τα βιβλία και στοιχεία δεδομένα και ο υπόχρεος  επιτηδευματίας, συνεπεία αυτής της ανακρίβειας, δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε  επιστροφή ποσού πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) του προκύπτοντος φόρου, ο οποίος υπερβαίνει  σε κάθε περίπτωση το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών. Το πρόστιμο αυτό είναι  αυτοτελές ανά δήλωση. 6. … 7. …».

5. Eπειδή, βάσει της εξουσιοδοτικής διατάξεως της παρ. 4 του ως άνω άρθρου εκδόθηκε η υπ’  αριθμ. 1003510/102/38/0014/15.3.2001 (ΠΟΛ.1070/15.3.2001 ) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με τίτλο «Εφαρμογή διατάξεων του άρθρου 38 του Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄) σχετικά με την υποχρέωση  υπογραφής δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α. από λογιστή φοροτεχνικό» (ΦΕΚ Β΄  370), στην οποία ορίστηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
 

«1. Τα πρόσωπα των παραγράφων 1  και 2 του άρθρου 2 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992) που τηρούν: α) Βιβλία Γ΄ κατηγορίας υποχρεωτικά  ή προαιρετικά. β) Βιβλία Β΄ κατηγορίας και κατά την προηγούμενη ετήσια διαχειριστική περίοδο  πραγματοποίησαν ακαθάριστα έσοδα: Ι. άνω των 100.000.000 δραχμών, από την πώληση  αγαθών ή και την παροχή υπηρεσιών. ΙΙ. άνω των 50.000.000 δραχμών από την παροχή  υπηρεσιών, ΙΙΙ. μέχρι του ποσού των 100.000.000 δραχμών, από την πώληση αγαθών και την  παροχή υπηρεσιών, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα από την παροχή υπηρεσίας υπερβαίνουν τα  50.000.000 δραχμές, έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και  Φ.Π.Α., όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 2 της παρούσας, υπογραμμένες από λογιστή  φοροτεχνικό, κάτοχο σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. Για τον υπολογισμό των  ακαθαρίστων εσόδων που ορίζονται στην παράγραφο αυτή, λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις της  παραγράφου 7, του άρθρου 4, του Κ.Β.Σ.
2. …». Κατ’ επίκληση της ιδίας ως άνω εξουσιοδοτικής  διατάξεως της παραγράφου 4 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 εκδόθηκε και η προσβαλλομένη  υπουργική απόφαση, με την οποία ορίσθηκαν τα εξής:
«1. Τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων  επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών που τηρούν βιβλία Β΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων  και Στοιχείων και αναφέρονται στην περίπτωση β` της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.  2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄) μειώνονται από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) και εκατόν πενήντα  χιλιάδες (150.000) ευρώ, σε εκατό χιλιάδες (100.000) και πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ,  αντίστοιχα. 2. Στους υπόχρεους της παραγράφου 4 του άρθρου 2 και της παραγράφου 1 του  άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος καθώς και σε όσους περαιώνουν τις υποθέσεις  τους με βάση τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004 (ΦΕΚ 253 Α΄) (αυτοέλεγχος),  υφίσταται υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματός τους από λογιστή  φοροτεχνικό, ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων. 3. Για την εφαρμογή των πιο  πάνω ορίων ακαθαρίστων εσόδων λαμβάνονται υπόψη τα ακαθάριστα έσοδα που  πραγματοποιούνται από τη διαχειριστική περίοδο 2010 και μετά. Η παρούσα απόφαση, η οποία  ισχύει από τη διαχειριστική περίοδο 2010 (οικονομικό έτος 2011), να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα  της Κυβερνήσεως».

6. Επειδή, μέχρι την έκδοση της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως, στην υποχρέωση  υπογραφής δηλώσεως από λογιστή φοροτεχνικό υπήγοντο, βάσει των ως άνω διατάξεων, οι  ελεύθεροι επαγγελματίες με ακαθάριστα έσοδα άνω των 150.000 ευρώ, ενώ ήδη, με την  παράγραφο 2 αυτής, η εν λόγω υποχρέωση επεκτείνεται σε αυτούς ανεξαρτήτως ύψους  ακαθαρίστων εσόδων στην περίπτωση που επιλέξουν να κάνουν χρήση των διατάξεων των  άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004 (αυτοέλεγχος). Ως εκ τούτου, ο αιτών δικηγόρος, o οποίος,  κατά τα ειδικότερον εκτιθέμενα στο υπόμνημά του, εμπίπτει στην ευρεία κατηγορία των  ελευθέρων επαγγελματιών, μετ’ εννόμου συμφέροντος πλήττει την ως άνω διάταξη της  παραγράφου 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

7. Επειδή, όμως, όσον αφορά την κατά την παράγραφο 1 της προσβαλλομένης επέκταση της ως  άνω υποχρεώσεως και σε ελεύθερους επαγγελματίες των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα είναι  μεγαλύτερα των 50.000 ευρώ, ο αιτών ούτε επικαλείται ούτε αποδεικνύει ότι εμπίπτει στην  ειδικότερη ομάδα εκείνων των ελευθέρων επαγγελματιών, οι οποίοι, έχοντας ακαθάριστα έσοδα  ύψους κατωτέρου των 150.000 ευρώ, περί του οποίου η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του  άρθρου 38 του ν. 2873/2000 και η υπ’ αριθμ. 1003510/102/38/0014/15.3.2001 ( (ΠΟΛ.1070/15.3.2001 ))απόφαση του  Υπουργού Οικονομικών, δεν υπήγοντο, αλλά υπάγονται το πρώτον με την προσβαλλομένη  απόφαση στην υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεών τους από λογιστή φοροτεχνικό. Ως εκ  τούτου, κατά το μέρος που η κρινομένη αίτηση στρέφεται κατά της διατάξεως της παραγράφου 1  της προσβαλλομένης αποφάσεως, είναι απορριπτέα ως άνευ εννόμου συμφέροντος ασκουμένη.  Συνεπώς, αποβαίνει περαιτέρω εξεταστέα κατ’ ουσία μόνον καθ ό μέρος πλήττει την παράγραφο 2  της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως.

8. Επειδή, με την διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 προσδιορίζονται οι  κατηγορίες των επιτηδευματιών που βαρύνονται με την ανωτέρω υποχρέωση βάσει των  ακαθαρίστων εσόδων της, με την δε διάταξη της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου παρέχεται  εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να αυξομειώνει, με αποφάσεις του, τα ποσά των  ακαθαρίστων εσόδων των υποχρέων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, να  καθορίζει τις κατηγορίες των υποχρέων, καθώς και ορισμένες λεπτομέρειες, όπως τον χρόνο  έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, την ακριβή εξειδίκευση των  δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλομένων εντύπων και  καταστάσεων, τον τρόπο υποβολής αυτών, τα απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή  φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
 

Κατά την έννοια της ανωτέρω  εξουσιοδοτικής διατάξεως, ερμηνευομένης σε συνδυασμό με την διάταξη της παραγράφου 2 του  ιδίου άρθρου, στην οποία προσδιορίζονται οι κατηγορίες των επιτηδευματιών που βαρύνονται με  την ανωτέρω υποχρέωση, η εκδιδομένη βάσει αυτής υπουργική απόφαση μπορεί να προβεί σε  περαιτέρω κατηγοριοποίηση των επιτηδευματιών εντός του πλαισίου που έχει καθορίσει ο  νομοθέτης (βλ. παράγραφο 1 της υπ’ αριθμ. 1003510/102/38/0014/15.03.2001 ( (ΠΟΛ.1070/15.3.2001 ) υπουργικής  αποφάσεως και την εκεί κατηγοριοποίηση) καθώς και να διευρύνει ή να μειώσει τον κύκλο των  υποχρέων, μόνον, όμως, μέσω της αυξομειώσεως των ποσών των ακαθαρίστων εσόδων που  ορίζονται στην παράγραφο 2 και όχι με την θέσπιση νέων κατηγοριών υποχρέων βάσει  διαφορετικών κριτηρίων. Ως εκ τούτου, η προσβαλλομένη απόφαση, κατά την δεύτερη  παράγραφο αυτής, με την οποία υπήχθησαν στην υποχρέωση (συν)υπογραφής των δηλώσεών  τους από λογιστή φοροτεχνικό όλοι οι επιτηδευματίες, ανεξαρτήτως ακαθαρίστων εσόδων, οι  οποίοι επιλέγουν να κάνουν χρήση των διατάξεων των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004  (αυτοέλεγχος), κείται εκτός της παρασχεθείσης με την ανωτέρω διάταξη εξουσιοδοτήσεως και  πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση.

Μειοψήφησε ο  Σύμβουλος Γ. Τσιμέκας, ο οποίος διετύπωσε την εξής άποψη: Με την ανωτέρω διάταξη της παρ. 4  του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 παρέχεται, μεταξύ άλλων, εξουσιοδότηση να ορίζονται με  αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών «οι κατηγορίες των υποχρέων». Κατά την έννοια της  διατάξεως αυτής δεν παρέχεται μεν δυνατότητα στον Υπουργό Οικονομικών με τις εν λόγω  αποφάσεις του να προσθέτει, εφόσον μάλιστα δεν παρατίθενται σχετικά κριτήρια στο νόμο, νέες  κατηγορίες υποχρέων, πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, του  παρέχεται όμως εξουσιοδότηση να εξειδικεύει περαιτέρω, από άποψη ειδικότερων προϋποθέσεων,  τις κατηγορίες των υποχρέων της εν λόγω παραγράφου 2. Η ρύθμιση της προσβαλλόμενης  αποφάσεως, σύμφωνα με την οποία σε όσους περαιώνουν τις υποθέσεις τους με βάση τις διατάξεις  περί αυτοελέγχου των φορολογικών τους δηλώσεων (άρθρα 13 έως 17 του ν. 3296/2004)  επιβάλλεται υποχρέωση υπογραφής των εν λόγω δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, ανεξάρτητα  από το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων, αναφερόμενη στις κατηγορίες των υποχρέων της παρ. 2  του άρθρου 38, δεν αποτελεί, υπό την ανωτέρω έννοια, προσθήκη νέας κατηγορίας υποχρέων,  αλλά με αυτήν επιχειρείται περαιτέρω εξειδίκευση των αναφερομένων στην ως άνω παρ. 2  υποχρέων. Επομένως, η προσβαλλόμενη ρύθμιση ευρίσκεται, σύμφωνα με την άποψη αυτή, εντός  των πλαισίων της εξουσιοδοτικής διατάξεως της παρ. 4 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 και ο  προβαλλόμενος αντίθετος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

9. Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή κατά το μέρος που στρέφεται κατά  της παραγράφου 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως και να απορριφθεί ως απαράδεκτη κατά το  μέρος που πλήττει την παράγραφο 1 της προσβαλλομένης, με αποτέλεσμα να καθίσταται  αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.

Δ Ι Α  Τ Α Υ Τ Α

Δέχεται εν μέρει την υπό κρίση αίτηση.

Ακυρώνει την διάταξη της παραγράφου 2 της αποφάσεως ΠΟΛ.1008/19.1.2011 του Υφυπουργού  Οικονομικών

Απορρίπτει εν μέρει την παρέμβαση

Απορρίπτει την αίτηση κατά τα λοιπά

Δέχεται κατά το αντίστοιχο μέρος την παρέμβαση

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου 2012 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια  συνεδρίαση της 4ης Ιουλίου 2012.

      

 

Ο Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος                                           Ο Γραμματέας του Β΄ Τμήματος                Φ. Αρναούτογλου                                                                    Ι. Μητροτάσιος