ΣτΕ 215/2015 Αίτηση επιστροφής Φ.Π.Α. - Επιστροφή Φ.Π.Α. από εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος. Δικαιολογητικά

ΣτΕ 215/2015 Αίτηση επιστροφής Φ.Π.Α. - Επιστροφή Φ.Π.Α. από εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος. Δικαιολογητικά

Περίληψη

Σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις του κοινοτικού και του εσωτερικού δικαίου, η αίτηση επιστροφής φ.π.α. που υποβάλλεται από υποκείμενο στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο οικείο Κράτος μέλος, πρέπει κατ’ αρχήν να συνοδεύεται από τα πρωτότυπα παραστατικά (τιμολόγια, έγγραφα που επέχουν θέση τιμολογίου ή τελωνειακά έγγραφα) που καθορίζουν τα ποσά του φ.π.α., των οποίων ζητείται η επιστροφή. Ωστόσο, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, ερμηνευόμενων ενόψει του σκοπού τους, που συνίσταται στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής και στην αποτροπή επαναχρησιμοποίησης παραστατικών για άλλες αιτήσεις επιστροφής φ.π.α., καθώς και της αρχής της αναλογικότητας, δεν αποκλείεται η δυνατότητα του υποκειμένου στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος σε Κράτος μέλος να αποδείξει, σε περίπτωση απώλειας των παραστατικών η οποία δεν μπορεί να καταλογισθεί σ’ αυτόν, το δικαίωμά του για επιστροφή προσκομίζοντας διπλότυπο του παραστατικού, εφόσον η συναλλαγή στην οποία ανάγεται η αίτηση επιστροφής έχει πραγματοποιηθεί και δεν υφίσταται κίνδυνος να υποβληθούν περαιτέρω αιτήσεις επιστροφής

ΣτΕ  215/2015

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2014 με την εξής σύνθεση: Ν. Μαρκουλάκης, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και της αναπληρώτριας Προέδρου, που είχαν κώλυμα, Γ. Τσιμέκας, Ηρ. Τσακόπουλος, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, Μ.- Α. Τσακάλη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κ. Κεχρολόγου.

Για να δικάσει την από 17 Μαρτίου 2006 αίτηση:

της Γερμανικής Εταιρείας "..." (...), που εδρεύει στο Ντύσσελντορφ της Γερμανίας (... ..), η οποία δεν παρέστη, αλλά η δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,

κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Χρήστο Κοραντζάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρεία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 3470/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Κ. Λαζαράκη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (1429221, 2095259/2006 ειδικά γραμμάτια παραβόλου Α’ σειράς).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται, παραδεκτώς, η αναίρεση της 3470/2005 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της αναιρεσείουσας (ήδη ...., βλ. την από 29-5-2007 βεβαίωση συμβολαιογράφου Δρ.....) κατά της 5099/2003 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία είχε απορριφθεί προσφυγή της κατά της 1050021/2152/112/97/0014/3-2-1999 απόφασης της 14ης Διεύθυνσης Φ.Π.Α. του Υπουργείου Οικονομικών, κατά το μέρος που με αυτήν απορρίφθηκε αίτημά της για επιστροφή φόρου προστιθέμενης αξίας έτους 1997, 6.804.251 δραχμών.

3. Επειδή, η όγδοη οδηγία Φ.Π.Α. (οδηγία 79/1072/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1979, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των Kρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθεμένης αξίας στους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας, ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σελ. 111) όριζε, στο άρθρο 2, ότι «Κάθε κράτος μέλος επιστρέφει σε κάθε υποκείμενον στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας αλλά εγκατεστημένος σε ένα άλλο κράτος μέλος, υπό τους όρους που καθορίζονται κατωτέρω, το φόρο προστιθεμένης αξίας που επεβάρυνε υπηρεσίες οι οποίες του παρεσχέθησαν ή κινητά που του παρεδόθησαν στο εξωτερικό της χώρας από άλλους υποκειμένους στο φόρο, ή που επεβάρυνε την εισαγωγή αγαθών στη χώρα, εφόσον τα αγαθά αυτά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες [των πράξεων που προβλέπονται στο άρθρο 17, παράγραφος 3, στοιχεία α΄και β΄, της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ ή των παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται] στο άρθρο 1, στοιχείο β΄», στο άρθρο 3 ότι «Για να τύχει επιστροφής κάθε υποκείμενος στο φόρο, που αναφέρεται στο άρθρο 2, ο οποίος δεν επραγματοποίησε καμία παράδοση κινητών αγαθών ή παροχή υπηρεσιών θεωρούμενη ως διεξαγόμενη στο εσωτερικό της χώρας, οφείλει: α) να καταθέσει ενώπιον της αρμοδίας υπηρεσίας της αναφερομένης στο άρθρο 9 πρώτη παράγραφος μία αίτηση σύμφωνα με το υπόδειγμα που εμφαίνεται στο παράρτημα Α, στο οποίο θα επισυναφθούν τα πρωτότυπα των τιμολογίων ή των εγγράφων εισαγωγής. Τα Kράτη μέλη θέτουν στη διάθεση των ενδιαφερομένων ένα επεξηγηματικό δελτίο που πρέπει να περιέχει οπωσδήποτε τα στοιχειώδη πληροφοριακά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο παράρτημα Γ …», στο Παράρτημα Γ, στοιχείο Η, ότι «Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από το πρωτότυπο των τιμολογίων ή των εγγράφων εισαγωγής που καθορίζουν το ποσό του φόρου προστιθεμένης αξίας με το οποίο επιβαρύνεται ο αιτών» και, στο άρθρο 7, ότι

«1. … 3. Η αρμόδια υπηρεσία η προβλεπόμενη στο άρθρο 9, πρώτη παράγραφος, θεωρεί κάθε τιμολόγιο ή έγγραφο εισαγωγής έτσι ώστε να μη δύνανται αυτά να επαναχρησιμοποιηθούν για μία άλλη αίτηση, και τα αποδίδει σε προθεσμία ενός μηνός.
4. Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων επιστροφής πρέπει να κοινοποιούνται, εντός προθεσμίας έξι μηνών μετά την ημερομηνία υποβολής, στην προβλεπόμενη στην παράγραφο 3 αρμόδια υπηρεσία, των αιτήσεων αυτών συνοδευομένων από όλα τα έγγραφα τα απαιτούμενα από την παρούσα οδηγία προκειμένου να εξετασθεί η αίτηση …». Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 1642/1986 «Για την εφαρμογή του φόρου προστιθεμένης αξίας και άλλες διατάξεις» (Α΄125), όπως αυτός ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, με την επιφύλαξη των σχετικών με την παραγραφή διατάξεων ο φόρος επιστρέφεται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο αυτή, περαιτέρω δε, σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 7 του αυτού άρθρου,
«2. Επίσης, επιστρέφεται στον υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος είναι εγκαταστημένος σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ο φόρος που επιβάρυνε τα κινητά αγαθά και τις υπηρεσίες που του προσφέρθηκαν από άλλους υποκείμενους στο φόρο ή την εισαγωγή αγαθών στο εσωτερικό της χώρας, κατά το μέρος που τα αγαθά αυτά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιήθηκαν:
α) για φορολογητέες πράξεις, ο τόπος φορολογίας των οποίων βρίσκεται στο εξωτερικό και για τις οποίες θα είχε δικαίωμα έκπτωσης του φόρου, αν αυτές ενεργούνταν στο εσωτερικό της χώρας, β) για τις ακόλουθες απαλλασσόμενες από το φόρο υπηρεσίες μεταφοράς και τις στενά συνδεόμενες με αυτές βοηθητικές εργασίες που ενεργούνται στην Ελλάδα: αα) … γ) για τις φορολογητέες πράξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12. …
3. Η επιστροφή του φόρου της προηγούμενης παραγράφου ενεργείται, εφόσον ο υποκείμενος στο φόρο δεν έχει στην Ελλάδα την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας ή τη μόνιμη εγκατάσταση από την οποία να ασκείται η δραστηριότητα αυτή ή ελλείψει αυτών, την κατοικία ή διαμονή του και δεν πραγματοποίησε στο εσωτερικό της χώρας, κατά τη διάρκεια της περιόδου που ορίζεται στην επόμενη παράγραφο, άλλες πράξεις εκτός από των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου. …
7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την άσκηση του δικαιώματος επιστροφής του φόρου, που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού». Σύμφωνα, τέλος, με την Π. 4472/3230/1987 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Β΄430), η οποία εκδόθηκε κατ’ επίκληση της τελευταίας αυτής διάταξης, κυρώθηκε με το άρθρο 11 παρ. 4 του ν. 1839/1989 (Α΄90) και ίσχυε κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο, «1. Επιστρέφεται στον υποκείμενο στο φόρο που είναι εγκατεστημένος σε άλλο Κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ο φόρος προστιθέμενης αξίας τον οποίο κατέβαλε στην Ελλάδα για κινητά ενσώματα αγαθά που αγόρασε ή για υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν στη χώρα μας ή για εισαγωγές αγαθών που πραγματοποίησε σ’ αυτή, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 27 του ν. 1642/1986. 2. …
5. Για την επιστροφή του φόρου ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση ….
8. Η αίτηση συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά: α) … β) Τα πρωτότυπα των τιμολογίων ή άλλων στοιχείων που επέχουν θέση τιμολογίου ή των τελωνειακών παραστατικών, τα οποία αφορούν τις πράξεις για τις οποίες καταβλήθηκε ο προς επιστροφή φόρος. Τα τιμολόγια και τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου, πρέπει απαραίτητα να αναγράφουν: Αύξοντα αριθμό και ημερομηνία έκδοσης, τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις των συμβαλλομένων, τον αριθμό του φορολογικού μητρώου του εκδότη, τη φορολογητέα πράξη και την αξία αυτής, το συντελεστή και το ποσό του φόρου προστιθέμενης αξίας, τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος εφόσον πρόκειται για παράδοση καυσίμων. Τα ανωτέρω δικαιολογητικά επιστρέφονται στον αιτούντα εντός ενός μηνός από της παραλαβής αυτών από την υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 6 της παρούσας, θεωρημένα από την υπηρεσία αυτή ώστε να αποκλείεται η εκ νέου χρησιμοποίησή τους για αίτηση επιστροφής.
4. γ) …».Σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις του κοινοτικού και του εσωτερικού δικαίου, η αίτηση επιστροφής φ.π.α. που υποβάλλεται από υποκείμενο στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο οικείο Κράτος μέλος, πρέπει κατ’ αρχήν να συνοδεύεται από τα πρωτότυπα παραστατικά (τιμολόγια, έγγραφα που επέχουν θέση τιμολογίου ή τελωνειακά έγγραφα) που καθορίζουν τα ποσά του φ.π.α., των οποίων ζητείται η επιστροφή. Ωστόσο, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, ερμηνευόμενων ενόψει του σκοπού τους, που συνίσταται στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής και στην αποτροπή επαναχρησιμοποίησης παραστατικών για άλλες αιτήσεις επιστροφής φ.π.α., καθώς και της αρχής της αναλογικότητας, δεν αποκλείεται η δυνατότητα του υποκειμένου στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος σε Κράτος μέλος να αποδείξει, σε περίπτωση απώλειας των παραστατικών η οποία δεν μπορεί να καταλογισθεί σ’ αυτόν, το δικαίωμά του για επιστροφή προσκομίζοντας διπλότυπο του παραστατικού, εφόσον η συναλλαγή στην οποία ανάγεται η αίτηση επιστροφής έχει πραγματοποιηθεί και δεν υφίσταται κίνδυνος να υποβληθούν περαιτέρω αιτήσεις επιστροφής (βλ. απόφαση ΔΕΚ της 11.6.1998, C- 361/96, Socit gnrale des grandes sources d`eaux minrales franaises, σκ. 27, 32, πρβλ. ΣΕ 1743/2013).

4. Επειδή, εν προκειμένω, με την αναρεσιβαλλόμενη απόφαση έγινε δεκτό ότι η αναιρεσείουσα αλλοδαπή εταιρεία, με την επωνυμία ..., εγκατεστημένη στη Γερμανία, υπέβαλε προς την αρμόδια 14η Διεύθυνση Φ.Π.Α. του Υπουργείου Οικονομικών την από 8/5/1997 αίτηση, προκειμένου να της επιστραφεί φ.π.α. συνολικού ποσού 12.863.797 δραχμών και μετά από ορθή άθροιση των επί μέρους κονδυλίων 11.296.537 δραχμών, τον οποίο κατέβαλε στην Ελλάδα κατά το έτος 1997, για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών και ειδικότερα κλήσεων περιαγωγής, που της παρασχέθηκαν από την ελληνική εταιρεία με την επωνυμία .... Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Τηλεπικοινωνιών, κατ` επίκληση των διατάξεων του άρθρου 27 του ν. 1642/86 και της Π 4472/3230/1987 Α.Υ.Ο. Με την αίτηση αυτή συνυπέβαλε και τα εξής δικαιολογητικά: α) Το από 20.11.1996 πιστοποιητικό της φορολογικής αρχής .., από το οποίο προέκυπτε ότι η ανωτέρω επιχείρηση βρισκόταν εγκατεστημένη στη Γερμανία και ότι υπάγεται στον Φ.Π.Α. στην χώρα αυτή, και β) πέντε (5) παραστατικά στοιχεία που αφορούσαν τις υπηρεσίες που της παρασχέθηκαν στην Ελλάδα. Ειδικότερα, υπέβαλε τα 1078/11.2.97 και 1135/6.3.97 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών της ...., για υπηρεσίες περιαγωγής, ποσού 23.625.590 και 10.038.557 δραχμών, αντιστοίχως, περιλαμβανομένου Φ.Π.Α. ποσού 4.252.605 και 1.806.941 δραχμών, αντιστοίχως. Επίσης, υπέβαλε τα 1531/31.1.97, 1599/28.2.97 και 1668/31.3.97 «τιμολόγια για κλήσεις περιαγωγής» της εταιρείας «..» Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Τηλεπικοινωνιών, συντεταγμένα στην Αγγλική γλώσσα, ποσού 11.007.596, 10.887.753 και 15.906.043 δραχμών αντιστοίχως, περιλαμβανομένου Φ.Π.Α. ποσού 1.981.367, 1.959.796 και 2.863.088 δραχμών, αντιστοίχως. Η ανωτέρω φορολογική αρχή, προκειμένου να ελέγξει τη νομιμότητα των υποβληθέντων αυτών παραστατικών, με την από 22/10/1998 επιστολή της, αντίγραφο της οποίας προσκομίσθηκε ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας, ενημέρωσε την αναιρεσείουσα ότι τα 1531/31.1.97, 1599/28.2.97 και 1668/31.3.97 τιμολόγια εκδόσεως της εταιρείας .............. δεν αποτελούσαν νόμιμα παραστατικά στοιχεία και ζήτησε την αποστολή των πρωτοτύπων αυτών τιμολογίων. Η αναιρεσείουσα, με την από 4-12- 1998 απαντητική επιστολή της, γνωστοποίησε στην ανωτέρω αρχή ότι δεν κατέχει τα πρωτότυπα των τιμολογίων αυτών στην Ελληνική γλώσσα γιατί ουδέποτε τα έλαβε από την ............ και ότι τα κατατεθέντα είναι πρωτότυπα τιμολόγια συνταχθέντα στην Αγγλική γλώσσα. Κατόπιν τούτων, η ανωτέρω αρχή αναζήτησε τα πρωτότυπα των επίμαχων αυτών τιμολογίων από την εκδότρια εταιρεία ................., η οποία δήλωσε ότι δεν τα κατέχει (κατά τα διαλαμβανόμενα στη νομίμως κατατεθείσα ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατ` άρθρο 129 του Κ.Δ.Δ., έκθεση των απόψεων της φορολογικής αρχής). Κατόπιν αυτών, η αρχή, με την ένδικη απόφασή της, απέρριψε την υποβληθείσα αίτηση κατά το μέρος που με αυτήν εζητείτο η επιστροφή φ.π.α. ποσού 6.804.251 δραχμών και που αφορούσε παρασχεθείσες στην αναιρεσείουσα υπηρεσίες περιαγωγής από την Ελληνική εταιρεία ..................., έτους 1997, με την αιτιολογία ότι τα υποβληθέντα 1531/31.1.97, 1599/28.2.97 και 1668/31.3.97 χρεωστικά σημειώματα δεν αποτελούσαν τιμολόγια ή άλλα στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου, όπως απαιτείται από τις προμνημονευόμενες διατάξεις. Προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της απόφασης αυτής απορρίφθηκε πρωτοδίκως. Με την έφεση καθώς και με δικόγραφο πρόσθετων λόγων η ήδη αναιρεσείουσα προέβαλε ότι είχε υποβάλει στη φορολογική αρχή, αφού της ζητήθηκε, νόμιμα επικυρωμένα αντίγραφα των ελληνικών πρωτοτύπων τιμολογίων της ............., ότι ήταν ευθύνη της τελευταίας η απώλεια των πρωτοτύπων τιμολογίων, ότι αυτά που κατέθεσε χρησιμοποιούνταν από την ίδια για την διεκπεραίωση των συμβατικών της υποχρεώσεων και ότι ποτέ δεν της είχαν ζητηθεί τα ελληνικά πρωτότυπα τιμολόγια, πολλώ μάλλον που η ίδια υπελάμβανε τα αγγλικά τιμολόγια ως πρωτότυπα. Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι ο λόγος αυτός, πέραν του ότι έπρεπε να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος, καθόσον δεν προέκυπτε ότι η αναιρεσείουσα είχε επισυνάψει επικυρωμένα αντίγραφα πρωτοτύπων νόμιμων τιμολογίων, δεδομένου ότι στην από 4/12/1998 απάντησή της προς τη φορολογική αρχή σαφώς αναφερόταν ότι εσωκλείει τα αντίγραφα των τιμολογίων σε αγγλική γλώσσα που είχε λάβει από την .........., τα πρωτότυπα των οποίων είχε συνυποβάλει με την αίτησή της για επιστροφή ΦΠΑ, προβλήθηκε και αλυσιτελώς, διότι σε περίπτωση απωλείας των πρωτοτύπων τιμολογίων, σύμφωνα με την ερμηνεία των διατάξεων της Π 4472/3230/1987 που έγινε δεκτή από το διοικητικό εφετείο, κατατίθενται τα διπλότυπα αυτών, και όχι τα επικυρωμένα αντίγραφα απωλεσθέντων, όπως δηλώθηκαν, τιμολογίων, ενώ δεν ταυτίζεται η συμβατική συναλλακτική δραστηριότητα μίας επιχείρησης με τις νόμιμες υποχρεώσεις της προκειμένου να τύχει επιστροφής ΦΠΑ από τη φορολογική αρχή. Εξάλλου, με την αναιρεσιβαλλόμενη έγινε περαιτέρω δεκτό ότι το γεγονός ότι η απώλεια των τιμολογίων δεν συνέβη με δική της ευθύνη, όπως η αναιρεσείουσα επικαλέσθηκε, δεν γεννά αντίστοιχο δικαίωμά της για επιστροφή φόρου από την αρμόδια αρχή, αλλά ενδεχόμενη αξίωσή της κατά της εκδότριας των απωλεσθέντων τιμολογίων εταιρείας. Περαιτέρω, με την αναιρεσιβαλλόμενη απορρίφθηκε ως αβάσιμος λόγος της έφεσης ότι τα επίμαχα παραστατικά στοιχεία εκδόσεως ............... σε αγγλική γλώσσα, έπρεπε να θεωρηθούν ως άλλα έγγραφα επέχοντα θέση τιμολογίου, συντεταγμένα στην Αγγλική γλώσσα, φέροντα δε όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία, δηλαδή αύξοντα αριθμό και ημερομηνία εκδόσεως, τα ονοματεπώνυμα των συμβαλλομένων, τον Α.Φ.Μ. του εκδότη, την φορολογητέα πράξη και την αξία της, το συντελεστή Φ.Π.Α. και το ποσό αυτού, με την αιτιολογία ότι τα προσαχθέντα επίμαχα «τιμολόγια», τα οποία ήταν συντεταγμένα στην Αγγλική γλώσσα, δεν είχαν θεωρηθεί από την αρμόδια φορολογική αρχή και συνεπώς δεν έφεραν τα στοιχεία νομιμότητας που απαιτούν οι διατάξεις των άρθρων 12 και 19 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Π.Δ. 186/1992, Α’ 84), μη δυνάμενα ομοίως να θεωρηθούν ως διπλότυπα των πρωτοτύπων εκ του λόγου αυτού, άρα δεν αποτελούσαν στοιχεία επέχοντα θέση τιμολογίου. Κατόπιν αυτών, απορρίφθηκε η έφεση της αναιρεσείουσας.

5. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση πλήσσεται η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης ότι «δεν προκύπτει ότι η [αναιρεσείουσα] είχε επισυνάψει επικυρωμένα αντίγραφα πρωτοτύπων νόμιμων τιμολογίων, δεδομένου ότι στην από 4/12/1998 απάντησή της προς τη φορολογική αρχή σαφώς αναφέρεται ότι εσωκλείει τα αντίγραφα των τιμολογίων σε αγγλική γλώσσα που είχε λάβει από την ........, τα πρωτότυπα των οποίων είχε συνυποβάλει με την αίτησή της για επιστροφή ΦΠΑ» και ότι, ως εκ τούτου, ήταν ουσία αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος της έφεσης. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι η φράση «εσωκλείουμε τα αντίγραφα των τιμολογίων σε αγγλική γλώσσα» δεν αναφέρεται σε κανένα σημείο του κειμένου της από 4/12/1998 απάντησης προς τη φορολογική αρχή και ότι η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης δεν ανταποκρίνεται στα πράγματα αλλ’ αντιθέτως στηρίζεται σε μη προταθέντα πράγματα (στην επίμαχη ανύπαρκτη φράση της επιστολής) και, συνεπώς, δεν αιτιολογείται νομίμως. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον το διοικητικό εφετείο δεν στήριξε την κρίση του στο ότι στην πιο πάνω επιστολή διαλαμβάνεται τέτοια φράση αλλά συνήγαγε, κατά την ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση εκτίμηση του περιεχομένου της επιστολής, ότι είχαν εσωκλεισθεί αντίγραφα των τιμολογίων στην αγγλική γλώσσα. Περαιτέρω, κατά της επάλληλης αιτιολογικής βάσης απόρριψης του αυτού λόγου της έφεσης ως αλυσιτελούς (περί του ότι σε περίπτωση απώλειας των πρωτοτύπων τιμολογίων κατατίθενται τα διπλότυπα αυτών και όχι επικυρωμένα αντίγραφά τους), προβάλλεται λόγος αναιρέσεως περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των διατάξεων της όγδοης οδηγίας, καθώς και των άρθρων 27 παρ. 2-3 του ν. 1642/1986 και της Π 4472/3230/1987 Α.Υ.Ο. αλλά και των διατάξεων του άρθρου 18 παρ. 2-3 του Κ.Β.Σ., από τις οποίες προκύπτει, κατά την αναιρεσείουσα, ότι προς απόδειξη του δικαιώματος επιστροφής του φ.π.α. από τον μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας είναι ανεκτή η προσκόμιση διπλοτύπου ή φωτοτυπίας του απωλεσθέντος πρωτοτύπου, εφόσον στο εθνικό δίκαιο προβλέπεται (γίνεται επίκληση της 1121541/1125/1995 εγκυκλίου του Υπουργείου Οικονομικών) ανάλογη δυνατότητα για τον εγκατεστημένο στη χώρα με επίκληση της έκδοσης αντιγράφου από το στέλεχος, επικυρωμένου από τον εκδότη αυτού. Λαμβανομένου, όμως, υπόψη ότι απορρίφθηκε ανωτέρω ο λόγος αναιρέσεως κατά της αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλόμενης περί του ότι δεν προέκυπτε η επισύναψη επικυρωμένων αντιγράφων των πρωτοτύπων νόμιμων τιμολογίων στην από 4/12/1998 απάντηση της αναιρεσείουσας, η οποία αρκεί για να στηρίξει την κρίση του διοικητικού εφετείου για την απόρριψη του πιο πάνω λόγου της έφεσης, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση του στρεφόμενου κατά της ανωτέρω επάλληλης αιτιολογικής βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης λόγου αναιρέσεως.

6. Επειδή, περαιτέρω, πλήσσεται η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης ότι τα προσκομισθέντα παραστατικά της .......... στην αγγλική γλώσσα δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως έγγραφα επέχοντα θέση τιμολογίου συντεταγμένα στην αγγλική γλώσσα για τον λόγο ότι δεν είχαν θεωρηθεί από τη φορολογική αρχή και δεν έφεραν τα στοιχεία νομιμότητας που προβλέπουν οι διατάξεις του Κ.Β.Σ. (άρθρα 12 και 19) ενώ δεν μπορούσαν ομοίως για τον ίδιο λόγο να θεωρηθούν ούτε ως διπλότυπα των πρωτοτύπων. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι ο όρος «πρωτότυπα τιμολόγια» του άρθρου 8β της Υ.Α. Π 4472/3230/1987, που προσδιορίζει με συγκεκριμένο τρόπο και το περιεχόμενο αυτών, έχει διαφορετική έννοια, αντιδιαστελλόμενη από τον όρο «νόμιμα τιμολόγια» του άρθρου 19 του Κ.Β.Σ.. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον κατά την έννοια της περ. β της παρ. 8 της Π 4472/3230/1987 Α.Υ.Ο., η οποία, στα πλαίσια μεταφοράς της όγδοης οδηγίας, απαιτεί κατ’ αρχήν η αίτηση επιστροφής του φ.π.α. να συνοδεύεται από τα πρωτότυπα των τιμολογίων ή άλλων στοιχείων που επέχουν θέση τιμολογίου, προσδιορίζοντας περαιτέρω το περιεχόμενο αυτών, τα εν προκειμένω προσκομισθέντα παραστατικά της ............ που είχαν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα (περίπτωση ρυθμιζόμενη, πάντως, ειδικώς στην παρ. 6 του άρθρου 2 του Κ.Β.Σ.), έπρεπε να πληρούν, από απόψεως τύπου, την κατά το άρθρο 19 του Κ.Β.Σ. προϋπόθεση της θεώρησης για τη χρησιμοποίηση του φορολογικού στοιχείου του τιμολογίου.

7. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένου ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Δια ταύτα

Απορρίπτει την αίτηση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Επιβάλλει στην αναιρεσείουσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 31 Μαρτίου 2014 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 28ης Ιανουαρίου 2015.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος

Η Γραμματέας