ΣτΕ 212 - 2011 - Ο χρόνος συντάξεως του συμβολαίου αγοράς του ακινήτου είναι ένα από τα στοιχεία που προσδιορίζει την απαλλαγή από τον Φ.Μ.Α.

ΣτΕ 212 - 2011 - Ο χρόνος συντάξεως του συμβολαίου αγοράς του ακινήτου είναι ένα από τα στοιχεία που προσδιορίζει την απαλλαγή από τον Φ.Μ.Α.

ΘΕΜΑ: Ο χρόνος συντάξεως του συμβολαίου αγοράς του ακινήτου είναι ένα από τα στοιχεία που προσδιορίζει την απαλλαγή από τον Φ.Μ.Α. Σε περίπτωση αίτησης διαζυγίου, για να τύχει απαλλαγή από τον Φ.Μ.Α. ένας από τους δύο συζύγους πρέπει το διαζύγιο να έχει γίνει οριστικό μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του συμβολαίου αγοράς

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 22 Δεκεμβρίου 2010 με την εξής σύνθεση: Ε. Γαλανού, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου της Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Ε. Νίκα, Γ. Τσιμέκας, Σύμβουλοι, Μ.-Α. Τσακάλη, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κ. Κεχρολόγου.

Για να δικάσει την από 20 Μαΐου 2006 αίτηση: της .......... ... , η οποία δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Δέσποινα Γάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθ. 833/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Β. Μόσχου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο(υπ` αριθμ. 2382307-8, 2892402-3, 2856076-7/2006 ειδικά γραμμάτια παραβόλου, σειράς Α).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, ζητείται, παραδεκτώς, η αναίρεση της υπ` αριθμ. 833/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ` αριθμ. 3346/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση, κατόπιν εν μέρει αποδοχής της προσφυγής της ήδη αναιρεσείουσας, τροποποιήθηκε η από 7-5-1999 εγγραφή της στο χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. ......... για φόρο μεταβίβασης ακινήτου και κρίθηκε ότι ποσό 39.100.000 δραχμών από την αξία του μεταβιβασθέντος σε αυτήν ακινήτου απαλλάσσεται από το φόρο μεταβίβασης, λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας και διατάχθηκε η επιστροφή σε αυτήν ποσού φόρου 14.397,33 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθέντος.

3. Επειδή, κατά το άρθρο 1 του ν. 1078/1980 «Περί απαλλαγής εκ του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων της αγοράς πρώτης κατοικίας...» (ΦΕΚ Α 238), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο,
«1. Συμβάσεις αγοράς εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα ακινήτου από φυσικό πρόσωπο, έγγαμο, απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης, εφόσον ο αγοραστής ή η σύζυγος ή οποιοδήποτε από τα τέκνα αυτού που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του ή το 25ο, προκειμένου περί τέκνων που σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές της ημεδαπής ή αλλοδαπής, δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας τους, ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές του ανάγκες, που βρίσκονται σε πόλη με πληθυσμό άνω των 5.000 κατοίκων ή σε τουριστικές περιοχές... Εν περιπτώσει καθ` ην έχει λυθή ο γάμος θανάτω ή διαζυγίω η απαλλαγή παρέχεται εις τον έχοντα την επιμέλειαν των περί ων το πρώτον εδάφιον τέκνων επιζώντα ή διαζευγμένον σύζυγον...».
Περαιτέρω, στην παρ. 12 του ιδίου άρθρου ορίζεται ότι «Δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τρόπος διαπιστώσεως των προϋποθέσεων της κατά το παρόν άρθρο απαλλαγής και τα αναγκαιούντα προς τούτο δικαιολογητικά, ως και πάσα άλλη αναγκαία δια την εφαρμογήν αυτού λεπτομέρεια». Κατ` εφαρμογή της εξουσιοδοτικής αυτής διατάξεως ορίσθηκε ειδικότερα, με την Κ 10466/179/1980 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β 1298), ότι,
«για τη χορήγηση της απαλλαγής από το φόρο μεταβιβάσεως της αγοράς πρώτης κατοικίας, σύμφωνα με το αρθρ. 1 του ν. 1078/1980, εκτός των προβλεπομένων από το άρθρο αυτό δικαιολογητικών, απαιτείται να επισυναφθούν στην υποβαλλομένη δήλωση φόρου μεταβιβάσεως και τα ακόλουθα: 1)....5) Αν ο γάμος έχει λυθεί με θάνατο ή διαζύγιο, η απαλλαγή παρέχεται στον επιζώντα ή διαζευγμένο σύζυγο- αγοραστή που έχει την επιμέλεια των αναφερομένων στο πρώτο εδάφιο του αρθρ. 1 του ν. 1078/1980 τέκνων, ο οποίος θα πρέπει να προσκομίσει ληξιαρχική πράξη θανάτου του ετέρου των συζύγων ή κυρωμένο αντίγραφο αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως ή διαζευκτήριο, αντιστοίχως. Για την απόδειξη της επιμελείας των τέκνων: α) ο επιζών, υπεύθυνη δήλωση ότι εξακολουθεί να έχει την επιμέλεια αυτών και ότι δεν εκδόθηκε δικαστική απόφαση που να ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα της επιμελείας τους. β) Ο δε διαζευγμένος, δικαστική απόφαση, με την οποία του ανατίθεται η επιμέλεια αυτών, ως και υπεύθυνη δήλωση ότι δεν έχει αυτή ανακληθεί ή μεταρρυθμιστεί μεταγενέστερα. 6)...».
Εξάλλου, στον Αστικό Κώδικα ορίζεται, στο άρθρο 1438, ότι «Ο γάμος μπορεί να λυθεί με διαζύγιο. Το διαζύγιο απαγγέλλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο επόμενο άρθρο» και στο άρθρο 1439 ότι «Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά... ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα... Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από τέσσερα τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί ....». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών του άρθρου 1 του ν. 1078/1980, ερμηνευομένου σε συνδυασμό με το προπαρατεθέν άρθρο 1438 του Αστικού Κώδικα, κρίσιμος χρόνος για τη χορήγηση της απαλλαγής από Φ.Μ.Α. πρώτης κατοικίας είναι ο χρόνος συντάξεως του συμβολαίου αγοράς και όχι ο της υποβολής των δικαιολογητικών και συνεπώς, κατά το χρόνο αυτό πρέπει το δικαστήριο να ερευνά εάν συνέτρεχε η προϋπόθεση της δι` αμετακλήτου δικαστικής αποφάσεως λύσεως του γάμου της αναιρεσίβλητης κατ` εφαρμογήν του άρθρου 1438 του Αστικού Κώδικα (ΣτΕ 3624/2006, 1577/2002).

4. Επειδή, εξάλλου, στην παράγραφο 10 του άρθρου 35 του ν. 3220/2004 («Μέτρα αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής -αντικειμενικοποίηση του φορολογικού ελέγχου και άλλες διατάξεις», ΦΕΚ Α 15/28-1-2004), με την οποία προστέθηκε εδάφιο στην παρατεθείσα στην προηγουμένη σκέψη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 1078/1980, ορίζονται τα εξής:
«Της απαλλαγής του άγαμου μπορεί να τύχει ο σύζυγος που βρίσκεται σε διάσταση και έχει καταθέσει αίτηση ή αγωγή διαζυγίου τουλάχιστον προ έξι (6) μηνών από το χρόνο της αγοράς. Αν δεν λυθεί ο γάμος με διαζύγιο μέσα σε πέντε (5) έτη από την αγορά, αίρεται η χορηγηθείσα απαλλαγή και καταβάλλεται ο οικείος φόρος...». Από τη διάταξη αυτή, η οποία, πάντως, ως εκ του χρόνου ενάρξεως ισχύος της, ο οποίος συμπίπτει, σύμφωνα με το άρθρο 56 περ. δ του ν. 3220/2004, με τη δημοσίευση αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση, προκύπτει ότι ο νομοθέτης, ο οποίος έχει ευρεία εξουσία καθορισμού του φορολογικού συστήματος και, ειδικότερα, των απαλλαγών από το φόρο, την απαλλαγή από τον Φ.Μ.Α. των τελούντων σε διάσταση, με τις περαιτέρω προϋποθέσεις που θέτει, αφενός εξομοίωσε με εκείνη του άγαμου, αφ` ετέρου την παρέσχε υπό την αίρεση της λύσεως του γάμου με διαζύγιο εντός πενταετίας από την αγορά (ΣτΕ 3624/2006).

5. Επειδή, εν προκειμένω, με την αναιρεσιβαλλόμενη έγιναν δεκτά τα εξής: Η εφεσίβλητη (ήδη αναιρεσείουσα) με το υπ` αριθ. 491/7-5-99 συμβόλαιο της συμφ/φου Αθηνών Διαμάντως Κολίτση-Πενταγιώτη αγόρασε: α) ένα διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 237 τ.μ. κειμένου στο Δήμο .... Αττικής και επί της οδού .... και β) υπόγειο χώρο στάθμευσης επιφάνειας 12,50 τ.μ. αντί δηλωθέντος τιμήματος (με βάση το αντικειμενικό σύστημα υπολογισμού αξίας ακινήτων) 98.065.400 δρχ.
Για τη μεταβίβαση αυτή η εφεσίβλητη υπέβαλε στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. .... την υπ` αριθμ. 29β/7-5- 99 δήλωση φόρου μεταβίβασης, με βάση δε την αξία του διαμερίσματος και τον χώρο στάθμευσης, ο οφειλόμενος φόρος υπολογίσθηκε σε 12.779.006 δρχ. Μαζί με τη δήλωση αυτή η εφεσίβλητη υπέβαλε και αίτημα φοροαπαλλαγής λόγω αγοράς του ως άνω διαμερίσματος ως πρώτης κατοικίας, όμως, ο οικείος Προϊστάμενος απέρριψε σιωπηρώς το αίτημα της αυτό βεβαιώνοντας σε βάρος της τον ως άνω φόρο που καταβλήθηκε με το 13837/7-5-99 διπλότυπο είσπραξης της προαναφερόμενης Δ.Ο.Υ.
Η εφεσίβλητη με την από 27-5-99 προσφυγή της στράφηκε κατά της εν λόγω βεβαίωσης και της σιωπηρής απόρριψης του ανωτέρω αιτήματος φοροαπαλλαγής που εκδηλώθηκε μ` αυτήν, υποστηρίζοντας ότι δικαιούται την απαλλαγή που προβλέπεται από το άρθρο 1 του ν. 1078/1980 εφόσον κατά το χρόνο αγοράς του διαμερίσματος στερείτο ακινήτου που να πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της ιδίας και των δύο ανηλίκων τέκνων της, των οποίων είχε την επιμέλεια και ότι αυτή και ο σύζυγος της ... βρίσκονταν σε διάσταση από τετραετίας και ήδη είχαν υποβάλει ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κοινή αίτηση για την έκδοση συναινετικού διαζυγίου για την εκδίκαση της οποίας είχε προηγηθεί η πρώτη συζήτηση στις 10-2-99 και ακολούθησε η δεύτερη συνεδρίαση στις 4-11- 99, μετά από την οποία εκδόθηκε η υπ` αριθμ. 3452/15-12-1999 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία κηρύχθηκε η λύση του γάμου τους και επικυρώθηκε η από 19-1-99 συμφωνία των συζύγων με την οποία την επιμέλεια των δύο ανήλικων τέκνων τους ανέλαβε η εφεσίβλητη.
Προς απόδειξη των ανωτέρω ισχυρισμών της επικαλέστηκε και προσκόμισε α) την υπ` αριθμ. 3452/99 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) β) το υπ` αριθμ. 1352/28.6.2000 διαζευκτήριο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών γ) το 31320/6/2-6-2000 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του δημάρχου ...... δ) το από 19-1-1999 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ αυτής και του συζύγου της (με το οποίο την επιμέλεια των δύο τέκνων τους αναλαμβάνει η εφεσίβλητη) ε) δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικον. ετών 1998,1999 που υποβλήθηκαν στις ΔΟΥ ........ ..... , μαζί με τα αντίστοιχα εκκαθαριστικά σημειώματα στ) εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος των οικον. ετών 1998 και 1999 του Προϊσταμένου της ΔΟΥ .... που αφορούν το σύζυγο της ι) τροποποιητική δήλωση φόρου εισοδήματος οικον. έτους 1998, την οποία υπέβαλε ο σύζυγος της προς τη ΔΟΥ ..... , μαζί με χειρόγραφη δήλωση του σχετικά με την επιμέλεια των τέκνων τους και η) δηλώσεις με τα στοιχεία ακινήτων της εφεσίβλητης, τα οποία υπήρχαν την 1-1- 97 και 1-1-2000 (έντυπα Ε9).
Το διοικητικό πρωτοδικείο μετά την έκδοση των υπ` αριθμ. 152/2001 και 2307/2002 προδικαστικών αποφάσεων του, με τις οποίες διατάχθηκε η συμπλήρωση των αποδείξεων, αφού δέχτηκε ότι η απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης που προβλέπεται από το άρθρο 1 του ν. 1078/1980 για τον έγγαμο ή διαζευγμένο με αμετάκλητη δικαστική απόφαση αγοραστή που έχει την επιμέλεια των τέκνων του ισχύει και για τον σύζυγο που δεν έχει ακόμη διαζευχθεί, προβαίνει, όμως, μετά από οριστική διακοπή της έγγαμης συμβίωσης σε αγορά ακινήτου προς κάλυψη των στεγαστικών αναγκών αυτού και των ανηλίκων τέκνων του των οποίων έχει την επιμέλεια, έκρινε ότι η εφεσίβλητη (που κατά τον κρίσιμο χρόνο αγοράς του ένδικου ακινήτου βρισκόταν σε οριστική διακοπή της έγγαμης συμβίωσης με το σύζυγο της) συγκέντρωνε όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη χορήγηση της απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης για αγορά πρώτης κατοικίας μέχρι του ποσού των 39.100.000 δραχμών της αξίας της οριζόντιας ιδιοκτησίας που μεταβιβάστηκε σ` αυτήν. Ετσι δέχτηκε εν μέρει την προσφυγή της εφεσίβλητης, τροποποίησε την από 7-5-1999 εγγραφή της στο χρηματικό κατάλογο της ΔΟΥ ... και αποφάνθηκε ότι αυτή απαλλάσσεται από το φόρο μεταβίβασης μέχρι το ποσό των 39.100.000 δραχμών της αξίας του ακινήτου που της μεταβιβάστηκε και υποχρέωσε τον Προϊστάμενο της προαναφερόμενης Δ.Ο.Υ. να επιστρέψει σ αυτήν ποσό φόρου 14.397,33 ευρώ που κατέβαλε αχρεωστήτως.
Κατά της αποφάσεως του διοικητικού πρωτοδικείου άσκησε έφεση το Ελληνικό Δημόσιο ισχυριζόμενο ότι κατ` εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 το διοικητικό πρωτοδικείο δέχτηκε ότι η απαλλαγή από τον ένδικο φόρο παρέχεται όχι μόνο στον έγγαμο ή διαζευγμένο με αμετάκλητη δικαστική απόφαση αγοραστή ακινήτου που έχει την επιμέλεια των τέκνων του, αλλά και σε εκείνον που κατά τον κρίσιμο χρόνο αγοράς του ακινήτου δεν είχε ακόμη διαζευχθεί, αλλά μετά από οριστική διακοπή της έγγαμης συμβίωσης προέβαινε στην αγορά προς κάλυψη των στεγαστικών αναγκών αυτού και των τέκνων του των οποίων είχε την επιμέλεια.
Το διοικητικό εφετείο εκτιμώντας τα αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου, αφού δέχθηκε ότι α) η εφεσίβλητη κατά τον χρόνο που υπέβαλε τη δήλωση Φ.Μ.Α. (7-5-99) για την αγορά του ένδικου ακινήτου βρισκόταν σε αποδεδειγμένη διάσταση με το σύζυγο της, .......... , ενώ είχε την επιμέλεια των δύο ανηλίκων τέκνων της., β) προτού να υποβληθεί η ως άνω δήλωση και συγκεκριμένα στις 10-2-99 κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κοινή αίτηση της ιδίας και του συζύγου της για τη λύση του γάμου τους, η δε σχετική απόφαση (3452/1999) εκδόθηκε στις 15-12-1999 και κατέστη αμετάκλητη στις 18-4-2000 και το σχετικό διαζευκτήριο εκδόθηκε από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών στις 28-6-2000, έκρινε ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο συντάξεως του συμβολαίου αγοράς του ακινήτου από την εφεσίβλητη, δεν συνέτρεχε στο πρόσωπο της η προβλεπόμενη από την Κ.10466/179/1980 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών προϋπόθεση, για την απαλλαγή από το φόρο, της δι` αμετακλήτου αποφάσεως λύσεως του γάμου της και συνεπώς θεώρησε ότι νόμιμα απορρίφθηκε σιωπηρώς από τη φορολογική αρχή το αίτημα της για απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας και βεβαιώθηκε σε βάρος της ο αναλογών φόρος.
Περαιτέρω δε αφού εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση που έκρινε αντιθέτως, κατά παραδοχή της έφεσης του Δημοσίου, δίκασε την προσφυγή, απορρίπτοντας, όλα τα περί του αντιθέτου με αυτήν προβληθέντα ως αβάσιμα.
Η κρίση αυτή, του διοικητικού εφετείου ενόψει των αναφερομένων στη σκέψη 3, είναι νόμιμη, δεδομένου ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο συντάξεως του συμβολαίου αγοράς (7-5-1999) δεν συνέτρεχε η κατά νόμο απαιτούμενη προϋπόθεση της επελθούσας λύσεως του γάμου της αναιρεσείουσας, η οποία συντελέστηκε σε χρόνο μεταγενέστερο της αγοράς του επιδίκου ακινήτου από την τελευταία, ήτοι μετά την 15-12-1999 (ημερομηνία δημοσιεύσεως της 3452/1999 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία κηρύχθηκε η λύση του γάμου της), η οποία κατέστη αμετάκλητη αργότερα (στις 18-4-2000), τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, όπως και η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της.

Διά ταύτα

Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2011 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 19ης Ιανουαρίου 2011.

Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος Η Γραμματέας
Ε. Γαλανού Κ. Κεχρολόγου