Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2303 της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2015 για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό των ορισμών και τον συντονι

Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2303 της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2015 για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό των ορισμών και τον συντονι

ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2303 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 28ης Ιουλίου 2015 για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό των ορισμών και τον συντονισμό της συμπληρωματικής εποπτείας της συγκέντρωσης κινδύνων και των συναλλαγών εντός ομίλου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ, 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ, και των οδηγιών 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και ιδίως το άρθρο 21α παράγραφος 1α,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Πρέπει να καθοριστούν ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα ώστε να καθιερωθεί μια ακριβέστερη διατύπωση των ορισμών που παρατίθενται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και να διασφαλιστεί ο κατάλληλος συντονισμός των διατάξεων σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 και το παράρτημα II της εν λόγω οδηγίας.

 

(2)

Είναι σημαντικό να παρασχεθούν περαιτέρω λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς της δημοσίευσης στοιχείων σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου και σημαντικών συγκεντρώσεων κινδύνων.

 

(3)

Τα άρθρα 7 και 8 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να απαιτούν συγκεκριμένες υποχρεώσεις δημοσίευσης στοιχείων από τις ρυθμιζόμενες οντότητες ή τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών. Η εν λόγω δημοσίευση στοιχείων πρέπει να διεξάγεται με συντονισμένο τρόπο, ούτως ώστε να διευκολύνονται οι συντονιστές και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές στον εντοπισμό συναφών ζητημάτων, καθώς και να διευκολύνεται η αποτελεσματικότερη ανταλλαγή πληροφοριών. Προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερη συνέπεια στη δημοσίευση στοιχείων για τις σημαντικές συγκεντρώσεις κινδύνων και τις συναλλαγές εντός ομίλου, οι ρυθμιζόμενες οντότητες και οι εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών πρέπει να αναφέρουν τουλάχιστον ορισμένα τυποποιημένα ελάχιστα στοιχεία στους συντονιστές.

 

(4)

Τα άρθρα 7 και 8 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ εξουσιοδοτούν επίσης τους συντονιστές να παρακολουθούν σημαντικές συγκεντρώσεις κινδύνων και σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου και να προσδιορίζουν τα είδη κινδύνων και συναλλαγών τα οποία υποχρεούνται να αναφέρουν οι ρυθμιζόμενες οντότητες χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. Οι συντονιστές εξουσιοδοτούνται επίσης να καθορίζουν κατώτατα όρια. Για τον συντονισμό των εν λόγω διατάξεων, πρέπει να οριστεί μεθοδολογία ώστε να διευκολύνονται οι συντονιστές και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές στην άσκηση των καθηκόντων τους.

 

(5)

Τα ισχύοντα μέτρα για τη συμπληρωματική εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνων και των συναλλαγών εντός ομίλου παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ των κρατών της Ένωσης. Μολονότι αναγνωρίζεται η ύπαρξη διαφορετικών νομικών πλαισίων σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, πρέπει να καθοριστούν ορισμένα ελάχιστα εποπτικά μέτρα σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνων και των συναλλαγών εντός ομίλου. Λαμβάνοντας υπόψη τα εν λόγω ελάχιστα μέτρα, οι αρμόδιες αρχές θα εξασφαλίσουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού και θα διευκολύνουν τις συντονισμένες εποπτικές πρακτικές σε ολόκληρη την Ένωση.

 

(6)

Οι απαιτήσεις που ορίζονται σε σχέση με τις ρυθμιζόμενες οντότητες ή τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών στηρίζονται στις υφιστάμενες τομεακές απαιτήσεις για τη συγκέντρωση κινδύνων και τις συναλλαγές εντός ομίλου και δεν πρέπει να θεωρείται ότι αναπαράγουν τις εν λόγω απαιτήσεις.

 

(7)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή από τις ΕΕΑ (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών).

 

(8)

Οι ΕΕΑ διεξήγαγαν ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβησαν σε ανάλυση του συναφούς δυνητικού κόστους και των συναφών δυνητικών ωφελειών και ζήτησαν τη γνώμη των αντίστοιχων ομάδων συμφεροντούχων σύμφωνα με το άρθρο 37 των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (2), (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 (3) και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (4) αντιστοίχως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

 

Άρθρο 1

 

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες όσον αφορά:

α)

τον καθορισμό ακριβέστερης διατύπωσης των ορισμών για τις «συναλλαγές εντός ομίλου» και τη «συγκέντρωση κινδύνων» που παρατίθενται στα σημεία 18 και 19 του άρθρου 2 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ, προβλέποντας κριτήρια βάσει των οποίων θα αξιολογείται σε ποιες περιπτώσεις τα ανωτέρω στοιχεία είναι σημαντικού χαρακτήρα·

 

β)

τον συντονισμό των διατάξεων που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 και το παράρτημα II της οδηγίας 2002/87/ΕΚ σχετικά με:

i)

τα στοιχεία τα οποία πρέπει να παρέχουν οι ρυθμιζόμενες οντότητες ή οι εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών στον συντονιστή και στις λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς του εποπτικού ελέγχου της συγκέντρωσης κινδύνων και των συναλλαγών εντός ομίλου·

 

ii)

τη μεθοδολογία που πρέπει να εφαρμόζεται από τον συντονιστή και τις σχετικές αρμόδιες αρχές για τον καθορισμό των ειδών σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων και σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου·

 

iii)

τα εποπτικά μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται από τις αρμόδιες αρχές κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ.

 

Άρθρο 2

 

Σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου

1.   Στις σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου μπορούν να περιλαμβάνονται οι ακόλουθες συναλλαγές εντός ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων:

α)

επενδύσεις και διεταιρικά υπόλοιπα, συμπεριλαμβανομένων ακινήτων, ομολόγων, μετοχών, δανείων, υβριδικών μέσων και μέσων μειωμένης εξασφάλισης, εγγυημένων δανείων, συμφωνιών για την κεντρική διαχείριση στοιχείων ενεργητικού ή μετρητών ή για τον επιμερισμό δαπανών, συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων, παροχής διαχείρισης, υποστηρικτικών ή άλλων υπηρεσιών, μερισμάτων, καταβολών τόκων και λοιπών εισπρακτέων απαιτήσεων·

 

β)

εγγυήσεις, αναλήψεις υποχρεώσεων, πιστωτικές επιστολές και άλλες συναλλαγές εκτός ισολογισμού·

 

γ)

συναλλαγές σε παράγωγα·

 

δ)

αγορές, πωλήσεις ή χρηματοδοτικές μισθώσεις στοιχείων ενεργητικού και παθητικού·

 

ε)

προμήθειες εντός ομίλου που αφορούν συμβάσεις διανομής·

 

στ)

συναλλαγές για τη μετάθεση ανοιγμάτων σε κίνδυνο μεταξύ οντοτήτων εντός του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, περιλαμβανομένων των συναλλαγών με φορείς ειδικού σκοπού ή με βοηθητικές οντότητες·

 

ζ)

δραστηριότητες ασφάλισης, αντασφάλισης και αντεκχώρησης·

 

η)

συναλλαγές οι οποίες συνίστανται σε πολλές συνδεδεμένες συναλλαγές με τις οποίες μεταφέρονται στοιχεία ενεργητικού ή παθητικού σε οντότητες εκτός του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, αλλά η τελική έκθεση στον κίνδυνο επανέρχεται στον χρηματοπιστωτικό όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων.

2.   Όσον αφορά τις ρυθμιζόμενες οντότητες και τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, κατά τον προσδιορισμό των ειδών σημαντικών εντός ομίλου συναλλαγών, τον καθορισμό κατάλληλων κατώτατων ορίων, περιόδων δημοσίευσης στοιχείων και εποπτείας των σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου, ο συντονιστής και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη:

α)

την ειδική δομή του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, την πολυπλοκότητα των συναλλαγών εντός ομίλου, τη συγκεκριμένη γεωγραφική θέση του αντισυμβαλλομένου και το εάν ο αντισυμβαλλόμενος συνιστά ρυθμιζόμενη οντότητα ή όχι·

 

β)

πιθανούς κινδύνους μετάδοσης εντός του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

γ)

πιθανή καταστρατήγηση των τομεακών κανόνων·

 

δ)

πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων·

 

ε)

τη φερεγγυότητα και τη θέση ρευστότητας του αντισυμβαλλομένου·

 

στ)

συναλλαγές μεταξύ οντοτήτων που ανήκουν σε διαφορετικούς τομείς ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έχουν αναφερθεί ήδη σε τομεακό επίπεδο·

 

ζ)

συναλλαγές εντός ενός χρηματοπιστωτικού τομέα, οι οποίες δεν έχουν αναφερθεί ήδη σύμφωνα με τις διατάξεις των τομεακών κανόνων.

3.   Ο συντονιστής και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές συμφωνούν σχετικά με τη μορφή και το περιεχόμενο της αναφοράς σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου, περιλαμβανομένης της γλώσσας, των προθεσμιών υποβολής και των διαύλων επικοινωνίας.

4.   Ο συντονιστής και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές ζητούν από τις ρυθμιζόμενες οντότητες ή τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών να αναφέρουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

τις ημερομηνίες και τα ποσά των σημαντικών συναλλαγών, τις επωνυμίες και τους αριθμούς μητρώου εταιρειών ή άλλους αναγνωριστικούς αριθμούς των οικείων οντοτήτων του ομίλου και των αντισυμβαλλομένων, περιλαμβανομένου ενός αναγνωριστικού κωδικού νομικής οντότητας (LEI), ανάλογα με την περίπτωση·

 

β)

μια σύντομη περιγραφή των σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου σύμφωνα με τα είδη συναλλαγών που ορίζονται στην παράγραφο 1·

 

γ)

τον συνολικό όγκο όλων των σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου αναφοράς·

 

δ)

πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων και των κινδύνων μετάδοσης στο επίπεδο του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων σε σχέση με σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου, λαμβανομένης υπόψη της στρατηγικής του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων για τον συνδυασμό δραστηριοτήτων στον τομέα των τραπεζικών, ασφαλιστικών και επενδυτικών υπηρεσιών, ή μια τομεακή αυτοαξιολόγηση ίδιων κινδύνων συμπεριλαμβανομένης μιας εκτίμησης της διαχείρισης των συγκρούσεων συμφερόντων και των κινδύνων μετάδοσης σε σχέση με σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου.

5.   Οι συναλλαγές οι οποίες εκτελούνται στο πλαίσιο μιας ενιαίας οικονομικής δραστηριότητας θα αθροίζονται για τους σκοπούς του υπολογισμού των κατώτατων ορίων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ.

 

Άρθρο 3

 

Σημαντική συγκέντρωση κινδύνων

1.   Σημαντική συγκέντρωση κινδύνων στην περίπτωση των ρυθμιζόμενων οντοτήτων και των εταιρειών χρηματοπιστωτικών συμμετοχών θεωρείται ότι προκύπτει από ανοίγματα σε κίνδυνο έναντι αντισυμβαλλομένων οι οποίοι δεν αποτελούν μέρος του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, όταν τα εν λόγω ανοίγματα σε κίνδυνο:

α)

είναι άμεσα ή έμμεσα:

 

β)

αφορούν στοιχεία εντός και εκτός ισολογισμού·

 

γ)

αφορούν ρυθμιζόμενες και μη ρυθμιζόμενες οντότητες, τον ίδιο ή διαφορετικούς χρηματοπιστωτικούς τομείς σε έναν χρηματοπιστωτικό όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

δ)

αποτελούνται από οποιονδήποτε συνδυασμό ή αλληλεπίδραση των ανοιγμάτων που ορίζονται στα στοιχεία α), β) ή γ).

2.   Ο κίνδυνος αντισυμβαλλομένου ή ο πιστωτικός κίνδυνος θεωρείται ότι περιλαμβάνει, ιδίως, κινδύνους σε σχέση με διασυνδεδεμένους αντισυμβαλλόμενους σε ομίλους, οι οποίοι δεν αποτελούν μέρος του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, περιλαμβανομένης της συσσώρευσης ανοιγμάτων προς τους εν λόγω αντισυμβαλλόμενους.

3.   Όσον αφορά τις ρυθμιζόμενες οντότητες και τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, κατά τον προσδιορισμό των ειδών σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων, τον καθορισμό κατάλληλων κατώτατων ορίων, περιόδων δημοσίευσης στοιχείων και εποπτείας της σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων, ο συντονιστής και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη:

α)

τη φερεγγυότητα και τη θέση ρευστότητας στο επίπεδο του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και των μεμονωμένων οντοτήτων εντός του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

β)

το μέγεθος, την πολυπλοκότητα και την ειδική δομή του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, περιλαμβανομένης της ύπαρξης φορέων ειδικού σκοπού, βοηθητικών οντοτήτων και οντοτήτων τρίτων χωρών·

 

γ)

την ειδική δομή της διαχείρισης κινδύνων του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και τα χαρακτηριστικά του συστήματος διακυβέρνησης·

 

δ)

τη διαφοροποίηση των ανοιγμάτων και του επενδυτικού χαρτοφυλακίου του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

ε)

τη διαφοροποίηση των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων ανάλογα με τις γεωγραφικές περιοχές και τους τομείς δραστηριότητας·

 

στ)

τη σχέση, τη συσχέτιση και την αλληλεπίδραση των παραγόντων κινδύνου μεταξύ των οντοτήτων στον χρηματοπιστωτικό όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

ζ)

πιθανούς κινδύνους μετάδοσης εντός του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

η)

πιθανή καταστρατήγηση των τομεακών κανόνων·

 

θ)

πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων·

 

ι)

το επίπεδο ή τον όγκο των κινδύνων·

 

ια)

πιθανή συσσώρευση και αλληλεπίδραση ανοιγμάτων που επιβαρύνουν οντότητες οι οποίες ανήκουν σε διαφορετικούς χρηματοπιστωτικούς τομείς του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έχουν ήδη αναφερθεί σε τομεακό επίπεδο·

 

ιβ)

ανοίγματα εντός ενός χρηματοπιστωτικού τομέα του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, τα οποία δεν αναφέρονται σύμφωνα με τις διατάξεις των τομεακών κανόνων.

4.   Ο συντονιστής και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές συμφωνούν σχετικά με τη μορφή και το περιεχόμενο της αναφοράς σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων, περιλαμβανομένης της γλώσσας, των προθεσμιών υποβολής και των διαύλων επικοινωνίας.

5.   Ο συντονιστής και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές ζητούν από τις ρυθμιζόμενες οντότητες ή τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών να αναφέρουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

περιγραφή της σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων σύμφωνα με τα είδη των κινδύνων που ορίζονται στην παράγραφο 1·

 

β)

την ανάλυση της σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά ομάδα διασυνδεδεμένων αντισυμβαλλομένων, ανά γεωγραφική περιοχή, ανά οικονομικό τομέα, καθώς και ανά νόμισμα, προσδιορίζοντας τις επωνυμίες, τους αριθμούς μητρώου των εταιρειών ή άλλους αναγνωριστικούς αριθμούς των οικείων εταιρειών του ομίλου στο πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και των αντίστοιχων αντισυμβαλλομένων τους, περιλαμβανομένου ενός αναγνωριστικού κωδικού νομικής οντότητας (LEI), ανάλογα με την περίπτωση·

 

γ)

το συνολικό ποσό κάθε σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνου στο τέλος μιας συγκεκριμένης περιόδου αναφοράς, το οποίο αποτιμάται σύμφωνα με τους ισχύοντες τομεακούς κανόνες·

 

δ)

εφόσον συντρέχει περίπτωση, το ποσό της σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών μετριασμού του κινδύνου και των συντελεστών στάθμισης κινδύνου·

 

ε)

πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων και των κινδύνων μετάδοσης στο επίπεδο του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων σε σχέση με σημαντική συγκέντρωση κινδύνων, λαμβανομένης υπόψη της στρατηγικής του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων για τον συνδυασμό δραστηριοτήτων στον τομέα των τραπεζικών, ασφαλιστικών και επενδυτικών υπηρεσιών, ή μια τομεακή αυτοαξιολόγηση ίδιων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένης μιας εκτίμησης της διαχείρισης των συγκρούσεων συμφερόντων και των κινδύνων μετάδοσης σε σχέση με σημαντική συγκέντρωση κινδύνων.

 

Άρθρο 4

 

Εποπτικά μέτρα

Με την επιφύλαξη οποιωνδήποτε άλλων εποπτικών εξουσιών που τους ανατίθενται, οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν ειδικότερα στις εξής ενέργειες:

1)

απαιτούν, κατά περίπτωση, από τις ρυθμιζόμενες οντότητες ή τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών:

α)

να εκτελούν συναλλαγές εντός ομίλου του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων υπό συνθήκες ανταγωνισμού ή να κοινοποιούν συναλλαγές εντός ομίλου οι οποίες δεν εκτελούνται υπό συνθήκες ανταγωνισμού·

 

β)

να εγκρίνουν εντός ομίλου συναλλαγές του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων ακολουθώντας καθορισμένες εσωτερικές διαδικασίες με τη συμμετοχή του διοικητικού οργάνου του όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), ή του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου του όπως ορίζεται στο άρθρο 40 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6

 

γ)

να υποβάλλουν, συχνότερα από όσο απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ, στοιχεία σχετικά με τη σημαντική συγκέντρωση κινδύνων και τις σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου·

 

δ)

να καθιερώσουν τη δημοσίευση συμπληρωματικών στοιχείων σχετικά με τη σημαντική συγκέντρωση κινδύνων και τις σημαντικές συναλλαγές εντός ομίλου του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

ε)

να ενισχύσουν τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων και τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων·

 

στ)

να παρουσιάσουν ή να βελτιώσουν τα σχέδια για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με τις εποπτικές απαιτήσεις και να ορίσουν προθεσμία για την εφαρμογή τους·

 

2)

καθορίζουν κατάλληλα κατώτατα όρια για τον προσδιορισμό και την εποπτεία σημαντικής συγκέντρωσης κινδύνων και σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου.

 

Άρθρο 5

 

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιουλίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER