ΔΕΔ Α 1045/2020 Ανακριβής αξία πώλησης ακινήτου ανακριβής σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης - Συμπληρωματικό στοιχείο απόκρυψης εσόδου

Καλλιθέα 5.06.2020
Αριθμός απόφασης: 1045

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α3

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 2131604536
Fax: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει
β. Του άρθρου 10 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως αναριθμήθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει
γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
δ. Του άρθρου έκτου, παράγραφος 4, της από 30.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 75).

2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ' αριθ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 /τ. Β' / 1.9.16) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 της Π.Ν.Π. της 30ης-3-2020, (ΦΕΚ 75/Α/30- 03-2020) όπως κυρώθηκε με το ν. 4684/2020, ( ΦΕΚ 86/Α/25-04-2020).

5. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 10.01.2020 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της τελούσης υπό εκκαθάριση ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία « », με ΑΦΜ , με έδρα την , νομίμως εκπροσωπούμενης από τους εκκαθαριστές αυτής, κατά της με αριθ./2019 Οριστικής Πράξης Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικονομικού έτους 2009 (διαχειριστική περίοδος 1.01.2008-31.12.2018), του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

6. Τη με αριθ /2019 Οριστική Πράξη Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικονομικού έτους 2009 (διαχειριστική περίοδος 1.01.2008-31.12.2018), του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς, της οποίας ζητείται η ακύρωση καθώς και την από 9.12.2019 οικεία έκθεση μερικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος εφαρμογής διατάξεων του ν.2238/1994 (Κ.Φ.Ε.).

7. Την από 15.01.2020 έκθεση απόψεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς.

8. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος A3 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 10.01.2020 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της υπό εκκαθάριση τελούσης ομόρρυθμης εταιρείας εταιρείας με την επωνυμία « », η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την αριθ /2019 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος του Προϊστάμενου της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς, οικονομικού έτους 2009 (διαχειριστική περίοδος 1.01.2008-31.12.2008), επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας διαφορά κύριου φόρου ύψους 33.520,00 ευρώ, πλέον πρόσθετος φόρος / πρόστιμο ανακρίβειας ύψους 34.133,42 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 67.653,42 ευρώ.

Η ως άνω προσβαλλόμενη πράξη εδράζεται επί της από 9.12.2019 Έκθεσης Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος (εφαρμογής των διατάξεων του ν.2238/1994 - Κ.Φ.Ε.) του ελεγκτή της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς, , η οποία συντάχθηκε δυνάμει της από /2019 εντολής ελέγχου του Προϊστάμενου της εν λόγω υπηρεσίας. Αιτία του ελέγχου αποτέλεσε η λήψη του με αριθ. πρωτ. Υ.Ε.Δ.Δ.Ε /2019 εγγράφου με θέμα:
αποστολή φακέλου υπόθεσης Πληροφοριακού Δελτίου. Σύμφωνα με το εν λόγω Πληροφοριακό Δελτίο εφαρμογής των διατάξεων ν.2238/1994 και 4172/2013 των ελεγκτών της Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. Αττικής, και , σύμφωνα με το οποίο ανώνυμος κατήγγειλε ότι η κατασκευαστική εταιρεία « » στις 24.03.2008 πούλησε κατοικία στο με αγοράστρια την - , αντί ποσού 215.200,00 ευρώ με κατάθεση στην (α/α παραστατικού /2008) ενώ στο αριθ /2008 Συμβόλαιο, της Συμβολαιογράφου, δηλώθηκε αξία πώλησης 62.000,00 ευρώ, ήτοι διαφορά μεταξύ του ποσού κατάθεσης και του συμβολαίου 153.200,00 ευρώ. Ο έλεγχος προκειμένου να διαπιστώσει εάν το φωτοαντίγραφο του με α/α 12 παραστατικού κατάθεσης στην είναι ακριβές, απέστειλε το με αριθ. πρωτ ΕΞ2018ΕΜΠ έγγραφο προς τη Δ/νση Κανονιστικής Συμμόρφωσης. Η εν λόγω Υπηρεσία απέστειλε τη με αριθ. πρωτ. /4.04.2019 απάντηση με επισυναπτόμενο φωτοαντίγραφο του γραμματίου είσπραξης πανομοιότυπο με το επισυναπτόμενο στην καταγγελία. Ο έλεγχος σημειώνει ότι το χρηματικό ποσό των 215.200,00 ευρώ κατατέθηκε σε ατομικό λογαριασμό του εκπροσώπου της εταιρείας και σύμφωνα με την απόφαση ΣτΕ Β' Τμ. 1891/2018 χρηματικό ποσό που βρέθηκε είτε σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό που έχει με άλλο ή άλλα πρόσωπα, είτε σε τραπεζικό λογαριασμό τρίτων προσώπων προέρχεται από την μη συνδεόμενη άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Επίσης η συγκεκριμένη συναλλαγή έχει την έννοια συμπληρωματικών στοιχείων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 84 του ν.2238/1994 σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στις εγκύκλιες διαταγές ΠΟΛ.1191/2017 & ΠΟΛ.1194/2017. Σύμφωνα με το πόρισμα ελέγχου της ως άνω Έκθεσης Ελέγχου διαπιστώθηκε η υποβολή ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ως προς τα ακαθάριστα έσοδα με ποσό ανακρίβειας 153.200,00 ευρώ. Η ως άνω εταιρεία καταχώρησε στα βιβλία της βάσει του ανωτέρω συμβολαίου το ποσό των 62.000,00 ευρώ.

Ο έλεγχος συνέταξε το με αριθ /2019 Σημείωμα Διαπιστώσεων Ελέγχου (άρθρα 28 & 62 του ν.4174/2013) καθώς και την αριθ / /2019 Προσωρινή Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος για το οικ. έτος 2009, όπου επέδωσε νόμιμα στον διαχειριστή της ελεγχόμενης εταιρείας προκειμένου να διατυπώσει εγγράφως τις απόψεις του εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος. Το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα παρήλθε δίχως οι εκπρόσωποι της εταιρείας να διατυπώσουν εγγράφως τις απόψεις τους, με συνέπεια την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης.

Η προσφεύγουσα ομόρρυθμη εταιρεία, η οποία τελεί υπό εκκαθάριση, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, προβάλλοντας τους παρακάτω ισχυρισμούς:

• Το δικαίωμα του Δημοσίου για την έκδοση των καταλογιστικών πράξεων που αφορούν την χρήση 2008 έχει υποπέσει σε παραγραφή καθώς οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών στην ημεδαπή δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία, ικανά να δικαιολογήσουν την επιμήκυνσή της, σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 4 περ. β, σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 περ. α του ΚΦΕ. Επιπλέον, η εταιρεία για τη χρήση 2008 είχε υπαχθεί στις διατάξεις του ν.3888/2010, ενώ έχει κριθεί ότι οι ανώνυμες καταγγελίες και τα σχετικά πληροφοριακά δελτία δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία (ΣτΕ 2347/2018, ΣτΕ 172/2018, ΣτΕ 173/2018 κ.α.).

• Όσον αφορά την εφαρμογή της αριθ. ΣτΕ 1891/2018 αποφάσεως, σύμφωνα με την οποία η τέλεση της φοροδιαφυγής μπορεί να προκύπτει και από έμμεσες αποδείξεις, όπως οι τραπεζικοί λογαριασμοί άλλων προσώπων, των οποίων δεν είναι συνδικαιούχος ο ελεγχόμενος, αυτή κρίνει διάφορο νομικό ζήτημα, σε σχέση με το επί της παρούσης εξεταζόμενο ζήτημα.

Αιτείται τέλος να κληθεί σε ακρόαση κατά τη συζήτηση της προσφυγής, προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις της.

Επειδή, για πράξεις που εκδίδονται από 01.01.2014, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν.4174/2013 όπως ισχύει: «1. Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση ή σε περίπτωση σιωπηρής άρνησης, οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα επανεξέτασης της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης...».
Ειδικότερα, όσον αφορά την ως άνω προσβαλλόμενη πράξη, σύμφωνα με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου και νόμου (Κ.Φ.Δ.), αυτή εμπροθέσμως και παραδεκτώς προσβάλλεται με την παρούσα ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

Επειδή, δεν προσκομίστηκαν στην Υπηρεσία μας νέα στοιχεία, ούτε έγινε επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών, δεν κρίθηκε απαραίτητη η κλήση του προσφεύγοντος σε ακρόαση από την Υπηρεσία μας.

Επειδή, με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 72 του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) ορίζεται ότι: «Διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών προστίμων, προϊσχύουσες του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή για τις χρήσεις, τις περιόδους, τις υποθέσεις και τις φορολογικές υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν. Κατ' εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 εφαρμόζονται και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά τη θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί. ».

Επειδή, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 84 του ν.2238/1994, σχετικά με την παραγραφή:
«1. Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 69, δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Το δικαίωμα του Δημοσίου για Επιβολή του φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο της πενταετίας
4. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής και την επιβολή φόρων, πρόσθετων φόρων, για φορολογικές παραβάσεις, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, εφόσον η μη ενάσκησή του, έστω και κατά ένα μέρος, οφείλεται: α) Στην από πρόθεση πράξη ή παράλειψη του φορολογουμένου με τη σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου. β) Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 68, ανεξάρτητα από το εάν έχει εκδοθεί και κοινοποιηθεί ή όχι, αρχικό φύλλο ελέγχου. "Οταν τα συμπληρωματικά στοιχεία περιέρχονται στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας το τελευταίο έτος της Παραγραφής, ο χρόνος αυτής παρατείνεται για ένα ακόμη ημερολογιακό έτος».

Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 68 του ν.2238/1994, σχετικά με την έκδοση φύλλων ελέγχου: «Φύλλο ελέγχου και αν ακόμη έγινε οριστικό δεν αποκλείει την έκδοση και κοινοποίηση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, αν: α)από συμπληρωματικά στοιχεία, που περιήλθαν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που έχει περιληφθεί στο προηγούμενο φύλλο ελέγχου, β)η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή ή γ) περιέλθουν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στοιχεία βάσει της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές άλλων Κρατών - Μελών της Ε.Ε. ή τρίτων χωρών που αποδεικνύονται ανακριβείς οι συναλλαγές, έστω και αν αυτά ζητήθηκαν πριν από την έκδοση του οριστικού φύλλου ελέγχου ή δ) περιέλθουν στις φορολογικές αρχές στοιχεία κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 (Α'258).
Στις πιο πάνω περιπτώσεις το νέο φύλλο ελέγχου εκδίδεται για το άθροισμα του εισοδήματος που προκύπτει από το προηγούμενο φύλλο ελέγχου, καθώς και αυτού που εξακριβώθηκε με βάση τα πιο πάνω στοιχεία. Αν εκδοθεί το πιο πάνω φύλλο ελέγχου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 70.».

Επειδή, σύμφωνα με τη ΠΟΛ.1194/2017: «1. Με την πρόσφατη νομολογία του ΣτΕ (ΣτΕ 2934/2017 και ΣτΕ 2935/2017) κρίθηκε ότι, κατά την έννοια των διατάξεων της περ. α' της παρ. 2 του άρθ. 68 του ν.2238/1994 (ΚΦΕ) επιτρέπεται η έκδοση πράξης καταλογισμού φόρου και πρόσθετου φόρου εντός δεκαετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης, εάν περιέλθουν σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης συμπληρωματικά στοιχεία, δηλαδή στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος, τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπόψη της η φορολογική αρχή κατά την προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθ. 84 του ιδίου νόμου πενταετία. Συνεπώς, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της ανωτέρω πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν, είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια, ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας, που προβλέπονται στο νόμο. 2 3. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, σε περίπτωση που περιέλθουν σε γνώση της φορολογικής αρχής συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια των διατάξεων της περ. α' της παρ. 2 του άρθ. 68 του ν.2238/1994 (ΚΦΕ), επιτρέπεται η έκδοση πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμου αποκλειστικά για τη φορολογητέα ύλη που προκύπτει από τα στοιχεία αυτά και για το έτος στο οποίο αυτά αφορούν με την προϋπόθεση ότι, τα στοιχεία αυτά αποδεδειγμένα δεν είχε, ούτε μπορούσε δικαιολογημένα να έχει υπόψη της η ελεγκτική αρχή ώστε να τα εκτιμήσει κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο (σχετ. ΣτΕ 4843/1988, ΣτΕ 2632/1996, ΣτΕ 1303/1999, ΣτΕ 572/2007, ΣτΕ 3955/2012, ΣτΕ 1623/2016).»

Επειδή εν προκειμένω, αιτία του ελέγχου αποτέλεσε το από 18.03.2019 Πληροφοριακό Δελτίο που απέστειλε στη Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς η Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. Αττικής με το αριθ. πρωτ.ΕΞ 2019 έγγραφο της, ήτοι μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο έληξε η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Σύμφωνα με το εν λόγω Δελτίο, ανώνυμος κατήγγειλε εμπεριστατωμένα ότι η κατασκευαστική εταιρεία « » στις 24.03.2008 πούλησε κατοικία στο  με αγοράστρια την - , αντί ποσού 215.200,00 ευρώ με κατάθεση στην (α/α παραστατικού /2008) ενώ στο αριθ./2008 Συμβόλαιο, της Συμβολαιογράφου , δηλώθηκε αξία πώλησης 62.000,00 ευρώ, ήτοι διαφορά μεταξύ του ποσού κατάθεσης και του συμβολαίου 153.200,00 ευρώ. Σημειώνεται ότι η εν λόγω καταγγελία ήταν εμπεριστατωμένη και έφερε συνημμένο φωτοαντίγραφο της απόδειξης κατάθεσης του ως άνω ποσού στην με καταθέτη την αγοράστρια. Η Υ.Ε.Δ.Δ.Ε Αττικής ζήτησε στοιχεία από την Δ/νση Κανονιστικής Συμμόρφωσης της και διαπίστωσε ότι το προσκομισθέν στοιχείο (παραστατικό με α/α /2018) ετύγχανε ακριβές
αντίγραφο.

Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση το ως άνω Δελτίο αποτελεί νέο συμπληρωματικό στοιχείο αποδεικτικό της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος που περιήλθε σε γνώση της Υπηρεσίας μετά την πάροδο πενταετίας και είναι στοιχείο ικανό να δικαιολογήσει την επιμήκυνση της προθεσμίας παραγραφής, σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 του Κ.Φ.Ε.

Επειδή, ακόμα και εάν η αρμόδια Φορολογική Αρχή εντός πενταετίας είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια και είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας του υπολοίπου και των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών της προσφεύγουσας κατασκευαστικής εταιρείας στην ημεδαπή δικαιολογημένα δεν θα μπορούσε να είχε εντοπίσει την επίμαχη κατάθεση, καθώς αυτή έλαβε χώρα σε προσωπικό λογαριασμό του ομορρύθμου εταίρου της.

Επειδή, κατόπιν του διενεργηθέντος ελέγχου, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη εντός του 2019, ήτοι εντός του χρόνου παραγραφής δεδομένου ότι άρθρο 84 παρ. 4 του ν.2238/1994, σαφώς ορίζεται ότι το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής εγγραφής και την επιβολή φόρων και πρόσθετων φόρων, για φορολογικές παραβάσεις, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, συνεπώς ο προβαλλόμενος ισχυρισμός της προσφεύγουσας περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για επιβολή φόρου εισοδήματος απορρίπτεται ως νόμω και ουσία αβάσιμος.

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης 10.01.2020 και με αρ. πρωτ ενδικοφανούς προσφυγής της τελούσης υπό εκκαθάριση ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία « », με ΑΦΜ , με έδρα την , νομίμως εκπροσωπούμενης από τους εκκαθαριστές αυτής, και την επικύρωση της με αριθ /2019 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς, οικονομικού έτους 2009.

Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση:

Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικ. έτους 2009 (διαχειριστική περίοδος 1.01.2008-31.12.2008) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς (α/α /2019)

Διαφορά φόρου: 33.520,00 €
Πρόσθετος φόρος / Πρόστιμο ανακρίβειας / μη υποβολής: 34.133,42 €
ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟ ΠΟΣΟ: 67.653,42 €

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

Με εντολή του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών Ο Προϊστάμενος της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης
ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Ο/Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σημείωση: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.