ΣτΕ 2712 - 2011 - Αύξηση κεφαλαίου - δικαιώματα μειοψηφίας....

ΣτΕ 2712/2011

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος, Ευθ. Αντωνόπουλος, Ηρ. Τσακόπουλος, Κ. Κουσούλης, Κ. Πισπιρίγκος, Σύμβουλοι, Ηλ. Μάζος, Ουρ. Νικολαράκου-Μαυρομιχάλη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Αικ. Ρίπη.

Για να δικάσει την από 7 Μαΐου 2009 αίτηση:
του ..................., κατοίκου........................., ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Διονύσιο Μπουλούκο (Α.Μ. 2761), που τον διόρισε στο ακροατήριο, κατά του Υπουργού Ανάπτυξης και ήδη Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ο οποίος παρέστη με τον Νικόλαο Αμιραλή, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
και κατά της παρεμβαίνουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ................., η οποία παρέστη με τους δικηγόρους: 1) ................................., που τους διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ. Κ2-2534/9-3-2009 απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Στη δίκη παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης πράξεως ο Υπουργός Οικονομικών με τον Κωνσταντίνο Γεωργιάδη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ευθ. Αντωνόπουλου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξουσίους της παρεμβαίνουσας τράπεζας και τους αντιπροσώπους των Υπουργών, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ΄ αριθμ. 374966/2009 ειδικό γραμμάτιο παραβόλου).

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, η οποία συμπληρώθηκε με τα από 4-2-2010, 23-9-2010 και από 24-1-2011 δικόγραφα προσθέτων λόγων ζητείται από τον αιτούντα, μέτοχο της Α.Ε. με την επωνυμία «..............», η ακύρωση της υπ΄ αριθμ. Κ2-2534/9-3-2009 αποφάσεως του Υφυπουργού Ανάπτυξης με την οποία εγκρίθηκε η δια της από 23-1-2009 αποφάσεως της έκτακτης γενικής συνελεύσεως των μετόχων της προαναφερθείσης τραπεζικής εταιρείας γενόμενη τροποποίηση του καταστατικού της, με την οποία το εταιρικό της κεφάλαιο αυξήθηκε κατά 369.999.999,18 ευρώ με την έκδοση 77.568.134 νέων προνομιούχων μετοχών αξίας 4,77 ευρώ εκάστης. Η αύξηση αυτή του μετοχικού κεφαλαίου αποφασίσθηκε σε εφαρμογή του άρθρου 1 του Ν. 3723/2008 (Α΄ 250), με τον οποίο προεβλέφθη η υπό όρους ενίσχυση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών για την αντιμετώπιση της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσεως.

3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην επταμελή σύνθεση λόγω σπουδαιότητας με την από 21-9- 2009 πράξη του Προέδρου του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας.

4. Επειδή, παραδεκτώς παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως η Α.Ε. με την επωνυμία .................................

5. Επειδή, με τις διατάξεις των άρθρων 35α και 35β του Κ.Ν. 2190/1920, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τα άρθρα 42 και 43 του Ν. 3604/1997 (Α' 189) ορίζονται τα εξής:
Άρθρο 35α «
1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 35β και 35γ, απόφαση της γενικής συνέλευσης που λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό, ακυρώνεται από το δικαστήριο. Το ίδιο ισχύει και για αποφάσεις τις οποίες έλαβε γενική συνέλευση που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί ή συγκροτηθεί.
2. Ακυρώσιμη είναι και η απόφαση που λήφθηκε: α) χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες, που ζητήθηκαν κατά το άρθρο 39 από μετόχους, οι οποίοι ζητούν την ακύρωση σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο, ή β) κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας, υπό τους όρους του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα.
3. Η ακύρωση μπορεί να ζητηθεί με αγωγή από οποιονδήποτε μέτοχο, κάτοχο μετοχών που εκπροσωπούν τα δύο εκατοστά (2/100) του κεφαλαίου, αν δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στην απόφαση. Την ακύρωση μπορεί να ζητήσει και κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή, εάν παρίσταται ανάγκη, το δικαστήριο της παραγράφου 6 διορίζει, μετά από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, ειδικό εκπρόσωπο της εταιρείας για τη διεξαγωγή της δίκης. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 2, την ακύρωση μπορούν να ζητήσουν μόνοι οι μέτοχοι που ζήτησαν τις πληροφορίες, εφόσον εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.
4. Μέτοχοι, που δεν μπορούν να ζητήσουν την ακύρωση επειδή δεν έχουν το απαιτούμενο ποσοστό μετοχών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, μπορούν να αξιώσουν από την εταιρεία αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν εξαιτίας του γεγονότος ότι η απόφαση λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό ή κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας ή από γενική συνέλευση που δεν συγκλήθηκε ή δεν συγκροτήθηκε νόμιμα εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν έλαβαν τις πληροφορίες που ζήτησαν. Αξίωση αποζημίωσης έχουν κατά τις γενικές διατάξεις οι μέτοχοι και αν ακόμη η απόφαση ακυρώθηκε κλπ».
Στο άρθρο 35β προστίθεται τίτλος και το άρθρο αυτό αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 35β – Ακυρότητα αποφάσεων της γενικής συνέλευσης
1. Σε περίπτωση που δεν υπήρξε σύγκληση της γενικής συνέλευσης ή το περιεχόμενο της απόφασης της είναι αντίθετο στο νόμο ή το καταστατικό, η απόφαση είναι άκυρη.
2. Με την επιφύλαξη εφαρμογής του προηγούμενου άρθρου, θεωρείται ότι συγκλήθηκε η γενική συνέλευση, εάν υπήρξε πρόσκληση της προερχόμενη από την εταιρεία και περιέχουσα τουλάχιστον ένδειξη της ημερομηνίας και του τόπου της γενικής συνέλευσης και η πρόσκληση αυτή δημοσιεύθηκε κατά το νόμο.
3. Η προβολή ακυρότητας εκ μέρους μετόχου λόγω έλλειψης σύγκλησης της γενικής συνέλευσης δεν είναι επιτρεπτή, εάν ο μέτοχος αυτός μεταγενέστερα δήλωσε προς την εταιρεία εγγράφως ή με δήλωση του στα πρακτικά, ότι η γενική συνέλευση συνεδρίασε νομίμως.
4. Η ακυρότητα μπορεί να προβληθεί από κάθε πρόσωπο, μέτοχο ή τρίτο, που έχει έννομο συμφέρον, εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την υποβολή του σχετικού πρακτικού στην αρμόδια αρχή ή, εάν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώριση της στο Μητρώο.
Σε περίπτωση που με τροποποίηση του καταστατικού ο σκοπός της εταιρείας καθίσταται παράνομος ή αντικείμενος στη δημόσια τάξη, καθώς και όταν από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου, η προβολή της ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία.
5. Η ακυρότητα μπορεί να ληφθεί υπ΄ όψιν και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, εντός της προθεσμίας της παραγράφου 4.
6. Η δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την ακυρότητα απόφασης της γενικής συνέλευσης υποβάλλεται στη δημοσιότητα του άρθρου 7β».
Περαιτέρω, στο άρθρο 1 του Ν. 3723/2008 με τίτλο «ενίσχυση της ρευστότητος της οικονομίας» (Α΄ 250) ορίζεται ότι:
1. Ανώνυμες τραπεζικές εταιρίες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, ανεξαρτήτως αν οι κινητές αξίες τους είναι εισηγμένες σε οργανωμένες αγορές ή όχι, δύνανται να αυξάνουν το μετοχικό τους κεφάλαιο με την έκδοση προνομιούχων μετοχών. Η αύξηση αυτή γίνεται κατά παρέκκλιση των καταστατικών τους διατάξεων, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων που λαμβάνεται κατά τα προβλεπόμενα στην επόμενη παράγραφο, το αργότερο έως την 1.2.2009. Η απόφαση αυτή δεν ανακαλείται. Ως τιμή διάθεσης των ως άνω μετοχών ορίζεται η ονομαστική αξία των κοινών μετοχών της τελευταίας έκδοσης. Οι μετοχές αναλαμβάνονται μέχρι 31.12.2009 από το Ελληνικό Δημόσιο με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια περί του ποσού που διατίθεται ανά τράπεζα για την ανάληψη των μετοχών του παρόντος άρθρου, εντός του συνολικώς διατιθέμενου από το Ελληνικό Δημόσιο ανωτάτου ποσού των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι ως άνω προνομιούχες μετοχές εξαγοράζονται από την τράπεζα υποχρεωτικά, στην τιμή διάθεσης, μετά πάροδο πέντε ετών ή και προαιρετικά σε προγενέστερο χρόνο και πάντως μετά την 1.7.2009, με έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, οι προνομιούχες μετοχές που εκδίδονται σύμφωνα με τα ανωτέρω μετατρέπονται σε κοινές ή μετοχές άλλης υφιστάμενης κατά το χρόνο της μετατροπής κατηγορίας, εφόσον δεν είναι δυνατή η κατά τα ως άνω εξαγορά λόγω του ότι δεν πληρούται ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας που θέτει η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι μετοχές εκδίδονται με δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση των προνομιούχων μετόχων και παρέχουν τα προνόμια της παραγράφου 3 του παρόντος. Οι μετοχές αυτές δεν μεταβιβάζονται από το Ελληνικό Δημόσιο σε τρίτα πρόσωπα και δεν είναι δεκτικές εισαγωγής σε οργανωμένη αγορά.
2. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της παραγράφου 1, με την οποία προβλέπεται και η κατάργηση του δικαιώματος προτιμήσεως, λαμβάνεται με την απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1 του κ.ν. 2190/1920, όπως ισχύει. Διατάξεις νόμων ή των καταστατικών των εταιρειών της παραγράφου 1 που θέτουν περιορισμούς ως προς τη σχέση των προνομιούχων μετοχών προς κοινές μετοχές δεν ισχύουν. Για τους σκοπούς του παρόντος η προθεσμία για τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης και των επαναληπτικών αυτής, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον κ.ν. 2190/1920.
3. Οι προνομιούχες μετοχές του παρόντος άρθρου παρέχουν δικαίωμα σταθερής απόδοσης 10% επί του εισφερόμενου κεφαλαίου και σε κάθε περίπτωση έχουν τις εν γένει ιδιότητες βάσει των οποίων γίνονται δεκτές ως κύρια στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3601/2007 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενων αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι προνομιούχες μετοχές του παρόντος άρθρου παρέχουν στο Ελληνικό Δημόσιο το δικαίωμα συμμετοχής στο Διοικητικό Συμβούλιο, μέσω εκπροσώπου του, που δύναται να ορίζεται ως πρόσθετο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο εκπρόσωπος αυτός έχει το δικαίωμα αρνησικυρίας στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικής με τη διανομή μερισμάτων και την πολιτική παροχών προς τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και τους γενικούς διευθυντές και τους αναπληρωτές τους, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ή εφόσον κρίνει ότι η απόφαση αυτή δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των καταθετών ή να επηρεάσει ουσιωδώς τη φερεγγυότητα και την εύρυθμη λειτουργία της Τράπεζας.

6. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη και του άρθρου 47 του Π.Δ. 18/1989 (Α'8) συνάγεται ότι μέτοχοι ανώνυμης εταιρείας που εκπροσωπούν ποσοστό εταιρικού κεφαλαίου κατώτερο του 1/20 ή των 2/100 του κεφαλαίου νομιμοποιούνται να ασκήσουν αίτηση ακυρώσεως κατά της πράξεως με την οποία εγκρίνεται τροποποίηση του καταστατικού ανώνυμης εταιρείας μόνον εφόσον επικαλεσθούν και αποδείξουν στη συγκεκριμένη περίπτωση ειδικό έννομο συμφέρον. Μόνη η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου που γίνεται με την τροποποίηση του καταστατικού δεν επιφέρει αλλοίωση της δυναμικής θέσεως του μετόχου στην εταιρεία και, επομένως, δεν προξενεί βλάβη στα έννομα συμφέροντά του εκτός αν ο μέτοχος επικαλείται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ικανά να θεμελιώσουν τέτοια ζημιά.

7. Επειδή, στη προκειμένη περίπτωση ο αιτών που κατείχε κατά τον κρίσιμο χρόνο 251 κοινές ονομαστικές μετοχές που αντιπροσωπεύουν το 0,0001 % του μετοχικού κεφαλαίου και παρέστη αυτοπροσώπως κατά τη Γενική Συνέλευση της 23-1-2009, όπου και ελήφθη η απόφαση για την επίμαχη αύξηση δεν επικαλείται, πέραν της αλλοιώσεως της θέσεως του ως μετόχου (όχι σημαντικής κατά τ’ άνω) και κάποια περαιτέρω συγκεκριμένη ειδική ζημιά που υφίσταται, όπως π.χ. την μείωση της αξίας της μετοχής (πρβλ 3886/09 επταμ). Εξ’ άλλου η κατά τα ανωτέρω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, γενόμενη και προς το σκοπό της ενισχύσεως της θέσεως της τράπεζας στην αγορά και της προστασίας της από τις συνέπειες της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσεως, επάγεται μάλλον ωφέλεια και όχι ζημία, στην εταιρεία και στους μετόχους, ενώ και η πρόβλεψη περί δικαιώματος προτιμήσεως υπέρ του Δημοσίου φέρει προσωρινό χαρακτήρα, εφόσον στο άρθρο 1 του νόμου 3723/2008 προβλέπεται η υποχρεωτική εξαγορά τω μετοχών αυτών από την οικεία τράπεζα μετά πάροδο πέντε ετών. Συνεπώς, θα πρέπει κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί. Αν και κατά τη γνώμη των Συμβούλων Η.Τσακόπουλου, Κ. Κουσούλη και του Παρέδρου Η.Μάζου ο αιτών επικαλούμενος ότι από την προσβαλλόμενη πράξη επέρχεται βλάβη στα συμφέροντά του ως μετόχου εταιρείας ..................... ως εκ της μειώσεως του ποσοστού του ως παλαιού μετόχου επί του μετοχικού κεφαλαίου, της μη τηρήσεως του δικαιώματος προτιμήσεως υπέρ των παλαιών μετόχων και της καταβολής του τιμήματος εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου όχι με μετρητά, αλλά με κρατικά ομόλογα, έχει ειδικό έννομο συμφέρον για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως.

Δια ταύτα

Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση
Δέχεται την παρέμβαση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Επιβάλλει στον αιτούντα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ και της παρεμβαίνουσας τράπεζας που ανέρχεται σε εξακόσια σαράντα ευρώ (640) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 24 Φεβρουαρίου 2011.

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 20ης Σεπτεμβρίου 2011.
Ο Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος Η Γραμματέας Σωτ. Ρίζος Αικ. Ρίπη
Ο Πρόεδρος του Δ` Τμήματος Η Γραμματέας του Δ` Τμήματος Σωτ. Ρίζος Μ. Παπαδοπούλου

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.
Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.