Άρειος πάγος 659 - 2011 - Ποινική ευθύνη Νόμιμου εκπροσώπου Α.Ε. για μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο.

ΘΕΜΑ: Ποινική ευθύνη Νόμιμου εκπροσώπου Α.Ε. για μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο

Επειδή η πτώχευση του οφειλέτη (Εταιρία) ασκεί έννομη επιρροή επί της ποινικής ευθύνης του υπόχρεου (νόμιμος εκπρόσωπος Α.Ε.)  υπό την προϋπόθεση ότι η κήρυξη της πτωχεύσεως έλαβε χώρα πριν από την βεβαίωση του χρέους ή το ληξιπρόθεσμο αυτού, ενόψει του ότι το μεν κατά το άρθρο 2 του Α.Ν. 635/1937, ο πτωχεύσας στερείται αυτοδικαίως της διοικήσεως της πτωχευτικής περιουσίας και είναι άκυρη ως προς την ομάδα των πιστωτών κάθε δικαιοπραξία αυτού που αφορά την πτωχευτική περιουσία.

Α.Π.659/2011

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χαράλαμπο Δημάδη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως το αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως και σύμφωνα με τη με αριθμό 21/27.1.2011 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή, Ιωάννη Παπαδόπουλο, σύμφωνα με τη με αριθμό 197/28.12.2010 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, για τη συμπλήρωση της συνθέσεως και Αθανάσιο Γεωργόπουλο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..............κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του......................, για αναίρεση της με αριθμό 25949/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 24 Μαρτίου 2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1336/2010.

Αφού άκουσε την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

ΕΠΕΙΔΗ, η πτώχευση του οφειλέτη ασκεί έννομη επιρροή επί της ποινικής ευθύνης του υπόχρεου υπό την προϋπόθεση ότι η κήρυξη της πτωχεύσεως έλαβε χώρα πριν από την βεβαίωση του χρέους ή το ληξιπρόθεσμο αυτού, ενόψει του ότι το μεν, κατ΄ άρθρο 2 του Α.Ν. 635/1937, ο πτωχεύσας στερείται αυτοδικαίως της διοικήσεως της πτωχευτικής περιουσίας και είναι άκυρη ως προς την ομάδα των πιστωτών κάθε δικαιοπραξία αυτού που αφορά την πτωχευτική περιουσία, το δε, κατ΄ άρθρο 679 του Εμπορικού Νόμου, καθιερώνεται ποινική ευθύνη του πτωχεύσαντος από την πληρωμή των πιστωτών του μετά την παύση των πληρωμών. Εξάλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ1 του ίδιου Κώδικα λόγον αναιρέσεως, όταν σε αυτήν περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ποινική διάταξη.

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, με συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού, που παραδεκτώς συμπληρώνουν την αιτιολογία της, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που την εξέδωσε, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία που λεπτομερώς κατ` είδος αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε τα την πράξη που του αποδίδεται με το κατηγορητήριο και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτής. Ειδικότερα δέχθηκε τα ακόλουθα: απεδείχθησαν τα ακόλουθα περιστατικά: "Η πτώχευση του οφειλέτη ασκεί έννομη επιρροή επί της ποινικής ευθύνης του υπόχρεου, υπό την προϋπόθεση ότι η κήρυξη της πτωχεύσεως έλαβε χώρα πριν από τη βεβαίωση του χρέους ή το ληξιπρόθεσμο αυτού, ενόψει του ότι το μεν κατ` άρθρο 2 του Α.Ν. 635/1937, ο πτωχεύσας στερείται αυτοδικαίως της διοικήσεως της πτωχευτικής περιουσίας και είναι άκυρη ως προς την ομάδα των πιστωτών κάθε δικαιοπραξία αυτού, που αφορά την πτωχευτική περιουσία, το δε κατ` άρθρο 679 αρ. 4 του Εμπ.Ν., καθιερώνεται ποινική ευθύνη του πτωχού, στην περίπτωση πληρωμής των πιστωτών του, μετά την ημέρα παύσης των πληρωμών. Κατά την κρίση όμως του Δικαστηρίου, το ως άνω γεγονός της πτωχεύσεως δεν ασκεί έννομη επιρροή στους νομίμους εκπροσώπους των κεφαλαιουχικών εταιρειών (ΑΕ και ΕΠΕ κλπ), αφού ως προς αυτούς δεν υφίσταται η αυτόθροη συνέπεια της συμπτωχεύσεως, μαζί με το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, ως επί προσωπικών εταιρειών. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών - κατηγορούμενος στην Αθήνα, το χρονικό διάστημα από 1.3.2003 έως και 31.12.2004, με περισσότερες πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, τυγχάνων Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας ..........................., με έδρα την ........, όντας οφειλέτης του Δημοσίου και ενώ τα χρέη του κατέστησαν ληξιπρόθεσμα, κατά την ισχύ του Ν. 3220/2004, με πρόθεση καθυστέρησε την καταβολή χρεών προς το Δημόσιο, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών, το δε ληξιπρόθεσμο ποσό για την καταβολή της οφειλής, μαζί με τις κάθε είδους προσαυξήσεις υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ, αφορά δε διάφορα χρέη υπέρ του Δημοσίου, όπως ακριβώς αναφέρονται στο συνημμένο πίνακα χρεών της ΔΟΥ ΦΑΒΕ Αθηνών (αρ. ειδ. βιβλίου..................) και συνοδεύει ως αναπόσπαστο μέρος αυτής την από 5.4.2002 μηνυτήρια αναφορά του Προϊσταμένου της πιο πάνω ΔΟΥ, ηθελημένα δε δεν κατέβαλε το ποσό των 3.674.460,50 ευρώ που αφορά τα κατωτέρω αναλυτικά αναφερόμενα χρέη αυτού προς το Δημόσιο και συγκεκριμένα: .......................

Ο κατηγορούμενος εκκαλών, διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, υπέβαλε στο Δικαστήριο τον αυτοτελή ισχυρισμό ότι η ταμειακή βεβαίωση του επίδικου χρέους έγινε σε μεταγενέστερο της πτωχεύσεως χρόνο και συνεπώς ο εκκαλών πρέπει να κηρυχθεί αθώος. Όπως αποδεικνύεται, η ως άνω εταιρεία, της οποίας Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος και συνεπώς νόμιμος εκπρόσωπος ήταν τον επίδικο χρόνο ο εκκαλών κατηγορούμενος, δυνάμει της 579/2.5.2002 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης, με ημερομηνία παύσεως των πληρωμών την 19.6.2001.

Αποδεικνύεται ότι το σύνολο του οφειλόμενου στο Δημόσιο χρέους είναι προπτωχευτικό, όπως αναλυτικά προπεριγράφηκε στην παρούσα απόφαση.

Πλην όμως, από τον ίδιο πίνακα προκύπτει ότι η βεβαίωση του χρέους και το ληξιπρόθεσμο του χρέους είναι μεταγενέστερο της πτωχεύσεως.

Η ως άνω παραδοχή όμως δεν ασκεί έννομη επιρροή, σε σχέση με τον εκκαλούντα - κατηγορούμενο, ο οποίος δεν συμπτώχευσε με την ως άνω εταιρεία και του οποίου η υποχρέωση καταβολής του οφειλόμενου ποσού είναι ατομική και αυτοτελής σε βάρος της προσωπικής του περιουσίας, αφού η πτώχευση της ως άνω εταιρείας δεν συνεπάγεται ως αυτόθροη συνέπεια τη συμπτώχευση του νομίμου εκπροσώπου της, αφού ο εκκαλών νομίμως θα κατέβαλε το επίδικο χρέος, αφού αυτό καταλογίσθηκε ατομικά σε αυτόν, η δε απαγόρευση καταβολής εκ των άρθρων 2 Α.Ν. 635/1937 και 679 παρ. 4 Εμπ.Ν., από την κήρυξη της πτωχεύσεως και μετά, αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τον σύνδικο της πτωχεύσεως, που αυτός και μόνον εκπροσωπεί την εταιρεία.

Σε αντίθετη περίπτωση, ο νόμιμος εκπρόσωπος εταιρείας, ο οποίος επί σειρά ετών αποκέρδαινε σημαντικά από τη λειτουργία κεφαλαιουχικής εταιρείας, μετά την πτώχευση αυτής, θα εδύνατο να διατηρεί τα κέρδη αυτά, χωρίς να έχει υποχρέωση καταβολής των οφειλών αυτής προς το Δημόσιο από τους οφειλόμενους σε αυτό φόρους και ταυτόχρονα να επωφελείται και από τις έννομες συνέπειες της πτώχευσης αυτής, χωρίς όμως ο ίδιος να συμπτωχεύει με αυτήν, δηλαδή επί της ουσίας, χωρίς να έχει ουδεμία ευθύνη για τα προπτωχευτικά χρέη, που ο ίδιος εκ της διοικήσεως της εταιρείας δημιούργησε προς το Ελληνικό Δημόσιο.

Η μη συμπτώχευση συνεπώς εν προκειμένω του εκκαλούντος συνεπάγεται ότι αυτός είχε αυτοτελή υποχρέωση καταβολής των οφειλομένων εκ της ιδίας αυτού περιουσίας, ως προς την οποία η πτώχευση άμεσα δεν ασκεί έννομη επιρροή.

Το δικαστήριο όμως κρίνει ότι η ως άνω πτώχευση δημιούργησε ταμειακή δυσχέρεια καταβολής του συνόλου των οφειλομένων, αφού ο εκκαλών κατηγορούμενος απώλεσε ένα σημαντικό μέρος των εισοδημάτων του, ως εκ της πτωχεύσεως της ως άνω εταιρείας, της οποίας ήταν Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος, συνεπώς το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να του αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό εκ του άρθρου 84 παρ. 2β του Π.Κ., των μη ταπεινών αιτίων για τη μη καταβολή του επίδικου χρέους, ως εκ της οικονομικής του δυσχέρειας, η οποία προκύπτει και από τα προσκομισθέντα και αναγνωσθέντα στο Δικαστήριο έγγραφα.

Πρέπει συνεπώς απορριπτόμενου του ως άνω προβαλλομένου αυτοτελούς ισχυρισμού, να του αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό εκ του άρθρου 84 παρ. 2β Π.Κ.". Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο δεν διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφαση του την απαιτουμένη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ειδικότερα, το Δικαστήριο της ουσίας κήρυξε τον αναιρεσείοντα ένοχο, χωρίς να αιτιολογήσει ειδικώς και εμπεριστατωμένως τη συνδρομή του στοιχείου του δόλου στο πρόσωπο του, αφού ενώ, όπως το ίδιο το Δικαστήριο δέχθηκε, ότι αποδείχθηκε ότι η παραπάνω εταιρεία......................κηρύχθηκε σε κατάσταση πτωχεύσεως, και επομένως δεν ήταν δυνατόν ο αναιρεσείων να καταβάλει τα οφειλόμενα χρέη προς το Δημόσιο, δέχθηκε στη συνέχεια ότι η πτώχευση δεν ασκούσε έννομη επιρροή στην ποινική ευθύνη του αναιρεσείοντος και ότι εκείνος ήταν υπόχρεος στην καταβολή των χρεών, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας εσφαλμένα τις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα, άρθρου 25 παρ. 1γ, 2, 3 του Νόμου 1882/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 2523/1997, σε συνδυασμό με τις ως άνω διατάξεις του Α.Ν. 635/1997 και του Εμπορικού Νόμου. Επομένως είναι βάσιμος ο σχετικός, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, λόγος αναιρέσεως και πρέπει, κατά παραδοχή του, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, αφού είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Αναιρεί την 25949/2010 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που έχουν εκδώσει την αναιρούμενη απόφαση.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου 2011.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 12 Απριλίου 2011.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ