ΣτΕ 3167/2014 Τυχερά παιχνίδια - ΟΠΑΠ. Νόμιμη η μη χορήγηση σε επιχειρήσεις που εδρεύουν στην Ε.Ε. άδειας άσκησης σχετικής δραστηριότητας στην Ελλάδα.

ΣτΕ 3167/2014 Τυχερά παιχνίδια - ΟΠΑΠ. Νόμιμη η μη χορήγηση σε επιχειρήσεις που εδρεύουν στην Ε.Ε. άδειας άσκησης σχετικής δραστηριότητας στην Ελλάδα.

ΣτΕ  3167/2014

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Οκτωβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Πρόεδρος, Ν. Ρόζος, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Βηλαράς, Αικ. Σακελλαροπούλου, Δ. Σκαλτσούνης, Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα, Ευθ. Αντωνόπουλος, Γ. Τσιμέκας, Π. Καρλή, Φ. Ντζίμας, Μ. Σταματελάτου, Β. Αραβαντινός, Α. Καλογεροπούλου, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Δ. Μακρής, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Σ. Βιτάλη, Η. Μάζος, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου, Ε. Παπαδημητρίου, Σύμβουλοι, Χρ. Μπολόφη, Μ.-Ε. Παπαδημήτρη, Ε. Μουργιά, Πάρεδροι.

Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Κ. Πισπιρίγκος και Σ. Βιτάλη, καθώς και η Πάρεδρος Χρ. Μπολόφη μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.

Α. Για να δικάσει την από 25 Νοεμβρίου 2004 αίτηση :  της εταιρείας με την επωνυμία «....», που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Γεώργιο Δελλή (Α.Μ. 15582), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά των Υπουργών: 1) Οικονομίας και Οικονομικών και ήδη Οικονομικών και 2) Πολιτισμού και ήδη Πολιτισμού και Αθλητισμού, οι οποίοι παρέστησαν με τον Αλέξανδρο Ροϊλό, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,

και κατά των παρεμβαινουσών: 1) ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π.), που εδρεύει στο Περιστέρι Αττικής (Λ. Κηφισού 62), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Χαράλαμπο Χρυσανθάκη (Α.Μ. 11855), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 2) δευτεροβάθμιας επαγγελματικής οργάνωσης με την επωνυμία «Πανελλήνια Ομοσπονδία Επαγγελματιών Πρακτόρων Παιχνιδιών Πρόγνωσης Ο.Π.Α.Π.» (Π.Ο.Ε.Π.Π.Π.), που εδρεύει στην Αθήνα (Μάρνη 56), η οποία με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του δικηγόρου Γεωργίου Γεραπετρίτη (Α.Μ. 2136 Δ.Σ. Πειραιώς), παραιτείται από το δικόγραφο της παρεμβάσεως, δυνάμει ειδικού πληρεξουσίου.

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η παράλειψη, άλλως η σιωπηρή άρνηση του Ελληνικού Δημοσίου, να ικανοποιήσει την από 30.6.2004 αίτησή της σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος στην Ελλάδα, 2) η παράλειψη, άλλως η σιωπηρή άρνηση του Ελληνικού Δημοσίου να της χορηγήσει διοικητική άδεια για τη διεξαγωγή, διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης επί αθλητικών ή μη γεγονότων, μέσω δικτύου πρακτόρων της στην Ελλάδα και μέσω Διαδικτύου ή να της παραχωρήσει μη αποκλειστικό δικαίωμα για την παροχή των ως άνω υπηρεσιών, άλλως να εγκρίνει την ανάθεση της εν λόγω υπηρεσίας δια της συνάψεως δημόσιας σύμβασης με το ως άνω αντικείμενο, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 27§2 του ν. 2843/2000 και 2§1 του ν. 2433/1996, όπως αυτές ερμηνεύονται υπό το φως του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Β. Για να δικάσει την από 18 Ιουλίου 2007 αίτηση:

των: 1) εταιρείας με την επωνυμία «... και 2) εταιρείας με την επωνυμία «...», που εδρεύουν στο Ηνωμένο Βασίλειο (..., ..., ...), οι οποίες δεν παρέστησαν, κατά των Υπουργών: 1) Πολιτισμού και ήδη Πολιτισμού και Αθλητισμού και 2) Οικονομίας και Οικονομικών και ήδη Οικονομικών, οι οποίοι παρέστησαν με τον Αλέξανδρο Ροϊλό, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,

και κατά των παρεμβαινουσών: 1) ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π.), που εδρεύει στο Περιστέρι Αττικής (Λ. Κηφισού 62), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Γεώργιο Γεραπετρίτη (Α.Μ. 2136 Δ.Σ. Πειραιώς), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 2) δευτεροβάθμιας επαγγελματικής οργάνωσης με την επωνυμία «Πανελλήνια Ομοσπονδία Επαγγελματιών Πρακτόρων Παιχνιδιών Πρόγνωσης Ο.Π.Α.Π.» (Π.Ο.Ε.Π.Π.Π.), που εδρεύει στην Αθήνα (Μάρνη 56), η οποία με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του ίδιου ως άνω δικηγόρου Γεωργίου Γεραπετρίτη, παραιτείται από το δικόγραφο της παρεμβάσεως, δυνάμει ειδικού πληρεξουσίου.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες επιδιώκουν να ακυρωθεί η σιωπηρή απόρριψη της από 11 Απριλίου 2007 αίτησής τους και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Μ. Βηλαρά.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε:

Α. τον πληρεξούσιο της αιτούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας εταιρείας και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, που ζήτησαν την απόρριψή της.

Β. τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας εταιρείας και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, που ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο

1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του Ν. 3719/2008, Α΄ 241 (βλ. Πρακτικό της Ολομέλειας σε συμβούλιο 259/2013), της Συμβούλου Μαρίας Σταματελάτου, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε τις ανωτέρω υποθέσεις, λαμβάνει μέρος αντ’ αυτής στη διάσκεψη, ως τακτικό μέλος, ο Σύμβουλος Κωνσταντίνος Πισπιρίγκος, αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως.

2. Επειδή, για την άσκηση των υπό κρίση αιτήσεων έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά έντυπα παραβόλου 766416 και 959293/2004 για την πρώτη αίτηση και 2906555 και 3865630/2007 για τη δεύτερη.

3. Επειδή, οι υποθέσεις εισάγονται εκ νέου στην Ολομέλεια, μετά την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), της 24.1.2013 [συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-186/11, ... κ.λπ. και C-209/11, Sportingbet plc κατά των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού], με την οποία το εν λόγω Δικαστήριο απήντησε επί των προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία είχαν διατυπωθεί σε σχέση με τις υπό κρίση υποθέσεις, με την 231/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

4. Επειδή, η αιτούσα στην πρώτη αίτηση ακυρώσεως υπέβαλε, στις 30.6.2004, αίτηση προς τους υπουργούς Πολιτισμού και Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και τον Υφυπουργό Πολιτισμού αρμόδιο για θέματα πολιτισμού, στην οποία ανέφερε (α) ότι είναι θυγατρική της εταιρείας “.....” (που είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο του Λονδίνου), (β) ότι διαθέτει άδεια παρόχου υπηρεσιών στοιχημάτων (bookmaker) δυνάμει του σχετικού αγγλικού νόμου, (γ) ότι προτίθεται να αναπτύξει δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης στην Ελλάδα με δικό της δίκτυο πρακτόρων, αντίστοιχο με εκείνο του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου (Ο.Π.Α.Π.) προκειμένου να παρέχει στους πελάτες της, μέσω των πρακτόρων της και μέσω διαδικτύου, σχετικές υπηρεσίες επί εθνικών ή διεθνών γεγονότων ή αγώνων αθλητικού ή μη χαρακτήρα και (δ) ότι προτίθεται να λειτουργεί ως πράκτορας για την συλλογή, αποδοχή, πιστοποίηση, μετάδοση και εξόφληση στοιχημάτων και κερδών και να επιχειρεί κάθε συναλλαγή σχετική με την πρακτόρευση και την είσπραξη προμήθειας. Για τον λόγο αυτό η αιτούσα ζήτησε, με την ίδια αίτηση, να της επιτραπεί από τις ελληνικές αρχές η άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας ή να αναγνωρισθεί η νομιμότητα της έναρξης της δραστηριότητας αυτής ή να συναφθεί σχετική σύμβαση με το ελληνικό δημόσιο, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 27 του Ν. 2843/2000 ή να της χορηγηθεί το δικαίωμα αυτό με όποιο τρόπο κρίνει δόκιμο η Διοίκηση. Στην ανωτέρω αίτηση η αιτούσα ανέφερε ότι η ελληνική νομοθεσία που διέπει τη δραστηριότητα αυτή στοιχημάτων και η οποία απονέμει αποκλειστικό δικαίωμα στον Ο.Π.Α.Π. προσκρούει, ιδίως, στις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ήδη άρθρα 49 και 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης - ΣΛΕΕ), που κατοχυρώνουν την ελευθερία εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, όπως οι διατάξεις αυτές έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) (ήδη Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ΔΕΕ) στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών και ότι, συνεπώς, η Διοίκηση οφείλει, ερμηνεύοντας τις εσωτερικές διατάξεις υπό το φως των διατάξεων αυτών της ως άνω Συνθήκης, να ικανοποιήσει την αίτησή της παρά το μονοπωλιακό καθεστώς του Ο.Π.Α.Π. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε από τη Διοίκηση σιωπηρώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου. Κατά της σιωπηρής αυτής απορρίψεως ασκήθηκε η πρώτη αίτηση ακυρώσεως (κατάθεση στις 25.11.2004). Παρόμοια αίτηση προς τις ίδιες αρχές υπέβαλαν, στις 12.4.2007, οι αιτούσες στη δεύτερη αίτηση ακυρώσεως. Στην αίτηση αυτή προς τη Διοίκηση οι εν λόγω αιτούσες ανέφεραν, μεταξύ άλλων, ότι η πρώτη εξ αυτών διαθέτει άδεια παρόχου υπηρεσιών στοιχημάτων δυνάμει του σχετικού αγγλικού νόμου και ότι το σύνολο του μετοχικού της κεφαλαίου ανήκει στη δεύτερη εξ αυτών, η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των στοιχημάτων μέσω των θυγατρικών της εταιρειών και είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο του Λονδίνου. Και η αίτηση αυτή απορρίφθηκε από τη Διοίκηση σιωπηρώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου. Κατά της σιωπηρής αυτής απορρίψεως ασκήθηκε η δεύτερη αίτηση ακυρώσεως (κατάθεση στις 19.7.2007). Οι αιτήσεις αυτές είναι, ως εκ του αντικειμένου τους, συναφείς και, συνεπώς, συνεκδικαστέες.

5. Επειδή, με πρόδηλο έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς, παρεμβαίνει, και στις δύο υποθέσεις, η εταιρεία «Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.». 6. Επειδή, στο Ν.Δ. 3769/1957 (Α’ 202) ορίζεται, στο άρθρο 1, ότι «Επί σκοπώ προαγωγής, ενισχύσεως και συντονισμού του Εξωσχολικού Αθλητισμού, συνιστάται ... ιδία Δημοσία Υπηρεσία υπό τον τίτλον «Γενική Γραμματεία Εξωσχολικού Αθλητισμού» ...» (μετονομασθείσα, με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 3865/1958, Α’ 178, σε «Γενική Γραμματεία Αθλητισμού») και, στο άρθρο 12 παρ. 1, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν.Δ. 3865/1958, ότι «Πόροι προς εκπλήρωσιν της αποστολής της Γενικής Γραμματείας Εξωσχολικού Αθλητισμού ορίζονται: α) ... στ) Το εκ της λειτουργίας δελτίου προγνωστικών επί των ποδοσφαιρικών αγώνων προκύπτον έσοδον. Β. Διάταγμα ... θέλει ορίσει τον τρόπον οργανώσεως και λειτουργίας του δελτίου τούτου. Αι ειδικώτεραι λεπτομέρειαι λειτουργίας του δελτίου προγνωστικών ως και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των πρακτόρων διαθέσεως τούτου, ρυθμίζονται διά κανονισμών συντασσομένων υπό του Γενικού Γραμματέως Αθλητισμού και εγκρινομένων δι’ αποφάσεων του Προέδρου της Κυβερνήσεως, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι κανονισμοί ούτοι τροποποιούνται κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον». Στο άρθρο 1 του από 20/29.12.1958 β. δ/τος (Α’ 228), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του ανωτέρω άρθρου 12 παρ. 1, περίπτ. στ’, του Ν.Δ. 3769/1957, ορίζεται ότι «1. Συνιστάται νομικόν πρόσωπον ιδιωτικού δικαίου υπό την επωνυμίαν «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου» (Ο.Π.Α.Π.), έδραν έχον τας Αθήνας. 2. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει την οργάνωσιν και λειτουργίαν του δελτίου προγνωστικών επί των ποδοσφαιρικών αγώνων. 3. ...» και, στο άρθρο 6, ότι «1. Ο Οργανισμός θέλει παρακρατεί εκ των ακαθαρίστων εισπράξεων αυτού τα εξής ποσοστά: α) 45 % ως κέρδος υπέρ των συμμετεχόντων εις το δελτίον προγνωστικών. β) ... 2. Ο Οργανισμός θέλει ομοίως παρακρατεί εκ των ακαθαρίστων εισπράξεών του άπαντα ανεξαιρέτως τα έξοδα διοικήσεως και λειτουργίας του ... 3. Το απομένον υπόλοιπον ποσόν ... εισαγόμενον εις τον προϋπολογισμόν του Κράτους, αποτελεί έσοδον της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού. 4. ...». Στο Ν. 2414/1996 (Α' 135) ορίσθηκε, στο άρθρο 1 παρ. 1, ότι «Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται οι κάτωθι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί, που ονομάζονται και για τους σκοπούς του παρόντος νόμου δημόσιες επιχειρήσεις: ... ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ (Ο.Π.Α.Π.) ...» και, στο άρθρο 2, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 παρ. 1 του Ν. 2733/1999 (Α’ 155), ότι «1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και του Υπουργού που εποπτεύει τη δημόσια επιχείρηση ... δύνανται να μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρείες οι δημόσιες επιχειρήσεις που δεν έχουν τη μορφή αυτή και να καταρτίζονται τα καταστατικά τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του κ.ν. 2190/1920. Με κοινές αποφάσεις των ίδιων Υπουργών προσαρμόζονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου τα καταστατικά των δημοσίων επιχειρήσεων που έχουν ήδη τη μορφή ανώνυμης εταιρείας. ... 3. Με τα προεδρικά διατάγματα και τις κοινές υπουργικές αποφάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, ορίζεται ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις λειτουργούν με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, χωρίς να μεταβάλλεται ο χαρακτήρας τους ως εταιριών που ασκούν δραστηριότητα κοινής ωφέλειας». Στο Ν. 2433/1996 (Α’ 180) ορίζεται, στο άρθρο 2, ότι «1. Με προεδρικό διάταγμα ... επιτρέπεται η έκδοση δελτίου στοιχημάτων «προκαθορισμένης ή μη απόδοσης» στα πάσης φύσεως ατομικά ή ομαδικά παιχνίδια, όπως και σε γεγονότα, η φύση των οποίων προσφέρεται για διεξαγωγή στοιχήματος. ... Διαχειριστής του σχετικού δελτίου ορίζεται ο Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου. ... 2. Όποιος χωρίς δικαίωμα διεξάγει ... στοίχημα ... τιμωρείται με ποινή φυλάκισης ...» και, στο άρθρο 3, ότι «1. Η ετήσια δαπάνη διαφήμισης των παιχνιδιών ... που διοργανώνει ο Ο.Π.Α.Π. ή όσων πρόκειται να διοργανώσει στο μέλλον, επιμερίζεται αναλογικά μεταξύ του Ο.Π.Α.Π. και των άλλων φορέων που συμμετέχουν στα δικαιώματα από κάθε παιχνίδι του Ο.Π.Α.Π. ... 2. ... 5. Ο Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου (Ο.Π.Α.Π.) μπορεί να χρησιμοποιεί έως και 10% των χώρων των εθνικών, δημοτικών και κοινοτικών σταδίων και γυμναστηρίων, που είναι προορισμένοι για διαφήμιση, προκειμένου να αναρτά πινακίδες για τη διαφήμιση των προϊόντων του, χωρίς υποχρέωση καταβολής αμοιβής. ...». Στη σχετική εισηγητική έκθεση, αναγράφονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «... Προτείνεται η καθιέρωση του παιχνιδιού «στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης», που είναι σήμερα επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε και επιβάλλεται τόσο από την ανάγκη αύξησης των εσόδων για τον αθλητισμό, όσο, κυρίως και της πάταξης των παράνομων στοιχημάτων, που έχουν λάβει τη μορφή επιδημίας τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. ... Κρίνεται ακόμη αναγκαίο να καθιερωθεί δελτίο για όλες τις μορφές παιχνιδιών ... έτσι ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματική η πάταξη των παράνομων παιχνιδιών στη χώρα μας, τα οποία, εκτός όλων των άλλων, έχουν σαν άμεση συνέπεια την εξαγωγή συναλλάγματος, αφού οι εταιρείες που διεξάγουν σήμερα παράνομα παιχνίδια στην Ελλάδα συνεργάζονται με ξένες εταιρείες και δέχονται και τέτοια στοιχήματα για λογαριασμό τους. Η διεξαγωγή από τον Ο.Π.Α.Π. των παιχνιδιών .. – .. – .. με απόλυτη επιτυχία και με τεράστια έσοδα για τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, το Υπουργείο Πολιτισμού και το Υπουργείο Οικονομικών (Δημόσιο), είναι η καλύτερη εγγύηση για την επιτυχία και του προτεινόμενου νέου παιχνιδιού των στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης ... Προτείνεται ο επιμερισμός της διαφημιστικής δαπάνης των παιχνιδιών του Ο.Π.Α.Π. μεταξύ των φορέων του Δημοσίου που λαμβάνουν και τα μεγαλύτερα ποσοστά ... Η ρύθμιση αυτή κρίνεται αναγκαία, αφού ο Ο.Π.Α.Π. δαπανά κάθε χρόνο τεράστια ποσά για τη διαφήμιση των παιχνιδιών του, προκειμένου να αντιμετωπίσει με επιτυχία ανταγωνιστικά παιχνίδια και να ανεβάσει συνολικά τις πωλήσεις του. ... Προτείνεται η απαλλαγή του Ο.Π.Α.Π. από το φόρο τηλεόρασης, προκειμένου να έχει τη δυνατότητα της διαφημιστικής προβολής των παιχνιδιών του από την τηλεόραση και έτσι να αυξήσει τις πωλήσεις του, προς όφελος του Ελληνικού Δημοσίου. ... Προτείνεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης εκ μέρους του Ο.Π.Α.Π. χώρων που είναι προορισμένοι για διαφήμιση στα εθνικά, δημοτικά και κοινοτικά γυμναστήρια, χωρίς καμία αμοιβή, αφού στην πράξη η λειτουργία των σταδίων αυτών επιτυγχάνεται από τις εισπράξεις των παιχνιδιών του Ο.Π.Α.Π. ...». Με βάση την ανωτέρω εξουσιοδότηση του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 2433/1996, εκδόθηκε το π.δ. 250/1997 (Α’ 181), με το οποίο ρυθμίσθηκαν τα σχετικά με τη διαχείριση, οργάνωση, λειτουργία και διάθεση των εσόδων του δελτίου στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης και ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η συμμετοχή στα πάσης φύσεως στοιχήματα προκαθορισμένης ή μη απόδοσης που διαχειρίζεται ο Ο.Π.Α.Π. είναι ελεύθερη στον καθένα, υπό τον όρο καταβολής αντιτίμου (άρθρο 3) και ότι τα έσοδα από τα στοιχήματα προκαθορισμένης απόδοσης, μετά την αφαίρεση των κερδών των παικτών και ορισμένων άλλων κονδυλίων, κατανέμονται κατά 70% στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και κατά 30% στο Υπουργείο Πολιτισμού (άρθρο 8). Με βάση το ανωτέρω άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 2414/1996 εκδόθηκε, εξ άλλου, το π.δ. 228/1999 (Α’ 193), στο οποίο ορίζεται, στο άρθρο 1, ότι «Συνιστάται ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» και σε συντομογραφία και διακριτικό τίτλο «Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.» … Η εταιρεία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, διεπόμενη από τις διατάξεις του Ν. 2414/1996 ... και του Κ.Ν. 2190/1920 …», στο άρθρο 2, ότι «1. Σκοπός της εταιρείας είναι: α) Η οργάνωση, η λειτουργία και η διεξαγωγή από την εταιρεία ή σε συνεργασία με τρίτους των παιχνιδιών ... … καθώς και κάθε άλλου τυχερού παιχνιδιού που στο μέλλον ήθελε αποφασίσει το Δ.Σ. σε ολόκληρη τη χώρα και εκτός αυτής για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου ... β) Η διαχείριση των ανωτέρω παιχνιδιών, αλλά και όσων πρόκειται να διεξαχθούν στο μέλλον, ασκείται κατ’ αποκλειστικότητα από την εταιρεία Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου … 2. Για την επίτευξη των σκοπών της ασκούνται από την ΟΠΑΠ Α.Ε. και οι ακόλουθες δραστηριότητες. α) … δ) Η σύσταση σε όλη τη χώρα πρακτορείων που πρακτορεύονται εν γένει παιχνίδια της εταιρείας κατ’ αποκλειστικότητα και η χορήγηση αδειών λειτουργίας πρακτορείων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για ένα ή περισσότερα από τα παιχνίδια της, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που κάθε φορά θέτει το Δ.Σ. της εταιρείας. ε) ...», στο άρθρο 5 παρ. 1, ότι «Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας ΟΠΑΠ ΑΕ ανέρχεται σε ... δραχμές. Το μετοχικό κεφάλαιο διαιρείται σε ... ονομαστικές και αδιαίρετες μετοχές ... οι οποίες θα εκδοθούν στο όνομα του Ελληνικού Δημοσίου» και, στο άρθρο 34, ότι «1. Κατόπιν μετατροπής του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου σε Ανώνυμη Εταιρεία, η με το παρόν ιδρυόμενη εταιρεία υπεισέρχεται, ως οιονεί καθολικός διάδοχος, στη θέση του μέχρι σήμερα υφιστάμενου Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου. 2. Από τη δημοσίευση του παρόντος η ιδρυόμενη με αυτό ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» υπεισέρχεται αυτοδικαίως στο σύνολο των δικαιωμάτων, υποχρεώσεων, και λοιπών εννόμων σχέσεων του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου. 3. ...». Το άρθρο 27 του Ν. 2843/2000 (Α’ 219), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 41 παρ. 2 του Ν. 2912/2001 (Α’ 94) και ίσχυε προ της τροποποιήσεώς του με το άρθρο 14 του Ν. 3336/2005 (Α’ 96), όριζε ότι «1. Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μέσω του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών ποσοστό έως σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε. (Ο.Π.Α.Π.). 2. α. Με σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιο για θέματα αθλητισμού ... και του Ο.Π.Α.Π., παραχωρείται για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών το αποκλειστικό δικαίωμα της διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας από τον Ο.Π.Α.Π. των παιγνιδιών που διεξάγονται σήμερα από αυτόν, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και των παιγνιδιών «... ..», «..» ... β. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Π.Α.Π. που εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, εκδίδεται Κανονισμός Διεξαγωγής για κάθε παιχνίδι του Ο.Π.Α.Π., με τον οποίο ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το αντικείμενο των παιγνιδιών, την εν γένει οργάνωση και λειτουργία τους, τους οικονομικούς όρους διεξαγωγής των παιγνιδιών και, ιδίως, τα ποσοστά που αποδίδονται ως κέρδος στους παίκτες, τα ποσοστά κερδών κατά κατηγορία νικητών, την τιμή της στήλης και τα ποσοστά προμήθειας των πρακτόρων ... γ. Στη σύμβαση της παραγράφου 2α ορίζονται οι όροι άσκησης από τον Ο.Π.Α.Π. και της τυχόν ανανέωσης του δικαιώματος που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, το αντάλλαγμα για την παραχώρηση του δικαιώματος αυτού, ο τρόπος καταβολής του, οι ειδικότερες υποχρεώσεις του Ο.Π.Α.Π. και, ιδιαίτερα, οι σχετικές με τις αρχές της διαφάνειας των ακολουθούμενων διαδικασιών διεξαγωγής των παιγνιδιών και της προστασίας της κοινωνικής τάξεως και των παικτών ... 3. ... 4. Από 1.1.2001 παύει η καταβολή κάθε επιχορήγησης, άμεσης ή έμμεσης, του Ο.Π.Α.Π. προς οποιονδήποτε φορέα δημόσιο ή ιδιωτικό πλην της προβλεπόμενης ... υπέρ του Ενιαίου Συνδέσμου Ανωνύμων Ποδοσφαιρικών Εταιρειών … και των Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών…. Το ποσό του μερίσματος που δικαιούται το Ελληνικό Δημόσιο από τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Π.Α.Π. κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό ... Τα ποσά αυτά θα διατίθενται για την ενίσχυση αθλητικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων. ... 5. α. Η παρακολούθηση της τήρησης της διαδικασίας διεξαγωγής όλων των παιγνιδιών που διεξάγονται από τον Ο.Π.Α.Π., η ανακήρυξη των νικητών για κάθε παιγνίδι και η εκδίκαση των ενστάσεων των παικτών ανατίθενται στην Επιτροπή της επόμενης υποπαραγράφου. ... β. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αθλητισμού ... συγκροτείται Επιτροπή Ελέγχου, Ανακήρυξης Νικητών και Εκδίκασης Ενστάσεων ... Ως μέλη της Επιτροπής ορίζονται κρατικοί λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι. ... 6. α. ... β. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 2733/1999 ... εφαρμόζεται στον Ο.Π.Α.Π. από της εισαγωγής του στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ανεξαρτήτως του μετοχικού του κεφαλαίου που διατίθεται σε επενδυτές. γ. ... 9.α. Σε περίπτωση που επιτραπεί από το νόμο η διεξαγωγή οποιουδήποτε νέου παιγνιδιού, εκτός από τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2α, συγκροτείται ... ειδική Επιτροπή, με έργο τη διαμόρφωση των όρων και προϋποθέσεων και του καθορισμού του ανταλλάγματος για την παραχώρηση διεξαγωγής του παιγνιδιού στον Ο.Π.Α.Π. ... Εάν ο Ο.Π.Α.Π. αρνηθεί να αναλάβει τη διεξαγωγή του παιγνιδιού ... το Δημόσιο μπορεί να αναλάβει το ίδιο τη διεξαγωγή του. Εάν η διεξαγωγή του συγκεκριμένου παιγνιδιού επιτραπεί να ανατεθεί σε τρίτο, το αντάλλαγμα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από αυτό που προτάθηκε στον Ο.Π.Α.Π. Ειδικά για κάθε μελλοντικό παιγνίδι που αφορά αθλητικά γεγονότα, η διεξαγωγή τους μπορεί να γίνει αποκλειστικά και μόνο από τον Ο.Π.Α.Π. β. ...». Στη διάταξη, εξάλλου, του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν. 2733/1999, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 27, παρ. 6, περ. β’, του Ν. 2843/2000, ορίζεται ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις, μετοχές των οποίων, αντιπροσωπεύουσες ποσοστό από είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) έως και σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) του μετοχικού τους κεφαλαίου, διατίθενται σε επενδυτές, δεν υπάγονται στις διατάξεις του Ν. 2414/1996, με εξαίρεση τα άρθρα 9 και 10. Δυνάμει του αυτού άρθρου 27 του Ν. 2843/2000 υπεγράφη η από 15.12.2000 σύμβαση του Ελληνικού Δημοσίου με τον Ο.Π.Α.Π, με την οποία του παραχωρήθηκε, έναντι καταβολής ανταλλάγματος, το αποκλειστικό δικαίωμα της διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας παιχνιδιών για χρονικό διάστημα είκοσι ετών. Με το άρθρο 36 του Ν. 3057/2002 (Α’ 239) προστέθηκε, στο εν λόγω άρθρο 27 του Ν. 2843/2000, παράγραφος 10, ως εξής: «Το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας του παιχνιδιού Προγνωστικά Αγώνων Μπάσκετ παραχωρείται στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., με τροποποίηση της σύμβασης που έχει συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. για χρόνο ίσο με τον απομένοντα για τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών από τη δημοσίευση του Ν. 2843/2000. Τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο ισχύουν και για το παιχνίδι Προγνωστικά Αγώνων Μπάσκετ. ... Το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας του παιχνιδιού Προγνωστικά Αγώνων Ομαδικών Αθλημάτων παραχωρείται στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. με τροποποίηση της σύμβασης ... Η διεξαγωγή, οργάνωση και λειτουργία όλων των παιχνιδιών της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. είναι δυνατή και χωρίς την έκδοση δελτίου. Ο προσφορότερος τρόπος και το προσφορότερο μέσο διεξαγωγής, οργάνωσης και λειτουργίας ορίζονται για το σκοπό αυτό στους κανονισμούς των παιχνιδιών». Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα παρατιθέμενα στην 231/2011 απόφαση περί προδικαστικής παραπομπής της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, η Ο.Π.ΑΠ. Α.Ε. επεξέτεινε την δραστηριότητά της στο εξωτερικό με την ίδρυση, μέχρι τις 31.5.2005, 206 πρακτορείων στην Κύπρο, βάσει ελληνοκυπριακής συμφωνίας, με την ίδρυση, το έτος 2003, της εταιρείας «ΟΠΑΠ ....», το έτος 2004 της εταιρείας «ΟΠΑΠ ........», και της εταιρείας «ΟΠΑΠ Παροχής Υπηρεσιών Α.Ε.», ενώ, από το έτος 2003, κατέχει το 90% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας «ΟΠΑΠ ...» και το 20% της εταιρείας «.......». Με το άρθρο 16 του Ν. 3229/2004 (Α΄ 38), συστήθηκε διοικητική αρχή υπαγόμενη στην εποπτεία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με την επωνυμία «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών», με έδρα την Αθήνα και σκοπό την εποπτεία των τυχερών παιχνιδιών, ορίστηκε δε ότι η επιτροπή αυτή, συγκροτούμενη από εννέα μέλη διοριζόμενα από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών μεταξύ προσώπων εγνωσμένου κύρους με εξειδικευμένη εμπειρία, έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, για την παρακολούθηση και τον έλεγχο των καζίνο και της διεξαγωγής κάθε τυχερού παιχνιδιού που διεξάγεται ύστερα από άδεια χορηγούμενη από την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή. Σύμφωνα με το άρθρο 17 του ιδίου νόμου, τα τυχερά παιχνίδια, ο έλεγχος των οποίων υπάγεται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, είναι τα Κρατικά Λαχεία, ο Ιππόδρομος, το .., το .., το ..., το .., όπως επίσης ο έλεγχος της μη διεξαγωγής τυχερών παιχνιδιών μέσω διαδικτύου και κάθε τυχερό παιχνίδι που ήδη λειτουργεί ή θα τεθεί σε λειτουργία μετά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού. Εξάλλου, με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 3336/2005, η ανωτέρω παράγραφος 1 του ίδιου άρθρου 27 του ν. 2843/2000 αντικαταστάθηκε ως εξής: «Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μέσω του Χρηματιστηρίου Αθηνών ποσοστό έως εξήντα έξι τοις εκατό (66%) του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π.). Το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου στο εκάστοτε μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Π.Α.Π. δεν δύναται να είναι κατώτερο του τριάντα τέσσερα τοις εκατό (34%)». Το ίδιο άρθρο 14 του Ν. 3336/2005 ορίζει, περαιτέρω, τα εξής: «2. Το Δημόσιο διορίζει το ήμισυ πλέον ενός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Π. για το χρονικό διάστημα παραχώρησης από το Ελληνικό Δημόσιο του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των παιχνιδιών που προβλέπονται στην από 15.12.2000 σύμβαση αποκλειστικότητας ... ή των τυχόν ανανεώσεών της, κατά τους όρους της σύμβασης αυτής. 3. Ο κατά τα άνω διορισμός γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού αρμόδιου για θέματα αθλητισμού. 4. Τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Π. για το ως άνω χρονικό διάστημα εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων του, κατά τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών, όπως ισχύει». Κατά τη συζήτηση επί των διατάξεων του εν λόγω νόμου 3336/2005 στη Βουλή (συνεδρίαση ΡΜΖ’ της 7.4.2005), ο τότε Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών δήλωσε τα εξής: «Έρχομαι τώρα σε ένα άλλο θέμα, στο θέμα που αφορά την περαιτέρω μετοχοποίηση του ΟΠΑΠ. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο ΟΠΑΠ είναι μονοπώλιο και θα διατηρήσει τη μονοπωλιακή του θέση για πολλά χρόνια ακόμα, διότι δεν μπορούμε να απελευθερώσουμε τον τζόγο, δεν μπορούμε να αφήσουμε τον τζόγο να αναπτυχθεί. Διότι απελευθέρωση σημαίνει ανάπτυξη. Αν απελευθερώσουμε τον τζόγο, θα έχουμε πολύ περισσότερες αρνητικές παρενέργειες. Η Κυβέρνηση, με τη ρύθμιση που έχει καταθέσει, όχι μόνο διασφαλίζει το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ αλλά το θωρακίζει πιο αποτελεσματικά ...». Περαιτέρω, στο κεφάλαιο Β’ του Ν. 3429/2005 (Α’ 314), που δεν καταλαμβάνει, ως εκ του χρόνου ισχύος του, την πρώτη υπόθεση, ορίζεται ότι οι ανώνυμες εταιρείες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου αυτού (στις οποίες, δυνάμει του άρθρου 1 παρ. 5, περιλαμβάνεται και ο Ο.Π.Α.Π.) ευρίσκονται εκτός του, κατά τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 15 παρ. 1), ότι στις εταιρείες αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920, του Ν. 3016/2002 και οι λοιπές διατάξεις που εφαρμόζονται σε κάθε άλλη εισηγμένη σε οργανωμένη αγορά ανώνυμη εταιρεία (άρθρο 16 παρ. 1), ότι η κρατική εποπτεία, όπου προβλέπεται, ασκείται επί της λειτουργίας και των δραστηριοτήτων των εταιρειών αυτών, όπως και σε κάθε άλλη ανώνυμη εταιρεία, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε ειδικές διατάξεις (άρθρο 16 παρ. 2) και ότι όλες οι δημόσιες επιχειρήσεις υποχρεώνονται να προσαρμόσουν, ανάλογα, το καταστατικό τους μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου (άρθρο 16 παρ. 3). Με το άρθρο 20 του ίδιου νόμου καταργήθηκαν, ρητώς, τα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 του Ν. 2414/1996, καθώς και κάθε άλλη διάταξη αντίθετη στις διατάξεις αυτού, συμπεριλαμβανομένης, συνεπώς, και της ως άνω διατάξεως του άρθρου 14 παρ. 2 του Ν. 3336/2005, η οποία παρείχε το δικαίωμα στο Δημόσιο, παρόλο που κατείχε μειοψηφικό ποσοστό, να διορίζει το ήμισυ πλέον ενός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Π.

7. Επειδή, περαιτέρω, στο καταστατικό του Ο.Π.Α.Π. (που κωδικοποιήθηκε με την 442/9/16.1.2001 κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Υφυπουργού Πολιτισμού, Β’ 23, και τροποποιήθηκε έκτοτε κατ’ επανάληψη) ορίζεται ότι η εταιρεία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, ότι τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Πολιτισμού αρμόδιου για θέματα αθλητισμού και ότι σκοπός της είναι, μεταξύ άλλων, η οργάνωση, λειτουργία και διεξαγωγή διαφόρων παιχνιδιών, η διαφήμιση των παιχνιδιών αυτών, η προώθηση πωλήσεως προϊόντων της εταιρείας καθώς και η διεξαγωγή τους και σε χώρες του εξωτερικού, καθώς και η ίδρυση πρακτορείων. Ωστόσο, στην τροποποίηση και κωδικοποίηση του καταστατικού της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., του έτους 2008 (βλ. Φ.Ε.Κ. 7981/22.7.2008, τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε.) απαλείφθηκε, στο άρθρο 2, παρ. 1, περίπτ. ε), η αναφορά σε «προώθηση της πωλήσεως των προϊόντων», ενώ η ίδια διάταξη δεν αναφέρεται πλέον σε «διαφήμιση» αλλά σε «προβολή κατά κοινωνικώς υπεύθυνο τρόπο» των παιχνιδιών που διεξάγει η εταιρεία. Εξάλλου, με βάση τις σχετικές εξουσιοδοτικές διατάξεις, έχουν εγκριθεί τόσον ο «γενικός κανονισμός λειτουργίας παιχνιδιών στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης της ΟΠΑΠ Α.Ε.» (κοινή απόφαση Υπουργού Οικονομικών και Υφυπουργού Πολιτισμού 29159/3/27.11.2000, Β’ 1427, όπως τροποποιήθηκε με τις 6375/15/26.3.2001, Β’ 316, και 6879/10/13.2.2006, Β’ 176, όμοιες αποφάσεις) όσο και επιμέρους κανονισμοί διεξαγωγής των παιχνιδιών, η λειτουργία των οποίων εμπίπτει στις διατάξεις του γενικού κανονισμού. Στον γενικό αυτό κανονισμό, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η συμμετοχή των παικτών στα παιχνίδια είναι ελεύθερη (άρθρο 1 παρ. 3) και ότι το μέγιστο ποσό στοιχηματισμού και κέρδους ανά δελτίο ανέρχεται, αντιστοίχως, σε 30.000 και 733.675 (από το 2006 1.000.000) ευρώ (άρθρα 4 παρ. 2 και 10 παρ. 1). Από τον ίδιο, εξάλλου, γενικό κανονισμό, συνάγεται ότι οι παίκτες συμμετέχουν στα παιχνίδια χωρίς να καταγράφονται τα στοιχεία ταυτότητάς τους, η δε καταβολή των κερδών γίνεται από τον οργανισμό στον κομιστή του κερδοφόρου δελτίου. Μετά τον εν προκειμένω κρίσιμο χρόνο, εκδόθηκε η 37336/6/11.8.2008 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υφυπουργού Πολιτισμού (Β’ 1590) περί εγκρίσεως του «κανονισμού οργάνωσης, λειτουργίας και διεξαγωγής των παιχνιδιών στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.», με τις διατάξεις του οποίου ρυθμίσθηκαν όλα τα σχετικά θέματα και καταργήθηκαν οι προγενέστερες διατάξεις. Στο άρθρο 3 παρ. 1 του τελευταίου τούτου κανονισμού ορίσθηκε ότι, για τη συμμετοχή στα παιχνίδια στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης, απαιτείται η συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, χωρίς όμως περαιτέρω ρύθμιση του τρόπου εφαρμογής του μέτρου αυτού. Τέλος, με την 2167/22.1.2009 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Πολιτισμού (Β’ 78), εγκρίθηκε ο «γενικός κανονισμός οργάνωσης, λειτουργίας και διεξαγωγής των παιχνιδιών της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.».

8. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 4, οι αιτούσες εταιρείες ζήτησαν από τη Διοίκηση, κατ' επίκληση δικαιωμάτων που, κατά την άποψή τους, αντλούν από διατάξεις του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου, τη χορήγηση αδείας ασκήσεως στην Ελλάδα δραστηριότητας αναγομένης στη διοργάνωση τυχερών παιγνιδιών, η οποία, κατά το εσωτερικό δίκαιο (ιδίως Ν. 2843/2000), ασκείται αποκλειστικά από την παρεμβαίνουσα εταιρεία, όπως θα εκτεθεί και στη συνέχεια. Ενόψει αυτού, το ζήτημα, αν η επί τρίμηνο σιωπή της Διοικήσεως στοιχειοθετεί παράλειψη οφειλομένης νόμιμης ενέργειας κατά την έννοια του άρθρου 45 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 (Α' 8), συνιστάμενη, ειδικότερα, σε παράλειψη αποφάνσεως επί των υποβληθεισών αιτήσεων, εξαρτάται από το κατά πόσον το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, το οποίο έχει υπερνομοθετική ισχύ, απονέμει πράγματι στις αιτούσες τα δικαιώματα αυτά. Σε καταφατική περίπτωση, οι αιτήσεις ακυρώσεως ασκούνται παραδεκτώς και βασίμως, διότι η Διοίκηση θα όφειλε να αποφανθεί επί των υποβληθεισών αιτήσεων κατά παραμερισμό της εθνικής νομοθεσίας, η οποία απαγορεύει την άσκηση της επίδικης δραστηριότητας από εταιρείες άλλες πλην του Ο.Π.Α.Π. (πρβλ. αποφάσεις ΔΕΚ της 22.6.1989, 103/88, Fratelli Costanzo, σκέψεις 28 έως 33 και της 29.4.1999, C-224/97, Ciola, σκέψεις 29 και 30), ενώ σε αποφατική περίπτωση δεν υφίσταται παράλειψη και οι αιτήσεις είναι απορριπτέες. 9. Επειδή, οι διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ (ήδη άρθρα 49 και 56 της ΣΛΕΕ), με τις οποίες κατοχυρώνονται, αντίστοιχα, η ελευθερία εγκαταστάσεως και η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και οι οποίες, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΚ (ήδη ΔΕΕ), παράγουν άμεσο αποτέλεσμα (effet direct, direct effect) και είναι, συνεπώς, δεκτικές άμεσης επικλήσεως από ιδιώτες ενώπιον των εθνικών δικαιοδοτικών οργάνων έχουν ερμηνευθεί από το ΔΕΕ, ειδικά σε σχέση με δραστηριότητες αναγόμενες στον επίδικο τομέα των τυχερών παιχνιδιών με σειρά αποφάσεων (βλ. ιδίως, αποφάσεις της 24.3.1994, C-275/92, Schindler, της 21.9.1999, C-124/97, Lra κ.λπ., της 21.10.1999, C-67/98, Zenatti, της 6.11.2003, C-243/01 Gambelli κ.λπ., της 6.3.2007, C-338/04, C-359/04 και C-360/04, Placanica κ.λπ., της 8.9.2009, C-42/07, Liga Portuguesa de Futebol Profissional κ.λπ., της 8.9.2010, C-316/07, C-409/07 και C-410/07 και C-358/07 έως C-360/07, Sto κ.λπ. και, ήδη, της 24.1.2013, C-186/11 και C-209/11, ...... κ.λπ.). Από τη νομολογία αυτή συνάγονται, ιδίως, τα ακόλουθα : Κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, η οποία θεσπίζει μονοπώλιο παροχής τυχερών παιγνίων και απαγορεύει στους παρέχοντες υπηρεσίες οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη να παρέχουν τυχερά παίγνια εντός της επικράτειας του πρώτου κράτους μέλους, συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, την οποία εγγυάται το άρθρο 56 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 49 της ΣΕΚ) ή της ελευθερίας εγκαταστάσεως, την οποία εγγυάται το άρθρο 49 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 43 της ΣΕΚ) (βλ. τις προαναφερόμενες αποφάσεις ΔΕΕ, Sto κ.λπ., σκέψη 28 και .........κ.λπ., σκέψη 21). Ωστόσο, εξεταστέο παραμένει κατά πόσο ένας τέτοιος περιορισμός μπορεί να γίνει δεκτός ως μέτρο παρεκκλίσεως, για λόγους δημόσιας τάξεως, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας, οι οποίοι ρητώς προβλέπονται στα άρθρα 51 και 52 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρα 45 και 46 της ΣΕΚ) και έχουν εφαρμογή και στον τομέα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 62 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 55 της ΣΕΚ), ή δικαιολογείται, σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ, από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος (βλ., ήδη, απόφ. ΔΕΕ της 19.7.2012, C-470/11, Garkalns, σκέψη 35 και την εκεί μνημομευόμενη νομολογία). Πράγματι, κατά την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, οι περιορισμοί της δραστηριότητας των τυχερών παιγνίων μπορούν να δικαιολογηθούν για επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος, όπως η προστασία των καταναλωτών και η αποτροπή της απάτης και της παροτρύνσεως των πολιτών σε υπερβολική δαπάνη συνδεόμενη με τα τυχερά παίγνια (βλ. την προαναφερόμενη απόφαση του ΔΕΕ, C-470/11, Garkalns, σκέψη 39). Συναφώς, γίνεται παγίως δεκτό ότι η κανονιστική ρύθμιση περί τυχερών παιγνίων περιλαμβάνεται μεταξύ των τομέων εκείνων στους οποίους υπάρχουν σημαντικές διαφορές ηθικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής φύσεως μεταξύ των κρατών μελών. Λόγω ελλείψεως δε συναφούς «ενωσιακής εναρμονίσεως», σε κάθε κράτος μέλος εναπόκειται να εκτιμήσει, στους τομείς αυτούς, σύμφωνα με τη δική του κλίμακα αξιών, τις απαιτήσεις που συνεπάγεται η προστασία των διακυβευομένων συμφερόντων (βλ. τις προαναφερόμενες αποφάσεις ΔΕΕ στις υποθέσεις C-42/07, Liga Portuguesa de Futebol Profissional κ.λπ., σκέψη 57 και στις υποθέσεις C-186/11 και C-209/11, ... κ.λπ., σκέψη 24). Συνεπώς, τα κράτη μέλη είναι, κατ’ αρχήν, ελεύθερα να καθορίζουν τους σκοπούς της πολιτικής τους στον τομέα των τυχερών παιγνίων και, ενδεχομένως, να προσδιορίζουν με ακρίβεια το επίπεδο της επιδιωκόμενης προστασίας (βλ. απόφ. ΔΕΕ στην προαναφερόμενη υπόθεση C-470/11, Garkalns, σκ. 36 και, ήδη, απόφ. της 30.6.2011, C-212/08, Zeturf, σκ. 39-40 κ.ά.). Ο περιορισμός της προσφοράς τυχερών παιγνίων και η καταπολέμηση της συναφούς προς τα παίγνια αυτά εγκληματικότητας, με την ένταξη των παιγνίων αυτών στο πλαίσιο μιας ελεγχόμενης επεκτάσεως, συγκαταλέγονται μεταξύ των λόγων που είναι ικανοί να δικαιολογήσουν περιορισμούς στις θεμελιώδεις ελευθερίες στον τομέα των τυχερών παιγνίων (βλ., ήδη, απόφ. ΔΕΕ, της 16.2.2012, C- 72/10 και C-77/10, Costa και Cifone, σκ. 61 κ.ά.). Απεναντίας, μόνος ο σκοπός της μεγιστοποιήσεως των εσόδων του Δημοσίου ή μόνη η διάθεση των εσόδων από τα παίγνια για τη χρηματοδότηση κοινωνικών δράσεων, δεν καθιστούν επιτρεπτή την επιβολή τέτοιων περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (βλ., ήδη, απόφ. ΔΕΕ της 15.9.2011, C-347/09, Dickinger και mer, σκ. 55 και της 21.10.1999, Zenatti, σκ. 36-37). Περαιτέρω, οι περιορισμοί τους οποίους επιβάλλουν τα κράτη μέλη πρέπει να πληρούν τις απορρέουσες από τη νομολογία του ΔΕΕ προϋποθέσεις όσον αφορά την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Μία εθνική νομοθεσία είναι κατάλληλη να διασφαλίσει την επίτευξη του προβαλλόμενου σκοπού μόνο αν επιδιώκει την πραγμάτωσή του κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό (βλ. απόφ. ΔΕΕ στην προαναφερόμενη υπόθ. C-42/07, Liga Portuguesa de Futebol Profissional, σκ. 59-61 κ.ά.). Εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να ελέγξουν αν η εν λόγω νομοθεσία, λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων λεπτομερειών εφαρμογής της, ανταποκρίνεται πράγματι στους δυνάμενους να τη δικαιολογήσουν σκοπούς και αν οι περιορισμοί που επέβαλε δεν ήσαν δυσανάλογοι σε σχέση με τους σκοπούς αυτούς (βλ. απόφ. ΔΕΕ της 6.11.2003, υπόθ. C-243/01, Gambelli κ.λπ., σκ. 76 κ.ά.). Εξάλλου, κράτος μέλος το οποίο επιδιώκει τη διασφάλιση ενός ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου προστασίας μπορεί βασίμως να κρίνει ότι μόνον η χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων σε ένα μόνον Οργανισμό που υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών επιτρέπει στις εν λόγω αρχές να θέσουν υπό έλεγχο τους κινδύνους που ενέχει ο τομέας των τυχερών παιγνίων και να επιδιώκουν τον σκοπό που συνίσταται στην αποτροπή της παροτρύνσεως των καταναλωτών να υποβάλλονται σε υπερβολικά υψηλές δαπάνες συνδεόμενες με τα τυχερά παίγνια και στην καταπολέμηση της εξαρτήσεως από αυτά κατά αρκούντως αποτελεσματικό τρόπο (βλ. την προαναφερόμενη απόφ. ΔΕΕ, C-212/08, Zeturf, σκέψη 41). Ωστόσο, η καθιέρωση ενός τόσο περιοριστικού μέτρου όσο το μονοπώλιο, το οποίο δικαιολογείται μόνον ενόψει της διασφαλίσεως ενός ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, πρέπει να συνοδεύεται από τη δημιουργία ενός κανονιστικού πλαισίου ικανού να εγγυηθεί ότι ο φορέας του εν λόγω μονοπωλίου θα είναι πράγματι σε θέση να επιδιώξει, κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο, τον καθορισθέντα σκοπό, μέσω μιας προσφοράς υπολογιζόμενης ποσοτικά και διαμορφούμενης ποιοτικά σε συνάρτηση με τον εν λόγω σκοπό, καθώς και υποκείμενης σε αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών (βλ. τις προαναφερόμενες αποφ. ΔΕΕ C-212/08, Zeturf, σκ. 58 επ. και C-316/07 κλπ., Sto κλπ., σκ. 83). Πράγματι, στο μέτρο που πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές και τηρείται η προαναφερόμενη επιταγή περί αναλογικότητας, οι εθνικές δημόσιες αρχές μπορούν θεμιτώς να κρίνουν ότι, εφόσον, ασκώντας τον έλεγχο επί του Οργανισμού στον οποίο έχει ανατεθεί το μονοπώλιο, διαθέτουν πρόσθετα μέσα που τους επιτρέπουν να επηρεάζουν τη συμπεριφορά αυτού πέραν των ρυθμιστικών μηχανισμών και νομικών ελέγχων, έχουν τη δυνατότητα να διασφαλίζουν καλύτερο έλεγχο της προσφοράς τυχερών παιγνίων και καλύτερες εγγυήσεις αποτελεσματικότητας κατά την εφαρμογή της πολιτικής τους σε σχέση με την περίπτωση ασκήσεως των δραστηριοτήτων αυτών από ιδιωτικές επιχειρήσεις υπό συνθήκες ανταγωνισμού, ακόμη και αν οι επιχειρήσεις αυτές υπόκεινται σε σύστημα εγκρίσεως και σε καθεστώς ελέγχου και κυρώσεων (βλ. τις προαναφερόμενες αποφ. ΔΕΕ, C-212/08, Zeturf, σκ. 42 και C-186/11 και C-209/11, .... κλπ., σκ. 30). 10. Επειδή, ενόψει των αμφιβολιών που ανέκυψαν ως προς τη συμβατότητα των μνημονευόμενων στις σκέψεις 6 και 7 της παρούσης αποφάσεως ρυθμίσεων της ελληνικής νομοθεσίας σχετικά με την παραχώρηση στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών προς τις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης Ε.Κ. (ήδη άρθρα 49 και 56 της ΣΛΕΕ) που αφορούν, αντίστοιχα, στο δικαίωμα εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, με την προαναφερόμενη 231/2011 απόφασή της, διατύπωσε, σύμφωνα με το άρθρο 234, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης Ε.Κ. (ήδη άρθρο 267 ΣΛΕΕ), προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα : (1) «Είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ εθνική ρύθμιση, η οποία, προκειμένου να επιτύχει τον στόχο του περιορισμού της προσφοράς τυχερών παιχνιδιών, παραχωρεί το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών σε μία μόνον επιχείρηση, η οποία έχει την μορφή ανώνυμης εταιρείας και είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο, όταν, μάλιστα, επιπλέον, η επιχείρηση αυτή διαφημίζει τα τυχερά παιχνίδια που οργανώνει, επεκτείνεται σε χώρες του εξωτερικού, οι παίκτες συμμετέχουν ελεύθερα και το μέγιστο ποσό στοιχηματισμού και κέρδους ορίζεται ανά δελτίο και όχι ανά παίκτη ;». (2) «Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ εθνική ρύθμιση, η οποία, επιδιώκοντας, αυτοτελώς, την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, μέσω της ασκήσεως ελέγχου επί των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον εν λόγω τομέα, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται μόνον εντός ελεγχομένων κυκλωμάτων, παραχωρεί το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών σε μία μόνον επιχείρηση, ακόμη και όταν η παραχώρηση αυτή έχει ως παράλληλο αποτέλεσμα την χωρίς περιορισμό ανάπτυξη της σχετικής προσφοράς; Ή θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, και προκειμένου ο εν λόγω περιορισμός να θεωρηθεί πρόσφορος για την επίτευξη του σκοπού της καταπολεμήσεως της εγκληματικότητας, η ανάπτυξη της προσφοράς να είναι, πάντως, ελεγχόμενη, δηλαδή τόση και μόνον όση απαιτείται για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού; Σε περίπτωση δε που η ανάπτυξη αυτή πρέπει, οπωσδήποτε, να είναι ελεγχόμενη, μπορεί να θεωρηθεί ως ελεγχόμενη, από της απόψεως αυτής, η ανάπτυξη, αν η παραχώρηση αποκλειστικού δικαιώματος στον εν λόγω τομέα γίνεται σε έναν οργανισμό, με τα χαρακτηριστικά που εκτέθηκαν στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα; Τέλος, σε περίπτωση, κατά την οποία η παραχώρηση του εν λόγω αποκλειστικού δικαιώματος θεωρηθεί ότι οδηγεί σε ελεγχόμενη ανάπτυξη της προσφοράς των τυχερών παιγνιδιών, η εν λόγω παραχώρηση σε μία και μόνη επιχείρηση υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο, υπό την έννοια ότι ο ίδιος σκοπός μπορεί να εξυπηρετηθεί, λυσιτελώς, και με την παραχώρηση του δικαιώματος αυτού σε περισσότερες από μία επιχειρήσεις;». (3) «Αν, κατόπιν των ανωτέρω δύο προδικαστικών ερωτημάτων, κριθεί ότι η παραχώρηση, με τις κρίσιμες εν προκειμένω εθνικές διατάξεις, αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών δεν είναι συμβατή με τα άρθρα 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ: (α) Είναι ανεκτό, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών της Συνθήκης, να μην εξετάζουν οι εθνικές αρχές, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, αναγκαίας για να θεσπισθούν συμβατές με τη Συνθήκη ΕΚ ρυθμίσεις, αιτήσεις αναλήψεως σχετικών δραστηριοτήτων υποβαλλόμενες από πρόσωπα εγκατεστημένα νομίμως σε άλλα κράτη μέλη; (β) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, βάσει ποίων κριτηρίων καθορίζεται η διάρκεια της μεταβατικής αυτής περιόδου; (γ) Αν δεν συγχωρείται μεταβατική περίοδος, βάσει ποίων κριτηρίων πρέπει να κρίνονται από τις εθνικές αρχές οι σχετικές αιτήσεις;». Επί των ερωτημάτων αυτών, εκδόθηκε η ως άνω απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24.1.2013 (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-186/11 και C-209/11), με την οποία το ΔΕΕ απάντησε στα ερωτήματα αυτά ως εξής : 1) Τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ έχουν την έννοια ότι αντιβαίνει προς αυτά εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, η οποία παρέχει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας των τυχερών παιγνίων σε έναν και μόνον οργανισμό, εφόσον, αφενός, η ρύθμιση αυτή δεν ανταποκρίνεται όντως στη μέριμνα για μείωση των δυνατοτήτων συμμετοχής σε παίγνια και για περιορισμό των δραστηριοτήτων στον τομέα αυτόν με συνεπή και συστηματικό τρόπο και, αφετέρου, εφόσον δεν διασφαλίζεται αυστηρός έλεγχος από τις δημόσιες αρχές της επεκτάσεως του τομέα των τυχερών παιγνίων αποκλειστικώς και μόνο στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την καταπολέμηση της συναφούς προς τα παίγνια εγκληματικότητας, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει. 2) Σε περίπτωση που η εθνική κανονιστική ρύθμιση στον τομέα της οργανώσεως τυχερών παιγνίων δεν συμβιβάζεται προς τις διατάξεις της Συνθήκης περί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της ελευθερίας εγκαταστάσεως, οι εθνικές αρχές δεν μπορούν, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, να μην αποφαίνονται επί αιτήσεων όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, οι οποίες αφορούν τη χορήγηση αδειών στον τομέα των τυχερών παιγνίων. 3) Υπό συνθήκες όπως αυτές των υποθέσεων των κυρίων δικών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να εκτιμούν τις αιτήσεις χορηγήσεως αδείας οργανώσεως τυχερών παιγνίων που τους υποβάλλονται με γνώμονα το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και της κοινωνικής τάξεως το οποίο σκοπούν να διασφαλίσουν, βάσει όμως αντικειμενικών κριτηρίων που δεν εισάγουν διακρίσεις. 11. Επειδή, εν τω μεταξύ, με το άρθρο μόνο του Ν. 3985/2011 (Α΄ 151/1.7.2011) εγκρίθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6Α του Ν. 2362/1995 (Α΄ 247), το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, 2012-2015», το οποίο περιέλαβε, στο «Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων 2011-2015», της Ενότητας II «Αποκρατικοποιήσεις», του Κεφαλαίου I «Παρεμβάσεις», μεταξύ άλλων, την επέκταση της προαναφερόμενης συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. Ακολούθως, ψηφίσθηκε ο Ν. 3986/2011 «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής» (Α΄ 152/1.7.2011), με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του οποίου (άρθρα 1 έως 9) συστήθηκε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» (στο εξής Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. ή Ταμείο), με μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο και με αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι των εσόδων, το δε προϊόν της αξιοποίησης χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους της Χώρας. Σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, στο Ταμείο μεταβιβάζονται και περιέρχονται χωρίς αντάλλαγμα, μεταξύ άλλων, «δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης, αποκλειστικής ή μη» που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Δ.Ε.Α.Α.) που προβλέπεται στο άρθρο 3 του Ν. 3049/2002 (Α΄ 212). Επακολούθησε η έκδοση της 185/6.9.2011 αποφάσεως της Δ.Ε.Α.Α. (Β΄ 2061/16.9.2011), με την οποία μεταβιβάσθηκε και περιήλθε χωρίς αντάλλαγμα στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., μεταξύ άλλων, «το δικαίωμα του Δημοσίου για την επέκταση μέχρι 10 έτη από τη λήξη της, της από 15.12.2000 σύμβασης, που έχει συνάψει με την εταιρεία ΟΠΑΠ ΑΕ κατά τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2843/2000».

Κατόπιν αυτών, υπογράφηκαν : α) στις 4.11.2011, μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η «Τροποποιητική πράξη της από 15.12.2000 Σύμβασης παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.». Στο προοίμιο της συμβάσεως αυτής, απαριθμούνται τα παίγνια που αποτελούν αντικείμενο παραχωρήσεως στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., μνημονεύεται η δυνατότητα επεκτάσεως ή τροποποιήσεως της συμβάσεως με βάση το άρθρο 18 αυτής, και γίνεται επίκληση των λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος αναγομένων στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας για την καταπολέμηση της απάτης και του εγκλήματος, την τήρηση της δημοσίας τάξεως, την προστασία των καταναλωτών, την αποτροπή του εθισμού κ.λπ., ως εκ των οποίων η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. υπάγεται στον έλεγχο και την εποπτεία του Δημοσίου, μέσω επιτροπών και οργάνων. Στο πλαίσιο αυτό, προστέθηκε στη σύμβαση νέο άρθρο 8α, το οποίο ορίζει ότι στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., για θέματα που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, θα παρίσταται «Τριμελής Επιτροπή Ελέγχου», συγκροτούμενη αρχικά με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και, στη συνέχεια, με απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.), το κόστος λειτουργίας της οποίας καλύπτεται από την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και η οποία, μεταξύ άλλων, συντάσσει τακτικές, ανά εξάμηνο, και έκτακτες εκθέσεις και εισηγείται στο Δ.Σ. της Ο.Π.ΑΠ. Α.Ε., το οποίο σε περίπτωση διαφωνίας από την προτεινόμενη έγγραφη εισήγηση της επιτροπής, οφείλει να απόσχει από την λήψη σχετικής αποφάσεως και β) στις 12.12.2011, μεταξύ του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η «Πρόσθετη Πράξη στην από 15.12.2000 Σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ΟΠΑΠ Α.Ε.» (το σχέδιο της οποίας είχε εγκριθεί με το πρακτικό της από 13.10.2011 συνεδριάσεως του Δ.Σ. του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. και ως προς την οποία, με την 370/2011 πράξη του Ζ’ κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κρίθηκε ότι δεν υφίσταται νομικό κώλυμα για την υπογραφή της), με την οποία παρατάθηκε, έναντι ανταλλάγματος, για δέκα (10) έτη μετά τη λήξη της αρχικής συμβάσεως, στις 12.10.2020, και μέχρι τις 12.10.2030, η παραχώρηση του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των τυχερών παιγνίων που είχε παραχωρηθεί στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. με την αρχική σύμβαση. Διευκρινίζεται δε στην εν λόγω Πρόσθετη Πράξη, ότι το αποκλειστικό δικαίωμα αυτό ισχύει για όλα τα παίγνια που ρυθμίζονται με τη Σύμβαση, όπως ισχύει, όταν διεξάγονται επίγεια, ενώ σε σχέση με τη διεξαγωγή τους στο διαδίκτυο το επίμαχο αποκλειστικό δικαίωμα ισχύει μόνο για τα ρητώς κατονομαζόμενα στην Πρόσθετη Πράξη δώδεκα (12) παίγνια. Εν τω μεταξύ, με την 193/27.10.2011 απόφαση της Δ.Ε.Α.Α. (Β΄ 2501/4.11.2011) μεταβιβάσθηκε στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., κατά πλήρη κυριότητα και άνευ ανταλλάγματος, ποσοστό 29% επί του μετοχικού κεφαλαίου της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. επί συνόλου 34% που ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο. Εξάλλου, ο Ν. 4002/2011 (Α΄ 180/22.8.2011), στο Κεφάλαιο Η΄ που φέρει τον τίτλο «ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΑΙΓΝΙΩΝ» (άρθρα 25 επ.), περιέλαβε διατάξεις με τις οποίες, όπως αναφέρει η σχετική αιτιολογική έκθεση, επιχειρήθηκε η «ρύθμιση της αγοράς και της εποπτείας των τυχερών παιγνίων σύμφωνα με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό τη διαφύλαξη του δημοσίου συμφέροντος, της δημοσίας τάξεως καθώς και την ασφάλεια και προστασία των πολιτών». Ειδικότερα, στην ίδια αιτιολογική έκθεση, επισημαίνονται, μεταξύ άλλων, οι ιδιαιτερότητες του τομέα των τυχερών παιγνίων, το γεγονός «ότι εξακολουθούν να λειτουργούν … παράνομα πολλά παίγνια και ιστοσελίδες στοιχηματισμού με όλες τις σχετικές αρνητικές παρενέργειες, στερώντας συγχρόνως από το ελληνικό δημόσιο από σημαντικότατα πρόσθετα έσοδα», καθώς και η ανάγκη ενός αυστηρού νομοθετικού πλαισίου ώστε «α) να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η φερεγγυότητα της διεξαγωγής των παιγνίων και της στοιχηματικής δραστηριότητας, β) να διατηρηθεί σε ανεκτά επίπεδα η συμμετοχή των πολιτών στα τυχερά παίγνια και να αποτραπεί η εκ μέρους τους υπέρμετρη σπατάλη χρημάτων, γ) να διασφαλιστεί ότι τα επιτρεπόμενα … παίγνια … οργανώνονται και διεξάγονται σύμφωνα με το νόμο … με τους κανόνες του υπεύθυνου παιχνιδιού και δεν εκτρέπονται προς παράνομη εκμετάλλευση και αισχροκέρδεια, δ) να προστατευθούν οι καταναλωτές των σχετικών υπηρεσιών, ιδιαίτερα οι ανήλικοι και άλλες ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού από τον εθισμό που μπορεί να υποστούν, ε) να αποτραπεί η μετατροπή των ψυχαγωγικών – τεχνικών παιγνίων σε παράνομα τυχερά παίγνια και στ) να κατευθυνθεί η στοιχηματική δραστηριότητα σε νόμιμους και ελέγξιμους παρόχους, ώστε να περιοριστεί και προοπτικά να εξαλειφθεί ο παράνομος στοιχηματισμός και τα ποινικά αδικήματα που υποθάλπει (απάτη, φοροδιαφυγή, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές πράξεις κ.λπ.». Ο ως άνω νόμος, ο οποίος τροποποιήθηκε διαδοχικά με το άρθρο 52 του Ν. 4021/2011 (Α΄ 218), το άρθρο 7 του Ν. 4038/2012 (Α΄ 14), με διατάξεις του Ν. 4141/2013 (Α΄ 81) και με το άρθρο 74 του Ν. 4170/2013 (Α΄ 163), ορίζει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Το άρθρο 26 παρ. 1 ορίζει ότι οι διατάξεις του νόμου έχουν εφαρμογή στα ψυχαγωγικά – τεχνικά παίγνια, στα τυχερά παίγνια με παιγνιομηχανήματα και στα τυχερά παίγνια μέσω του διαδικτύου, ενώ, σύμφωνα με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, δεν έχουν εφαρμογή για τα τυχερά παίγνια για τα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια στα καζίνο και στις εταιρείες Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε., για τα οποία εφαρμόζονται οι ειδικές γι’ αυτά διατάξεις, διευκρινίζεται, όμως, ότι οι διατάξεις που αναφέρονται στην Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.) εφαρμόζονται για την εποπτεία και τον έλεγχο όλων των τυχερών παιγνίων. Το άρθρο 27 θέτει τον γενικό κανόνα της προηγούμενης αδειοδότησης για τη διεξαγωγή και εκμετάλλευση παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω διαδικτύου, καθώς και της προηγούμενης πιστοποίησης των παιγνίων και των παιγνιομηχανημάτων. Το άρθρο 28 παρ. 1 ορίζει ως αρμόδια αρχή για την έκδοση αδειών, τις πιστοποιήσεις, την εποπτεία και τον έλεγχο διεξαγωγής και εκμετάλλευσης παιγνίων την Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών του άρθρου 16 του Ν. 3229/2004, η οποία μετονομάζεται σε «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.) και η οποία, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, αποτελεί ειδική αυτοτελή υπηρεσία που υπάγεται μεν στον Υπουργό Οικονομικών, διαθέτει, όμως, ευρύτατη λειτουργική ανεξαρτησία. Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 28, η Ε.Ε.Ε.Π., πέραν των προβλεπόμενων στο άρθρο 17 του Ν. 3229/2004 αρμοδιοτήτων της, ασκεί και αρμοδιότητες αναγόμενες στην εποπτεία και τον έλεγχο της αγοράς των παιγνίων, στη διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων στα πρόσωπα που ζητούν άδειες διεξαγωγής παιγνίων, στον έλεγχο, τον χαρακτηρισμό, την ταξινόμηση και πιστοποίηση κάθε τύπου παιγνίου ή λογισμικού αυτών, στην έκδοση κανονιστικών αποφάσεων με σκοπό την προστασία ανηλίκων και, γενικά, ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων πρόληψης και καταστολής και την απαγόρευση παιγνίων με περιεχόμενο ρατσιστικό, ξενοφοβικό, πορνογραφικό ή αντίθετο σε κανόνες δημοσίας τάξεως, στη συνεργασία και το συντονισμό με όλες τις συναφείς κρατικές και διεθνείς υπηρεσίες, στην επιβολή των προβλεπόμενων στο νόμο διοικητικών κυρώσεων, στην κατάρτιση του Οργανισμού της Ε.Ε.Ε.Π. και του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων κ.ά. Η Ε.Ε.Ε.Π. συγκροτήθηκε με την 55906/1673/20.12.2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (τ. Υ.Ο.Δ.Δ. 444/21.12.2011), η οποία τροποποιήθηκε με την 07/590/13.9.2013 απόφαση του ιδίου Υπουργού (τ. Υ.Ο.Δ.Δ. 451/17.9.2013), ενώ με την κοινή απόφαση 56660/167/20.12.2011 των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού (Β΄ 2910/22.12.2011) πιστοποιήθηκε η έναρξη λειτουργίας της Ε.Ε.Ε.Π. από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της αποφάσεως αυτής στην Ε.τ.Κ. Εξάλλου, στην παρ. 2 του άρθρου 28 προβλέπεται η συγκρότηση, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π., «Συμβουλευτικής Επιτροπής Παιγνίων», τα μέλη της οποίας προέρχονται από κύριους φορείς της ελληνικής αγοράς παιγνίων και προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους και υψηλής επιστημονικής κατάρτισης με ακαδημαϊκή ή επαγγελματική εξειδίκευση στο αντικείμενο και η οποία εισηγείται στην Ε.Ε.Ε.Π. μέτρα για την βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς και διατυπώνει απόψεις προς την Ε.Ε.Ε.Π. για τις κανονιστικές αποφάσεις που η τελευταία εκδίδει. Περαιτέρω, το άρθρο 29 του νόμου προβλέπει τη θέσπιση, με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν σχετικής προτάσεως της Ε.Ε.Ε.Π., του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων και απαριθμούνται ενδεικτικώς τα ρυθμιζόμενα με αυτόν αντικείμενα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται, ιδίως, η εμπορική επικοινωνία των παιγνίων, τα της διαφημίσεως αυτών και ιδιαίτερα των τυχερών και οι κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να διέπουν τις σχετικές δραστηριότητες (παρ. 4). Τα σχετικά με την αδειοδότηση των παιγνιομηχανημάτων για τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων ορίζονται στα άρθρα 39-40, ενώ τα άρθρα 41-44 ρυθμίζουν τα σχετικά με τις προδιαγραφές των παιγνιομηχανημάτων και την πιστοποίηση καταστημάτων, παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, πιστοποίηση η οποία διενεργείται από την Ε.Ε.Ε.Π. Ως προς τα παιγνιομηχανήματα, το άρθρο 39 ορίζει ότι στην ελληνική επικράτεια επιτρέπεται να λειτουργήσουν 35.000 παιγνιομηχανήματα, από τα οποία 16.500 εκμεταλλεύεται η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., μέσω των πρακτορείων της, και τα υπόλοιπα 18.500 εγκαθίστανται σε αμιγείς χώρους … και τα εκμεταλλεύονται παραχωρησιούχοι, προς τους οποίους η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. παραχωρεί το δικαίωμα εγκαταστάσεως και εκμεταλλεύσεως. Περαιτέρω, στα άρθρα 45-49 του νόμου, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τα τυχερά παίγνια και το στοίχημα μέσω διαδικτύου. Το άρθρο 45 ορίζει ότι η διεξαγωγή στην Ελληνική Επικράτεια τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου (internet) ανήκει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δημοσίου που την ασκεί μέσω ειδικά αδειοδοτημένων παρόχων, κατόπιν διενέργειας διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού που προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Το άρθρο 46 καθορίζει τις προϋποθέσεις συμμετοχής στον διαγωνισμό και το ελάχιστο περιεχόμενο της σχετικής προκηρύξεως, το άρθρο 47 καθορίζει τις υποχρεώσεις των κατόχων της άδειας, το άρθρο 48 θεσπίζει απαγορεύσεις που ισχύουν για τη διαδικτυακή διεξαγωγή τυχερών παιγνίων και ρυθμίζει τα σχετικά με τον τρόπο πιστοποιήσεως της ηλικίας των παικτών, ενώ το άρθρο 49 ρυθμίζει ζητήματα σχετικά με τη διακίνηση χρηματικών ποσών κατά τη διεξαγωγή του διαδικτυακού παιγνίου. Τέλος, τα άρθρα 51 και 52 του νόμου ρυθμίζουν, αφενός, τα της επιβολής διοικητικών κυρώσεων με αποφάσεις της Ε.Ε.Ε.Π., στις περιπτώσεις παραβάσεως των εκάστοτε νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων στον τομέα των τυχερών παιγνίων και, αφετέρου, τα της επιβολής ποινικών κυρώσεων. Ακολούθως, το άρθρο 7 παρ. 10 του Ν. 4038/2012 (Α΄ 14/2.2.2012) όρισε ότι η διοικητική αρχή με την επωνυμία «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.) μετατρέπεται και λειτουργεί, από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, με τις ίδιες αρμοδιότητες, έδρα και επωνυμία, ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή με διοικητική και οικονομική ανεξαρτησία και αυτοτέλεια, στην οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 3051/2002 (Α΄ 220), με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που αναφέρονται σε αυτή. Επίσης, με την παρ. 11 του ίδιου άρθρου, προστέθηκε, στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 3229/2004 (Α΄ 38) εδάφιο ως εξής : «Με απόφαση της αρχής μπορούν να ιδρύονται παραρτήματά της σε άλλες πόλεις της Ελλάδος, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την αποτελεσματικότερη άσκηση των αρμοδιοτήτων της». Στη συνέχεια, το Δ.Σ. του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., με την από 19.9.2012 απόφασή του «ενέκρινε» την έναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., συνιστάμενης στην πώληση του ήδη ευρισκόμενου στην κυριότητά του ποσοστού επί του μετοχικού κεφαλαίου (29%) καθώς και την σχετική πρόσκληση ενδιαφέροντος. Παράλληλα, με την 219/26.9.2012 απόφαση της Δ.Ε.Α.Α. (Β΄ 2625/27.9.2012) μεταβιβάσθηκε στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., κατά κυριότητα και άνευ ανταλλάγματος, επιπλέον 4% των μετοχών της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. που κατείχε το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ, στις 12.8.2013 υπεγράφη η σύμβαση πωλήσεως του 33% της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. από το Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. στην εταιρεία «....» αντί συνολικού τιμήματος 712 εκατομμυρίων ευρώ. Τέλος, μετά την δημοσίευση της ως άνω αποφάσεως του Δ.Ε.Ε. επί των προδικαστικών ερωτημάτων στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-186/11 και C-209/11, ψηφίσθηκε ο Ν. 4141/2013 (Α΄ 81/5.4.2013) ο οποίος, στα άρθρα 22-24 περιέλαβε ρυθμίσεις με πρωταρχικό στόχο, όπως εκτίθεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση, την διασφάλιση της συμβατότητας της νομοθεσίας για τα τυχερά παίγνια με το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις αρχές που διέπουν τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και την επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου διεξαγωγής τυχερών παιγνίων κατά τρόπο που να πληροί τις προϋποθέσεις της αρχής της αναλογικότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων, «διασφαλίζοντας την επίτευξη των σκοπών κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό». Ενόψει αυτών, με την παρ. 2 του άρθρου 24 του Ν. 4141/2013, προστέθηκε παρ. 3Α στο άρθρο 28 του Ν. 4002/2011, η οποία ορίζει ότι : «3Α. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. συνιστάται τριμελής Επιτροπή Ελέγχου, στην οποία το ένα μέλος προέρχεται από τα διορισμένα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π., τα δε άλλα δύο επιλέγονται με τις προϋποθέσεις, τα προσόντα και τη διαδικασία που ορίζεται από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων. Η τριμελής Επιτροπή Ελέγχου, η οποία παρίσταται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΟΠΑΠ Α.Ε., επιβλέπει και μεριμνά την τήρηση εκ μέρους της ΟΠΑΠ Α.Ε., των πρακτόρων της και των παραχωρησιούχων του άρθρου 39, της κείμενης νομοθεσίας και των συμβατικών υποχρεώσεων της ΟΠΑΠ Α.Ε. έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. α. Τα θέματα που αφορούν τον έλεγχο και την εποπτεία της Επιτροπής αυτής ενδεικτικά είναι εκείνα που αφορούν : αα. Την από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβαση μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ … ββ. Την εισήγηση έκδοσης κανονιστικών πλαισίων όσον αφορά τη διεξαγωγή, διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία των παιγνίων … γγ. Την εισαγωγή νέων ή την τροποποίηση υφισταμένων μέτρων για την εμπορία και τη διεξαγωγή των … παιγνίων. δδ. Την κάθε είδους εμπορική επικοινωνία της εταιρείας και των υπηρεσιών που με κάθε τρόπο παρέχει. εε. Την ενιαία τιμολογιακή πολιτική … στστ. Τον αριθμό των σημείων πώλησης των υπηρεσιών και το χρονοδιάγραμμα λειτουργίας τους. ζζ. Το περιεχόμενο των συμβάσεων της ΟΠΑΠ με τους πράκτορές της, τους παραχωρησιούχους της ή τρίτους … ηη. … β. Τα αντικείμενα, ως προς τα οποία θα ελέγχονται τα παραπάνω θέματα, είναι : αα. Η τήρηση του νομοθετικού πλαισίου ρύθμισης της αγοράς των τυχερών παιγνίων … ββ. Η τήρηση των όρων της από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ … και των όρων της από 4.11.2011 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ για την εγκατάσταση και εκμετάλλευση 35.000 παιγνιομηχανημάτων στην Ελληνική Επικράτεια … γγ. Η προστασία του καταναλωτικού κοινού και των παικτών από τον εθισμό, την απάτη, το έγκλημα και τη σπατάλη χρημάτων στα τυχερά παίγνια καθώς και την κατεύθυνση των παικτών στα νόμιμα δίκτυα παιγνίων. δδ. Η προστασία των ανηλίκων … εε. Η αναγνώριση των ευάλωτων ομάδων, η υποστήριξη και η προστασία τους. στστ. Η διασφάλιση της φερεγγυότητας των παιγνίων. ζζ. Η προβλεπόμενη απόδοση του κέρδους στους παίκτες. ηη. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων. θθ. Η … απόδοση των συμμετοχών και φόρων στο Δημόσιο. γ. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. και τα πρόσωπα στα οποία … αναθέτει αρμοδιότητες … υποχρεούνται να θέτουν υπόψη της Επιτροπής Ελέγχου πριν τη λήψη απόφασης … αα. Σχέδια εισηγήσεων, προσχέδια αποφάσεων … ββ. Αν δεν υφίστανται τα παραπάνω, σχέδια εγγράφων που θα εξωτερικεύσουν τη βούληση της εταιρείας … δ. … Σε περίπτωση διαφωνίας της Επιτροπής Ελέγχου με τις προτεινόμενες εισηγήσεις, η ΟΠΑΠ Α.Ε. οφείλει να απόσχει από τη λήψη απόφασης ή/και τη σύναψη σύμβασης … Η ΟΠΑΠ Α.Ε. μπορεί να προσφύγει κατά των αποφάσεων της Επιτροπής Ελέγχου στην Ε.Ε.Ε.Π. … Η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να αποδέχεται εν όλω ή εν μέρει τέτοιες προσφυγές, να τις απορρίπτει ή και να ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο το αντικείμενό τους … Η Επιτροπή Ελέγχου είναι όργανο ειδικού ελέγχου, δεν διέπεται από τις διατάξεις περί συλλογικών οργάνων του Δημοσίου, βρίσκεται εκτός του δημόσιου τομέα και λειτουργεί με βάση τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου … ε. Τα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου, η οποία ορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 07274ΕΞ/2012 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΥΟΔΔ΄ 413) συνεχίζουν τη θητεία τους …». 12. Επειδή, εξάλλου, όπως έχει ήδη κριθεί, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 50 του π.δ/τος 18/1989 (Α’ 8), η πράξη που οφείλει να εκδώσει η Διοίκηση μετά την τυχόν ακύρωση από το Συμβούλιο της Επικρατείας προηγούμενης διοικητικής πράξεως ανάγεται στο χρόνο εκδόσεως της ακυρούμενης πράξεως και διέπεται, κατ’ αρχήν, από το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο εκείνο, ως εκ της υποχρεώσεως την οποία υπέχει η Διοίκηση να σέβεται το δεδικασμένο και να συμμορφώνεται προς τις ακυρωτικές αποφάσεις. Ωστόσο, η δέσμευση αυτή της Διοικήσεως δεν κωλύει τη νομοθετική εξουσία ή την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση να προβαίνουν με γενικές διατάξεις, για τον εφεξής χρόνο, σε ρυθμίσεις που καταλαμβάνουν και τις συνεπεία τυχόν ακυρωτικής αποφάσεως καθιστάμενες εκκρεμείς ενώπιον της Διοικήσεως υποθέσεις, όταν το νεότερο κανονιστικό καθεστώς έχει αναδρομική ισχύ ή προκύπτει από αυτό ότι ο νομοθέτης ή η κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση δεν ανέχονται εφεξής την εφαρμογή των παλαιών διατάξεων (βλ. ΣτΕ 1418/2013 7μ., 4315/2005, 3627/2004, 419/2000, 951-52/1996, 107/1991, 2656/1987, 2196/1982, 2827/1980 Ολομ., 3581/1979 Ολομ.). Σε τέτοιες περιπτώσεις, εφαρμοστέο είναι το νομικό καθεστώς που ισχύει κατά τον χρόνο εκδόσεως της νέας διοικητικής πράξης, εκείνης δηλαδή που εκδίδεται μετά την ακυρωτική απόφαση (ΣτΕ 4315/2005, 409/2000, 951-2/2000, 107/1991). Κατά μείζονα δε λόγο, τα προαναφερόμενα έχουν εφαρμογή όταν το νεότερο νομοθετικό καθεστώς άρχισε να ισχύει πριν καν εκδοθεί η ακυρωτική απόφαση (ΣτΕ 4315/2005). 13. Επειδή, στις υπό κρίση υποθέσεις, όπως προκύπτει από την εξέλιξη των παρατιθέμενων στις σκέψεις 6, 7 και 11 της παρούσης αποφάσεως νομοθετικών και συναφών προς αυτές κανονιστικών και λοιπών ρυθμίσεων, ο έλληνας νομοθέτης, μετά τη συντέλεση των προσβαλλόμενων σιωπηρών πράξεων, με τις οποίες η Διοίκηση θεωρείται ότι απέρριψε τα αιτήματα των αιτουσών αλλοδαπών επιχειρήσεων, εν συνεχεία δε μετά και την άσκηση των υπό κρίση αιτήσεων, την έκδοση της 231/2011 αποφάσεως της Ολομέλειας του Δικαστηρίου περί προδικαστικής παραπομπής στο ΔΕΕ και τη δημοσίευση της αποφάσεως του τελευταίου με τις απαντήσεις επί των προδικαστικών ερωτημάτων, επέμεινε στην διατήρηση, κατά βάση, του μονοπωλίου της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., πλην επέφερε ουσιώδεις τροποποιήσεις στο κανονιστικό καθεστώς που διέπει τον εν λόγω οργανισμό, καθώς και τα τυχερά παίγνια και τον έλεγχό τους. Η εξέλιξη αυτή των ρυθμίσεων της εθνικής νομοθεσίας στο επίμαχο ζήτημα ετέθη υπόψη των διαδίκων, προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να εκθέσουν τις απόψεις τους επί της συμβατότητας της εν λόγω νομοθεσίας προς το δίκαιο της Ένωσης, δυνατότητα την οποία και άσκησαν με την κατάθεση σχετικών υπομνημάτων. Ειδικότερα, με το Ν. 4002/2011 επιχειρήθηκε η συνολική ρύθμιση της αγοράς καθώς και της εποπτείας και του ελέγχου των τυχερών παιγνίων, με τη θέσπιση κανόνων και για το «υπεύθυνο παιχνίδι», στους οποίους εντάσσονται και κανόνες για τη διαφήμιση. Και ναι μεν ορίσθηκε, στο άρθρο 26 παρ. 2 του εν λόγω νόμου, ότι οι διατάξεις του δεν εφαρμόζονται για τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται ή για τα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, μεταξύ άλλων και στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., προβλέφθηκε όμως, ταυτόχρονα, στο ίδιο άρθρο ότι όλα τα τυχερά παίγνια και, συνεπώς, και εκείνα που διεξάγονται από την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., υπάγονται στην εποπτεία και τον έλεγχο της «Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.). Η Επιτροπή αυτή προήλθε από μετονομασία της «Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών» του άρθρου 16 του Ν. 3229/2004, με το άρθρο 28 του Ν. 4002/2011, το οποίο διεύρυνε τις αρμοδιότητές της σχετικά με την πρόληψη και την πάταξη της εγκληματικής δραστηριότητας στην ελληνική αγορά τυχερών παιγνίων.

Στη συνέχεια, με το Ν. 4038/2012 (άρθρο 7 παρ. 14), η εν λόγω Επιτροπή, η οποία υπό την ισχύ του Ν. 3229/2004 είχε τον χαρακτήρα ειδικής αυτοτελούς υπηρεσίας υπαγόμενης στον Υπουργό Οικονομικών, μετατράπηκε σε Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, με διοικητική και οικονομική ανεξαρτησία και αυτοτέλεια, στην οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 3051/2002 που ισχύουν για τις συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές. Με την 55906/1673/20.12.2011 του Υπουργού Οικονομικών (τ. Υ.Ο.Δ.Δ. 444/21.12.2011) συγκροτήθηκε η Ε.Ε.Ε.Π., ενώ με την 5666/1679/20.12.2011 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών – Πολιτισμού και Τουρισμού (Β’ 2910/22.12.2011) πιστοποιήθηκε η έναρξη της λειτουργίας της. Όπως δε προκύπτει από το έγγραφο της Ε.Ε.Ε.Π. που φέρει τον τίτλο «Ο Απολογισμός του έργου για το έτος 2012 και το Σχέδιο Δράσης για την περίοδο 2013-2015» (που εγκρίθηκε με την 46/4/5.4.2013 απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.), η Επιτροπή προέβη, μεταξύ άλλων, στις ακόλουθες ενέργειες στον επίμαχο τομέα των τυχερών παιγνίων : Αναφορικά με τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται μέσω παιγνιομηχανημάτων : α) προέβη στην παρουσίαση σχεδίου τεχνικών προτύπων των παιγνιομηχανημάτων που θα εγκαταστήσει η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και γνωστοποίησε το σχέδιο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, β) εκπόνησε σχέδιο κανονισμού διεξαγωγής και ελέγχου τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω παιγνιομηχανημάτων και γ) εξέδωσε την 14/2/17.2.2012 απόφαση για τη ρύθμιση θεμάτων Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου του παιγνίου των Κρατικών Λαχείων (Β’ 2205/26.7.2012). Επίσης, στον τομέα των τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, η Ε.Ε.Ε.Π.: α) με την 22/2/22.10.2012 απόφασή της (Β’ 2880/26.10.2012) ανέλαβε την άσκηση αρμοδιοτήτων περί επιβολής κυρώσεων (του άρθρου 51, σε συνδυασμό με τα άρθρα 48 παρ. 3 και 49 παρ. 4 του Ν. 4002/2001) για τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται μέσω διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια, β) με την 23/3/23.10.2012 απόφασή της (Β’ 2952/5.11.2012), όπως αυτή τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την 51/3/26.4.2013 νεότερη απόφαση (Β’ 1147/13.5.2013), η Ε.Ε.Ε.Π. ενέκρινε κανονισμό επιβολής διοικητικών κυρώσεων, οι οποίες επιβάλλονται στην περίπτωση διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια και γ) προχώρησε σε έρευνα στο διαδίκτυο για τον εντοπισμό ιστοτόπων που προσφέρουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων και στοιχημάτων στην ελληνική επικράτεια, συγκρότησε σχετικά κλιμάκια ελέγχου και ολοκλήρωσε τη σύνταξη καταλόγου (black list) ιστοτόπων από τους οποίους παρέχονται μη νόμιμα υπηρεσίες τυχερών παιγνίων και στοιχημάτων (βλ. σχετ. και το από 31.7.2013 Δελτίο Τύπου της Ε.Ε.Ε.Π.). Εξάλλου, η Τριμελής Επιτροπή Ελέγχου στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η οποία, όπως ήδη έχει εκτεθεί, είχε συμβατική προέλευση (βλ. την από 4.11.2011 Σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., τροποποιητική της από 15.12.2000 αρχικής συμβάσεως μεταξύ των αυτών συμβαλλομένων) και συγκροτείτο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, προβλέφθηκε και νομοθετικά με τον προαναφερόμενο Ν. 4141/2013 (άρθρο 24 παρ. 2), ο οποίος, αφενός, όρισε ότι η εν λόγω Επιτροπή συγκροτείται πλέον με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. και, αφετέρου, διεύρυνε σημαντικά τις αρμοδιότητές της. Η τριμελής αυτή Επιτροπή, η οποία σε αντίθεση με τον εξωτερικό και κατά βάση ρυθμιστικό και κατασταλτικό έλεγχο της Ε.Ε.Ε.Π. ασκεί προληπτικό έλεγχο της εσωτερικής λειτουργίας της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., έχει ήδη ενεργοποιηθεί, όπως προκύπτει από την ΕΕ07110913/11.9.2013 «Τακτική Έκθεση Ελέγχου μέχρι τις 31.7.2013 …», την οποία απηύθυνε στην Ε.Ε.Ε.Π. Από το σύνολο των προαναφερόμενων νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων προκύπτει ότι η ελληνική νομοθεσία, με την παραχώρηση και διατήρηση, υπέρ της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων, αποσκοπεί, προεχόντως, στην καταπολέμηση του παράνομου στοιχηματισμού και της εγκληματικής δραστηριότητας στον τομέα των τυχερών παιγνίων, μέσω της κατευθύνσεως των σχετικών δραστηριοτήτων προς ένα νόμιμο και ελεγχόμενο πλαίσιο. Ο σκοπός μάλιστα αυτός της προστασίας των καταναλωτών όχι μόνο από την εγκληματική δραστηριότητα τη σχετική με τα τυχερά παίγνια αλλά και από τον εθισμό και την τάση για κατασπατάληση μεγάλων χρηματικών ποσών στα παίγνια αυτά, προβάλλεται εντονότερα τόσο στην ως άνω, από 4.11.2011, σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. .Α.Ε., όσο και στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4002/2001. Ο νόμος αυτός, όπως τροποποιήθηκε ιδίως με το Ν. 4141/2013 καθώς και η ανάθεση της εποπτείας και του ελέγχου του συνόλου των τυχερών παιγνίων στην Ε.Ε.Ε.Π., ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή με εκτεταμένες κανονιστικές καθώς και ελεγκτικές αρμοδιότητες και εξουσία επιβολής κυρώσεων, σηματοδότησαν μια σημαντική εξέλιξη στη θέσπιση ενός πληρέστερου, αναλυτικού, συστηματικού και αποτελεσματικού νομικού πλαισίου της αγοράς τυχερών παιγνίων. Προς την κατεύθυνση αυτή κατατείνει, επίσης, η πρόβλεψη, ειδικά για την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., του πρόσθετου μηχανισμού ελέγχου, με τη σύσταση της «Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου», η οποία ασκεί προληπτικό έλεγχο στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, ο οποίος, αν αποβεί αρνητικός, υποχρεώνει τον Οργανισμό να απόσχει από τη λήψη της σχετικής αποφάσεως. Ο κυρίαρχος δε ρόλος της Ε.Ε.Ε.Π. στη διαδικασία επιλογής των μελών της τριμελούς αυτής επιτροπής, παρέχει επαρκή εγγύηση για τη συγκρότησή της με τα κατάλληλα πρόσωπα. Εξάλλου, ναι μεν η επιτροπή αυτή διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο, βρίσκεται εκτός του δημοσίου τομέα και τα έξοδα λειτουργίας της καλύπτονται από την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., τα στοιχεία όμως αυτά δεν είναι ικανά να υποβαθμίσουν τον ρόλο της εν λόγω επιτροπής, στο μέτρο που ασκεί το έργο της σε συνεργασία και επικοινωνία με την Ε.Ε.Ε.Π. Το σύνολο των ανωτέρω στοιχείων συντελεί στην επιδίωξη, κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό, των προαναφερόμενων σκοπών, των οποίων γίνεται επίκληση για τη θέσπιση του επίμαχου αποκλειστικού δικαιώματος.

Η συνεκτικότητα του όλου συστήματος και η δικαιολόγηση του κρινόμενου μονοπωλίου δεν θίγονται εκ μόνου του λόγου ότι ορισμένα παίγνια δεν καλύπτονται από το μονοπώλιο, αλλά είναι δυνατή η ανάπτυξή τους με σύστημα περιορισμένων αδειών. Και τούτο διότι, ως προς μεν τα παιγνιομηχανήματα, η απόλυτη απαγόρευσή τους εκτός καζίνο έχει κριθεί μη συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης (βλ. απόφ. ΔΕΕ της 26.10.2006, C-65/05, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας) ως προς δε τα τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4002/2011, διαπιστώθηκε η παράνομη λειτουργία πολλών ιστοσελίδων, ενώ αναγνωρίζονται και στη νομολογία του ΔΕΕ οι αυξημένοι κίνδυνοι από το διαδικτυακό παίγνιο, με συνέπεια τη δυσχέρεια ελέγχου του (βλ. και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10.9.2013, σχετικά με τα τυχερά παιχνίδια σε απευθείας σύνδεση). Περαιτέρω, ως προς την εμπορική επικοινωνία της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., το ήδη ισχύον νομικό πλαίσιο θέτει πλέον περιορισμούς ως προς τη διαφήμιση, ενώ, εξάλλου από τα στοιχεία του φακέλου που προσκομίζει η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και δεν αμφισβητούνται, προκύπτει σημαντική μείωση της διαφημιστικής της δαπάνης κατά τα έτη 2007-2013 (από 24.033.371,04 ευρώ το έτος 2007 σε 6.155.330,55 ευρώ το έτος 2013). Τέλος, για την αξιολόγηση της συνεκτικότητας του καθεστώτος των τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα δεν αποτελεί κρίσιμο στοιχείο ούτε ασκεί επιρροή η προαναφερθείσα επέκταση της δραστηριότητας της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, συγκεκριμένα, στην Κύπρο. Με τα δεδομένα αυτά, το ήδη υφιστάμενο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο στον τομέα των τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα είναι συμβατό με τις επιταγές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, όπως αυτές έχουν ήδη εκτεθεί και προκύπτουν από το σύνολο της νομολογίας του ΔΕΕ και την απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου επί των προδικαστικών ερωτημάτων που του υποβλήθηκαν με την 231/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, σχετικά με την ερμηνεία των άρθρων 49 και 56 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρα 43 και 49 της ΣΕΚ). Ειδικότερα, με την τελευταία αυτή απόφαση, το ΔΕΕ δεν αποφάνθηκε οριστικά επί της συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης του τότε ισχύοντος εθνικού νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου στον τομέα των τυχερών παιγνίων, αλλά περιορίσθηκε στην παράθεση των κριτηρίων (βλ., ιδίως σκ. 31- 34) με βάση τα οποία ο εθνικός δικαστής θα κρίνει, τελικά, αν ο κρατικός έλεγχος στον οποίο υπόκεινται οι δραστηριότητες της κατέχουσας το μονοπώλιο επιχειρήσεως ασκείται όντως προς επιδίωξη, κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο, των σκοπών στους οποίους αποβλέπει η καθιέρωση του συστήματος αποκλειστικότητας υπέρ της επιχειρήσεως αυτής. Έτσι, η απόφαση αφού αναφέρει, στη σκέψη 35, ότι μολονότι ορισμένα στοιχεία που εκτίθενται στην απόφαση περί παραπομπής φαίνονται να υποδηλώνουν ότι θα μπορούσαν να μην ικανοποιούν τις απαιτήσεις που μνημονεύονται στις σκέψεις 33 και 34, πάντως στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει αν τούτο όντως συμβαίνει, λαμβανομένου υπόψη των εν λόγω στοιχείων και όλων των άλλων ως προς τα οποία θα αποδειχθεί ενδεχομένως ότι ασκούν επιρροή υπό το πρίσμα αυτό. Επίσης, στο πλαίσιο της απαντήσεως στο τρίτο σκέλος του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, η ίδια απόφαση του ΔΕΕ αναφέρει, στην σκέψη 46 ότι «… η άρνηση χορηγήσεως μεταβατικής περιόδου σε περίπτωση ασυμβιβάστου της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως προς τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην την υποχρέωση του οικείου κράτους μέλους να ελευθερώσει την αγορά των τυχερών παιγνίων, αν εκτιμά ότι μια τέτοια ελευθέρωση δεν συνάδει προς το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και της κοινωνικής τάξεως το οποίο το κράτος μέλος αυτό σκοπεί να διασφαλίσει. Πράγματι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου της Ένωσης, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να διαθέτουν τη δυνατότητα μεταρρυθμίσεως του υφισταμένου μονοπωλίου προκειμένου αυτό να καταστεί συμβατό προς τις διατάξεις της Συνθήκης, ιδίως διά της υποβολής του σε αποτελεσματικό και αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών». Όπως δε ήδη έχει εκτεθεί, με την θέσπιση και θέση σε ισχύ των προαναφερόμενων νεότερων ρυθμίσεων των νόμων 4002/2011, 4038/2012 και 4141/2013, το διατηρούμενο μονοπώλιο της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. συνοδεύεται από κανονιστικό πλαίσιο που το καθιστά συμβατό με τις επιταγές του ενωσιακού δικαίου, στο μέτρο που παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την επίτευξη, με τρόπο συνεπή και συστηματικό, των προαναφερόμενων θεμιτών σκοπών. Κατά συνέπεια, οι υπό κρίση αιτήσεις, στρεφόμενες κατά των προσβαλλόμενων παραλείψεων οι οποίες κατά τις αιτούσες συντελέσθηκαν κατά παράβαση των ως άνω διατάξεων της Συνθήκης είναι, εν πάση περιπτώσει, απορριπτέες ως αλυσιτελείς. Τούτο δε διότι η τυχόν ακύρωσή των προσβαλλόμενων παραλείψεων, ουδόλως θα ωφελούσε τις αιτούσες, εφόσον οι αιτήσεις τους, οι οποίες θα καθίσταντο εκκρεμείς ενώπιον της Διοικήσεως συνεπεία της ακυρώσεως των εν λόγω παραλείψεων, δεν θα ήταν δυνατόν να ικανοποιηθούν, μετά την εισαγωγή των νεότερων, συμβατών κατά τα ήδη εκτεθέντα, με το δίκαιο της Ένωσης νομοθετικών ρυθμίσεων. Κατόπιν αυτών, οι υπό κρίση συνεκδικαζόμενες αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν (βλ. ΣτΕ 1418/2013 7μ. πρβλ. ΣτΕ 1372/2013 Ολομ.). Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Γ. Παπαγεωργίου, Ε. Νίκα, Β. Αραβαντινός και Ηλ. Μάζος, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Οι περιορισμοί που εισάγονται με τις επίμαχες ρυθμίσεις της εθνικής νομοθεσίας, όπως αυτές ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι δικαιολογούνται κατά την έννοια των άρθρων 43 ή 49 της ΣΕΚ (ήδη άρθρο 49 και 56 της ΣΛΕΕ), εν όψει των κριθέντων με την απόφ. ΔΕΕ στις υποθ. C-186/11 και C-209/11 (βλ., ιδίως, σκ. 32 και 35). Περαιτέρω, ούτε οι περιορισμοί που εισάγονται με τις ήδη ισχύουσες ρυθμίσεις της εθνικής νομοθεσίας μπορούν να θεωρηθούν ότι δικαιολογούνται κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων. Και τούτο εν όψει των εξής, ενδεικτικώς αναφερομένων, στοιχείων: α) διατηρείται η νομική μορφή του Ο.Π.Α.Π. ως ανώνυμης εταιρείας, εισηγμένης μάλιστα στο χρηματιστήριο, γεγονός που συνεπάγεται αναγκαίως, κατά νόμον, την επιδίωξη του μέγιστου κέρδους για τους μετόχους, οι οποίοι, πλέον, εκπροσωπούν κατά 100% ιδιωτικά συμφέροντα, β) το αποκλειστικό δικαίωμα της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. έχει παραταθεί για 10 επιπλέον έτη, γ) οι επιτρεπόμενες στην εταιρεία αυτή δραστηριότητες έχουν διευρυνθεί και επεκταθεί σε παίγνια μη προβλεπόμενα στις πριν τον κρίσιμο χρόνο ισχύουσες ρυθμίσεις, ακόμη δε και στο διαδίκτυο, δ) οι δραστηριότητες της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. έχουν επεκταθεί και εκτός Ελλάδος, ε) το μέγιστο ποσό στοιχηματισμού και κέρδους ισχύει ανά δελτίο και όχι ανά παίκτη (βλ. και σκ. 32 της αποφ. ΔΕΕ στις υποθ. C-186/11 και C-209/11) και στ) η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. ασκεί επεκτατική πολιτική, όπως, βάσει προσκομιζομένων από τις αιτούσες στοιχείων, προκύπτει από την διατήρηση σε πολύ υψηλό επίπεδο του κύκλου εργασιών της, υπό συνθήκες μάλιστα γενικής οικονομικής κρίσεως, και από την πολύ υψηλή θέση της, ως προς την μέση κεφαλαιοποίηση, στην Ελλάδα κατά τα έτη 2011 και 2012 και ως προς τα έσοδα του 2012 και την χρηματιστηριακή της αξία μεταξύ των ομοειδών εταιρειών στην Ευρώπη. Και ναι μεν με τις ρυθμίσεις των νόμων 4002/2011, 4038/2012 και 4141/2013 ενισχύθηκαν οι μηχανισμοί εποπτείας και ελέγχου στον τομέα των τυχερών παιγνίων γενικώς, ιδίως με την μετατροπή της Ε.Ε.Ε.Π. σε ανεξάρτητη διοικητική αρχή και τη συγκρότηση, με απόφαση αυτής, της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., πλην ούτε με τις ρυθμίσεις αυτές μεταβλήθηκαν ουσιωδώς τα βασικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας της, δοθέντος ότι με αυτές δεν διασφαλίζεται η άσκηση δημοσίου ελέγχου, και μάλιστα αυστηρού και αποτελεσματικού, αφού η εν λόγω τριμελής επιτροπή διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο, ευρίσκεται εκτός του δημοσίου τομέα και, κυρίως, τα έξοδα λειτουργίας της καλύπτονται από την ίδια την ελεγχόμενη Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. Συνεπώς, ούτε οι ρυθμίσεις αυτές μπορούν, κατά την εν λόγω μειοψηφήσασα γνώμη, να θεωρηθούν πρόσφορες για την επιδίωξη, κατά τρόπο συνεπή και αποτελεσματικό, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης και της νομολογίας του ΔΕΕ, των επιδιωκόμενων στόχων της εθνικής πολιτικής στον τομέα των τυχερών παιγνίων, είτε αυτοί συνίστανται στην προσπάθεια μείωσης των τυχερών παιγνίων, είτε στην καταπολέμηση της συναφούς με τα τυχερά παίγνια εγκληματικότητας μέσω της ασκήσεως ελέγχου, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι εν λόγω δραστηριότητες ασκούνται μόνο εντός ελεγχόμενων μηχανισμών. 14. Επειδή, ειδικότερα, ως προς το ζήτημα της λυσιτέλειας των υπό κρίση αιτήσεων, οι Σύμβουλοι Γ. Παπαγεωργίου, Β. Αραβαντινός και Ο. Ζύγουρα υποστήριξαν την ακόλουθη γνώμη: Η, απορρέουσα από το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος (σε συνδυασμό με το άρθρο 50 παρ. 2 και 3 του π.δ. 18/1989) και αναφερόμενη στην δωδέκατη σκέψη, υποχρέωση της Διοικήσεως να εκδώσει, μετά από ακυρωτική απόφαση, διοικητική πράξη επί τη βάσει του ισχύοντος κατά τον χρόνο της ακυρωθείσης πράξεως νομικού και πραγματικού καθεστώτος, αποσκοπεί στην αποτροπή της δυνατότητας της πολιτικής (νομοθετικής και εκτελεστικής) εξουσίας να μη συμμορφώνεται στις ακυρωτικές (δικαστικές) αποφάσεις μεταβάλλοντας, μετά την έκδοση της ακυρωθείσης πράξεως, το νομικό καθεστώς που την διείπε. Τούτο δε, λαμβανομένου ιδιαιτέρως υπ’ όψιν ότι, κατά το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η εκτέλεση της δικαστικής αποφάσεως αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της δίκης, και η διασφάλιση της εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων, ιδίως δε των ακυρωτικών, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της έννοιας της «δίκαιης δίκης» (βλ. ΕΔΔΑ απόφαση Hornsby κατά ...., 19.3.1997, επί υποθέσεως η οποία αφορούσε σε αίτηση ακυρώσεως κατά σιωπηράς αρνήσεως της Διοικήσεως). Εν όψει τούτων και δεδομένου ότι οι αναφερόμενες στην δωδέκατη σκέψη εξαιρέσεις από την ανωτέρω συνταγματική αρχή (αναδρομικότητα του νέου νόμου, μη ανοχή εφαρμογής εφεξής των παλαιών ρυθμίσεων) είναι στενώς ερμηνευτέες, για την κάμψη της εν λόγω αρχής δεν αρκεί, όταν ο νεώτερος νόμος δεν είναι ρητώς αναδρομικός, η αυτονόητη, ουσιώδης ή μη, διαφοροποίηση των νέων ρυθμίσεων σε σχέση με τις παλαιές, προκειμένου να συναχθεί ότι οι νεώτερες διατάξεις δεν ανέχονται την εφαρμογή εφεξής των παλαιών. Διότι η έκδοση διατάξεων που ρυθμίζουν ένα ζήτημα κατά τρόπο, ουσιωδώς ή μη, διαφορετικό σε σχέση με παλαιότερες διατάξεις αποκλείει μεν εξ ορισμού, αν δεν ορίζεται άλλως (π.χ. με μεταβατικές διατάξεις), την έκδοση, βάσει των παλαιών διατάξεων, νέων διοικητικών πράξεων «εφεξής», δηλαδή για το μέλλον δεν αποκλείει, όμως, αν δεν ορίζεται ρητώς, την έκδοση, βάσει του παλαιού νομοθετικού καθεστώτος, διοικητικών πράξεων προς θεραπείαν των διαπιστωθεισών με ακυρωτική απόφαση παραβάσεων του εν λόγω (παλαιού) νομοθετικού καθεστώτος, ήτοι διοικητικών πράξεων ή ισχύς των οποίων ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεως των ακυρωθεισών (άλλωστε, η έκδοση νέων διατάξεων δεν αποκλείει την εφαρμογή «εφεξής» του παλαιού νομοθετικού καθεστώτος, μέσω της διατηρήσεως -αν δεν ορίζεται άλλως- της ισχύος των βάσει του καθεστώτος αυτού εκδοθεισών πράξεων). Επομένως, ανεξαρτήτως α) της κρίσεως ως προς τη συμβατότητα με τις επιταγές του ενωσιακού δικαίου του νέου -μετά τη συντέλεση των προσβαλλομένων παραλείψεων- νομοθετικού καθεστώτος και β) του βαθμού διαφοροποιήσεως αυτού από το παλαιό νομοθετικό καθεστώς, δεν είναι αλυσιτελής η εξέταση των κρινομένων αιτήσεων, δεδομένου ότι το νέο νομοθετικό καθεστώς δεν ορίζεται ρητώς ως αναδρομικό ούτε προβλέπει ότι καταλαμβάνει και περιπτώσεις οι οποίες ανέκυψαν πριν από την θέσπισή του και άγονται εκ νέου ενώπιον της Διοικήσεως μετά από ακυρωτική απόφαση. Εξάλλου, ειδικώς επί ενδίκων βοηθημάτων που έχουν ως αντικείμενο την προστασία δικαιωμάτων που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο, όπως εν προκειμένω, αντίθετη εκδοχή θα συνεπαγόταν δικονομική μεταχείριση αποκλείουσα την διασφάλιση της προστασίας των εν λόγω δικαιωμάτων, αφού η, μετά την επίδικη προσβολή αυτών, μεταβολή της νομοθεσίας θα ήταν αρκετή, χωρίς σχετική ρητή πρόβλεψη, να καταστήσει αλυσιτελή (δηλαδή ανώφελη για τον ασκούντα το ένδικο βοήθημα) την επιδιωχθείσα δικαστική προστασία, τούτο δε κατά παράβαση της υποχρεώσεως σύμφωνης προς το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας και εφαρμογής των εθνικών δικονομικών κανόνων, προκειμένου περί προστασίας δικαιωμάτων προβλεπομένων από το ενωσιακό δίκαιο. Εν όψει τούτου, η ακύρωση των, κατά τις αιτούσες, συντελεσθεισών παραλείψεων είναι λυσιτελής, διότι θα έχει ως συνέπεια την επαναφορά των υποθέσεων στην Διοίκηση και την εξέτασή τους από αυτήν σύμφωνα με το τότε ισχύον νομικό καθεστώς και με όσα, ως προς την συμβατότητα αυτού με το ενωσιακό δίκαιο, έχουν κριθεί με την ως άνω απόφ. ΔΕΕ στις υποθ. C-186/11 και C-209/11. 15. Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει να απορριφθούν οι υπό κρίση αιτήσεις και να γίνουν δεκτές οι ασκηθείσες παρεμβάσεις.

Δ ι ά τ α ύ τ α Συνεκδικάζει τις αιτήσεις και τις απορρίπτει. Διατάσσει την κατάπτωση των παραβόλων. Δέχεται τις παρεμβάσεις της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.

Επιβάλλει στις αιτούσες, συμμέτρως, τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ και της παρεμβαίνουσας Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η οποία ανέρχεται στο ποσό των χιλίων διακοσίων ογδόντα (1280) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 22 Νοεμβρίου 2013 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2014.

Ο Πρόεδρος

Η Γραμματέας

Αριθμός 3168/2014

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Οκτωβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Πρόεδρος, Ν. Ρόζος, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Βηλαράς, Αικ. Σακελλαροπούλου, Δ. Σκαλτσούνης, Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα, Ευθ. Αντωνόπουλος, Γ. Τσιμέκας, Π. Καρλή, Φ. Ντζίμας, Μ. Σταματελάτου, Β. Αραβαντινός, Α. Καλογεροπούλου, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Δ. Μακρής, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Σ. Βιτάλη, Η. Μάζος, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου, Ε. Παπαδημητρίου, Σύμβουλοι, Χρ. Μπολόφη, Μ.-Ε. Παπαδημήτρη, Ε. Μουργιά, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Κ. Πισπιρίγκος και Σ. Βιτάλη, καθώς και η Πάρεδρος Χρ. Μπολόφη μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη. Για να δικάσει την από 5 Ιανουαρίου 2007 αίτηση: της εταιρείας με την επωνυμία «..», που εδρεύει στο Λονδίνο της Μεγάλης Βρετανίας (.., ..., ..), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Σπυρίδωνα Αλεξανδρή (Α.Μ. 10407), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κατά των Υπουργών: 1) Πολιτισμού και ήδη Πολιτισμού και Αθλητισμού και 2) Οικονομίας και Οικονομικών και ήδη Οικονομικών, οι οποίοι παρέστησαν με τον Αλέξανδρο Ροϊλό, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, και κατά των παρεμβαινουσών: 1) ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π.), που εδρεύει στο Περιστέρι Αττικής (Λ. Κηφισού 62-64), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Χαράλαμπο Χρυσανθάκη (Α.Μ. 11855), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 2) δευτεροβάθμιας επαγγελματικής οργάνωσης με την επωνυμία «Πανελλήνια Ομοσπονδία Επαγγελματιών Πρακτόρων Παιχνιδιών Πρόγνωσης Ο.Π.Α.Π.» (Π.Ο.Ε.Π.Π.Π.), που εδρεύει στην Αθήνα (Μάρνη 56), η οποία με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του δικηγόρου Γεωργίου Γεραπετρίτη (Α.Μ. 2136 Δ.Σ. Πειραιώς), παραιτείται από το δικόγραφο της παρεμβάσεως, δυνάμει ειδικού πληρεξουσίου. Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η σιωπηρή απόρριψη της με αριθμό πρωτοκόλλου 6480/4.10.2006 αιτήσεώς της στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Μ. Βηλαρά. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας εταιρείας και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, που ζήτησαν την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του Ν. 3719/2008, Α΄ 241 (βλ. Πρακτικό της Ολομέλειας σε συμβούλιο 259/2013), της Συμβούλου Μαρίας Σταματελάτου, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε τις ανωτέρω υποθέσεις, λαμβάνει μέρος αντ’ αυτής στη διάσκεψη, ως τακτικό μέλος, ο Σύμβουλος Κωνσταντίνος Πισπιρίγκος, αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως.

2. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά έντυπα παραβόλου 3519041 και 2657382/2007).

3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται εκ νέου στην Ολομέλεια, μετά την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), της 24.1.2013 [συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-186/11, .... κ.λπ. και C- 209/11, Sportingbet plc κατά των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού], με την οποία το εν λόγω Δικαστήριο απήντησε επί των προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία είχαν διατυπωθεί σε σχέση με την υπό κρίση υπόθεση, με την 232/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

4. Επειδή η εταιρεία «.....» υπέβαλε την 4.10.2006 στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών αίτηση (αριθμός πρωτοκόλλου 6480/4.10.2006), με την οποία, αφού επικαλέσθηκε ότι εδρεύει στο Λονδίνο (Μ. Βρετανία), ότι της έχει χορηγηθεί, από τις βρετανικές αρχές, άδεια οργανώσεως και διεξαγωγής τυχερών παιγνιδιών, βάσει της οποίας έχει αναπτύξει δραστηριότητα στον τομέα της οργανώσεως, διαχειρίσεως και διεξαγωγής στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη αποδόσεως, τα οποία αφορούν τα πάσης φύσεως ατομικά ή ομαδικά παιγνίδια καθώς επίσης και γεγονότα που προσφέρονται για τη διεξαγωγή στοιχήματος και ότι, τέλος, επιθυμεί να επεκτείνει την επιχειρηματική δραστηριότητά της στην Ελλάδα, ζήτησε να της χορηγηθεί, κατ’ εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, άδεια οργανώσεως των ήδη υφισταμένων στην ελληνική αγορά τυχερών παιγνιδιών (τα οποία οργανώνει κατ’ αποκλειστικότητα στην Ελλάδα ο Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου), καθώς και άδεια οργανώσεως, διαχειρίσεως, διεξαγωγής και λειτουργίας στην Ελλάδα στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη αποδόσεως επί αθλητικών ή μη γεγονότων. Μετά τη συμπλήρωση, την 4.1.2007, τριμήνου από την υποβολή στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών της ανωτέρω αιτήσεως, η εταιρεία κατέθεσε, την 16.1.2007, την υπό κρίση αίτηση, με την οποία ζητεί ήδη την ακύρωση της σιωπηράς απορρίψεως του αιτήματός της από τη Διοίκηση.

5. Επειδή, με πρόδηλο έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς, η εταιρεία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.) ζητεί, με την από 30.9.2008 παρέμβασή της, την απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως.

6. Επειδή, στο Ν.Δ. 3769/1957 (Α’ 202) ορίζεται, στο άρθρο 1, ότι «Επί σκοπώ προαγωγής, ενισχύσεως και συντονισμού του Εξωσχολικού Αθλητισμού, συνιστάται ... ιδία Δημοσία Υπηρεσία υπό τον τίτλον «Γενική Γραμματεία Εξωσχολικού Αθλητισμού» ...» (μετονομασθείσα, με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 3865/1958, Α’ 178, σε «Γενική Γραμματεία Αθλητισμού») και, στο άρθρο 12 παρ. 1, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν.Δ. 3865/1958, ότι «Πόροι προς εκπλήρωσιν της αποστολής της Γενικής Γραμματείας Εξωσχολικού Αθλητισμού ορίζονται: α) ... στ) Το εκ της λειτουργίας δελτίου προγνωστικών επί των ποδοσφαιρικών αγώνων προκύπτον έσοδον. Β. Διάταγμα ... θέλει ορίσει τον τρόπον οργανώσεως και λειτουργίας του δελτίου τούτου. Αι ειδικώτεραι λεπτομέρειαι λειτουργίας του δελτίου προγνωστικών ως και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των πρακτόρων διαθέσεως τούτου, ρυθμίζονται διά κανονισμών συντασσομένων υπό του Γενικού Γραμματέως Αθλητισμού και εγκρινομένων δι’ αποφάσεων του Προέδρου της Κυβερνήσεως, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι κανονισμοί ούτοι τροποποιούνται κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον». Στο άρθρο 1 του από 20/29.12.1958 β. δ/τος (Α’ 228), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του ανωτέρω άρθρου 12 παρ. 1, περίπτ. στ’, του Ν.Δ. 3769/1957, ορίζεται ότι «1. Συνιστάται νομικόν πρόσωπον ιδιωτικού δικαίου υπό την επωνυμίαν «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου» (Ο.Π.Α.Π.), έδραν έχον τας Αθήνας. 2. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει την οργάνωσιν και λειτουργίαν του δελτίου προγνωστικών επί των ποδοσφαιρικών αγώνων. 3. ...» και, στο άρθρο 6, ότι «1. Ο Οργανισμός θέλει παρακρατεί εκ των ακαθαρίστων εισπράξεων αυτού τα εξής ποσοστά: α) 45% ως κέρδος υπέρ των συμμετεχόντων εις το δελτίον προγνωστικών. β) ... 2. Ο Οργανισμός θέλει ομοίως παρακρατεί εκ των ακαθαρίστων εισπράξεών του άπαντα ανεξαιρέτως τα έξοδα διοικήσεως και λειτουργίας του ... 3. Το απομένον υπόλοιπον ποσόν ... εισαγόμενον εις τον προϋπολογισμόν του Κράτους, αποτελεί έσοδον της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού. 4. ...». Στο Ν. 2414/1996 (Α' 135) ορίσθηκε, στο άρθρο 1 παρ. 1, ότι «Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται οι κάτωθι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί, που ονομάζονται και για τους σκοπούς του παρόντος νόμου δημόσιες επιχειρήσεις: ... ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ (Ο.Π.Α.Π.) ...» και, στο άρθρο 2, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 παρ. 1 του Ν. 2733/1999 (Α’ 155), ότι «1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και του Υπουργού που εποπτεύει τη δημόσια επιχείρηση ... δύνανται να μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρείες οι δημόσιες επιχειρήσεις που δεν έχουν τη μορφή αυτή και να καταρτίζονται τα καταστατικά τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του κ.ν. 2190/1920. Με κοινές αποφάσεις των ίδιων Υπουργών προσαρμόζονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου τα καταστατικά των δημοσίων επιχειρήσεων που έχουν ήδη τη μορφή ανώνυμης εταιρείας. ... 3. Με τα προεδρικά διατάγματα και τις κοινές υπουργικές αποφάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, ορίζεται ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις λειτουργούν με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, χωρίς να μεταβάλλεται ο χαρακτήρας τους ως εταιριών που ασκούν δραστηριότητα κοινής ωφέλειας». Στο Ν. 2433/1996 (Α’ 180) ορίζεται, στο άρθρο 2, ότι «1. Με προεδρικό διάταγμα ... επιτρέπεται η έκδοση δελτίου στοιχημάτων «προκαθορισμένης ή μη απόδοσης» στα πάσης φύσεως ατομικά ή ομαδικά παιχνίδια, όπως και σε γεγονότα, η φύση των οποίων προσφέρεται για διεξαγωγή στοιχήματος. ... Διαχειριστής του σχετικού δελτίου ορίζεται ο Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου. ... 2. Όποιος χωρίς δικαίωμα διεξάγει ... στοίχημα ... τιμωρείται με ποινή φυλάκισης ...» και, στο άρθρο 3, ότι «1. Η ετήσια δαπάνη διαφήμισης των παιχνιδιών ... που διοργανώνει ο Ο.Π.Α.Π. ή όσων πρόκειται να διοργανώσει στο μέλλον, επιμερίζεται αναλογικά μεταξύ του Ο.Π.Α.Π. και των άλλων φορέων που συμμετέχουν στα δικαιώματα από κάθε παιχνίδι του Ο.Π.Α.Π. ... 2. ... 5. Ο Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου (Ο.Π.Α.Π.) μπορεί να χρησιμοποιεί έως και 10% των χώρων των εθνικών, δημοτικών και κοινοτικών σταδίων και γυμναστηρίων, που είναι προορισμένοι για διαφήμιση, προκειμένου να αναρτά πινακίδες για τη διαφήμιση των προϊόντων του, χωρίς υποχρέωση καταβολής αμοιβής. ...». Στη σχετική εισηγητική έκθεση, αναγράφονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «... Προτείνεται η καθιέρωση του παιχνιδιού «στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης», που είναι σήμερα επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε και επιβάλλεται τόσο από την ανάγκη αύξησης των εσόδων για τον αθλητισμό, όσο, κυρίως και της πάταξης των παράνομων στοιχημάτων, που έχουν λάβει τη μορφή επιδημίας τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. ... Κρίνεται ακόμη αναγκαίο να καθιερωθεί δελτίο για όλες τις μορφές παιχνιδιών ... έτσι ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματική η πάταξη των παράνομων παιχνιδιών στη χώρα μας, τα οποία, εκτός όλων των άλλων, έχουν σαν άμεση συνέπεια την εξαγωγή συναλλάγματος, αφού οι εταιρείες που διεξάγουν σήμερα παράνομα παιχνίδια στην Ελλάδα συνεργάζονται με ξένες εταιρείες και δέχονται και τέτοια στοιχήματα για λογαριασμό τους. Η διεξαγωγή από τον Ο.Π.Α.Π. των παιχνιδιών .. – .. – .. με απόλυτη επιτυχία και με τεράστια έσοδα για τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, το Υπουργείο Πολιτισμού και το Υπουργείο Οικονομικών (Δημόσιο), είναι η καλύτερη εγγύηση για την επιτυχία και του προτεινόμενου νέου παιχνιδιού των στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης ... Προτείνεται ο επιμερισμός της διαφημιστικής δαπάνης των παιχνιδιών του Ο.Π.Α.Π. μεταξύ των φορέων του Δημοσίου που λαμβάνουν και τα μεγαλύτερα ποσοστά ... Η ρύθμιση αυτή κρίνεται αναγκαία, αφού ο Ο.Π.Α.Π. δαπανά κάθε χρόνο τεράστια ποσά για τη διαφήμιση των παιχνιδιών του, προκειμένου να αντιμετωπίσει με επιτυχία ανταγωνιστικά παιχνίδια και να ανεβάσει συνολικά τις πωλήσεις του. ... Προτείνεται η απαλλαγή του Ο.Π.Α.Π. από το φόρο τηλεόρασης, προκειμένου να έχει τη δυνατότητα της διαφημιστικής προβολής των παιχνιδιών του από την τηλεόραση και έτσι να αυξήσει τις πωλήσεις του, προς όφελος του Ελληνικού Δημοσίου. ... Προτείνεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης εκ μέρους του Ο.Π.Α.Π. χώρων που είναι προορισμένοι για διαφήμιση στα εθνικά, δημοτικά και κοινοτικά γυμναστήρια, χωρίς καμία αμοιβή, αφού στην πράξη η λειτουργία των σταδίων αυτών επιτυγχάνεται από τις εισπράξεις των παιχνιδιών του Ο.Π.Α.Π. ...». Με βάση την ανωτέρω εξουσιοδότηση του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 2433/1996, εκδόθηκε το π.δ. 250/1997 (Α’ 181), με το οποίο ρυθμίσθηκαν τα σχετικά με τη διαχείριση, οργάνωση, λειτουργία και διάθεση των εσόδων του δελτίου στοιχημάτων προκαθορισμένης ή μη απόδοσης και ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η συμμετοχή στα πάσης φύσεως στοιχήματα προκαθορισμένης ή μη απόδοσης που διαχειρίζεται ο Ο.Π.Α.Π. είναι ελεύθερη στον καθένα, υπό τον όρο καταβολής αντιτίμου (άρθρο 3) και ότι τα έσοδα από τα στοιχήματα προκαθορισμένης απόδοσης, μετά την αφαίρεση των κερδών των παικτών και ορισμένων άλλων κονδυλίων, κατανέμονται κατά 70% στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και κατά 30% στο Υπουργείο Πολιτισμού (άρθρο 8). Με βάση το ανωτέρω άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 2414/1996 εκδόθηκε, εξ άλλου, το π.δ. 228/1999 (Α’ 193), στο οποίο ορίζεται, στο άρθρο 1, ότι «Συνιστάται ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» και σε συντομογραφία και διακριτικό τίτλο «Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.» … Η εταιρεία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, διεπόμενη από τις διατάξεις του Ν. 2414/1996 ... και του Κ.Ν. 2190/1920 …», στο άρθρο 2, ότι «1.

Σκοπός της εταιρείας είναι: α) Η οργάνωση, η λειτουργία και η διεξαγωγή από την εταιρεία ή σε συνεργασία με τρίτους των παιχνιδιών ... … καθώς και κάθε άλλου τυχερού παιχνιδιού που στο μέλλον ήθελε αποφασίσει το Δ.Σ. σε ολόκληρη τη χώρα και εκτός αυτής για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου ... β) Η διαχείριση των ανωτέρω παιχνιδιών, αλλά και όσων πρόκειται να διεξαχθούν στο μέλλον, ασκείται κατ’ αποκλειστικότητα από την εταιρεία Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου … 2. Για την επίτευξη των σκοπών της ασκούνται από την ΟΠΑΠ Α.Ε. και οι ακόλουθες δραστηριότητες. α) … δ) Η σύσταση σε όλη τη χώρα πρακτορείων που πρακτορεύονται εν γένει παιχνίδια της εταιρείας κατ’ αποκλειστικότητα και η χορήγηση αδειών λειτουργίας πρακτορείων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για ένα ή περισσότερα από τα παιχνίδια της, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που κάθε φορά θέτει το Δ.Σ. της εταιρείας. ε) ...», στο άρθρο 5 παρ. 1, ότι «Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας ΟΠΑΠ ΑΕ ανέρχεται σε ... δραχμές. Το μετοχικό κεφάλαιο διαιρείται σε ... ονομαστικές και αδιαίρετες μετοχές ... οι οποίες θα εκδοθούν στο όνομα του Ελληνικού Δημοσίου» και, στο άρθρο 34, ότι «1. Κατόπιν μετατροπής του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου σε Ανώνυμη Εταιρεία, η με το παρόν ιδρυόμενη εταιρεία υπεισέρχεται, ως οιονεί καθολικός διάδοχος, στη θέση του μέχρι σήμερα υφιστάμενου Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου. 2. Από τη δημοσίευση του παρόντος η ιδρυόμενη με αυτό ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» υπεισέρχεται αυτοδικαίως στο σύνολο των δικαιωμάτων, υποχρεώσεων, και λοιπών εννόμων σχέσεων του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου. 3. ...». Το άρθρο 27 του Ν. 2843/2000 (Α’ 219), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 41 παρ. 2 του Ν. 2912/2001 (Α’ 94) και ίσχυε προ της τροποποιήσεώς του με το άρθρο 14 του Ν. 3336/2005 (Α’ 96), όριζε ότι «1. Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μέσω του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών ποσοστό έως σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε. (Ο.Π.Α.Π.). 2. α. Με σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιο για θέματα αθλητισμού ... και του Ο.Π.Α.Π., παραχωρείται για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών το αποκλειστικό δικαίωμα της διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας από τον Ο.Π.Α.Π. των παιγνιδιών που διεξάγονται σήμερα από αυτόν, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και των παιγνιδιών «.. ..», «..» ... β. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Π.Α.Π. που εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, εκδίδεται Κανονισμός Διεξαγωγής για κάθε παιχνίδι του Ο.Π.Α.Π., με τον οποίο ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το αντικείμενο των παιγνιδιών, την εν γένει οργάνωση και λειτουργία τους, τους οικονομικούς όρους διεξαγωγής των παιγνιδιών και, ιδίως, τα ποσοστά που αποδίδονται ως κέρδος στους παίκτες, τα ποσοστά κερδών κατά κατηγορία νικητών, την τιμή της στήλης και τα ποσοστά προμήθειας των πρακτόρων ... γ. Στη σύμβαση της παραγράφου 2α ορίζονται οι όροι άσκησης από τον Ο.Π.Α.Π. και της τυχόν ανανέωσης του δικαιώματος που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, το αντάλλαγμα για την παραχώρηση του δικαιώματος αυτού, ο τρόπος καταβολής του, οι ειδικότερες υποχρεώσεις του Ο.Π.Α.Π. και, ιδιαίτερα, οι σχετικές με τις αρχές της διαφάνειας των ακολουθούμενων διαδικασιών διεξαγωγής των παιγνιδιών και της προστασίας της κοινωνικής τάξεως και των παικτών ... 3. ... 4. Από 1.1.2001 παύει η καταβολή κάθε επιχορήγησης, άμεσης ή έμμεσης, του Ο.Π.Α.Π. προς οποιονδήποτε φορέα δημόσιο ή ιδιωτικό πλην της προβλεπόμενης ... υπέρ του Ενιαίου Συνδέσμου Ανωνύμων Ποδοσφαιρικών Εταιρειών … και των Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών…. Το ποσό του μερίσματος που δικαιούται το Ελληνικό Δημόσιο από τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Π.Α.Π. κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό ... Τα ποσά αυτά θα διατίθενται για την ενίσχυση αθλητικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων. ... 5. α. Η παρακολούθηση της τήρησης της διαδικασίας διεξαγωγής όλων των παιγνιδιών που διεξάγονται από τον Ο.Π.Α.Π., η ανακήρυξη των νικητών για κάθε παιγνίδι και η εκδίκαση των ενστάσεων των παικτών ανατίθενται στην Επιτροπή της επόμενης υποπαραγράφου. ... β. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αθλητισμού ... συγκροτείται Επιτροπή Ελέγχου, Ανακήρυξης Νικητών και Εκδίκασης Ενστάσεων ... Ως μέλη της Επιτροπής ορίζονται κρατικοί λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι. ... 6. α. ... β. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 2733/1999 ... εφαρμόζεται στον Ο.Π.Α.Π. από της εισαγωγής του στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ανεξαρτήτως του μετοχικού του κεφαλαίου που διατίθεται σε επενδυτές. γ. ... 9.α. Σε περίπτωση που επιτραπεί από το νόμο η διεξαγωγή οποιουδήποτε νέου παιγνιδιού, εκτός από τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2α, συγκροτείται ... ειδική Επιτροπή, με έργο τη διαμόρφωση των όρων και προϋποθέσεων και του καθορισμού του ανταλλάγματος για την παραχώρηση διεξαγωγής του παιγνιδιού στον Ο.Π.Α.Π. ... Εάν ο Ο.Π.Α.Π. αρνηθεί να αναλάβει τη διεξαγωγή του παιγνιδιού ... το Δημόσιο μπορεί να αναλάβει το ίδιο τη διεξαγωγή του. Εάν η διεξαγωγή του συγκεκριμένου παιγνιδιού επιτραπεί να ανατεθεί σε τρίτο, το αντάλλαγμα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από αυτό που προτάθηκε στον Ο.Π.Α.Π. Ειδικά για κάθε μελλοντικό παιγνίδι που αφορά αθλητικά γεγονότα, η διεξαγωγή τους μπορεί να γίνει αποκλειστικά και μόνο από τον Ο.Π.Α.Π. β. ...». Στη διάταξη, εξάλλου, του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν. 2733/1999, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 27, παρ. 6, περ. β’, του Ν. 2843/2000, ορίζεται ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις, μετοχές των οποίων, αντιπροσωπεύουσες ποσοστό από είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) έως και σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) του μετοχικού τους κεφαλαίου, διατίθενται σε επενδυτές, δεν υπάγονται στις διατάξεις του Ν. 2414/1996, με εξαίρεση τα άρθρα 9 και 10. Δυνάμει του αυτού άρθρου 27 του Ν. 2843/2000 υπεγράφη η από 15.12.2000 σύμβαση του Ελληνικού Δημοσίου με τον Ο.Π.Α.Π, με την οποία του παραχωρήθηκε, έναντι καταβολής ανταλλάγματος, το αποκλειστικό δικαίωμα της διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας παιχνιδιών για χρονικό διάστημα είκοσι ετών. Με το άρθρο 36 του Ν. 3057/2002 (Α’ 239) προστέθηκε, στο εν λόγω άρθρο 27 του Ν. 2843/2000, παράγραφος 10, ως εξής: «Το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας του παιχνιδιού Προγνωστικά Αγώνων Μπάσκετ παραχωρείται στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., με τροποποίηση της σύμβασης που έχει συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. για χρόνο ίσο με τον απομένοντα για τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών από τη δημοσίευση του Ν. 2843/2000. Τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο ισχύουν και για το παιχνίδι Προγνωστικά Αγώνων Μπάσκετ. ...

Το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας του παιχνιδιού Προγνωστικά Αγώνων Ομαδικών Αθλημάτων παραχωρείται στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. με τροποποίηση της σύμβασης ... Η διεξαγωγή, οργάνωση και λειτουργία όλων των παιχνιδιών της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. είναι δυνατή και χωρίς την έκδοση δελτίου. Ο προσφορότερος τρόπος και το προσφορότερο μέσο διεξαγωγής, οργάνωσης και λειτουργίας ορίζονται για το σκοπό αυτό στους κανονισμούς των παιχνιδιών». Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα παρατιθέμενα στην 232/2011 απόφαση περί προδικαστικής παραπομπής της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, η Ο.Π.ΑΠ. Α.Ε. επεξέτεινε την δραστηριότητά της στο εξωτερικό με την ίδρυση, μέχρι τις 31.5.2005, 206 πρακτορείων στην Κύπρο, βάσει ελληνοκυπριακής συμφωνίας, με την ίδρυση, το έτος 2003, της εταιρείας «ΟΠΑΠ ....», το έτος 2004 της εταιρείας «ΟΠΑΠ ...», και της εταιρείας «ΟΠΑΠ Παροχής Υπηρεσιών Α.Ε.», ενώ, από το έτος 2003, κατέχει το 90% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας «ΟΠΑΠ ...» και το 20% της εταιρείας «......». Με το άρθρο 16 του Ν. 3229/2004 (Α΄ 38), συστήθηκε διοικητική αρχή υπαγόμενη στην εποπτεία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με την επωνυμία «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών», με έδρα την Αθήνα και σκοπό την εποπτεία των τυχερών παιχνιδιών, ορίστηκε δε ότι η επιτροπή αυτή, συγκροτούμενη από εννέα μέλη διοριζόμενα από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών μεταξύ προσώπων εγνωσμένου κύρους με εξειδικευμένη εμπειρία, έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, για την παρακολούθηση και τον έλεγχο των καζίνο και της διεξαγωγής κάθε τυχερού παιχνιδιού που διεξάγεται ύστερα από άδεια χορηγούμενη από την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή. Σύμφωνα με το άρθρο 17 του ιδίου νόμου, τα τυχερά παιχνίδια, ο έλεγχος των οποίων υπάγεται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, είναι τα Κρατικά Λαχεία, ο Ιππόδρομος, το ..., το ..., το .., το .., όπως επίσης ο έλεγχος της μη διεξαγωγής τυχερών παιχνιδιών μέσω διαδικτύου και κάθε τυχερό παιχνίδι που ήδη λειτουργεί ή θα τεθεί σε λειτουργία μετά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού. Εξάλλου, με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 3336/2005, η ανωτέρω παράγραφος 1 του ίδιου άρθρου 27 του ν. 2843/2000 αντικαταστάθηκε ως εξής: «Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μέσω του Χρηματιστηρίου Αθηνών ποσοστό έως εξήντα έξι τοις εκατό (66%) του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π.). Το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου στο εκάστοτε μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Π.Α.Π. δεν δύναται να είναι κατώτερο του τριάντα τέσσερα τοις εκατό (34%)». Το ίδιο άρθρο 14 του Ν. 3336/2005 ορίζει, περαιτέρω, τα εξής: «2. Το Δημόσιο διορίζει το ήμισυ πλέον ενός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Π. για το χρονικό διάστημα παραχώρησης από το Ελληνικό Δημόσιο του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των παιχνιδιών που προβλέπονται στην από 15.12.2000 σύμβαση αποκλειστικότητας ... ή των τυχόν ανανεώσεών της, κατά τους όρους της σύμβασης αυτής. 3. Ο κατά τα άνω διορισμός γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού αρμόδιου για θέματα αθλητισμού. 4. Τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Π. για το ως άνω χρονικό διάστημα εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων του, κατά τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών, όπως ισχύει». Κατά τη συζήτηση επί των διατάξεων του εν λόγω νόμου 3336/2005 στη Βουλή (συνεδρίαση ΡΜΖ’ της 7.4.2005), ο τότε Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών δήλωσε τα εξής: «Έρχομαι τώρα σε ένα άλλο θέμα, στο θέμα που αφορά την περαιτέρω μετοχοποίηση του ΟΠΑΠ. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο ΟΠΑΠ είναι μονοπώλιο και θα διατηρήσει τη μονοπωλιακή του θέση για πολλά χρόνια ακόμα, διότι δεν μπορούμε να απελευθερώσουμε τον τζόγο, δεν μπορούμε να αφήσουμε τον τζόγο να αναπτυχθεί. Διότι απελευθέρωση σημαίνει ανάπτυξη. Αν απελευθερώσουμε τον τζόγο, θα έχουμε πολύ περισσότερες αρνητικές παρενέργειες.

Η Κυβέρνηση, με τη ρύθμιση που έχει καταθέσει, όχι μόνο διασφαλίζει το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ αλλά το θωρακίζει πιο αποτελεσματικά ...». Περαιτέρω, στο κεφάλαιο Β’ του Ν. 3429/2005 (Α’ 314), ορίζεται ότι οι ανώνυμες εταιρείες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου αυτού (στις οποίες, δυνάμει του άρθρου 1 παρ. 5, περιλαμβάνεται και ο Ο.Π.Α.Π.) ευρίσκονται εκτός του, κατά τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 15 παρ. 1), ότι στις εταιρείες αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920, του Ν. 3016/2002 και οι λοιπές διατάξεις που εφαρμόζονται σε κάθε άλλη εισηγμένη σε οργανωμένη αγορά ανώνυμη εταιρεία (άρθρο 16 παρ. 1), ότι η κρατική εποπτεία, όπου προβλέπεται, ασκείται επί της λειτουργίας και των δραστηριοτήτων των εταιρειών αυτών, όπως και σε κάθε άλλη ανώνυμη εταιρεία, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε ειδικές διατάξεις (άρθρο 16 παρ. 2) και ότι όλες οι δημόσιες επιχειρήσεις υποχρεώνονται να προσαρμόσουν, ανάλογα, το καταστατικό τους μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου (άρθρο 16 παρ. 3). Με το άρθρο 20 του ίδιου νόμου καταργήθηκαν, ρητώς, τα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 του Ν. 2414/1996, καθώς και κάθε άλλη διάταξη αντίθετη στις διατάξεις αυτού, συμπεριλαμβανομένης, συνεπώς, και της ως άνω διατάξεως του άρθρου 14 παρ. 2 του Ν. 3336/2005, η οποία παρείχε το δικαίωμα στο Δημόσιο, παρόλο που κατείχε μειοψηφικό ποσοστό, να διορίζει το ήμισυ πλέον ενός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Π.Α.Π.

7. Επειδή, περαιτέρω, στο καταστατικό του Ο.Π.Α.Π. (που κωδικοποιήθηκε με την 442/9/16.1.2001 κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Υφυπουργού Πολιτισμού, Β’ 23, και τροποποιήθηκε έκτοτε κατ’ επανάληψη) ορίζεται ότι η εταιρεία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, ότι τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Πολιτισμού αρμόδιου για θέματα αθλητισμού και ότι σκοπός της είναι, μεταξύ άλλων, η οργάνωση, λειτουργία και διεξαγωγή διαφόρων παιχνιδιών, η διαφήμιση των παιχνιδιών αυτών, η προώθηση πωλήσεως προϊόντων της εταιρείας καθώς και η διεξαγωγή τους και σε χώρες του εξωτερικού, καθώς και η ίδρυση πρακτορείων.

Ωστόσο, στην τροποποίηση και κωδικοποίηση του καταστατικού της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., του έτους 2008 (βλ. Φ.Ε.Κ. 7981/22.7.2008, τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε.) απαλείφθηκε, στο άρθρο 2, παρ. 1, περίπτ. ε), η αναφορά σε «προώθηση της πωλήσεως των προϊόντων», ενώ η ίδια διάταξη δεν αναφέρεται πλέον σε «διαφήμιση» αλλά σε «προβολή κατά κοινωνικώς υπεύθυνο τρόπο» των παιχνιδιών που διεξάγει η εταιρεία. Εξάλλου, με βάση τις σχετικές εξουσιοδοτικές διατάξεις, έχουν εγκριθεί τόσον ο «γενικός κανονισμός λειτουργίας παιχνιδιών στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης της ΟΠΑΠ Α.Ε.» (κοινή απόφαση Υπουργού Οικονομικών και Υφυπουργού Πολιτισμού 29159/3/27.11.2000, Β’ 1427, όπως τροποποιήθηκε με τις 6375/15/26.3.2001, Β’ 316, και 6879/10/13.2.2006, Β’ 176, όμοιες αποφάσεις) όσο και επιμέρους κανονισμοί διεξαγωγής των παιχνιδιών, η λειτουργία των οποίων εμπίπτει στις διατάξεις του γενικού κανονισμού. Στον γενικό αυτό κανονισμό, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η συμμετοχή των παικτών στα παιχνίδια είναι ελεύθερη (άρθρο 1 παρ. 3) και ότι το μέγιστο ποσό στοιχηματισμού και κέρδους ανά δελτίο ανέρχεται, αντιστοίχως, σε 30.000 και 733.675 (από το 2006 1.000.000) ευρώ (άρθρα 4 παρ. 2 και 10 παρ. 1). Από τον ίδιο, εξάλλου, γενικό κανονισμό, συνάγεται ότι οι παίκτες συμμετέχουν στα παιχνίδια χωρίς να καταγράφονται τα στοιχεία ταυτότητάς τους, η δε καταβολή των κερδών γίνεται από τον οργανισμό στον κομιστή του κερδοφόρου δελτίου.

Μετά τον εν προκειμένω κρίσιμο χρόνο, εκδόθηκε η 37336/6/11.8.2008 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υφυπουργού Πολιτισμού (Β’ 1590) περί εγκρίσεως του «κανονισμού οργάνωσης, λειτουργίας και διεξαγωγής των παιχνιδιών στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.», με τις διατάξεις του οποίου ρυθμίσθηκαν όλα τα σχετικά θέματα και καταργήθηκαν οι προγενέστερες διατάξεις. Στο άρθρο 3 παρ. 1 του τελευταίου τούτου κανονισμού ορίσθηκε ότι, για τη συμμετοχή στα παιχνίδια στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης, απαιτείται η συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, χωρίς όμως περαιτέρω ρύθμιση του τρόπου εφαρμογής του μέτρου αυτού. Τέλος, με την 2167/22.1.2009 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Πολιτισμού (Β’ 78), εγκρίθηκε ο «γενικός κανονισμός οργάνωσης, λειτουργίας και διεξαγωγής των παιχνιδιών της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.».

8. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 4, η αιτούσα εταιρεία ζήτησε από τη Διοίκηση, κατ' επίκληση δικαιωμάτων που, κατά την άποψή της, αντλεί από διατάξεις του ενωσιακού δικαίου, τη χορήγηση αδείας ασκήσεως στην Ελλάδα δραστηριότητας αναγομένης στη διοργάνωση τυχερών παιγνιδιών, η οποία, κατά το εσωτερικό δίκαιο (ιδίως Ν. 2843/2000), ασκείται αποκλειστικά από την παρεμβαίνουσα εταιρεία, όπως θα εκτεθεί και στη συνέχεια. Ενόψει αυτού, το ζήτημα, αν η επί τρίμηνο σιωπή της Διοικήσεως στοιχειοθετεί παράλειψη οφειλομένης νόμιμης ενέργειας, κατά την έννοια του άρθρου 45 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας (Α' 8), συνιστάμενη, ειδικότερα, σε παράλειψη αποφάνσεως επί της υποβληθείσης αιτήσεως, εξαρτάται από το κατά πόσον το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, το οποίο έχει υπερνομοθετική ισχύ, απονέμει πράγματι στην αιτούσα τα δικαιώματα αυτά. Σε καταφατική περίπτωση, η υπό κρίση αίτηση ασκείται παραδεκτώς και βασίμως, διότι η Διοίκηση θα όφειλε να αποφανθεί επί της υποβληθείσης αιτήσεως κατά παραμερισμό της εθνικής νομοθεσίας, η οποία απαγορεύει την άσκηση της επίδικης δραστηριότητας από εταιρείες άλλες πλην του Ο.Π.Α.Π. (πρβλ. αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων – ΔΕΚ της 22.6.1989, 103/88, Fratelli Costanzo, σκέψεις 28 έως 33 και της 29.4.1999, C-224/97, Ciola, σκέψεις 29 και 30), ενώ σε αποφατική περίπτωση δεν υφίσταται παράλειψη και η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα.

9. Επειδή, οι διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ (ήδη άρθρα 49 και 56 της ΣΛΕΕ), με τις οποίες κατοχυρώνονται, αντίστοιχα, η ελευθερία εγκαταστάσεως και η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και οι οποίες, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΚ (ήδη ΔΕΕ), παράγουν άμεσο αποτέλεσμα (effet direct, direct effect) και είναι, συνεπώς, δεκτικές άμεσης επικλήσεως από ιδιώτες ενώπιον των εθνικών δικαιοδοτικών οργάνων έχουν ερμηνευθεί από το ΔΕΕ, ειδικά σε σχέση με δραστηριότητες αναγόμενες στον επίδικο τομέα των τυχερών παιχνιδιών με σειρά αποφάσεων (βλ. ιδίως, αποφάσεις της 24.3.1994, C-275/92, Schindler, της 21.9.1999, C-124/97, Lra κ.λπ., της 21.10.1999, C-67/98, Zenatti, της 6.11.2003, C-243/01 Gambelli κ.λπ., της 6.3.2007, C-338/04, C-359/04 και C-360/04, Placanica κ.λπ., της 8.9.2009, C-42/07, Liga Portuguesa de Futebol Profissional κ.λπ., της 8.9.2010, C-316/07, C-409/07 και C-410/07 και C-358/07 έως C-360/07, Sto? κ.λπ. και, ήδη, της 24.1.2013, C-186/11 και C-209/11, Stanleybet International Ltd κ.λπ.). Από τη νομολογία αυτή συνάγονται, ιδίως, τα ακόλουθα : Κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, η οποία θεσπίζει μονοπώλιο παροχής τυχερών παιγνίων και απαγορεύει στους παρέχοντες υπηρεσίες οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη να παρέχουν τυχερά παίγνια εντός της επικράτειας του πρώτου κράτους μέλους, συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, την οποία εγγυάται το άρθρο 56 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 49 της ΣΕΚ) ή της ελευθερίας εγκαταστάσεως, την οποία εγγυάται το άρθρο 49 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 43 της ΣΕΚ) (βλ. τις προαναφερόμενες αποφάσεις ΔΕΕ, Sto κ.λπ., σκέψη 28 και .... κ.λπ., σκέψη 21). Ωστόσο, εξεταστέο παραμένει κατά πόσο ένας τέτοιος περιορισμός μπορεί να γίνει δεκτός ως μέτρο παρεκκλίσεως, για λόγους δημόσιας τάξεως, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας, οι οποίοι ρητώς προβλέπονται στα άρθρα 51 και 52 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρα 45 και 46 της ΣΕΚ) και έχουν εφαρμογή και στον τομέα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 62 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 55 της ΣΕΚ), ή δικαιολογείται, σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ, από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος (βλ., ήδη, απόφ. ΔΕΕ της 19.7.2012, C-470/11, Garkalns, σκέψη 35 και την εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Πράγματι, κατά την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, οι περιορισμοί της δραστηριότητας των τυχερών παιγνίων μπορούν να δικαιολογηθούν για επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος, όπως η προστασία των καταναλωτών και η αποτροπή της απάτης και της παροτρύνσεως των πολιτών σε υπερβολική δαπάνη συνδεόμενη με τα τυχερά παίγνια (βλ. την προαναφερόμενη απόφαση του ΔΕΕ, C-470/11, Garkalns, σκέψη 39). Συναφώς, γίνεται παγίως δεκτό ότι η κανονιστική ρύθμιση περί τυχερών παιγνίων περιλαμβάνεται μεταξύ των τομέων εκείνων στους οποίους υπάρχουν σημαντικές διαφορές ηθικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής φύσεως μεταξύ των κρατών μελών. Λόγω ελλείψεως δε συναφούς «ενωσιακής εναρμονίσεως», σε κάθε κράτος μέλος εναπόκειται να εκτιμήσει, στους τομείς αυτούς, σύμφωνα με τη δική του κλίμακα αξιών, τις απαιτήσεις που συνεπάγεται η προστασία των διακυβευόμενων συμφερόντων (βλ. τις προαναφερόμενες αποφάσεις ΔΕΕ στις υποθέσεις C-42/07, Liga Portuguesa de Futebol Profissional κ.λπ., σκέψη 57 και στις υποθέσεις C-186/11 και C-209/11, Stanleybet International Ltd κ.λπ., σκέψη 24). Συνεπώς, τα κράτη μέλη είναι, κατ’ αρχήν, ελεύθερα να καθορίζουν τους σκοπούς της πολιτικής τους στον τομέα των τυχερών παιγνίων και, ενδεχομένως, να προσδιορίζουν με ακρίβεια το επίπεδο της επιδιωκόμενης προστασίας (βλ. απόφ. ΔΕΕ στην προαναφερόμενη υπόθεση C-470/11, Garkalns, σκ. 36 και, ήδη, απόφ. της 30.6.2011, C- 212/08, Zeturf, σκ. 39-40 κ.ά.).

Ο περιορισμός της προσφοράς τυχερών παιγνίων και η καταπολέμηση της συναφούς προς τα παίγνια αυτά εγκληματικότητας, με την ένταξη των παιγνίων αυτών στο πλαίσιο μιας ελεγχόμενης επεκτάσεως, συγκαταλέγονται μεταξύ των λόγων που είναι ικανοί να δικαιολογήσουν περιορισμούς στις θεμελιώδεις ελευθερίες στον τομέα των τυχερών παιγνίων (βλ., ήδη, απόφ. ΔΕΕ, της 16.2.2012, C-72/10 και C-77/10, Costa και Cifone, σκ. 61 κ.ά.).

Απεναντίας, μόνος ο σκοπός της μεγιστοποιήσεως των εσόδων του Δημοσίου ή μόνη η διάθεση των εσόδων από τα παίγνια για τη χρηματοδότηση κοινωνικών δράσεων, δεν καθιστούν επιτρεπτή την επιβολή τέτοιων περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (βλ., ήδη, απόφ. ΔΕΕ της 15.9.2011, C-347/09, Dickinger και ?mer, σκ. 55 και της 21.10.1999, Zenatti, σκ. 36-37). Περαιτέρω, οι περιορισμοί τους οποίους επιβάλλουν τα κράτη μέλη πρέπει να πληρούν τις απορρέουσες από τη νομολογία του ΔΕΕ προϋποθέσεις όσον αφορά την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Μία εθνική νομοθεσία είναι κατάλληλη να διασφαλίσει την επίτευξη του προβαλλόμενου σκοπού μόνο αν επιδιώκει την πραγμάτωσή του κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό (βλ. απόφ. ΔΕΕ στην προαναφερόμενη υπόθ. C-42/07, Liga Portuguesa de Futebol Profissional, σκ. 59-61 κ.ά.). Εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να ελέγξουν αν η εν λόγω νομοθεσία, λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων λεπτομερειών εφαρμογής της, ανταποκρίνεται πράγματι στους δυνάμενους να τη δικαιολογήσουν σκοπούς και αν οι περιορισμοί που επέβαλε δεν ήσαν δυσανάλογοι σε σχέση με τους σκοπούς αυτούς (βλ. απόφ. ΔΕΕ της 6.11.2003, υπόθ. C-243/01, Gambelli κ.λπ., σκ. 76 κ.ά.).

Εξάλλου, κράτος μέλος το οποίο επιδιώκει τη διασφάλιση ενός ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου προστασίας μπορεί βασίμως να κρίνει ότι μόνον η χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων σε ένα μόνον Οργανισμό που υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών επιτρέπει στις εν λόγω αρχές να θέσουν υπό έλεγχο τους κινδύνους που ενέχει ο τομέας των τυχερών παιγνίων και να επιδιώκουν τον σκοπό που συνίσταται στην αποτροπή της παροτρύνσεως των καταναλωτών να υποβάλλονται σε υπερβολικά υψηλές δαπάνες συνδεόμενες με τα τυχερά παίγνια και στην καταπολέμηση της εξαρτήσεως από αυτά κατά αρκούντως αποτελεσματικό τρόπο (βλ. την προαναφερόμενη απόφ. ΔΕΕ, C-212/08, Zeturf, σκέψη 41).

Ωστόσο, η καθιέρωση ενός τόσο περιοριστικού μέτρου όσο το μονοπώλιο, το οποίο δικαιολογείται μόνον ενόψει της διασφαλίσεως ενός ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, πρέπει να συνοδεύεται από τη δημιουργία ενός κανονιστικού πλαισίου ικανού να εγγυηθεί ότι ο φορέας του εν λόγω μονοπωλίου θα είναι πράγματι σε θέση να επιδιώξει, κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο, τον καθορισθέντα σκοπό, μέσω μιας προσφοράς υπολογιζόμενης ποσοτικά και διαμορφούμενης ποιοτικά σε συνάρτηση με τον εν λόγω σκοπό, καθώς και υποκείμενης σε αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών (βλ. τις προαναφερόμενες αποφ. ΔΕΕ C-212/08, Zeturf, σκ. 58 επ. και C-316/07 κλπ., Sto? κλπ., σκ. 83).

Πράγματι, στο μέτρο που πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές και τηρείται η προαναφερόμενη επιταγή περί αναλογικότητας, οι εθνικές δημόσιες αρχές μπορούν θεμιτώς να κρίνουν ότι, εφόσον, ασκώντας τον έλεγχο επί του Οργανισμού στον οποίο έχει ανατεθεί το μονοπώλιο, διαθέτουν πρόσθετα μέσα που τους επιτρέπουν να επηρεάζουν τη συμπεριφορά αυτού πέραν των ρυθμιστικών μηχανισμών και νομικών ελέγχων, έχουν τη δυνατότητα να διασφαλίζουν καλύτερο έλεγχο της προσφοράς τυχερών παιγνίων και καλύτερες εγγυήσεις αποτελεσματικότητας κατά την εφαρμογή της πολιτικής τους σε σχέση με την περίπτωση ασκήσεως των δραστηριοτήτων αυτών από ιδιωτικές επιχειρήσεις υπό συνθήκες ανταγωνισμού, ακόμη και αν οι επιχειρήσεις αυτές υπόκεινται σε σύστημα εγκρίσεως και σε καθεστώς ελέγχου και κυρώσεων (βλ. τις προαναφερόμενες αποφ. ΔΕΕ, C-212/08, Zeturf, σκ. 42 και C-186/11 και C-209/11, ..... κλπ., σκ. 30).

10. Επειδή, ενόψει των αμφιβολιών που ανέκυψαν ως προς τη συμβατότητα των μνημονευόμενων στις σκέψεις 6 και 7 της παρούσης αποφάσεως ρυθμίσεων της ελληνικής νομοθεσίας σχετικά με την παραχώρηση στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών προς τις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης Ε.Κ. (ήδη άρθρα 49 και 56 της ΣΛΕΕ) που αφορούν, αντίστοιχα, στο δικαίωμα εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, με την προαναφερόμενη 232/2011 απόφασή της, διατύπωσε, σύμφωνα με το άρθρο 234, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης Ε.Κ. (ήδη άρθρο 267 ΣΛΕΕ), προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα :
(1) «Είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ εθνική ρύθμιση, η οποία, προκειμένου να επιτύχει τον στόχο του περιορισμού της προσφοράς τυχερών παιχνιδιών, παραχωρεί το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών σε μία μόνον επιχείρηση, η οποία έχει την μορφή ανώνυμης εταιρείας και είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο, όταν, μάλιστα, επιπλέον, η επιχείρηση αυτή διαφημίζει τα τυχερά παιχνίδια που οργανώνει, επεκτείνεται σε χώρες του εξωτερικού, οι παίκτες συμμετέχουν ελεύθερα και το μέγιστο ποσό στοιχηματισμού και κέρδους ορίζεται ανά δελτίο και όχι ανά παίκτη;».
(2) «Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ εθνική ρύθμιση, η οποία, επιδιώκοντας, αυτοτελώς, την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, μέσω της ασκήσεως ελέγχου επί των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον εν λόγω τομέα, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται μόνον εντός ελεγχομένων κυκλωμάτων, παραχωρεί το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών σε μία μόνον επιχείρηση, ακόμη και όταν η παραχώρηση αυτή έχει ως παράλληλο αποτέλεσμα την χωρίς περιορισμό ανάπτυξη της σχετικής προσφοράς; Ή θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, και προκειμένου ο εν λόγω περιορισμός να θεωρηθεί πρόσφορος για την επίτευξη του σκοπού της καταπολεμήσεως της εγκληματικότητας, η ανάπτυξη της προσφοράς να είναι, πάντως, ελεγχόμενη, δηλαδή τόση και μόνον όση απαιτείται για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού; Σε περίπτωση δε που η ανάπτυξη αυτή πρέπει, οπωσδήποτε, να είναι ελεγχόμενη, μπορεί να θεωρηθεί ως ελεγχόμενη, από της απόψεως αυτής, η ανάπτυξη, αν η παραχώρηση αποκλειστικού δικαιώματος στον εν λόγω τομέα γίνεται σε έναν οργανισμό, με τα χαρακτηριστικά που εκτέθηκαν στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα; Τέλος, σε περίπτωση, κατά την οποία η παραχώρηση του εν λόγω αποκλειστικού δικαιώματος θεωρηθεί ότι οδηγεί σε ελεγχόμενη ανάπτυξη της προσφοράς των τυχερών παιγνιδιών, η εν λόγω παραχώρηση σε μία και μόνη επιχείρηση υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο, υπό την έννοια ότι ο ίδιος σκοπός μπορεί να εξυπηρετηθεί, λυσιτελώς, και με την παραχώρηση του δικαιώματος αυτού σε περισσότερες από μία επιχειρήσεις;».
(3) «Αν, κατόπιν των ανωτέρω δύο προδικαστικών ερωτημάτων, κριθεί ότι η παραχώρηση, με τις κρίσιμες εν προκειμένω εθνικές διατάξεις, αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιχνιδιών δεν είναι συμβατή με τα άρθρα 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ: (α) Είναι ανεκτό, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών της Συνθήκης, να μην εξετάζουν οι εθνικές αρχές, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, αναγκαίας για να θεσπισθούν συμβατές με τη Συνθήκη ΕΚ ρυθμίσεις, αιτήσεις αναλήψεως σχετικών δραστηριοτήτων υποβαλλόμενες από πρόσωπα εγκατεστημένα νομίμως σε άλλα κράτη μέλη; (β) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, βάσει ποίων κριτηρίων καθορίζεται η διάρκεια της μεταβατικής αυτής περιόδου; (γ) Αν δεν συγχωρείται μεταβατική περίοδος, βάσει ποίων κριτηρίων πρέπει να κρίνονται από τις εθνικές αρχές οι σχετικές αιτήσεις;».

Επί των ερωτημάτων αυτών, εκδόθηκε η ως άνω απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24.1.2013 (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-186/11 και C-209/11), με την οποία το ΔΕΕ απάντησε στα ερωτήματα αυτά ως εξής : 1) Τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ έχουν την έννοια ότι αντιβαίνει προς αυτά εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, η οποία παρέχει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας των τυχερών παιγνίων σε έναν και μόνον οργανισμό, εφόσον, αφενός, η ρύθμιση αυτή δεν ανταποκρίνεται όντως στη μέριμνα για μείωση των δυνατοτήτων συμμετοχής σε παίγνια και για περιορισμό των δραστηριοτήτων στον τομέα αυτόν με συνεπή και συστηματικό τρόπο και, αφετέρου, εφόσον δεν διασφαλίζεται αυστηρός έλεγχος από τις δημόσιες αρχές της επεκτάσεως του τομέα των τυχερών παιγνίων αποκλειστικώς και μόνο στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την καταπολέμηση της συναφούς προς τα παίγνια εγκληματικότητας, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει. 2) Σε περίπτωση που η εθνική κανονιστική ρύθμιση στον τομέα της οργανώσεως τυχερών παιγνίων δεν συμβιβάζεται προς τις διατάξεις της Συνθήκης περί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της ελευθερίας εγκαταστάσεως, οι εθνικές αρχές δεν μπορούν, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, να μην αποφαίνονται επί αιτήσεων όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, οι οποίες αφορούν τη χορήγηση αδειών στον τομέα των τυχερών παιγνίων. 3) Υπό συνθήκες όπως αυτές των υποθέσεων των κυρίων δικών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να εκτιμούν τις αιτήσεις χορηγήσεως αδείας οργανώσεως τυχερών παιγνίων που τους υποβάλλονται με γνώμονα το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και της κοινωνικής τάξεως το οποίο σκοπούν να διασφαλίσουν, βάσει όμως αντικειμενικών κριτηρίων που δεν εισάγουν διακρίσεις.

11. Επειδή, εν τω μεταξύ, με το άρθρο μόνο του Ν. 3985/2011 (Α΄ 151/1.7.2011) εγκρίθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6Α του Ν. 2362/1995 (Α΄ 247), το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, 2012-2015», το οποίο περιέλαβε, στο «Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων 2011-2015», της Ενότητας II «Αποκρατικοποιήσεις», του Κεφαλαίου I «Παρεμβάσεις», μεταξύ άλλων, την επέκταση της προαναφερόμενης συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. Ακολούθως, ψηφίσθηκε ο Ν. 3986/2011 «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής» (Α΄ 152/1.7.2011), με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του οποίου (άρθρα 1 έως 9) συστήθηκε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» (στο εξής Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. ή Ταμείο), με μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο και με αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι των εσόδων, το δε προϊόν της αξιοποίησης χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους της Χώρας. Σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, στο Ταμείο μεταβιβάζονται και περιέρχονται χωρίς αντάλλαγμα, μεταξύ άλλων, «δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης, αποκλειστικής ή μη» που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Δ.Ε.Α.Α.) που προβλέπεται στο άρθρο 3 του Ν. 3049/2002 (Α΄ 212). Επακολούθησε η έκδοση της 185/6.9.2011 αποφάσεως της Δ.Ε.Α.Α. (Β΄ 2061/16.9.2011), με την οποία μεταβιβάσθηκε και περιήλθε χωρίς αντάλλαγμα στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., μεταξύ άλλων, «το δικαίωμα του Δημοσίου για την επέκταση μέχρι 10 έτη από τη λήξη της, της από 15.12.2000 σύμβασης, που έχει συνάψει με την εταιρεία ΟΠΑΠ ΑΕ κατά τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2843/2000». Κατόπιν αυτών, υπογράφηκαν : α) στις 4.11.2011, μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η «Τροποποιητική πράξη της από 15.12.2000 Σύμβασης παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.». Στο προοίμιο της συμβάσεως αυτής, απαριθμούνται τα παίγνια που αποτελούν αντικείμενο παραχωρήσεως στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., μνημονεύεται η δυνατότητα επεκτάσεως ή τροποποιήσεως της συμβάσεως με βάση το άρθρο 18 αυτής, και γίνεται επίκληση των λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος αναγομένων στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας για την καταπολέμηση της απάτης και του εγκλήματος, την τήρηση της δημοσίας τάξεως, την προστασία των καταναλωτών, την αποτροπή του εθισμού κ.λπ., ως εκ των οποίων η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. υπάγεται στον έλεγχο και την εποπτεία του Δημοσίου, μέσω επιτροπών και οργάνων. Στο πλαίσιο αυτό, προστέθηκε στη σύμβαση νέο άρθρο 8α, το οποίο ορίζει ότι στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., για θέματα που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, θα παρίσταται «Τριμελής Επιτροπή Ελέγχου», συγκροτούμενη αρχικά με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και, στη συνέχεια, με απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.), το κόστος λειτουργίας της οποίας καλύπτεται από την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και η οποία, μεταξύ άλλων, συντάσσει τακτικές, ανά εξάμηνο, και έκτακτες εκθέσεις και εισηγείται στο Δ.Σ. της Ο.Π.ΑΠ. Α.Ε., το οποίο σε περίπτωση διαφωνίας από την προτεινόμενη έγγραφη εισήγηση της επιτροπής, οφείλει να απόσχει από την λήψη σχετικής αποφάσεως και β) στις 12.12.2011, μεταξύ του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η «Πρόσθετη Πράξη στην από 15.12.2000 Σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ΟΠΑΠ Α.Ε.» (το σχέδιο της οποίας είχε εγκριθεί με το πρακτικό της από 13.10.2011 συνεδριάσεως του Δ.Σ. του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. και ως προς την οποία, με την 370/2011 πράξη του Ζ’ κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κρίθηκε ότι δεν υφίσταται νομικό κώλυμα για την υπογραφή της), με την οποία παρατάθηκε, έναντι ανταλλάγματος, για δέκα (10) έτη μετά τη λήξη της αρχικής συμβάσεως, στις 12.10.2020, και μέχρι τις 12.10.2030, η παραχώρηση του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των τυχερών παιγνίων που είχε παραχωρηθεί στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. με την αρχική σύμβαση. Διευκρινίζεται δε στην εν λόγω Πρόσθετη Πράξη, ότι το αποκλειστικό δικαίωμα αυτό ισχύει για όλα τα παίγνια που ρυθμίζονται με τη Σύμβαση, όπως ισχύει, όταν διεξάγονται επίγεια, ενώ σε σχέση με τη διεξαγωγή τους στο διαδίκτυο το επίμαχο αποκλειστικό δικαίωμα ισχύει μόνο για τα ρητώς κατονομαζόμενα στην Πρόσθετη Πράξη δώδεκα (12) παίγνια. Εν τω μεταξύ, με την 193/27.10.2011 απόφαση της Δ.Ε.Α.Α. (Β΄ 2501/4.11.2011) μεταβιβάσθηκε στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., κατά πλήρη κυριότητα και άνευ ανταλλάγματος, ποσοστό 29% επί του μετοχικού κεφαλαίου της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. επί συνόλου 34% που ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο. Εξάλλου, ο Ν. 4002/2011 (Α΄ 180/22.8.2011), στο Κεφάλαιο Η΄ που φέρει τον τίτλο «ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΑΙΓΝΙΩΝ» (άρθρα 25 επ.), περιέλαβε διατάξεις με τις οποίες, όπως αναφέρει η σχετική αιτιολογική έκθεση, επιχειρήθηκε η «ρύθμιση της αγοράς και της εποπτείας των τυχερών παιγνίων σύμφωνα με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό τη διαφύλαξη του δημοσίου συμφέροντος, της δημοσίας τάξεως καθώς και την ασφάλεια και προστασία των πολιτών». Ειδικότερα, στην ίδια αιτιολογική έκθεση, επισημαίνονται, μεταξύ άλλων, οι ιδιαιτερότητες του τομέα των τυχερών παιγνίων, το γεγονός «ότι εξακολουθούν να λειτουργούν … παράνομα πολλά παίγνια και ιστοσελίδες στοιχηματισμού με όλες τις σχετικές αρνητικές παρενέργειες, στερώντας συγχρόνως από το ελληνικό δημόσιο από σημαντικότατα πρόσθετα έσοδα», καθώς και η ανάγκη ενός αυστηρού νομοθετικού πλαισίου ώστε «α) να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η φερεγγυότητα της διεξαγωγής των παιγνίων και της στοιχηματικής δραστηριότητας, β) να διατηρηθεί σε ανεκτά επίπεδα η συμμετοχή των πολιτών στα τυχερά παίγνια και να αποτραπεί η εκ μέρους τους υπέρμετρη σπατάλη χρημάτων, γ) να διασφαλιστεί ότι τα επιτρεπόμενα … παίγνια … οργανώνονται και διεξάγονται σύμφωνα με το νόμο … με τους κανόνες του υπεύθυνου παιχνιδιού και δεν εκτρέπονται προς παράνομη εκμετάλλευση και αισχροκέρδεια, δ) να προστατευθούν οι καταναλωτές των σχετικών υπηρεσιών, ιδιαίτερα οι ανήλικοι και άλλες ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού από τον εθισμό που μπορεί να υποστούν, ε) να αποτραπεί η μετατροπή των ψυχαγωγικών – τεχνικών παιγνίων σε παράνομα τυχερά παίγνια και στ) να κατευθυνθεί η στοιχηματική δραστηριότητα σε νόμιμους και ελέγξιμους παρόχους, ώστε να περιοριστεί και προοπτικά να εξαλειφθεί ο παράνομος στοιχηματισμός και τα ποινικά αδικήματα που υποθάλπει (απάτη, φοροδιαφυγή, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές πράξεις κ.λπ.». Ο ως άνω νόμος, ο οποίος τροποποιήθηκε διαδοχικά με το άρθρο 52 του Ν. 4021/2011 (Α΄ 218), το άρθρο 7 του Ν. 4038/2012 (Α΄ 14), με διατάξεις του Ν. 4141/2013 (Α΄ 81) και με το άρθρο 74 του Ν. 4170/2013 (Α΄ 163), ορίζει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα : Το άρθρο 26 παρ. 1 ορίζει ότι οι διατάξεις του νόμου έχουν εφαρμογή στα ψυχαγωγικά – τεχνικά παίγνια, στα τυχερά παίγνια με παιγνιομηχανήματα και στα τυχερά παίγνια μέσω του διαδικτύου, ενώ, σύμφωνα με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, δεν έχουν εφαρμογή για τα τυχερά παίγνια για τα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια στα καζίνο και στις εταιρείες Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε., για τα οποία εφαρμόζονται οι ειδικές γι’ αυτά διατάξεις, διευκρινίζεται, όμως, ότι οι διατάξεις που αναφέρονται στην Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.) εφαρμόζονται για την εποπτεία και τον έλεγχο όλων των τυχερών παιγνίων. Το άρθρο 27 θέτει τον γενικό κανόνα της προηγούμενης αδειοδότησης για τη διεξαγωγή και εκμετάλλευση παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω διαδικτύου, καθώς και της προηγούμενης πιστοποίησης των παιγνίων και των παιγνιομηχανημάτων. Το άρθρο 28 παρ. 1 ορίζει ως αρμόδια αρχή για την έκδοση αδειών, τις πιστοποιήσεις, την εποπτεία και τον έλεγχο διεξαγωγής και εκμετάλλευσης παιγνίων την Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών του άρθρου 16 του Ν. 3229/2004, η οποία μετονομάζεται σε «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.) και η οποία, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, αποτελεί ειδική αυτοτελή υπηρεσία που υπάγεται μεν στον Υπουργό Οικονομικών, διαθέτει, όμως, ευρύτατη λειτουργική ανεξαρτησία. Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 28, η Ε.Ε.Ε.Π., πέραν των προβλεπόμενων στο άρθρο 17 του Ν. 3229/2004 αρμοδιοτήτων της, ασκεί και αρμοδιότητες αναγόμενες στην εποπτεία και τον έλεγχο της αγοράς των παιγνίων, στη διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων στα πρόσωπα που ζητούν άδειες διεξαγωγής παιγνίων, στον έλεγχο, τον χαρακτηρισμό, την ταξινόμηση και πιστοποίηση κάθε τύπου παιγνίου ή λογισμικού αυτών, στην έκδοση κανονιστικών αποφάσεων με σκοπό την προστασία ανηλίκων και, γενικά, ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων πρόληψης και καταστολής και την απαγόρευση παιγνίων με περιεχόμενο ρατσιστικό, ξενοφοβικό, πορνογραφικό ή αντίθετο σε κανόνες δημοσίας τάξεως, στη συνεργασία και το συντονισμό με όλες τις συναφείς κρατικές και διεθνείς υπηρεσίες, στην επιβολή των προβλεπόμενων στο νόμο διοικητικών κυρώσεων, στην κατάρτιση του Οργανισμού της Ε.Ε.Ε.Π. και του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων κ.ά. Η Ε.Ε.Ε.Π. συγκροτήθηκε με την 55906/1673/20.12.2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (τ. Υ.Ο.Δ.Δ. 444/21.12.2011), η οποία τροποποιήθηκε με την 07/590/13.9.2013 απόφαση του ιδίου Υπουργού (τ. Υ.Ο.Δ.Δ. 451/17.9.2013), ενώ με την κοινή απόφαση 56660/167/20.12.2011 των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού (Β΄ 2910/22.12.2011) πιστοποιήθηκε η έναρξη λειτουργίας της Ε.Ε.Ε.Π. από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της αποφάσεως αυτής στην Ε.τ.Κ. Εξάλλου, στην παρ. 2 του άρθρου 28 προβλέπεται η συγκρότηση, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π., «Συμβουλευτικής Επιτροπής Παιγνίων», τα μέλη της οποίας προέρχονται από κύριους φορείς της ελληνικής αγοράς παιγνίων και προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους και υψηλής επιστημονικής κατάρτισης με ακαδημαϊκή ή επαγγελματική εξειδίκευση στο αντικείμενο και η οποία εισηγείται στην Ε.Ε.Ε.Π. μέτρα για την βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς και διατυπώνει απόψεις προς την Ε.Ε.Ε.Π. για τις κανονιστικές αποφάσεις που η τελευταία εκδίδει. Περαιτέρω, το άρθρο 29 του νόμου προβλέπει τη θέσπιση, με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν σχετικής προτάσεως της Ε.Ε.Ε.Π., του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων και απαριθμούνται ενδεικτικώς τα ρυθμιζόμενα με αυτόν αντικείμενα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται, ιδίως, η εμπορική επικοινωνία των παιγνίων, τα της διαφημίσεως αυτών και ιδιαίτερα των τυχερών και οι κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να διέπουν τις σχετικές δραστηριότητες (παρ. 4). Τα σχετικά με την αδειοδότηση των παιγνιομηχανημάτων για τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων ορίζονται στα άρθρα 39-40, ενώ τα άρθρα 41-44 ρυθμίζουν τα σχετικά με τις προδιαγραφές των παιγνιομηχανημάτων και την πιστοποίηση καταστημάτων, παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, πιστοποίηση η οποία διενεργείται από την Ε.Ε.Ε.Π. Ως προς τα παιγνιομηχανήματα, το άρθρο 39 ορίζει ότι στην ελληνική επικράτεια επιτρέπεται να λειτουργήσουν 35.000 παιγνιομηχανήματα, από τα οποία 16.500 εκμεταλλεύεται η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., μέσω των πρακτορείων της, και τα υπόλοιπα 18.500 εγκαθίστανται σε αμιγείς χώρους … και τα εκμεταλλεύονται παραχωρησιούχοι, προς τους οποίους η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. παραχωρεί το δικαίωμα εγκαταστάσεως και εκμεταλλεύσεως.

Περαιτέρω, στα άρθρα 45-49 του νόμου, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τα τυχερά παίγνια και το στοίχημα μέσω διαδικτύου. Το άρθρο 45 ορίζει ότι η διεξαγωγή στην Ελληνική Επικράτεια τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου (internet) ανήκει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δημοσίου που την ασκεί μέσω ειδικά αδειοδοτημένων παρόχων, κατόπιν διενέργειας διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού που προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Το άρθρο 46 καθορίζει τις προϋποθέσεις συμμετοχής στον διαγωνισμό και το ελάχιστο περιεχόμενο της σχετικής προκηρύξεως, το άρθρο 47 καθορίζει τις υποχρεώσεις των κατόχων της άδειας, το άρθρο 48 θεσπίζει απαγορεύσεις που ισχύουν για τη διαδικτυακή διεξαγωγή τυχερών παιγνίων και ρυθμίζει τα σχετικά με τον τρόπο πιστοποιήσεως της ηλικίας των παικτών, ενώ το άρθρο 49 ρυθμίζει ζητήματα σχετικά με τη διακίνηση χρηματικών ποσών κατά τη διεξαγωγή του διαδικτυακού παιγνίου. Τέλος, τα άρθρα 51 και 52 του νόμου ρυθμίζουν, αφενός, τα της επιβολής διοικητικών κυρώσεων με αποφάσεις της Ε.Ε.Ε.Π., στις περιπτώσεις παραβάσεως των εκάστοτε νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων στον τομέα των τυχερών παιγνίων και, αφετέρου, τα της επιβολής ποινικών κυρώσεων. Ακολούθως, το άρθρο 7 παρ. 10 του Ν. 4038/2012 (Α΄ 14/2.2.2012) όρισε ότι η διοικητική αρχή με την επωνυμία «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.) μετατρέπεται και λειτουργεί, από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, με τις ίδιες αρμοδιότητες, έδρα και επωνυμία, ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή με διοικητική και οικονομική ανεξαρτησία και αυτοτέλεια, στην οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 3051/2002 (Α΄ 220), με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που αναφέρονται σε αυτή. Επίσης, με την παρ.11 του ίδιου άρθρου, προστέθηκε, στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 3229/2004 (Α΄ 38) εδάφιο ως εξής : «Με απόφαση της αρχής μπορούν να ιδρύονται παραρτήματά της σε άλλες πόλεις της Ελλάδος, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την αποτελεσματικότερη άσκηση των αρμοδιοτήτων της». Στη συνέχεια, το Δ.Σ. του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., με την από 19.9.2012 απόφασή του «ενέκρινε» την έναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., συνιστάμενης στην πώληση του ήδη ευρισκόμενου στην κυριότητά του ποσοστού επί του μετοχικού κεφαλαίου (29%) καθώς και την σχετική πρόσκληση ενδιαφέροντος. Παράλληλα, με την 219/26.9.2012 απόφαση της Δ.Ε.Α.Α. (Β΄ 2625/27.9.2012) μεταβιβάσθηκε στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ., κατά κυριότητα και άνευ ανταλλάγματος, και επιπλέον 4% των μετοχών της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. που κατείχε το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ, στις 12.8.2013 υπεγράφη η σύμβαση πωλήσεως του 33% της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. από το Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. στην εταιρεία «.....» αντί συνολικού τιμήματος 712 εκατομμυρίων ευρώ. Τέλος, μετά την δημοσίευση της ως άνω αποφάσεως του Δ.Ε.Ε. επί των προδικαστικών ερωτημάτων στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-186/11 και C-209/11, ψηφίσθηκε ο Ν. 4141/2013 (Α΄ 81/5.4.2013) ο οποίος, στα άρθρα 22-24 περιέλαβε ρυθμίσεις με πρωταρχικό στόχο, όπως εκτίθεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση, την διασφάλιση της συμβατότητας της νομοθεσίας για τα τυχερά παίγνια με το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις αρχές που διέπουν τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και την επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου διεξαγωγής τυχερών παιγνίων κατά τρόπο που να πληροί τις προϋποθέσεις της αρχής της αναλογικότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων, «διασφαλίζοντας την επίτευξη των σκοπών κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό». Ενόψει αυτών, με την παρ. 2 του άρθρου 24 του Ν. 4141/2013, προστέθηκε παρ. 3Α στο άρθρο 28 του Ν. 4002/2011, η οποία ορίζει ότι : «3Α. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. συνιστάται τριμελής Επιτροπή Ελέγχου, στην οποία το ένα μέλος προέρχεται από τα διορισμένα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π., τα δε άλλα δύο επιλέγονται με τις προϋποθέσεις, τα προσόντα και τη διαδικασία που ορίζεται από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων. Η τριμελής Επιτροπή Ελέγχου, η οποία παρίσταται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΟΠΑΠ Α.Ε., επιβλέπει και μεριμνά την τήρηση εκ μέρους της ΟΠΑΠ Α.Ε., των πρακτόρων της και των παραχωρησιούχων του άρθρου 39, της κείμενης νομοθεσίας και των συμβατικών υποχρεώσεων της ΟΠΑΠ Α.Ε. έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. α. Τα θέματα που αφορούν τον έλεγχο και την εποπτεία της Επιτροπής αυτής ενδεικτικά είναι εκείνα που αφορούν : αα. Την από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβαση μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ … ββ. Την εισήγηση έκδοσης κανονιστικών πλαισίων όσον αφορά τη διεξαγωγή, διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία των παιγνίων … γγ. Την εισαγωγή νέων ή την τροποποίηση υφισταμένων μέτρων για την εμπορία και τη διεξαγωγή των … παιγνίων. δδ. Την κάθε είδους εμπορική επικοινωνία της εταιρείας και των υπηρεσιών που με κάθε τρόπο παρέχει. εε. Την ενιαία τιμολογιακή πολιτική … στστ. Τον αριθμό των σημείων πώλησης των υπηρεσιών και το χρονοδιάγραμμα λειτουργίας τους. ζζ. Το περιεχόμενο των συμβάσεων της ΟΠΑΠ με τους πράκτορές της, τους παραχωρησιούχους της ή τρίτους … ηη. … β. Τα αντικείμενα, ως προς τα οποία θα ελέγχονται τα παραπάνω θέματα, είναι : αα. Η τήρηση του νομοθετικού πλαισίου ρύθμισης της αγοράς των τυχερών παιγνίων … ββ. Η τήρηση των όρων της από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ … και των όρων της από 4.11.2011 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ για την εγκατάσταση και εκμετάλλευση 35.000 παιγνιομηχανημάτων στην Ελληνική Επικράτεια … γγ. Η προστασία του καταναλωτικού κοινού και των παικτών από τον εθισμό, την απάτη, το έγκλημα και τη σπατάλη χρημάτων στα τυχερά παίγνια καθώς και την κατεύθυνση των παικτών στα νόμιμα δίκτυα παιγνίων. δδ. Η προστασία των ανηλίκων … εε. Η αναγνώριση των ευάλωτων ομάδων, η υποστήριξη και η προστασία τους. στστ. Η διασφάλιση της φερεγγυότητας των παιγνίων. ζζ. Η προβλεπόμενη απόδοση του κέρδους στους παίκτες. ηη. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων. θθ. Η … απόδοση των συμμετοχών και φόρων στο Δημόσιο. γ. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. και τα πρόσωπα στα οποία … αναθέτει αρμοδιότητες … υποχρεούνται να θέτουν υπόψη της Επιτροπής Ελέγχου πριν τη λήψη απόφασης … αα. Σχέδια εισηγήσεων, προσχέδια αποφάσεων … ββ. Αν δεν υφίστανται τα παραπάνω, σχέδια εγγράφων που θα εξωτερικεύσουν τη βούληση της εταιρείας … δ. … Σε περίπτωση διαφωνίας της Επιτροπής Ελέγχου με τις προτεινόμενες εισηγήσεις, η ΟΠΑΠ Α.Ε. οφείλει να απόσχει από τη λήψη απόφασης ή/και τη σύναψη σύμβασης … Η ΟΠΑΠ Α.Ε. μπορεί να προσφύγει κατά των αποφάσεων της Επιτροπής Ελέγχου στην Ε.Ε.Ε.Π. … Η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να αποδέχεται εν όλω ή εν μέρει τέτοιες προσφυγές, να τις απορρίπτει ή και να ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο το αντικείμενό τους … Η Επιτροπή Ελέγχου είναι όργανο ειδικού ελέγχου, δεν διέπεται από τις διατάξεις περί συλλογικών οργάνων του Δημοσίου, βρίσκεται εκτός του δημόσιου τομέα και λειτουργεί με βάση τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου … ε. Τα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου, η οποία ορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 07274ΕΞ/2012 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΥΟΔΔ΄ 413) συνεχίζουν τη θητεία τους …».

12. Επειδή, εξάλλου, όπως έχει ήδη κριθεί, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 50 του π. δ/τος 18/1989 (Α’ 8), η πράξη που οφείλει να εκδώσει η Διοίκηση μετά την τυχόν ακύρωση από το Συμβούλιο της Επικρατείας προηγούμενης διοικητικής πράξεως ανάγεται στο χρόνο εκδόσεως της ακυρούμενης πράξεως και διέπεται, κατ’ αρχήν, από το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο εκείνο, ως εκ της υποχρεώσεως την οποία υπέχει η Διοίκηση να σέβεται το δεδικασμένο και να συμμορφώνεται προς τις ακυρωτικές αποφάσεις.

Ωστόσο, η δέσμευση αυτή της Διοικήσεως δεν κωλύει τη νομοθετική εξουσία ή την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση να προβαίνουν με γενικές διατάξεις, για τον εφεξής χρόνο, σε ρυθμίσεις που καταλαμβάνουν και τις συνεπεία τυχόν ακυρωτικής αποφάσεως καθιστάμενες εκκρεμείς ενώπιον της Διοικήσεως υποθέσεις, όταν το νεότερο κανονιστικό καθεστώς έχει αναδρομική ισχύ ή προκύπτει από αυτό ότι ο νομοθέτης ή η κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση δεν ανέχονται εφεξής την εφαρμογή των παλαιών διατάξεων (βλ. ΣτΕ 1418/2013 7μ., 4315/2005, 3627/2004, 419/2000, 951-52/1996, 107/1991, 2656/1987, 2196/1982, 2827/1980 Ολομ., 3581/1979 Ολομ.).

Σε τέτοιες περιπτώσεις, εφαρμοστέο είναι το νομικό καθεστώς που ισχύει κατά τον χρόνο εκδόσεως της νέας διοικητικής πράξης, εκείνης δηλαδή που εκδίδεται μετά την ακυρωτική απόφαση (ΣτΕ 4315/2005, 409/2000, 951-2/2000, 107/1991). Κατά μείζονα δε λόγο, τα προαναφερόμενα έχουν εφαρμογή όταν το νεότερο νομοθετικό καθεστώς άρχισε να ισχύει πριν καν εκδοθεί η ακυρωτική απόφαση (ΣτΕ 4315/2005).

13. Επειδή, στην υπό κρίση υπόθεση, όπως προκύπτει από την εξέλιξη των παρατιθέμενων στις σκέψεις 6, 7 και 11 της παρούσης αποφάσεως νομοθετικών και συναφών προς αυτές κανονιστικών και λοιπών ρυθμίσεων, ο έλληνας νομοθέτης, μετά τη συντέλεση της προσβαλλόμενης σιωπηρής πράξεως, με την οποία η Διοίκηση θεωρείται ότι απέρριψε το αίτημα της αιτούσας αλλοδαπής επιχειρήσεως, εν συνεχεία δε μετά και την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως, την έκδοση της 232/2011 αποφάσεως της Ολομέλειας του Δικαστηρίου περί προδικαστικής παραπομπής στο ΔΕΕ και τη δημοσίευση της αποφάσεως του τελευταίου με τις απαντήσεις επί των προδικαστικών ερωτημάτων, επέμεινε στην διατήρηση, κατά βάση, του μονοπωλίου της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., πλην επέφερε ουσιώδεις τροποποιήσεις στο κανονιστικό καθεστώς που διέπει τον εν λόγω οργανισμό, καθώς και τα τυχερά παίγνια και τον έλεγχό τους.

Η εξέλιξη αυτή των ρυθμίσεων της εθνικής νομοθεσίας στο επίμαχο ζήτημα ετέθη υπόψη των διαδίκων, προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να εκθέσουν τις απόψεις τους επί της συμβατότητας της εν λόγω νομοθεσίας προς το δίκαιο της Ένωσης, δυνατότητα την οποία και άσκησαν με την κατάθεση σχετικών υπομνημάτων. Ειδικότερα, με το Ν. 4002/2011 επιχειρήθηκε η συνολική ρύθμιση της αγοράς καθώς και της εποπτείας και του ελέγχου των τυχερών παιγνίων, με τη θέσπιση κανόνων και για το «υπεύθυνο παιχνίδι», στους οποίους εντάσσονται και κανόνες για τη διαφήμιση. Και ναι μεν ορίσθηκε, στο άρθρο 26 παρ. 2 του εν λόγω νόμου, ότι οι διατάξεις του δεν εφαρμόζονται για τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται ή για τα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, μεταξύ άλλων και στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., προβλέφθηκε όμως, ταυτόχρονα, στο ίδιο άρθρο ότι όλα τα τυχερά παίγνια και, συνεπώς, και εκείνα που διεξάγονται από την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., υπάγονται στην εποπτεία και τον έλεγχο της «Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.).

Η Επιτροπή αυτή προήλθε από μετονομασία της «Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών» του άρθρου 16 του Ν. 3229/2004, με το άρθρο 28 του Ν. 4002/2011, το οποίο διεύρυνε τις αρμοδιότητές της σχετικά με την πρόληψη και την πάταξη της εγκληματικής δραστηριότητας στην ελληνική αγορά τυχερών παιγνίων. Στη συνέχεια, με το Ν. 4038/2012 (άρθρο 7 παρ. 14), η εν λόγω Επιτροπή, η οποία υπό την ισχύ του Ν. 3229/2004 είχε τον χαρακτήρα ειδικής αυτοτελούς υπηρεσίας υπαγόμενης στον Υπουργό Οικονομικών, μετατράπηκε σε Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, με διοικητική και οικονομική ανεξαρτησία και αυτοτέλεια, στην οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 3051/2002 που ισχύουν για τις συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές.

Με την 55906/1673/20.12.2011 του Υπουργού Οικονομικών (τ. Υ.Ο.Δ.Δ. 444/21.12.2011) συγκροτήθηκε η Ε.Ε.Ε.Π., ενώ με την 5666/1679/20.12.2011 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών – Πολιτισμού και Τουρισμού (Β’ 2910/22.12.2011) πιστοποιήθηκε η έναρξη της λειτουργίας της. Όπως δε προκύπτει από το έγγραφο της Ε.Ε.Ε.Π. που φέρει τον τίτλο «Ο Απολογισμός του έργου για το έτος 2012 και το Σχέδιο Δράσης για την περίοδο 2013-2015» (που εγκρίθηκε με την 46/4/5.4.2013 απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.), η Επιτροπή προέβη, μεταξύ άλλων, στις ακόλουθες ενέργειες στον επίμαχο τομέα των τυχερών παιγνίων : Αναφορικά με τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται μέσω παιγνιομηχανημάτων : α) προέβη στην παρουσίαση σχεδίου τεχνικών προτύπων των παιγνιομηχανημάτων που θα εγκαταστήσει η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και γνωστοποίησε το σχέδιο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, β) εκπόνησε σχέδιο κανονισμού διεξαγωγής και ελέγχου τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω παιγνιομηχανημάτων και γ) εξέδωσε την 14/2/17.2.2012 απόφαση για τη ρύθμιση θεμάτων Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου του παιγνίου των Κρατικών Λαχείων (Β’ 2205/26.7.2012).

Επίσης, στον τομέα των τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, η Ε.Ε.Ε.Π.: α) με την 22/2/22.10.2012 απόφασή της (Β’ 2880/26.10.2012) ανέλαβε την άσκηση αρμοδιοτήτων περί επιβολής κυρώσεων (του άρθρου 51, σε συνδυασμό με τα άρθρα 48 παρ. 3 και 49 παρ. 4 του Ν. 4002/2001) για τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται μέσω διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια, β) με την 23/3/23.10.2012 απόφασή της (Β’ 2952/5.11.2012), όπως αυτή τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την 51/3/26.4.2013 νεότερη απόφαση (Β’ 1147/13.5.2013), η Ε.Ε.Ε.Π. ενέκρινε κανονισμό επιβολής διοικητικών κυρώσεων, οι οποίες επιβάλλονται στην περίπτωση διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια και γ) προχώρησε σε έρευνα στο διαδίκτυο για τον εντοπισμό ιστοτόπων που προσφέρουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων και στοιχημάτων στην ελληνική επικράτεια, συγκρότησε σχετικά κλιμάκια ελέγχου και ολοκλήρωσε τη σύνταξη καταλόγου (black list) ιστοτόπων από τους οποίους παρέχονται μη νόμιμα υπηρεσίες τυχερών παιγνίων και στοιχημάτων (βλ. σχετ. και το από 31.7.2013 Δελτίο Τύπου της Ε.Ε.Ε.Π.).

Εξάλλου, η Τριμελής Επιτροπή Ελέγχου στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η οποία, όπως ήδη έχει εκτεθεί, είχε συμβατική προέλευση (βλ. την από 4.11.2011 Σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., τροποποιητική της από 15.12.2000 αρχικής συμβάσεως μεταξύ των αυτών συμβαλλομένων) και συγκροτείτο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, προβλέφθηκε και νομοθετικά με τον προαναφερόμενο Ν. 4141/2013 (άρθρο 24 παρ. 2), ο οποίος, αφενός, όρισε ότι η εν λόγω Επιτροπή συγκροτείται πλέον με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. και, αφετέρου, διεύρυνε σημαντικά τις αρμοδιότητές της.

Η τριμελής αυτή Επιτροπή, η οποία σε αντίθεση με τον εξωτερικό και κατά βάση ρυθμιστικό και κατασταλτικό έλεγχο της Ε.Ε.Ε.Π. ασκεί προληπτικό έλεγχο της εσωτερικής λειτουργίας της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., έχει ήδη ενεργοποιηθεί, όπως προκύπτει από την ΕΕ07110913/11.9.2013 «Τακτική Έκθεση Ελέγχου μέχρι τις 31.7.2013 …», την οποία απηύθυνε στην Ε.Ε.Ε.Π. Από το σύνολο των προαναφερόμενων νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων προκύπτει ότι η ελληνική νομοθεσία, με την παραχώρηση και διατήρηση, υπέρ της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων, αποσκοπεί, προεχόντως, στην καταπολέμηση του παράνομου στοιχηματισμού και της εγκληματικής δραστηριότητας στον τομέα των τυχερών παιγνίων, μέσω της κατευθύνσεως των σχετικών δραστηριοτήτων προς ένα νόμιμο και ελεγχόμενο πλαίσιο.

Ο σκοπός μάλιστα αυτός της προστασίας των καταναλωτών όχι μόνο από την εγκληματική δραστηριότητα τη σχετική με τα τυχερά παίγνια αλλά και από τον εθισμό και την τάση για κατασπατάληση μεγάλων χρηματικών ποσών στα παίγνια αυτά, προβάλλεται εντονότερα τόσο στην ως άνω, από 4.11.2011, σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ο.Π.Α.Π. .Α.Ε., όσο και στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4002/2001. Ο νόμος αυτός, όπως τροποποιήθηκε ιδίως με το Ν. 4141/2013 καθώς και η ανάθεση της εποπτείας και του ελέγχου του συνόλου των τυχερών παιγνίων στην Ε.Ε.Ε.Π., ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή με εκτεταμένες κανονιστικές καθώς και ελεγκτικές αρμοδιότητες και εξουσία επιβολής κυρώσεων, σηματοδότησαν μια σημαντική εξέλιξη στη θέσπιση ενός πληρέστερου, αναλυτικού, συστηματικού και αποτελεσματικού νομικού πλαισίου της αγοράς τυχερών παιγνίων. Προς την κατεύθυνση αυτή κατατείνει, επίσης, η πρόβλεψη, ειδικά για την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., του πρόσθετου μηχανισμού ελέγχου, με τη σύσταση της «Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου», η οποία ασκεί προληπτικό έλεγχο στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, ο οποίος, αν αποβεί αρνητικός, υποχρεώνει τον Οργανισμό να απόσχει από τη λήψη της σχετικής αποφάσεως.

Ο κυρίαρχος δε ρόλος της Ε.Ε.Ε.Π. στη διαδικασία επιλογής των μελών της τριμελούς αυτής επιτροπής, παρέχει επαρκή εγγύηση για τη συγκρότησή της με τα κατάλληλα πρόσωπα. Εξάλλου, ναι μεν η επιτροπή αυτή διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο, βρίσκεται εκτός του δημοσίου τομέα και τα έξοδα λειτουργίας της καλύπτονται από την Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., τα στοιχεία όμως αυτά δεν είναι ικανά να υποβαθμίσουν τον ρόλο της εν λόγω επιτροπής, στο μέτρο που ασκεί το έργο της σε συνεργασία και επικοινωνία με την Ε.Ε.Ε.Π. Το σύνολο των ανωτέρω στοιχείων συντελεί στην επιδίωξη, κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό, των προαναφερόμενων σκοπών, των οποίων γίνεται επίκληση για τη θέσπιση του επίμαχου αποκλειστικού δικαιώματος.

Η συνεκτικότητα του όλου συστήματος και η δικαιολόγηση του κρινόμενου μονοπωλίου δεν θίγονται εκ μόνου του λόγου ότι ορισμένα παίγνια δεν καλύπτονται από το μονοπώλιο, αλλά είναι δυνατή η ανάπτυξή τους με σύστημα περιορισμένων αδειών. Και τούτο διότι, ως προς μεν τα παιγνιομηχανήματα, η απόλυτη απαγόρευσή τους εκτός καζίνο έχει κριθεί μη συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης (βλ. απόφ. ΔΕΕ της 26.10.2006, C-65/05, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας) ως προς δε τα τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4002/2011, διαπιστώθηκε η παράνομη λειτουργία πολλών ιστοσελίδων, ενώ αναγνωρίζονται και στη νομολογία του ΔΕΕ οι αυξημένοι κίνδυνοι από το διαδικτυακό παίγνιο, με συνέπεια τη δυσχέρεια ελέγχου του (βλ. και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10.9.2013, σχετικά με τα τυχερά παιχνίδια σε απευθείας σύνδεση). Περαιτέρω, ως προς την εμπορική επικοινωνία της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., το ήδη ισχύον νομικό πλαίσιο θέτει πλέον περιορισμούς ως προς τη διαφήμιση, ενώ, εξάλλου από τα στοιχεία του φακέλου που προσκομίζει η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και δεν αμφισβητούνται, προκύπτει σημαντική μείωση της διαφημιστικής της δαπάνης κατά τα έτη 2007-2013 (από 24.033.371,04 ευρώ το έτος 2007 σε 6.155.330,55 ευρώ το έτος 2013).

Τέλος, για την αξιολόγηση της συνεκτικότητας του καθεστώτος των τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα δεν αποτελεί κρίσιμο στοιχείο ούτε ασκεί επιρροή η προαναφερθείσα επέκταση της δραστηριότητας της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, συγκεκριμένα, στην Κύπρο.

Με τα δεδομένα αυτά, το ήδη υφιστάμενο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο στον τομέα των τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα είναι συμβατό με τις επιταγές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, όπως αυτές έχουν ήδη εκτεθεί και προκύπτουν από το σύνολο της νομολογίας του ΔΕΕ και την απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου επί των προδικαστικών ερωτημάτων που του υποβλήθηκαν με την 232/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, σχετικά με την ερμηνεία των άρθρων 49 και 56 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρα 43 και 49 της ΣΕΚ). Ειδικότερα, με την τελευταία αυτή απόφαση, το ΔΕΕ δεν αποφάνθηκε οριστικά επί της συμβατότητας με το δίκαιο της Ένωσης του τότε ισχύοντος εθνικού νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου στον τομέα των τυχερών παιγνίων, αλλά περιορίσθηκε στην παράθεση των κριτηρίων (βλ., ιδίως σκ. 31- 34) με βάση τα οποία ο εθνικός δικαστής θα κρίνει, τελικά, αν ο κρατικός έλεγχος στον οποίο υπόκεινται οι δραστηριότητες της κατέχουσας το μονοπώλιο επιχειρήσεως ασκείται όντως προς επιδίωξη, κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο, των σκοπών στους οποίους αποβλέπει η καθιέρωση του συστήματος αποκλειστικότητας υπέρ της επιχειρήσεως αυτής.

Έτσι, η απόφαση αφού αναφέρει, στη σκέψη 35, ότι μολονότι ορισμένα στοιχεία που εκτίθενται στην απόφαση περί παραπομπής φαίνονται να υποδηλώνουν ότι θα μπορούσαν να μην ικανοποιούν τις απαιτήσεις που μνημονεύονται στις σκέψεις 33 και 34, πάντως στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει αν τούτο όντως συμβαίνει, λαμβανομένου υπόψη των εν λόγω στοιχείων και όλων των άλλων ως προς τα οποία θα αποδειχθεί ενδεχομένως ότι ασκούν επιρροή υπό το πρίσμα αυτό. Επίσης, στο πλαίσιο της απαντήσεως στο τρίτο σκέλος του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, η ίδια απόφαση του ΔΕΕ αναφέρει, στην σκέψη 46 ότι «… η άρνηση χορηγήσεως μεταβατικής περιόδου σε περίπτωση ασυμβιβάστου της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως προς τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην την υποχρέωση του οικείου κράτους μέλους να ελευθερώσει την αγορά των τυχερών παιγνίων, αν εκτιμά ότι μια τέτοια ελευθέρωση δεν συνάδει προς το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και της κοινωνικής τάξεως το οποίο το κράτος μέλος αυτό σκοπεί να διασφαλίσει.

Πράγματι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου της Ένωσης, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να διαθέτουν τη δυνατότητα μεταρρυθμίσεως του υφισταμένου μονοπωλίου προκειμένου αυτό να καταστεί συμβατό προς τις διατάξεις της Συνθήκης, ιδίως διά της υποβολής του σε αποτελεσματικό και αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών». Όπως δε ήδη έχει εκτεθεί, με την θέσπιση και θέση σε ισχύ των προαναφερόμενων νεότερων ρυθμίσεων των νόμων 4002/2011, 4038/2012 και 4141/2013, το διατηρούμενο μονοπώλιο της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. συνοδεύεται από κανονιστικό πλαίσιο που το καθιστά συμβατό με τις επιταγές του ενωσιακού δικαίου, στο μέτρο που παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την επίτευξη, με τρόπο συνεπή και συστηματικό, των προαναφερόμενων θεμιτών σκοπών. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση, στρεφόμενη κατά της προσβαλλόμενης παραλείψεως, η οποία κατά την αιτούσα συντελέσθηκε κατά παράβαση των ως άνω διατάξεων της Συνθήκης είναι, εν πάση περιπτώσει, απορριπτέα ως αλυσιτελής.

Τούτο δε διότι η τυχόν ακύρωσή της προσβαλλόμενης παραλείψεως, ουδόλως θα ωφελούσε την αιτούσα, εφόσον η αίτησή της, η οποία θα καθίστατο εκκρεμής ενώπιον της Διοικήσεως συνεπεία της ακυρώσεως της εν λόγω παραλείψεως, δεν θα ήταν δυνατόν να ικανοποιηθεί, μετά την εισαγωγή των νεότερων, συμβατών κατά τα ήδη εκτεθέντα, με το δίκαιο της Ένωσης νομοθετικών ρυθμίσεων.

Κατόπιν αυτών, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί (βλ. ΣτΕ 1418/2013 7μ. πρβλ. ΣτΕ 1372/2013 Ολομ.). Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Γ. Παπαγεωργίου, Ε. Νίκα, Β. Αραβαντινός και Ηλ. Μάζος, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Οι περιορισμοί που εισάγονται με τις επίμαχες ρυθμίσεις της εθνικής νομοθεσίας, όπως αυτές ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι δικαιολογούνται κατά την έννοια των άρθρων 43 ή 49 της ΣΕΚ (ήδη άρθρο 49 και 56 της ΣΛΕΕ), εν όψει των κριθέντων με την απόφ. ΔΕΕ στις υποθ. C-186/11 και C-209/11 (βλ., ιδίως, σκ. 32 και 35).

Περαιτέρω, ούτε οι περιορισμοί που εισάγονται με τις ήδη ισχύουσες ρυθμίσεις της εθνικής νομοθεσίας μπορούν να θεωρηθούν ότι δικαιολογούνται κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων. Και τούτο εν όψει των εξής, ενδεικτικώς αναφερομένων, στοιχείων:
α) διατηρείται η νομική μορφή του Ο.Π.Α.Π. ως ανώνυμης εταιρείας, εισηγμένης μάλιστα στο χρηματιστήριο, γεγονός που συνεπάγεται αναγκαίως, κατά νόμον, την επιδίωξη του μέγιστου κέρδους για τους μετόχους, οι οποίοι, πλέον, εκπροσωπούν κατά 100% ιδιωτικά συμφέροντα,
β) το αποκλειστικό δικαίωμα της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. έχει παραταθεί για 10 επιπλέον έτη,
γ) οι επιτρεπόμενες στην εταιρεία αυτή δραστηριότητες έχουν διευρυνθεί και επεκταθεί σε παίγνια μη προβλεπόμενα στις πριν τον κρίσιμο χρόνο ισχύουσες ρυθμίσεις, ακόμη δε και στο διαδίκτυο,
δ) οι δραστηριότητες της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. έχουν επεκταθεί και εκτός Ελλάδος,
ε) το μέγιστο ποσό στοιχηματισμού και κέρδους ισχύει ανά δελτίο και όχι ανά παίκτη (βλ. και σκ. 32 της αποφ. ΔΕΕ στις υποθ. C-186/11 και C-209/11) και
στ) η Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. ασκεί επεκτατική πολιτική, όπως, βάσει προσκομιζομένων από την αιτούσα στοιχείων, προκύπτει από την διατήρηση σε πολύ υψηλό επίπεδο του κύκλου εργασιών της, υπό συνθήκες μάλιστα γενικής οικονομικής κρίσεως, και από την πολύ υψηλή θέση της, ως προς την μέση κεφαλαιοποίηση, στην Ελλάδα κατά τα έτη 2011 και 2012 και ως προς τα έσοδα του 2012 και την χρηματιστηριακή της αξία μεταξύ των ομοειδών εταιρειών στην Ευρώπη. Και ναι μεν με τις ρυθμίσεις των νόμων 4002/2011, 4038/2012 και 4141/2013 ενισχύθηκαν οι μηχανισμοί εποπτείας και ελέγχου στον τομέα των τυχερών παιγνίων γενικώς, ιδίως με την μετατροπή της Ε.Ε.Ε.Π. σε ανεξάρτητη διοικητική αρχή και τη συγκρότηση, με απόφαση αυτής, της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., πλην ούτε με τις ρυθμίσεις αυτές μεταβλήθηκαν ουσιωδώς τα βασικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας της, δοθέντος ότι με αυτές δεν διασφαλίζεται η άσκηση δημοσίου ελέγχου, και μάλιστα αυστηρού και αποτελεσματικού, αφού η εν λόγω τριμελής επιτροπή διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο, ευρίσκεται εκτός του δημοσίου τομέα και, κυρίως, τα έξοδα λειτουργίας της καλύπτονται από την ίδια την ελεγχόμενη Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.

Συνεπώς, ούτε οι ρυθμίσεις αυτές μπορούν, κατά την εν λόγω μειοψηφήσασα γνώμη, να θεωρηθούν πρόσφορες για την επιδίωξη, κατά τρόπο συνεπή και αποτελεσματικό, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης και της νομολογίας του ΔΕΕ, των επιδιωκόμενων στόχων της εθνικής πολιτικής στον τομέα των τυχερών παιγνίων, είτε αυτοί συνίστανται στην προσπάθεια μείωσης των τυχερών παιγνίων, είτε στην καταπολέμηση της συναφούς με τα τυχερά παίγνια εγκληματικότητας μέσω της ασκήσεως ελέγχου, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι εν λόγω δραστηριότητες ασκούνται μόνο εντός ελεγχόμενων μηχανισμών.

14. Επειδή, ειδικότερα, ως προς το ζήτημα της λυσιτέλειας των υπό κρίση αιτήσεων, οι Σύμβουλοι Γ. Παπαγεωργίου, Β. Αραβαντινός και Ο. Ζύγουρα υποστήριξαν την ακόλουθη γνώμη: Η, απορρέουσα από το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος (σε συνδυασμό με το άρθρο 50 παρ. 2 και 3 του π.δ. 18/1989) και αναφερόμενη στην δωδέκατη σκέψη, υποχρέωση της Διοικήσεως να εκδώσει, μετά από ακυρωτική απόφαση, διοικητική πράξη επί τη βάσει του ισχύοντος κατά τον χρόνο της ακυρωθείσης πράξεως νομικού και πραγματικού καθεστώτος, αποσκοπεί στην αποτροπή της δυνατότητας της πολιτικής (νομοθετικής και εκτελεστικής) εξουσίας να μη συμμορφώνεται στις ακυρωτικές (δικαστικές) αποφάσεις μεταβάλλοντας, μετά την έκδοση της ακυρωθείσης πράξεως, το νομικό καθεστώς που την διείπε.

Τούτο δε, λαμβανομένου ιδιαιτέρως υπ’ όψιν ότι, κατά το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η εκτέλεση της δικαστικής αποφάσεως αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της δίκης, και η διασφάλιση της εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων, ιδίως δε των ακυρωτικών, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της έννοιας της «δίκαιης δίκης» (βλ. ΕΔΔΑ απόφαση Hornsby κατά ....., 19.3.1997, επί υποθέσεως η οποία αφορούσε σε αίτηση ακυρώσεως κατά σιωπηράς αρνήσεως της Διοικήσεως). Εν όψει τούτων και δεδομένου ότι οι αναφερόμενες στην δωδέκατη σκέψη εξαιρέσεις από την ανωτέρω συνταγματική αρχή (αναδρομικότητα του νέου νόμου, μη ανοχή εφαρμογής εφεξής των παλαιών ρυθμίσεων) είναι στενώς ερμηνευτέες, για την κάμψη της εν λόγω αρχής δεν αρκεί, όταν ο νεώτερος νόμος δεν είναι ρητώς αναδρομικός, η αυτονόητη, ουσιώδης ή μη, διαφοροποίηση των νέων ρυθμίσεων σε σχέση με τις παλαιές, προκειμένου να συναχθεί ότι οι νεώτερες διατάξεις δεν ανέχονται την εφαρμογή εφεξής των παλαιών.

Διότι η έκδοση διατάξεων που ρυθμίζουν ένα ζήτημα κατά τρόπο, ουσιωδώς ή μη, διαφορετικό σε σχέση με παλαιότερες διατάξεις αποκλείει μεν εξ ορισμού, αν δεν ορίζεται άλλως (π.χ. με μεταβατικές διατάξεις), την έκδοση, βάσει των παλαιών διατάξεων, νέων διοικητικών πράξεων «εφεξής», δηλαδή για το μέλλον δεν αποκλείει, όμως, αν δεν ορίζεται ρητώς, την έκδοση, βάσει του παλαιού νομοθετικού καθεστώτος, διοικητικών πράξεων προς θεραπείαν των διαπιστωθεισών με ακυρωτική απόφαση παραβάσεων του εν λόγω (παλαιού) νομοθετικού καθεστώτος, ήτοι διοικητικών πράξεων ή ισχύς των οποίων ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεως των ακυρωθεισών (άλλωστε, η έκδοση νέων διατάξεων δεν αποκλείει την εφαρμογή «εφεξής» του παλαιού νομοθετικού καθεστώτος, μέσω της διατηρήσεως - αν δεν ορίζεται άλλως- της ισχύος των βάσει του καθεστώτος αυτού εκδοθεισών πράξεων).

Επομένως, ανεξαρτήτως α) της κρίσεως ως προς τη συμβατότητα με τις επιταγές του ενωσιακού δικαίου του νέου -μετά τη συντέλεση της προσβαλλομένης παραλείψεως- νομοθετικού καθεστώτος και β) του βαθμού διαφοροποιήσεως αυτού από το παλαιό νομοθετικό καθεστώς, δεν είναι αλυσιτελής η εξέταση της κρινομένης αιτήσεως, δεδομένου ότι το νέο νομοθετικό καθεστώς δεν ορίζεται ρητώς ως αναδρομικό ούτε προβλέπει ότι καταλαμβάνει και περιπτώσεις οι οποίες ανέκυψαν πριν από την θέσπισή του και άγονται εκ νέου ενώπιον της Διοικήσεως μετά από ακυρωτική απόφαση.

Εξάλλου, ειδικώς επί ενδίκων βοηθημάτων που έχουν ως αντικείμενο την προστασία δικαιωμάτων που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο, όπως εν προκειμένω, αντίθετη εκδοχή θα συνεπαγόταν δικονομική μεταχείριση αποκλείουσα την διασφάλιση της προστασίας των εν λόγω δικαιωμάτων, αφού η, μετά την επίδικη προσβολή αυτών, μεταβολή της νομοθεσίας θα ήταν αρκετή, χωρίς σχετική ρητή πρόβλεψη, να καταστήσει αλυσιτελή (δηλαδή ανώφελη για τον ασκούντα το ένδικο βοήθημα) την επιδιωχθείσα δικαστική προστασία, τούτο δε κατά παράβαση της υποχρεώσεως σύμφωνης προς το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας και εφαρμογής των εθνικών δικονομικών κανόνων, προκειμένου περί προστασίας δικαιωμάτων προβλεπομένων από το ενωσιακό δίκαιο.

Εν όψει τούτου, η ακύρωση της, κατά την αιτούσα, συντελεσθείσης παραλείψεως είναι λυσιτελής, διότι θα έχει ως συνέπεια την επαναφορά της υποθέσεως στην Διοίκηση και την εξέτασή της από αυτήν σύμφωνα με το τότε ισχύον νομικό καθεστώς και με όσα, ως προς την συμβατότητα αυτού με το ενωσιακό δίκαιο, έχουν κριθεί με την ως άνω απόφ. ΔΕΕ στις υποθ. C-186/11 και C-209/11.

15. Επειδή, η αιτούσα εταιρεία προβάλλει ότι οι εθνικές ρυθμίσεις, με τις οποίες παραχωρείται στον Ο.Π.Α.Π. το επίμαχο αποκλειστικό δικαίωμα αντίκεινται στο άρθρο 86 της Συνθήκης Ε.Κ. (ήδη άρθρο 106 της ΣΛΕΕ). Το άρθρο αυτό ορίζει, στην παράγραφο 1, ότι: «Τα κράτη μέλη δεν θεσπίζουν ούτε διατηρούν μέτρα αντίθετα προς τους κανόνες των Συνθηκών, ιδίως προς εκείνους των άρθρων 12 και 81 μέχρι και 89 [ήδη άρθρα 18 και 101 μέχρι και 109 της ΣΛΕΕ], ως προς τις δημόσιες επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις στις οποίες χορηγούν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» και, περαιτέρω προβλέπει, στην παράγραφο 2, ότι: «Οι επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ή που έχουν χαρακτήρα δημοσιονομικού μονοπωλίου υπόκεινται στους κανόνες των Συνθηκών, ιδίως στους κανόνες ανταγωνισμού, κατά το μέτρο που η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν εμποδίζει νομικά ή πραγματικά την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί. Η ανάπτυξη των συναλλαγών δεν πρέπει να επηρεάζεται σε βαθμό ο οποίος θα αντέκειτο προς το συμφέρον της Κοινότητας [ήδη Ένωσης]».

16. Επειδή, κρίσιμη εν προκειμένω είναι η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 86 της ΣΕΚ (ήδη άρθρο 106 παρ. 1 της ΣΛΕΕ), η οποία δεν απευθύνεται στις επιχειρήσεις αλλά στα κράτη μέλη, στα οποία και επιτρέπει, μεταξύ άλλων, να παραχωρούν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα σε επιχειρήσεις (βλ. απόφ. ΔΕΚ της 30.4.1974, υπόθ. 155/73, Sacchi, σκ. 14).

Ωστόσο, το γεγονός ότι το άρθρο 86 παρ. 1 της ΣΕΚ (ήδη άρθρο 106 παρ. 1 της ΣΛΕΕ) προϋποθέτει την ύπαρξη επιχειρήσεων κατόχων ορισμένων ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, δεν σημαίνει ότι τα ειδικά ή αποκλειστικά αυτά δικαιώματα συμβιβάζονται οπωσδήποτε με τις Συνθήκες. Αυτό εξαρτάται από τους διάφορους κανόνες των Συνθηκών στους οποίους το επίμαχο άρθρο παραπέμπει(βλ. απόφ. ΔΕΚ της 19.3.1991, υπόθ. C-202/88, Γαλλία κατά Επιτροπής, σκ. 22 και της 18.6.1991, υπόθ. C-260/89, ΕΡΤ ΑΕ, σκ. 10 και 11).

Πράγματι, από τη σαφή διατύπωση του άρθρου 86 παρ. 1 της ΣΕΚ (106 παρ. 1 της ΣΛΕΕ) προκύπτει ότι το άρθρο αυτό δεν έχει αυτοτελή σημασία, υπό την έννοια ότι πρέπει να ερμηνεύεται σε συνδυασμό με τους σχετικούς κανόνες των Συνθηκών στους οποίους παραπέμπει (βλ. απόφ. ΔΕΚ της 19.4.2007, C-295/05, Asemfo, σκ. 40). Μεταξύ των κανόνων αυτών περιλαμβάνονται, ενόψει της ενδεικτικής απαριθμήσεως («ιδίως») του ιδίου άρθρου, οι κανόνες σχετικά με το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (βλ. σχετ. την προαναφερόμενη απόφ ΔΕΚ υπόθ. C-260/89, ΕΡΤ ΑΕ, σκ. 10-11).

Όπως, όμως, έχει ήδη εκτεθεί, η χορήγηση από την ισχύουσα εθνική νομοθεσία στην Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. του αποκλειστικού δικαιώματος της διεξαγωγής διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων για το προβλεπόμενο στις οικείες ρυθμίσεις χρονικό διάστημα, δεν είναι ασυμβίβαστη προς τις διατάξεις της Συνθήκης τις σχετικές με το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη περιοχή υπηρεσιών. Με τα δεδομένα αυτά, ο υπό κρίση λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.

17. Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση και να γίνει δεκτή η ασκηθείσα παρέμβαση.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση. Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου. Δέχεται την παρέμβαση της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. Επιβάλλει στην αιτούσα την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ και της παρεμβαίνουσας Ο.Π.Α.Π. Α.Ε., η οποία ανέρχεται στο ποσό των χιλίων εκατό (1100) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 27 Νοεμβρίου 2013 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2014.

Ο Πρόεδρος

Η Γραμματέας