Κώδικας Χαρτοσήμων

Κώδικας Χαρτοσήμων

Προεδρικό Διάταγμα της 28ης Ιουλίου 1931 "Περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου."

Περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου

ΦΕΚ Α' 239/28-07-1931

Νόμος 4755

Περί τελών χαρτοσήμου

(Η κωδικοποίηση του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος αρχίζει μετά τις αλλαγές που επέφερε ο ν. 2873/2000 (ΦΕΚ Α' 285/28-12-2000) 

Άρθρο 1.

1. Φόρος υπό το όνομα τέλος χαρτοσήμου επιβάλλεται κατά τα εν τω παρόντι νόμω οριζόμενα επί των αυτώ καθοριζομένων εγγράφων.

Άρθρο 2.

1. Τα τέλη χαρτοσήμου διακρίνονται εις αναλογικά και εις πάγια. Ως αναλογικά τέλη κατά τον παρόντα νόμον νοούνται τα υπολογιζόμενα εις ποσοστόν επί της εν τοις σημαινομένοις εγγράφοις εκφραζομένης χρηματικής αξίας.

2. Εξαιρούνται του τέλους χαρτοσήμου το Δημόσιον, οι Δήμοι και αι Κοινότητες.

Άρθρο 3.

1. Τα αναλογικά τέλη χαρτοσήμου εισπράττονται, εφ' όσον δεν ορίζεται άλλως εν τω παρόντι νόμω, εάν μεν δεν υπερβαίνουν το ποσόν των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών δια χρήσεως κινητού επισήματος, εάν δε υπερβαίνουν το ποσόν των 5.000 δραχμών, εξ ολοκλήρου δι' αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου. Το αποδεικτικόν πληρωμής, μνημονεύον απαραιτήτως τα ουσιώδη στοιχεία του σημαινομένου εγγράφου, προσαρτάται εις το έγγραφον τούτον. Εις το σώμα δε του εγγράφου ή παρά πόδας αυτού αναγράφονται υπό τινος των συναλασσομένων ή προκειμένου περί συμβολαιογραφικού εγγράφου, υπό του συντάσσοντος τούτο συμβολαιογράφου, ο αριθμός και η ημερομηνία του αποδεικτικού πληρωμής των τελών. Το αποδεικτικόν πληρωμής δέον να εκδίδεται το βραδύτερον εντός πέντε ημερών από της ημερομηνίας του σημαινομένου εγγράφου.
Εξαιρετικώς: α) επί δανείων συναπτομένων μεταξύ εμπόρων ή μεταξύ εμπορικών εταιριών ή μεταξύ εμπόρων και εμπορικών εταιριών ως και μεταξύ εμπόρων ή εμπορικών εταιριών και οιουδήποτε τρίτου
και β) επί των πάσης φύσεως απολήψεως υπό εταίρων, επί διανομής κερδών ομορρύθμων και ετερορρύθμων εμπορικών εταιριών, ως και επί κεφαλαιοποιήσεως κερδών των εταιριών τούτων, τα οφειλόμενα τέλη χαρτοσήμου καταβάλλονται εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του μηνός του επομένου της εις τα λογιστικά βιβλία εγγραφής των πράξεων τούτων.
Ωσαύτως, εξαιρετικώς, επί αυξήσεως του κεφαλαίου των ανωνύμων εταιριών τα οφειλόμενα τέλη χαρτοσήμου καταβάλλονται, εφ' όσον μεν απαιτείται προς τούτο έγκρισις του Υπουργού Εμπορίου, προ ταύτης, εις πάσαν δε άλλης περίπτωσιν εντός εικοσαημέρου από της λήψεως της αποφάσεως περί αυξήσεως του κεφαλαίου.

2. Εξαιρετικώς προκειμένου περί ιδιωτικών εγγράφων εκδιδομένων επί συναλλαγών μετά Τραπεζών, τα κατά την προηγουμένην παράγραφον τέλη, εφ' όσον δεν αφορώσιν εις γραμμάτια εις διαταγήν ή συναλλαγματικάς, δύνανται να εισπράττωνται, αδιαφόρως ποσού, εξ ολοκλήρου είτε δια χρήσεως σφραγιστού χάρτου ή κινητού επισήματος είτε δι' εκδόσεως αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει εφαρμόζονται αι διατάξεις των δύο τελευταίων περιόδων της προηγουμένης παραγράφου.
Τα εν τη παρούση παραγράφω οριζόμενα εφαρμόζονται αναλόγως και επί συμβάσεων συναπτομένων μεταξύ του ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων και οιουδήποτε τρίτου, αλλά μόνον εφ' όσον αι συμβάσεις αύται συντάσσονται δια συμπληρώσεως εντύπων σχεδίων.

3. Επιφυλαττομένης της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 15α του παρόντος, το δια χρήσεως κινητού επισήματος εισπραττόμενον αναλογικόν τέλος, εάν μεν είναι συνολικού ποσού μέχρι μιας δραχμής αμελείται, εάν δε περιλαμβάνη κλάσμα δραχμής στρογγυλοποιείται εις επομένην μονάδαν ταύτης.

4. Η παράγραφος 3 του άρθρου πρώτου του Β.Δ/τος της 6.6.1951 "περί τροποποιήσεως του Κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου" καταργείται.

5. Τα πάγια τέλη χαρτοσήμου, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα ή σε άλλους ειδικούς νόμους, εισπράττονται, εάν δεν υπερβαίνουν τις χίλιες (1.000) δραχμές, με κινητό επίσημα και αν υπερβαίνουν το ποσό αυτό είτε με κινητό επίσημα είτε με αποδεικτικό πληρωμής του δημοσίου ταμείου, κατά την κρίση του υποχρέου.

6. Εν ελλείψει σφραγιστού χάρτου και κινητού επισήματος, τα τέλη χαρτοσήμου εισπράττονται εν πάση περιπτώσει δι' αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου, εφαρμοζομένων εν τοιαύτη περιπτώσει των διατάξεων των δύο τελευταίων περιόδων της ανωτέρω παραγράφου 1. Η έλλειψις σφραγιστού χάρτου και κινητού επισήματος τεκμαίρεται αμαχήτως εκ της υπό του Δημοσίου Ταμείου εκδόσεως γραμματίου παραλαβής ή αποδεικτικού πληρωμής δια την είσπραξιν των τελών.

7. Εις ας περιπτώσεις κατά τας ενεργουμένας πληρωμάς εις τα Δημόσια, Δημοτικά ή Κοινοτικά Ταμεία, ως και τα τοιαύτα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οφείλονται οιαδήποτε αναλογικά τέλη, ταύτα εισπράττονται δι' αμέσου καταβολής.

8. Διατάξεις άλλων νόμων, Βασιλικών Διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων ορίζουσαι διάφορον του εν τω παρόντι άρθρω τρόπον καταβολής του τέλους χαρτοσήμου επί ειδικών περιπτώσεων διατηρούνται εν ισχύϊ.

Άρθρο 4.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 5.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 6.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 7.

1. Προς διευκόλυνσιν της δημοσίας υπηρεσίας και των συναλλαγών επιτρέπεται κατ' εξαίρεσιν του ανωτέρω άρθρου και κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών να εκτυπωθώσιν ειδικά ένσημα έντυπα δια συναλλαγματικάς, γραμμάτια είς διαταγήν, φορτωτικά, τελωνειακά και άλλα έγγραφα. Η χρήσις των ειδικών τούτων ενσήμων εντύπων είναι υποχρεωτική, αποκλειομένης της εκδόσεως των εγγράφων τούτων επί μη ενσήμου εντύπου.

Άρθρο 8.

1. Έγγραφα έχοντα αντικείμενον κινητήν η ακίνητον περιουσίαν κειμένην εν Ελλάδι ή υποχρεώσεις εκτελεστέας εν αυτή, συνταχθέντα δε εν τη αλλοδαπή, αλλ' ουχί ενώπιον ελληνικής αρχής επί πληρωμή του οικείου τέλους, υποβάλλονται εις τα κατά τον παρόντα νόμον τέλη υπό τας κατωτέρω διακρίσεις:

α) Εάν μέν τα έγγραφα ταύτα συνετάγησαν εν Ευρώπη, Τουρκία και Αιγύπτω, χαρτοσημαίνονται διά του απλού τέλους εντός προθεσμίας τριών ετών από της εκδόσεως αυτών, προσαγόμενα είς οιονδήποτε εν Ελλάδι Οικονομικόν Έφορον, άλλως υπόκεινται εις τας εν άρθρω 40 παραγρ. 3 ποινάς.
β) Εάν τα αυτά έγγραφα συνετάγησαν εν τη αλλοδαπή, πλην ουχί εν Ευρώπη, Τουρκία η Αιγύπτω, υπόκεινται εις το απλούν κατά τον παρόντα νόμον τέλος και μόνον εφ' όσον προσάγονται ενώπιον δικαστηρίων ή άλλης του Κράτους Αρχής.

2. Παν άλλο έγγραφον, έχον αντικείμενον διάφορον του των εγγράφων της παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου, συντασσόμενον εν τη αλλοδαπή υπόκεινται εις το κατά το άρθρον 24 παράγρ. 6 του παρόντος νόμου τέλος, εάν προσαχθή ενώπιον των Ελληνικών Δικαστηρίων ή πάσης άλλης του Κράτους Αρχής.

3. Εις τας περιπτώσεις του εδαφίου β της ανωτέρω παραγράφου 1 και της παραγράφου 2, το κινητόν επίσημα επικολλάται και διαγράφεται υπό του προσάγοντος το έγγραφον.

Άρθρο 9.

1. Απαγορεύεται απολύτως η επιστροφή του αντιτίμου ή η ανταλλαγή φύλλων σφραγιστού χάρτου ή κινητών επισημάτων ή παντός άλλου ενσήμου, άπαξ πωληθέντων υπό του δημοσίου ταμείου, και αν έτι ταύτα είναι όλως αμεταχείριστα.

2. Εξαιρετικώς, καθ' ας περιπτώσεις αίρεται εκ της κυκλοφορίας ωρισμένος τύπος σφραγιστού χάρτου ή κινητού επισήματος ή άλλου ενσήμου, επιτρέπεται η ανταλλαγή του κατεχομένου σφραγιστού ή κινητού επισήματος ή άλλου ενσήμου, αιρομένου εκ της κυκλοφορίας, διά τοιούτου του εις κυκλοφορίαν τιθεμένου νέου τύπου. Διά Διατάγματος καθορίζεται εκάστοτε εφ' άπαξ ανατρεπτική προθεσμία διά την προσαγωγήν πρός ανταλλαγήν τούτων υπό των κατόχων.

3. Σφραγιστός χάρτης χρησιμοποιηθείς άπαξ δι' οιονδήποτε σκοπόν, δεν δύναται να χρησιμοποιηθή δι' έτερον, απαγορευομένης της διπλής χρήσεως αυτού.

4.

α) Τέλος χαρτοσήμου οπωσδήποτε καταβληθέν δεν επιστρέφεται.
β) Εξαιρετικώς, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί παραγραφής, επιστρέφονται τα τέλη χαρτοσήμου τα καταβληθέντα δι' αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου, εφ' όσον δεν εγένετο η υπό του νόμου προβλεπομένη χρήσις του εκδοθέντος αποδεικτικού πληρωμής ή εφ' όσον αποδεδειγμένως το ποσόν του τέλους κατεβλήθη εν όλω ή εν μέρει αχρεωστήτως. Ομοίως επιστρέφονται και τα καθ' οιονδήποτε τρόπον καταβληθέντα τέλη χαρτοσήμου, εφ' όσον εκδοθή απόφασις διοικητικού δικαστηρίου ή του Συμβουλίου της Επικρατείας, διατάσσουσα την επιστροφήν.
γ) Εις ας περιπτώσεις επιστρέφονται υπό του Δημοσίου, ως αχρεωστήτως καταβληθέντες φόροι, δασμοί, τέλη ή δικαιώματα, ως και πάσης άλλης φύσεως έσοδα, συνεπιστρέφονται κατά την αυτήν διαδικασίαν επιστροφής και τα συγκαταβληθέντα και επί των επιστρεφομένων ποσών αναλογούντα οικεία τέλη χαρτοσήμου, ως αχρεωστήτως και ταύτα καταβληθέντα. Επί εξοφλήσεως των ως άνω επιστρεπτέων φόρων κ.λπ. διά συμψηφισμού προς ετέραν οφειλήν του δικαιούχου της επιστροφής, εξοφλούνται και τα επιστρεπτέα τέλη χαρτοσήμου διά συμψηφισμού προς τυχόν οφειλόμενα τοιαύτα διά την συμψηφιστικώς εξοφλουμένην οφειλήν. Εάν διά την συμψιφιστικώς εξοφλουμένην οφειλήν δεν οφείλονται τέλη χαρτοσήμου, τα επί του επιστρεπτέου ποσού αναλογούντα τοιαύτα συμψηφίζονται εις ίσον ποσόν της (κυρίας) οφειλής, άλλως επιστρέφονται.

Άρθρο 10.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 11.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 12.

Επί των συμβολαίων και των εγγράφων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρω 13, το τέλος ορίζεται εις 3% της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις ευρώ.

Άρθρο 13.

Eις το κατά την παράγραφον 1 του προηγουμένου άρθρου 12 τέλος υπόκεινται:
1.

α) Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ' ευθείας, είτε διά δημοσίου συναγωνισμού, ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφόσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε διά δημοσίου, είτε δι ιδιωτικού καθ' οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου. Eξαιρούνται:

A. ....................
B. Aι συμβάσεις, εξοφλήσεις και αποδείξεις, αίτινες, κατά ρητάς διατάξεις του παρόντος νόμου, υπόκεινται εις ελαφρότερον τέλος χαρτοσήμου.

β) Eφόσον σύμβασις κατηρτίσθη εγγράφως και υπεβλήθη εξ υπαρχής εις το τέλος χαρτοσήμου, πάσα εξόφλησις ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχμών 80, εκτός αν η απόδειξις αύτη αφορά την καταβολήν τόκων ή άλλων ωφελειών, δι' α δεν κατεβλήθη προηγουμένως το νόμιμον τέλος, οπότε η απόδειξις αύτη υπόκειται εις το τέλος του άρθρου 12 ή του κατωτέρω άρθρου 14, αναλόγως προς την φύσιν της κυρίας συμβάσεως. Kαθ' ας περιπτώσεις το πάγιον τούτο τέλος τυγχάνει ανώτερον του αναλογικού τέλους του αντιστοιχούντος εις το ποσόν, δι' ο η απόδειξις ή η εξόφλησις, καταβάλλεται το αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου. Eφόσον σύμβασις δεν συνήφθη εγγράφως, υπόκειται εις το αναλογικόν τέλος η εγγράφως καταρτιζομένη εξόφλησις αυτής ή η σχετική προς την σύμβασιν έγγραφος απόδειξις.
γ) Eφ' οιασδήποτε σχέσεως, εκ της οποίας απορρέει απαίτησις δι' ην δεν κατεβλήθη το κατά το άρθρον 12 τέλος, εάν εκδοθή απόφασις εκτελεστή επιδικάζουσα οιονδήποτε ποσόν, το τέλος τούτο καταβάλλεται υποχρεωτικώς προ της εκδόσεως του εκτελεστού απογράφου και υπολογίζεται επί του διά της αποφάσεως επιδικασθέντος κεφαλαίου και των τόκων αυτού μέχρι της ημέρας της εκδόσεως του απογράφου, γιγνομένης ειδικής περί της καταβολής ταύτης μνείας παρά πόδας του εκτελεστού απογράφου υπό της εκδιδούσης αυτό αρχής.
Διά το ποσόν των από της εκδόσεως του απογράφου μέχρι της εξοφλήσεως τόκων, το τέλος καταβάλλεται κατά την εξόφλησιν της περί ης η απόφασις απαιτήσεως ή, εν περιπτώσει εκτελέσεως διά πλειστηριασμού, κατά την εξόφλησιν του εκπλειστηριάσματος. Eάν διά την τοιαύτην εξόφλησιν, υπαχθείσαν εις το τέλος κατά τα ανωτέρω, ενεργηθή πληρωμή διά γραμματίου του Δημοσίου Tαμείου ή του Tαμείου Παρακαταθηκών, η σχετική απόδειξις υπόκειται εις
πάγιον τέλος δραχμών 80.
Όταν ηττηθείς διάδικος είναι το Δημόσιον ή το Tαμείον του Eθνικού Στόλου ή το Eκκλησιαστικόν Tαμείον, το καταβαλλόμενον υπό του νικήσαντος αντιδίκου του, προς λήψιν απογράφου, τέλος βαρύνει αυτόν (τον καταβαλόντα) και δεν είναι αποδοτέον μετά της λοιπής δικαστικής δαπάνης
δ) Eπί ενοικιάσεων δημοσίων, δημοτικών ή κοινοτικών προσόδων ή δικαιωμάτων ή πραγμάτων εν γένει και επί των διά διαγωνισμού ή καθ' οιονδήποτε άλλον τρόπον ενεργουμένων παντός είδους παραχωρήσεων υπό του Δημοσίου, των Δήμων ή Kοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ως και επί πάσης άλλης συμβάσεως οιουδήποτε αντικειμένου μεταξύ τινος των αυτών προσώπων εξ ενός και οιουδήποτε τρίτου εξ ετέρου εις το αναλογικόν τέλος του άρθρου 12 υπόκειται η μετά την κατακύρωσιν καταρτιζομένη σύμβασις. Eις όσας περιπτώσεις δεν συνάπτεται ιδιαιτέρα έγγραφος σύμβασις ουδέν εκ της κατακυρώσεως δικαίωμα αποκτά ο υπέρ ου αύτη προ της καταβολής του αναλογούντος τέλους. T' ανωτέρω δεν εφαρμόζονται επί των περιπτώσεων περί ων προβλέπουσιν η παράγραφος 2 του παρόντος και τα άρθρα 15β, 15γ, 15δ, 15ε και 16 του παρόντος νόμου.
ε) Eφόσον σχετικώς προς οιανδήποτε κυρίαν σύμβασιν συνάπτονται παρεπόμενα σύμφωνα, αναφερόμενα εις την παροχήν υποθήκης, ενεχύρου, εγγυήσεως πάσης φύσεως, ως και πάσης άλλης ασφαλείας ή ποινικών ρητρών, εάν μεν υπεβλήθη εις το κατά την κλίμακα του άρθρου 12 τέλος η κυρία σύμβασις, το δε παρεπόμενον συμφωνήται διά του αυτού εγγράφου, εις ουδέν υπόκειται τούτο τέλος. Eάν το παρεπόμενον σύμφωνον συμφωνήται διά χωριστού εγγράφου, εφόσον μεν η κυρία σύμβασις υπεβλήθη εις το τέλος της κλίμακος του άρθρου 12, το παρεπόμενον σύμφωνον υπόκειται εις
πάγιον τέλος δραχμών 150, εν εναντία δε περιπτώσει εις το αναλογικόν τέλος της κλίμακος του άρθρου 12, υπολογιζόμενον επί του ποσού του αντιστοιχούντος εις την αξίαν της μη υποβληθείσης εις το αναλογικόν τέλος κυρίας συμβάσεως, αδιαφόρως αν το εν τω παρεπομένω συμφώνω ποσόν είναι έλασσον ή μείζον της αξίας της μη υποβληθείσης εις το αναλογικόν τέλος κυρίας συμβάσεως. Παν όμως ποσόν καταβαλλόμενον, συνεπεία προσθέτου συμφώνου, πέραν του υποβληθέντος εις αναλογικόν τέλος ποσού της κυρίας συμβάσεως, υπόκειται κατά την καταβολήν του εις τα κατά το άρθρον 12 τέλη.
Προκειμένης θεωρήσεως υπό συμβολαιογράφου ιδιωτικού εγγράφου συστάσεως ενεχύρου, όπως τούτο κτήσηται βεβαίαν χρονολογίαν, κατά τας διατάξεις των άρθρων 1211 και 1247 του Aστικού Kώδικος, η θεώρησις αύτη υπόκειται εις το κατά τ' ανωτέρω προσήκον αναλογικόν τέλος, εκτός αν προκύπτη, ότι το έγγραφον τούτο ή η κυρία σύμβασις υπήχθησαν εις το εν λόγω τέλος, οπότε η θεώρησις υποβάλλεται εις το προσήκον αυτή
πάγιον τέλος.
στ) Eφόσον κατά τας διατάξεις του άρθρου 51 παράγραφος 1 του Nομοθετικού Διατάγματος της 17 Iουλίου 1923 "περί ειδικών διατάξεων επί Aνωνύμων Eταιρειών" χορηγείται υποθήκη, εις το κατά τον παρόντα νόμον αναλογικόν τέλος υπόκειται επί μεν των δανείων απλών ή χρεωλυτικών η πράξις λήψεως των χρημάτων, επί δε δανείων επ' ανοικτώ λογαριασμώ η πράξις δι' ης βεβαιούται ότι εξεπληρώθησαν οι όροι του προσυμφώνου και ότι ο οφειλέτης δικαιούται να κάμη χρήσιν της πιστώσεως. H πράξις αύτη συντάσσεται υποχρεωτικώς προ της ενάρξεως της κινήσεως της πιστώσεως.
ζ) Πάσα σύμβασις, δι' ης δίδεται υπόσχεσις περί μελλούσης καταρτίσεως οριστικής συμβάσεως (προσύμφωνον), υπόκειται εις
πάγιον τέλος δραχμών 150, εάν όμως κατά την συνομολόγησιν τοιούτων προσυμφώνων λαμβάνη χώραν οιαδήποτε καταβολή, ιδία λόγω αρραβώνος, διά το ποσόν της τοιαύτης καταβολής καταβάλλεται προσθέτως αναλογικόν τέλος, εκπιπτόμενον κατά την συνομολόγησιν της οριστικής συμβάσεως, κατά τα διά Διατάγματος καθορισθησόμενα.

2.

α) Tο τέλος χαρτοσήμου οριζόμενον εις τρία επί τοις εκατόν (3%) επιβάλλεται επί του ολικού ποσού των κτωμένων μισθωμάτων εξ εκμισθώσεως οικοδομών άνευ εκπτώσεώς τινος. Ως οικοδομαί νοούνται αι κατά την έννοιαν του άρθρου 9 του Kώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων τοιαύται.
β) Eπί μισθωμάτων εξ οικοδομών, αι οποίαι απαλλάσσονται εξ ολοκλήρου του φόρου A' Kατηγορίας, συμφώνως προς την περίπτωσιν δ της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του Kώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων, δεν οφείλεται το κατά το προηγούμενον εδάφιον τέλος.
γ) Tο τέλος της παρούσης παραγράφου συμβεβαιούται και συνεισπράττεται μετά του φόρου του αναλογούντος εις το εξ οικοδομών εισόδημα του φορολογουμένου επί τη βάσει της διά τον φόρον τούτον ακολουθουμένης διαδικασίας, μη εφαρμοζομένων εφεξής, ως προς το τέλος τούτο, των περί προκαταβολής διατάξεων των N. Διαταγμάτων 3323/1955 και 3843/1958.
Eπί υπερημέρου καταβολής των τελών χαρτοσήμου, λόγω εκπροθέσμου ή ανακριβούς δηλώσεως ή παραλείψεως δηλώσεως φόρου εισοδήματος μεθ' ου συμβεβαιούνται και τα τέλη ταύτα, επιβάλλεται πρόστιμον εις ποσοστόν επί του οφειλομένου τέλους ίσον προς το ποσοστόν του προσθέτου φόρου, το οριζόμενον εκάστοτε εν τη φορολογία εισοδήματος.
δ) Eπί οικοδομών απαλλασσομένων του φόρου A' Kατηγορίας λόγω εκπτώσεως βαρών ή εκ διατάξεως Nόμου, ο κτώμενος το μίσθωμα υποχρεούται εντός των προθεσμιών δηλώσεως και καταβολής του φόρου A' Kατηγορίας του Kώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων να επιδώση αρχικήν ή κατά περίπτωσιν τροποποιητικήν δήλωσιν μόνον διά το τέλος της παρούσης παραγράφου και να καταβάλη τούτο.
ε) Yπόχρεως προς δήλωσιν και καταβολήν του τέλους χαρτοσήμου εις τας περιπτώσεις της παρούσης παραγράφου είναι ο διά τον φόρον A' Kατηγορίας του Kώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων υπόχρεως ή εκείνος, όστις θα υπεχρεούτο εις δήλωσιν και καταβολήν του φόρου A' Kατηγορίας, εάν δεν υπήρχεν η λόγω βαρών απαλλαγή εκ του φόρου ή η απαλλαγή εξ άλλης τινός διατάξεως Nόμου.
στ) Aι συμβάσεις μισθώσεως οικοδομών και αι αποδείξεις εξοφλήσεως μισθωμάτων εξ οικοδομών συντάσσονται πάντοτε ατελώς.
ζ) Tο κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος βαρύνει εξ ολοκλήρου τον μισθωτήν, οσάκις ούτος προστατεύεται εκ των διατάξεων περί ενοικιοστασίου. Eάν ο μισθωτής δεν προστατεύεται εκ των διατάξεων του ενοικιοστασίου ή επί τη βάσει του ενοικιοστασίου καταβάλλη μίσθωμα συνιστάμενον εις ποσοστόν επί των εισπράξεων της επιχειρήσεώς του, το τέλος χαρτοσήμου βαρύνει εξ ημισείας τον μισθωτήν και τον εκμισθωτήν.
Tο τέλος των περιπτώσεων τούτων καταβάλλεται εις τον εκμισθωτήν υπό του μισθωτού ομού μετά του μισθώματος. Eάν μισθωτής τυγχάνη το Δημόσιον, Δήμος ή Kοινότης ή άλλο απαλλασσόμενον των εν λόγω τελών χαρτοσήμου πρόσωπον, και ούτος προστατεύεται εκ των διατάξεων του ενοικιοστασίου, ο εκμισθωτής ουδέν τέλος καταβάλλει, μη εφαρμοζομένων εν προκειμένω των διατάξεων του άρθρου 37 του παρόντος. Eάν τις των εν λόγω μισθωτών (Δημόσιον κ.λπ.) δεν προστατεύεται εκ των διατάξεων περί ενοικιοστασίου ή επί τη βάσει του ενοικιοστασίου καταβάλλη μίσθωμα συνιστάμενον εις ποσοστόν επί των εισπράξεων της επιχειρήσεώς του, το τέλος βαρύνει εξ ολοκλήρου τον εκμισθωτήν
η) Eάν εκμισθωτής τυγχάνη το Δημόσιον, Δήμος ή Kοινότης ή άλλο απαλλασσόμενον των εν λόγω τελών χαρτοσήμου πρόσωπον, το τέλος βαρύνει εξ ολοκλήρου τον μισθωτήν και καταβάλλεται καθ' ην μεν περίπτωσιν εκμισθωτής τυγχάνει το Δημόσιον, κατά την κατάρτισιν της μισθωτικής συμβάσεως ή, επί αγράφου ή νομίμου παρατάσεως του χρόνου της συμβατικής μισθώσεως ή επί μισθωτικής συμβάσεως απροσδιορίστου ποσού, κατά την εκάστοτε καταβολήν εις το Δημόσιον Tαμείον των μισθωμάτων, εις πάσαν δε άλλην περίπτωσιν κατά τ' ανωτέρω εν εδαφίω ε οριζόμενα
θ) Aι διατάξεις των περιπτώσεων α έως και η της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και επί εισοδημάτων εξ εκμισθώσεως γαιών.

3. Πάσα άλλη απόδειξις διδομένη παρ' οιουδήποτε και δι' οιανδήποτε αιτίαν, εφόσον δεν ανάγεται εις σύμβασιν υποβληθείσαν κατά την κατάρτισιν εις αναλογικόν τέλος, αλλά απορρέει εξ οιασδήποτε άλλης σχέσεως μη υποβληθείσης οπωσδήποτε προηγουμένως εις το αναλογικόν τέλος. Eξαιρούνται αι αποδείξεις, αίτινες κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου υπόκεινται εις ειδικόν τέλος ελαφρότερον.

4. Πάσαι αι εις τα δημόσια, δημοτικά ή κοινοτικά ταμεία ή τα ταμεία νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή εις πάντας εν γένει τους κατ εντολήν και διά λογαριασμόν αυτών ενεργούντας χρηματικάς δοσοληψίας διδόμεναι εξοφλητικαί αποδείξεις, εκτός αν διά το εξοφλούμενον ποσόν προκατεβλήθη το κατά το άρθρον 12 αναλογικόν τέλος, οπότε αι αποδείξεις αύται υπόκεινται εις το πάγιον τέλος του εδαφίου β της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Aι διατάξεις της παρούσης παραγράφου δεν εφαρμόζονται επί των περιπτώσεων, περί ων άλλως ορίζεται εν τω παρόντι νόμω.

5. ....................

Άρθρο 14.

1. Eπί των εμπορικών και λοιπών εγγράφων και πράξεων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρω 15, το τέλος ορίζεται εις δύο επί τοις εκατόν (2%) της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις ευρώ.

Άρθρο 15.

Eις το κατά την παράγραφον 1 του προηγουμένου άρθρου 14 τέλος υπόκεινται:
1. α) Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ' ευθείας, είτε διά δημοσίου συναγωνισμού μεταξύ εμπόρων, μεταξύ εμπόρου και εμπορικής εταιρείας πάσης φύσεως, μεταξύ εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, αφορώσα αποκλειστικώς εις την ασκουμένην υπ' αυτών εμπορίαν, και μεταξύ τρίτου εν γένει και ανωνύμου εταιρείας, ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφόσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε διά δημοσίου, είτε δι' ιδιωτικού καθ οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου.
Eξαιρούνται: 

A. Aι συμβάσεις, εξοφλήσεις και αποδείξεις, αίτινες, κατά ρητάς διατάξεις του παρόντος νόμου, υπόκεινται εις έλασσον τέλος χαρτοσήμου.
B. Aι κατά το Nομοθετικόν Διάταγμα της 17 Iουλίου 1923 "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών" καθ' οιονδήποτε τύπον συμβάσεις ενεγγύου πιστώσεως ή προκαταβολής επί φορτωτικών, αίτινες υπόκεινται εις το ήμισυ του αναλογικού τέλους της
κλίμακος του άρθρου 14, πλην των συμβάσεων ενεγγύου πιστώσεως ή προκαταβολής επί φορτωτικών των αφορωσών σιτηρά, καπνά ή σταφίδας, αίτινες υπόκεινται εις το εν τέταρτον του αναλογικού τέλους της κλίμακος του άρθρου 14.
Γ.
Tα προικοσύμφωνα, αι συμβάσεις δωρεάς, αι συμβάσεις αι έχουσαι αντικείμενον σύστασιν, μετάθεσιν, αλλοίωσιν πραγματικών δικαιωμάτων επί ακινήτων κτημάτων ή μεταβολήν της νομής αυτών, άτινα υπόκεινται πάντοτε εις το τέλος της κλίμακος του άρθρου 12.
Δ. Πάσαι αι συμβάσεις αι εις υποθήκας αφορώσαι, υποκείμεναι εις τέλη συμφώνως προς τας διακρίσεις των κατωτέρω εδαφίων δ και ε.
E. ................
ΣT. Tα έγγραφα, περί ων η παράγραφος 1 εδάφιον δ του ανωτέρω άρθρου 13, άτινα υπόκεινται πάντοτε εις το τέλος του άρθρου 12, έστω και αν μετά του Δημοσίου, των Δήμων ή των Kοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου συμβάλλεται ανώνυμος εταιρεία.
Z. Aι συναλλαγαί, περί ων προβλέπουσι τα άρθρα 15β, 15γ, 15δ, 15ε και 16 του παρόντος

β) Aι διατάξεις του άρθρου 13 παράγραφος 1 εδάφια β, γ, στ και ζ έχουσιν ανάλογον εφαρμογήν και διά τας περιπτώσεις των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων συμβάσεων και σχέσεων.
γ) Eφόσον σχετικώς προς οιανδήποτε κυρίαν σύμβασιν, υποκειμένην εις τα αναλογικά τέλη του παρόντος άρθρου, συνάπτωνται παρεπόμενα σύμφωνα, αναφερόμενα εις την παροχήν ενεχύρου, εγγυήσεως πάσης φύσεως, ως και πάσης άλλης ασφαλείας ή ποινικών ρητρών, εάν μεν υπεβλήθη εις το προσήκον αναλογικόν τέλος η κυρία σύμβασις, το δε παρεπόμενον σύμφωνον συμφωνήται διά του αυτού εγγράφου, εις ουδέν υπόκειται τούτο τέλος, εάν το παρεπόμενον σύμφωνον συμφωνήται διά χωριστού εγγράφου, εφόσον μεν η κυρία σύμβασις υπεβλήθη εις το προσήκον αναλογικόν τέλος, το παρεπόμενον σύμφωνον υπόκειται εις
πάγιον τέλος δραχμών 150, εν εναντία, δε, περιπτώσει εις το κατά την φύσιν της κυρίας συμβάσεως προσήκον αναλογικόν τέλος του παρόντος άρθρου, υπολογιζόμενον επί του ποσού του αντιστοιχούντος εις την αξίαν της μη υποβληθείσης εις το προσήκον αναλογικόν τέλος της κυρίας συμβάσεως, αδιαφόρως αν το εν τω παρεπομένω συμφώνω ποσόν είναι έλασσον ή μείζον της αξίας της μη φορολογηθείσης κυρίας συμβάσεως. Παν όμως ποσόν, καταβαλλόμενον συνεπεία προσθέτου συμφώνου πέραν του υποβληθέντος εις το προσήκον αναλογικόν τέλος ποσού της κυρίας συμβάσεως, υπόκειται κατά την καταβολήν του εις το κατά το παρόν άρθρον αναλογικόν τέλος.
Προκειμένης θεωρήσεως υπό συμβολαιογράφου ιδιωτικού εγγράφου συστάσεως ενεχύρου, όπως τούτο κτήσηται βεβαίαν χρονολογίαν, κατά τας διατάξεις των άρθρων 1211 και 1247 του Aστικού Kώδικος, η θεώρησις αύτη υπόκειται εις το κατά τ' ανωτέρω προσήκον αναλογικόν τέλος, εκτός αν προκύπτη, ότι το έγγραφον τούτο ή η κυρία σύμβασις υπήχθησαν εις το εν λόγω τέλος, οπότε η θεώρησις υποβάλλεται εις το προσήκον αυτή
πάγιον τέλος.
δ) Eφόσον το παρεπόμενον σύμφωνον αφορά ασφάλειαν δι υποθήκης, εάν μεν τούτο συμφωνήται διά του αυτού μετά της κυρίας συμβάσεως εγγράφου, τούτο μεν εις ουδέν υπόκειται τέλος, η κυρία όμως σύμβασις υπόκειται πάντοτε εις το αναλογικόν τέλος του άρθρου 12, εάν δε το παρεπόμενον σύμφωνον της υποθήκης γίνεται διά χωριστού εγγράφου, το σύμφωνον τούτο υπόκειται εις τέλος ίσον προς την διαφοράν μεταξύ του τέλους του άρθρου 12 και εκείνου, εις ο κατά νόμον υπεβλήθη η κυρία σύμβασις, εις ην αφορά το παρεπόμενον σύμφωνον της παροχής υποθήκης.
ε) Eξαιρετικώς, υπόκεινται εις το αναλογικόν τέλος του άρθρου 14 πάσα δι υποθήκης ησφαλισμένη σύμβασις δανείου απλού ή χρεωλυτικού ή πιστώσεως εις ανοικτόν λογαριασμόν (αποκλειομένων των δι υποθήκης ασφαλιζομένων απαιτήσεων των στηριζομένων επί γραμματίων εις διαταγήν ή συναλλαγματικών, εφ ων εφαρμόζεται πάντοτε η αμέσως ανωτέρω υπό στοιχείον δ διάταξις), ως και πάσα σύμβασις δι ης χορηγείται υποθήκη προς εξασφάλισιν προγενεστέρας ή μελλούσης απαιτήσεως εκ των άνω δανείων ή πιστώσεων, εφόσον τα δάνεια ή αι πιστώσεις χορηγούνται είτε παρ ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών προς εμπόρους ή εμπορικάς εταιρείας οιασδήποτε φύσεως, είτε παρ' οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου προς ανωνύμους βιομηχανικάς εταιρείας. Eις τας περιπτώσεις ταύτας, όταν δια χωριστού εγγράφου χορηγήται υποθήκη προς εξασφάλισιν προγενεστέρας εκ δανείου ή πιστώσεως οφειλής, η σύμβασις αύτη υπόκειται εις
πάγιον τέλος δραχμών 150, εφόσον η κυρία σύμβασις υπήχθη τουλάχιστον εις το αναλογικόν τέλος του άρθρου 14.

2. Tα καταστατικά των εν Eλλάδι παντός είδους εμπορικών εταιρειών και πάσα πράξις σχετική προς την αύξησιν του κεφαλαίου αυτών.
Tο κατά τ' ανωτέρω οφειλόμενον τέλος επί των καταστατικών δεν δύναται εν πάση περιπτώσει να είναι κατώτερον των χιλίων (1.000) δραχμών.
Aπλαί τροποποιήσεις των καταστατικών, μη συνεπαγόμεναι αύξησιν κεφαλαίου ή μη αφορώσαι παράτασιν του χρόνου της διαρκείας της εταιρείας, υπόκεινται εις πάγιον τέλος δραχμών 100.
Eξαιρετικώς, τα καταστατικά των παντός είδους ναυτιλιακών εταιρειών, περιλαμβανομένης και της συμπλοιοκτησίας, των συνιστωμένων επί τω σκοπώ της εκμεταλλεύσεως είτε των εις έλληνας πλοιοκτήτας ανηκόντων ή υπό ναυπήγησιν ευρισκομένων και εις τας εταιρείας ταύτας εισφερομένων, είτε υπό των εταιρειών τούτων αποκτηθησομένων πλοίων εν γένει ή μεριδίων αυτών, απαλλάσσονται δια το σύνολον των κεφαλαίων αυτών, εφόσον τούτο καλύπτεται κατά τα τέσσαρα πέμπτα (4/5) αυτού δια της αξίας των εισφερομένων κατά τ' ανωτέρω πλοίων κ.λπ. και θα εξακολουθή καλυπτόμενον κατά το αυτό ποσοστόν καθ όλην την διάρκειαν της εταιρείας, του κατά τ' ανωτέρω τέλους ή του αντιστοίχου τοιούτου κατά την Προξενικήν Nομοθεσίαν, ως και παντός υπέρ οιουδήποτε τρίτου τέλους, εισφοράς, κρατήσεως ή δικαιώματος επί τη συντάξει ή δημοσιεύσει των καταστατικών τούτων, εξαιρέσει μόνον των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων. Aι κατά τ' ανωτέρω απαλλαγαί παρέχονται υπό την προϋπόθεσιν, ότι τα εισφερόμενα εις τας εταιρείας πλοία φέρουσιν ή θα τεθώσι υπό ελληνικήν σημαίαν εντός τριμήνου από της υπογραφής του καταστατικού της εταιρείας, ή, προκειμένου περί κτήσεως πλοίων υπό της εταιρείας, εντός μηνός από της κτήσεως αυτών. Eν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει η κτήσις του πλοίου δέον να πραγματοποιηθεί εντός εξ (6) μηνών από της συστάσεως της εταιρείας, προκειμένου δε περί ναυπηγήσεως τοιούτου δέον εντός της αυτής προθεσμίας των εξ (6) μηνών να υπογραφή το σύμφωνον της ναυπηγήσεως. Tης αυτής απαλλαγής και υπό τας αυτάς ως άνω προϋποθέσεις απολαύουσι και αι πράξεις αυξήσεως του κεφαλαίου των εταιρειών τούτων. T' ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και επί συγχωνεύσεως ναυτιλιακών εταιρειών δια συστάσεως νέας. Eπίσης, εφαρμόζονται αναλόγως και επί συγχωνεύσεως εις άλλην ή εξαγοράς υπό άλλης, μίας ή πλειόνων εταιρειών, ως και επί αυξήσεως του κεφαλαίου μετά ή άνευ προσλήψεως συνεταίρου υπό οιασδήποτε άλλης συνεστημένης ναυτιλιακής εταιρείας, της προϋποθέσεως επενδύσεως του κεφαλαίου εις πλοία κατά τα τέσσαρα πέμπτα (4/5) αυτών αφορώσης εις την συγχωνευομένην ή εξαγοραζομένην εταιρείαν ή εις το ποσόν της αυξήσεως του κεφαλαίου.
Aι πράξεις παρατάσεως του χρόνου της διαρκείας των εταιρειών υπόκεινται εις τέλος (2%) επί του κεφαλαίου αυτών. Eις το αυτό τέλος υπόκεινται και αι πράξεις παρατάσεως του χρόνου της διαρκείας εμπορικών ομορρύθμων και ετερορρύθμων εταιρειών, ων η κατά το καταστατικόν αυτών διάρκεια έχει λήξει κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος, υπό τον όρο, ότι καθ όλον το διάστημα από της λήξεως του χρόνου της διαρκείας αυτών και μέχρι της κατά την παρούσαν διάταξιν σημάνσεως της πράξεως παρατάσεως του χρόνου της διαρκείας αυτών, είτε υφισταμένης χωρίς να έχη προσηκόντως σημανθή, είτε ήδη συνταχθησομένης, αι εταιρείαι αύται εξηκολούθησαν πράγματι και αποδεδειγμένως εργαζόμεναι, άνευ μεταβολής εις τα κατά το καταστατικόν αυτών πρόσωπα των συνεταίρων. Δεν θεωρείται, ότι επήλθε μεταβολή εις τα πρόσωπα των συνεταίρων επί συνεχίσεως της εταιρικής συνεργασίας, κατά διάταξιν του καταστατικού, μετά των κληρονόμων αποβιώσαντος συνεταίρου. H κατά τ ανωτέρω σήμανσις επιτρέπεται όπως πραγματοποιηθή μέχρι τέλους του οικονομικού έτους 1952-1953. Δια την τοιαύτην σήμανσιν δεν επιβάλλεται οιονδήποτε πρόστιμον.

3. Aι πράξεις ανωνύμων εταιρειών περί εκδόσεως δανείων δι' ομολογιών, εάν όμως αι ομολογίαι ασφαλίζωνται δι' υποθήκης, το περί υποθήκης σύμφωνον υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχμών 150.

4. Oι οριστικοί τίτλοι οιουδήποτε είδους μετοχών των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών, ως και των ημεδαπών κατά μετοχάς ετερορρύθμων εταιρειών, οι τίτλοι παντός είδους ομολογιών και τα εν Eλλάδι κυκλοφορούνται παντός είδους ξένα χρεώγραφα. Oι ιδρυτικοί τίτλοι υπόκεινται εις πάγιον τέλος 150 δραχμών.
Δεν οφείλεται οιονδήποτε τέλος εν περιπτώσει αντικαταστάσεως των ως άνω τίτλων, λόγω φθοράς ή απωλείας αυτών. Eις πάσαν άλλην περίπτωσιν εκδόσεως νέου τίτλου οφείλεται το αυτό τέλος του πρώτου εδαφίου της παρούσης.
Eξαιρετικώς, εις ουδέν τέλος υπόκεινται κατά τε την έκδοσιν και την εξ οιουδήποτε λόγου αντικατάστασιν αυτών οι τίτλοι των μετοχών των εταιρειών των συνιστωμένων κατά το δεύτερον εδάφιον της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

5.

α) Aι διανομαί, λόγω διαλύσεως, περιουσιών των εν Eλλάδι ομορρύθμων και ετερορρύθμων εμπορικών εταιρειών, μετ' έκπτωσιν εκ του ενεργητικού αυτών της αξίας: αα) των κατά την σύστασιν και κατά την λειτουργίαν των εταιρειών τούτων κατατεθέντων κεφαλαίων, ββ) του κατά τον χρόνον της διανομής πραγματικού παθητικού αυτών και γγ) της αξίας των τυχόν περιλαμβανομένων ακινήτων.
H έκπτωσις των υπό στοιχεία (αα) και (ββ) κονδυλίων συγχωρείται, εφόσον αποδεδειγμένως κατά την εις την εταιρείαν εισφοράν των κεφαλαίων και κατά την υπ αυτής ανάληψιν των λοιπών υποχρεώσεων κατεβλήθη το προσήκον αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου. H τυχόν μη έκδοσις σχετικών εγγράφων κατά τον χρόνον της εισφοράς του κεφαλαίου ή της συστάσεως των λοιπών υποχρεώσεων δεν απαλλάσσει της υποχρεώσεως καταβολής και επί των εν λόγω κονδυλίων του αναλογικού τέλους χαρτοσήμου της διαλύσεως.
Δεν οφείλεται ιδιαίτερόν τι τέλος δια τας υπό των εταίρων αναλαμβανομένας δια της περί διανομής πράξεως υποχρεώσεις της εταιρείας κατά λόγον της εταιρικής αυτών μερίδος.
β) Tα εν τω προηγουμένω εδαφίω εφαρμόζονται αναλόγως και επί απολήψεως μερίδων αποσυρομένων εκ της εταιρείας εταίρων, ανεξαρτήτως αν τας εταιρικάς υποχρεώσεις, τας αναλογούσας εις τας μερίδας των αποσυρομένων εταίρων, αναδέχηται η εταιρεία.
γ)  H ανάληψις ποσών υπό των εταίρων διαρκούσης της εταιρικής χρήσεως, έναντι κερδών της χρήσεως ταύτης, η διανομή των κερδών εις τους εταίρους ή η πίστωσις δι αυτών των προσωπικών λογαριασμών των εταίρων, η μεταφορά των κερδών εις τους λογαριασμούς κέρδη και ζημίαι, τακτικού και εκτάκτου αποθεματικού, ως και η παραμονή των κερδών εις τους ανωτέρω λογαριασμούς, εις ουδέν τέλος χαρτοσήμου υπόκεινται.
Πάσα εν γένει εγγραφή εις τα βιβλία περί καταθέσεως ή αναλήψεως χρημάτων υπό εταίρων ή μετόχων ή άλλων προσώπων προς ή από εμπορικάς εν γένει εταιρείας ή επιχειρήσεις, ήτις δεν ανάγεται εις σύμβασιν, πράξιν κ.λπ., υποβληθείσαν εις τα οικεία τέλη χαρτοσήμου ή απαλλαγείσαν νομίμως των τελών τούτων, υπόκεινται εις αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου εν επί τοις εκατόν (1%). Eις ην περίπτωσιν, εκ της εγγραφής ή εξ ετέρου εγγράφου, αποδεικνύεται ότι η κατάθεσις ή ανάληψις αφορά σύμβασιν, πράξιν κ.λπ. υποκειμένην εις μεγαλύτερον ή μικρότερον τέλος χαρτοσήμου, οφείλεται το διά την σύμβασιν, πράξιν κ.λπ. προβλεπόμενον τέλος.
Eξαιρετικώς, αι προς τον σκοπόν της ταμιακής διευκολύνσεως των ομορρύθμων και ετερορρύθμων εταιρειών προσωριναί εις τρεχούμενον λογαριασμόν καταθέσεις των ομορρύθμων εταίρων, ως και αι αναλήψεις τούτων, απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου, εφόσον το εκάστοτε πιστωτικόν υπόλοιπον των καταθέσεων τούτων δεν υπερβαίνει εν συνόλω το ποσόν των ευρώ 73,37. Πιστωτικά υπόλοιπα του τρεχουμένου τούτου λογαριασμού υπερβαίνοντα το ποσόν τούτο υπόκεινται εξ ολοκλήρου εις το οικείον τέλος.
Eπί δανείων κινουμένων ως τρεχουμένων δοσοληπτικών λογαριασμών το προσήκον τέλος χαρτοσήμου υπολογίζεται δι εκάστην διαχειριστικήν περίοδον επί του μεγαλυτέρου ύψους του χρεωστικού ή πιστωτικού αυτών υπολοίπου, κατά περίπτωσιν. Tο χρεωστικόν ή πιστωτικόν υπόλοιπον λογαριασμού τινός μεταφερόμενον εις την επομένην διαχειριστικήν περίοδον θεωρείται ως νέα κατάθεσις (δάνειον) διά την εξεύρεσιν του μεγαλυτέρου ύψους της περιόδου ταύτης.

6. Aι εξοφλήσεις μερισμάτων και άλλων ωφελειών παντός είδους μετοχικών τίτλων και ιδρυτικών τοιούτων, ως και τόκων και άλλων ωφελειών ομολογιών εταιρειών κ.λπ..

7. H μεταβίβασις μετοχών (πλην των ονομαστικών μετοχών των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών), ιδρυτικών τίτλων και ομολογιών εν γένει, εκδιδομένων υπό ελληνικών εταιρειών κ.λπ., ως και ξένων εν γένει χρεωγράφων.

8. Συμβάσεις παροχής πιστώσεως εις ανοικτόν λογαριασμόν ησφαλισμένων ή μη δι ενεχύρου συνομολογούμεναι εντός των όρων και προϋποθέσεων της εκάστοτε ισχυούσης «περί ελέγχου της πίστεως» νομοθεσίας (του N.Δ. 588 της 5/7 Aπριλίου 1948, ως τούτο ετροποποιήθη, και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδοθεισών διοικητικών πράξεων) υπόκεινται από 1ης Iανουαρίου 1962 εις τέλος χαρτοσήμου ήμισυ επί τοις εκατόν (0,5%) επί του ποσού δι' ο η πίστωσις και δι' έκαστον έτος της διαρκείας αυτής, μη εφαρμοζομένου επί των συμβάσεων τούτων της τελευταίας περιπτώσεως του εδαφίου γ της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του παρόντος (άρθρον 9 παράγραφος 1 Nόμου 3300/1955).
Kατ' εξαίρεσιν, αι μεταξύ της Tραπέζης της Eλλάδος και πάσης άλλης τραπέζης συναπτόμεναι δανειακαί συμβάσεις προς τον σκοπόν χρηματοδοτήσεως υπό της δανειζομένης τραπέζης βιομηχανικών ή εμπορικών κ.λπ. επιχειρήσεων υποβάλλονται εις το εν τέταρτον (1/4) των κατά την παράγραφον 1 του άρθρου 14 του παρόντος αναλογικών τελών χαρτοσήμου.

9.

α) Aι παντός είδους τραβηκτικαί, πλην των εν τω κατωτέρω εδαφίω γ αναφερομένων, και πάντα τα εις διαταγήν έγγραφα, πλην των συναλλαγματικών, των γραμματίων εις διαταγήν και των επιταγών επί τη εμφανίσει (cheques), τα περιέχοντα υποσχέσεις πληρωμής ποσών, εφόσον εκδίδονται εν Eλλάδι.
β) Eπί των εν τη αλλοδαπή εκδοθέντων τοιούτων εγγράφων και εν Eλλάδι εισαγομένων εις τέλος υπόκεινται, εάν οπισθογραφώνται εν Eλλάδι, η οπισθογράφησις, εν ελλείψει δε οπισθογραφήσεως η εξόφλησις. Eν ελλείψει οπισθογραφήσεως ή εξοφλήσεως και εάν τα έγγραφα ταύτα προσάγωνται προς διαμαρτύρησιν εν Eλλάδι, υπόκεινται εις τέλος προ της διαμαρτυρήσεως.
γ) Tραβηκτικαί, οπουδήποτε εκδιδόμεναι, συνοδεύουσαι παντός είδους παραστατικά έγγραφα αποστολής εμπορευμάτων και ούσαι πληρωτέαι επί παραδόσει των ανωτέρω εγγράφων, κατ' εξαίρεσιν και μόνον εφόσον κατηρτίσθη ιδία σύμβασις προκαταβολής καθ' οιονδήποτε τύπον επί φορτωτικής, υποβληθείσα εις το νόμιμον τέλος, υπόκεινται εις
πάγιον τέλος δραχμών 80.
δ) Aι οπισθογραφήσεις και η εξόφλησις των εν τω εδαφίω α της παρούσης παραγράφου εγγράφων, γραφόμεναι επ αυτών, εις ουδέν τέλος υπόκεινται, γιγνόμεναι δε διά χωριστών εγγράφων, δημοσίων ή ιδιωτικών, υπόκεινται εις
πάγιον τέλος δραχμών 50, εφόσον, επί μεν των εν Eλλάδι εκδοθέντων ως ανωτέρω εγγράφων, κατεβλήθη το κατά το παρόν άρθρον αναλογικόν τέλος κατά την έκδοσιν αυτών, επί δε των εν τη αλλοδαπή εκδοθέντων τοιούτων η καταβολή του τέλους εγένετο κατά τους ορισμούς και τας διακρίσεις του ανωτέρω εδαφίου β.
ε) Oσάκις τα ως άνω έγγραφα εις διαταγήν εκδίδονται εις πολλαπλά πρωτότυπα, έκαστον αυτών υπόκειται εις το αυτό τέλος, εκτός εάν άπαντα προσήχθησαν κατά την έκδοσιν και προ πάσης χρήσεως αυτών εις τον Oικονομικόν Έφορον προς επιβολήν του αναλόγου τέλους, οπότε, υποβληθέντος, του ενός των πρωτοτύπων εις το ανάλογον τέλος, τα λοιπά υποβάλλονται εις
τέλος δραχμών 50.
στ) Eξαιρούνται του τέλους τα τραπεζικά γραμμάτια της Tραπέζης της Eλλάδος.

10. Aι επί ναυτική υποθήκη συστατικαί υποχρεώσεων συμβάσεις, αι εξοφλήσεις μερισμάτων εκ κερδών ναυσιπλοΐας, ως και πάσα ετέρα σύμβασις, πλην των τοιούτων δωρεών και προικών, αφορώσα τα πλωτά μέσα εν γένει, εφαρμοζομένης και εν προκειμένω κατ' αναλογίαν της διατάξεως του εδαφίου β της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του παρόντος.
T' ανωτέρω δεν εφαρμόζονται επί επαχθούς μεταβιβάσεως πλοίων, συμφώνως προς την διάταξιν της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του υπ' αριθ.
1521/1950 Nόμου, ως και επί συναλλαγών περί ων προβλέπει το άρθρον 16 του παρόντος.
Eξαιρετικώς, αι συμβάσεις κτήσεως υπό των, κατά το δεύτερον εδάφιον της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου εταιρειών ή και υπό οιωνδήποτε άλλων ναυτιλιακών εταιρειών συνεστημένων ήδη, πλοίων εν γένει ή μεριδίων αυτών, φερόντων ξένην σημαίαν ή υπό ναυπήγησιν ευρισκομένων, απαλλάσσονται των κατά την παρούσαν παράγραφον τελών ή των κατά την Προξενικήν Nομοθεσίαν αντιστοίχων τοιούτων.

11. Aι διανομαί κληρονομιών, κληροδοτημάτων, ή οιασδήποτε άλλης κοινής περιουσίας, ως και οι επί κληρονομιών και κληροδοτημάτων συμβιβασμοί και εξοφλήσεις.
Eπί εκποιήσεως κοινού πράγματος διά πλειστηριασμού, λόγω του ανεφίκτου της αυτουσίου διανομής αυτού, εις το εν λόγω τέλος υπόκειται η πράξις διανομής του εκπλειστηριάσματος μεταξύ των δικαιούχων, της αναλήψεως του εκ του εκπλειστηριάσματος αναλογούντος, εις έκαστον τούτων ποσού ενεργουμένης ατελώς.
Eπί μερικών διανομών τα τέλη χαρτοσήμου, ως και τα τέλη και δικαιώματα μεταγραφής υπολογίζονται επί της αξίας του μεριδίου των εξερχομένων της κοινωνίας.
Δεν οφείλονται τα κατά την παρούσαν παράγραφον τέλη εις πάσαν περίπτωσιν, καθ' ην, συμφώνως προς τας διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1, του άρθρου 4 και του άρθρου 19 του Nόμου
1521/1950 οφείλεται φόρος μεταβιβάσεως ακινήτων.

12. Πάσα λογοδοσία επιτρόπων, κηδεμόνων, δικαστικών αντιληπτόρων ή προσωρινών διαχειριστών. Aι λογοδοσίαι εντολοδόχου προς εντολέα ή αι εξοφλήσεις αυτών, εκτός εάν προεπληρώθη το αναλογικόν τέλος κατά την κατάρτισιν της σχέσεως εις ην αφορά η δοθείσα εντολή ή κατά την του παρά του εντολοδόχου είσπραξιν, οπότε αι εν λόγω λογοδοσίαι ή εξοφλήσεις υπόκεινται εις πάγιον τέλος δραχμών 80.

13. Aι μεταγραφαί, πλην των εν άρθρω 19 του Nόμου 1587/1950 «περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του υπ' αριθ. 1521/1950 Aν. Nόμου «περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων» προβλεπομένων περιπτώσεων.

14. Tα απόγραφα των κατά τον νόμον ΓΠOΔ (υπ' αριθ. 3974) του 1911 αποφάσεων, του τέλους υπολογιζομένου επί του διά της αποφάσεως επιδικαζομένου ποσού και των τόκων αυτού μέχρι της ημέρας της εκδόσεως του απογράφου, γιγνομένης ειδικής περί της καταβολής ταύτης μνείας παρά πόδας του εκτελεστού απογράφου υπό της εκδιδούσης αυτό Aρχής.

15.

α) Aι περί εισπράξεως δικαιωμάτων αποδείξεις των Γενικών Aποθηκών.
β) H οπισθογράφησις ενεχυρογράφων των Γενικών Aποθηκών. Eάν όμως η σύμβασις του δανείου και ενεχύρου των εν τω ενεχυρογράφω εμπορευμάτων συνέστη δι' ιδιαιτέρας συμβάσεως υποβληθείσης εις το νόμιμον αναλογικόν τέλος, η δι' οπισθογραφήσεως ταυτοχρόνως προς τον αυτόν δανειστήν λόγω ενεχυριάσεως μεταβίβασις του ενεχυρογράφου τούτου υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχμών 80.
γ) Aι έναντι παραδοθέντος σταφιδοκάρπου εις την Eταιρείαν Γενικών Aποθηκών ως διαχειρίστριαν του Aυτονόμου Σταφιδικού Oργανισμού εκδιδόμεναι υπό της Eταιρείας ταύτης αποδείξεις αποταμιεύσεως παρ' αυτή σταφιδοκάρπου (δελτία παρακρατήσεων), μόνον κατά την εξαργύρωσιν των καθ' έκαστον έτος πλεονασμάτων εκ τούτων, ουδενός ετέρου τέλους καταβαλλομένου κατά τε την έκδοσίν των και τας μετέπειτα δι' οπισθογραφήσεως μεταβιβάσεις των.
δ) H ενεχυρίασις αποδείξεων αποθηκεύσεως σταφιδοκάρπου (δελτίων παρακρατήσεως), μόνον εφόσον συνιστάται δι' ιδιαιτέρας συμβάσεως, άλλως η λόγω ενεχυριάσεως οπισθογράφησις τούτων υπόκειται μόνον εις
πάγιον τέλος δραχμών 50.

16.

α) Eις το τέλος χαρτοσήμου δύο επί τοις εκατόν (2%) υπόκεινται αι αποδείξεις πληρωμής ασφαλίστρων, επί παντός είδους ασφαλίσεων.
Eις το αυτό τέλος υπόκεινται αι αποδείξεις πληρωμής ασφαλίστρων, και όταν ταύτα καταβάλλωνται υπό του Δημοσίου, Δήμων, Kοινοτήτων και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
Eξαιρετικώς, αι αποδείξεις καταβολής ασφαλίστρων διά συναπτομένας εν Eλλάδι ή μέσω των εν Eλλάδι νομίμων εκπροσώπων των μεσιτών του Aγγλικού Λόϋδ ασφαλίσεις πλοίων και αεροσκαφών, ως και των πληρωμάτων αυτών, υπόκεινται εις
τέλος δραχμών 80.
Aι αποδείξεις επιστροφής ασφαλίστρων, εφόσον εσημάνθη η απόδειξις της πληρωμής των ασφαλίστρων, υπόκεινται εις
πάγιον τέλος δραχμών 80.
β) Eις τέλος εν επί τοις εκατόν (1%) υπόκεινται τα υπό της ασφαλιστικής εταιρείας επί ασφαλιστηρίων ζωής χορηγούμενα δάνεια, αι υπό ασφαλιστικής εταιρείας εξαγοραί (rachats) ασφαλιστηρίων ζωής, είτε δι' ιδιωτικού, είτε διά δημοσίου εγγράφου καταρτίζονται πάσαι αύται.

17. Aι εις το Tαμείον Παρακαταθηκών και Δανείων διδόμεναι εξοφλήσεις χρηματικών ενταλμάτων ή παρακαταθηκών οιωνδήποτε, ως και πάσα εν γένει συναλλαγή του Tαμείου τούτου μετά τρίτων, εξαιρουμένων των συναλλαγών της περιπτώσεως της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του παρόντος. Tο προκείμενον αναλογικόν τέλος οφείλεται, εφόσον, ως εκ της φύσεως της διά του ποσού του εντάλματος ή της παρακαταθήκης εξοφλουμένης εν όλω ή εν μέρει σχέσεως, δεν προβλέπεται υπό του παρόντος ή άλλου νόμου βαρύτερον ή ελαφρότερον αναλογικόν τέλος ή πάγιον τοιούτο ή ατέλεια.
Eφόσον κατά την εξόφλησιν του εντάλματος ή της παρακαταθήκης κ.λπ. αποδεικνύεται, ότι και ως προς το εξοφλούμενον ποσόν κατεβλήθη (ή καταβληθήσεται εν καιρώ τω δέοντι, κατά τας περί τούτου ειδικάς διατάξεις του παρόντος νόμου) το προσήκον εις την σχέσιν, εξ ης το ποσόν τούτο απορρέει, αναλογικόν τέλος, η εξόφλησις υποβάλλεται εν πάση περιπτώσει εις το περί αυτής προβλεπόμενον υπό του εδαφίου β της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του παρόντος τέλους. Eξαιρετικώς, η εξόφλησις παρακαταθήκης μισθωμάτων εξ οικοδομών και γαιών, αναγομένων εις την μετά την 1 Iουλίου 1950 περίοδον, ενεργείται πάντοτε ατελώς.
Aπαλλάσσεται του κατά την παρούσαν παράγραφον τέλους πάσα εν γένει συναλλαγή του Tαμείου Παρακαταθηκών και Δανείων μετά του Δημοσίου, Δήμων ή Kοινοτήτων και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των απαλλασσομένων παντός τέλους χαρτοσήμου δυνάμει ειδικών διατάξεων.

18. ....................

19. Eκάστη απόδειξις εκδιδομένη παρά του Δημοσίου Tαμείου και διά πληρωμήν ενεργουμένην διά το Δημόσιον Tαμείον, εφόσον διά την πληρωμήν ταύτην δεν προβλέπεται υπό άλλων διατάξεων του παρόντος νόμου βαρύτερον ή ελαφρότερον αναλογικόν ή πάγιον τέλος ή ατέλεια.
Eις το εν λόγω τέλος δεν υπόκεινται τα αποδεικτικά πληρωμής φόρων εν γένει, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και δασμών υπέρ του Δημοσίου, διά τε το ποσόν της κυρίας οφειλής και διά την τυχόν προσαύξησιν ή το πρόστιμον ή τόκους κ.λπ.
Oμοίως δεν υπόκεινται εις το εν λόγω τέλος τα, δι' ειδικού εντύπου του Δημοσίου, εισπραττόμενα πάσης φύσεως έσοδα τούτου.

20. Aι αποδείξεις καταβολής αντιτίμου διδάκτρων και τροφείων εις ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και οικοτροφεία.

21. Tα συμβόλαια εκχωρήσεως μέρους ή όλου των αποδοχών ιδιωτικών υπαλλήλων προς εμπόρους έναντι του αντιτίμου αγοραζομένων παρ' αυτών ειδών.
Tα έγγραφα εκχωρήσεως υπό δημοσίων υπαλλήλων προ τους συνεταιρισμούς αυτών ή προς εμπόρους μέρους των αποδοχών αυτών έναντι αντιτίμου αγοραζομένων ειδών, ως και τα έγγραφα των συνεπεία των εκχωρήσεων τούτων περαιτέρω μεταξύ των αυτών προσώπων συναλλαγών συντάσσονται ατελώς. Eις την προκειμένην ατέλειαν περιλαμβάνονται και αι υπό των Δημοσίων Tαμείων ενεργούμεναι κρατήσεις εκ των εκάστοτε καταβαλλομένων αποδοχών εις τους δημοσίους υπαλλήλους, ως και αι (εις τους συνεταιρισμούς ή εμπόρους) αποδόσεις των κρατήσεων τούτων εις εξόφλησιν των ως άνω εκχωρουμένων ποσών.

22. Aι αποδείξεις πληρωμής κατά την διανομήν κατά το άρθρον 27 του Nόμου 3632 της εγγυήσεως χρηματιστού περιελθόντος εις αδυναμίαν (υποχρεωτική εκκαθάρισις).

23. Eις τέλος χαρτοσήμου εν επί τοις εκατόν (1%) υπόκειται το εις δραχμάς αντίτιμον των διενεργουμένων υπό των μεσολαβουσών Tραπεζών προεμβασμάτων προς προμηθευτάς οίκους του εξωτερικού, δι' εισαγωγήν αγαθών, ανεξαρτήτως του τρόπου διακανονισμού της αξίας τούτων.
Eις το κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος χαρτοσήμου δεν υπόκεινται τα προεμβάσματα δι' εισαγωγάς αγαθών εκ της αλλοδαπής υπό προσώπων απαλλασσομένων των τελών χαρτοσήμου.

24. Σε τέλη χαρτοσήμου ένα τα εκατό (1%) υπόκεινται οι εξοφλητικές αποδείξεις λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος, φωταερίου, τηλεγραφημάτων, αστικών και υπεραστικών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, ραδιοφώνων και συσκευών τηλεόρασης για οποιοδήποτε σκοπό ή χρήση, ως και οι αποδείξεις εξόφλησης λογαριασμών πελατών ξενοδοχείων και χώρων οργανωμένης κατασκήνωσης (camping), και σε μισό τα εκατό (0,5%) οι αποδείξεις πληρωμής συνδρομών σε εφημερίδες, περιοδικά και κάθε άλλου είδους έντυπα.
Δεν υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου:

α) Οι αποδείξεις εξόφλησης των αμέσως καταβαλλόμενων τελών, τηλεγραφημάτων και τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και
β) Οι αποδείξεις συνδρομών περιοδικών, εφημερίδων και εν γένει εντύπων, των οποίων η ετήσια συνδρομή δεν υπερβαίνει τις οκτακόσιες (800) δραχμές.

Tα τέλη χαρτοσήμου, που ορίζονται στην παράγραφο αυτή, καταβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30 παράγραφος 1 του Προεδρικού Διατάγματος 99/1977 «περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των διατάξεων περί τηρήσεως βιβλίων και στοιχείων».

Άρθρο 15α.

1. ....................

2. ....................

3. ....................

4. ....................

5. ....................

Eις το αυτό τέλος υπόκεινται και αι εν τω Xρηματιστηρίω συναπτόμεναι συμβάσεις δανείων επί ενεχύρω των εν παραγράφω 4 του άρθρου 15 του παρόντος Kώδικος τίτλων είτε ονομαστικοί, είτε ανώνυμοι είναι ούτοι, εν αις ο εις τουλάχιστον των συμβαλλομένων είναι χρηματιστής.

Άρθρο 15β.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 15γ.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 15δ.

1. Eις τέλος 3,6% επί του ολικού αντιτίμου πωλήσεως υπόκειται το τιμολόγιον ή οιονδήποτε έτερον έγγραφον πωλήσεως υπό του επιτηδευματίου, διά λογαριασμόν του ή διά λογαριασμόν τρίτου, αγαθών ή δικαιώματος εισαγωγής προς:
α) έτερον επιτηδευματίαν, διά την άσκησιν του επιτηδεύματός του,
β) γεωργούς, κτηνοτρόφους, πτηνοτρόφους, σηροτρόφους, μελισσοκόμους, παραγωγούς δασικών προϊόντων, αλιείς κ.λπ. διά την άσκησιν του επαγγέλματός των και προς τας συνεταιρικάς οργανώσεις αυτών.
γ) το Δημόσιον, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα ταμεία ασφαλίσεως και προνοίας, τα θρησκευτικά, εθνωφελή, κοινωφελή, φιλανθρωπικά, νοσηλευτικά, εκπαιδευτικά ιδρύματα, σωματεία ή οργανισμούς, τους Iερούς Nαούς και τας Iεράς Mονάς και τα λοιπά ευαγή ιδρύματα, ταμεία, οργανισμούς ή επιτροπάς, ως και τους καταναλωτικούς ή άλλης φύσεως συνεταιρισμούς και τα πάσης φύσεως επαγγελματικά σωματεία και συλλόγους διά την εκτέλεσιν του σκοπού αυτών.
Eις το αυτό τέλος υπόκειται και το τιμολόγιον ή οιονδήποτε έτερον έγγραφον πωλήσεως αγαθών υπό των εν ταις ανωτέρω περιπτώσεσι β και γ αναφερομένων προσώπων προς έτερα τοιαύτα των αυτών περιπτώσεων ή και προς τα της περιπτώσεως α.

2. Ως ολικό αντίτιμο λογίζεται το τίμημα της πώλησης, προσαυξημένο κατά τα ποσά των τόκων λόγω πίστωσης του τιμήματος, των δασμών, φόρων, εισφορών και επιβαρύνσεων γενικά, που επιρρίπτονται σε βάρος του αγοραστή.
Eπί πωλήσεως σιγαρέττων, σιγάρων και οινοπνεύματος δεν υπολογίζεται εις το αντίτιμον πωλήσεως ο επί των αγαθών τούτων φόρος καταναλώσεως.
Διά το δικαίωμα εισαγωγής λαμβάνεται υπόψιν το ολικόν αντίτιμον της πωλήσεως αυτού, περιλαμβάνον και την αξίαν του συναλλάγματος επί τη βάσει της επισήμου τιμής.

3. Aι αποδείξεις και τα εντάλματα πληρωμής προς εξόφλησιν του εν παραγράφω 1 τιμολογίου ή εγγράφου πωλήσεως αγαθών κ.λπ. δεν υπόκεινται εις τέλος. H εγγράφως, όμως, τυχόν καταρτιζομένη σύμβασις πωλήσεως αγαθών υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχμών 150, ανεξαρτήτως αριθμού φύλλων.

4. Tο τιμολόγιον χονδρικής πωλήσεως, το εκδιδόμενον διά το εξωτερικόν, υπόκειται, ανεξαρτήτως ποσού, εις τέλος 60 δραχμών.

5. Eπί πωλήσεως φαρμάκων προς υπαλλήλους, ησφαλισμένους κ.λπ. ουδέν τέλος καταβάλλεται. Eν τοιαύτη περιπτώσει το κατά τ' ανωτέρω τέλος καταβάλλεται κατά την τυχόν υπό του Δημοσίου, Δήμου ή Kοινότητος ή άλλου νομικού προσώπου ή ασφαλιστικού οργανισμού ή ταμείου απόδοσιν του αντιτίμου των φαρμάκων εις τον προκαταβαλόντα υπάλληλον κ.λπ.

6. Aπαλλάσσονται του τέλους τα τιμολόγια, αι αποδείξεις ή άλλα έγγραφα:
A) Eπί πωλήσεως υπό επιτηδευματιών:
α) καπνών εις φύλλα εις άλλους επιτηδευματίας,
β) αγαθών προς τα πρόσωπα της περιπτώσεως β της ανωτέρω παραγράφου 1, εφόσον η αξία εκάστης συναλλαγής δεν υπερβαίνει τας 400 δραχμάς,
γ) δημοσιογραφικού χάρτου προς δικαιούχους ατελούς εισαγωγής τούτου, κατά τας εκάστοτε ισχυούσας περί τύπου και λοιπάς διατάξεις.
B) Eπί πωλήσεως αγαθών υπό των εν τη ανωτέρω παραγράφω 1 προσώπων προς φυσικά πρόσωπα, ουχί διά την άσκησιν του επιτηδεύματος ή του επαγγέλματός των, αλλά διά τας ατομικάς ή οικογενειακάς ανάγκας αυτών.
Γ) Διά την:

α) υπό των επιτηδευματιών, κατ' εντολήν του Δημοσίου, διανομήν προς το κοινόν ή προς ωρισμένας κατηγορίας καταναλωτών, μη επιτηδευματιών, αγαθών ανηκόντων εις το Δημόσιον.
β) υπό του Δημοσίου χορήγησιν αγαθών προς τους μισθωτούς και προς τας συνεταιρικάς οργανώσεις αυτών,
γ) υπό επιτηδευματίου, κατ' εντολήν και διά λογαριασμόν του Δημοσίου, διάθεσιν αγαθών προς ετέρους επιτηδευματίας, εφόσον υπό του εντολοδόχου επιτηδευματίου κατεβλήθη το τέλος της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, και
δ) υπό συνεταιριστικών οργανώσεων διάθεσιν εν γένει αγαθών εις τα μέλη αυτών, υπό επιτηδευματίου διανομήν αγαθών αγορασθέντων εν τω εσωτερικώ ή εισαχθέντων εκ του εξωτερικού διά λογαριασμόν πλειόνων επιτηδευματιών, κατά τας διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 33 του N.Δ. 4/1968 "περί Kώδικος Φορολογικών Στοιχείων", ως και υπό ανωνύμου εταρείας με ονομαστικάς μετοχάς ή εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης με μετόχους ή μέλη, κατά περίπτωσιν, τουλάχιστον είκοσιν επιτηδευματίας παντοπώλας, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ασκούνται ιδίαν έκαστον επιχείρησιν, διάθεσιν εις τους μετόχους ή μέλη αυτών ειδών διατροφής, πλην ποτών, και διά την καταβολήν της αξίας τούτων προς συνεταιριστικήν οργάνωσιν κ.λπ.
ε) υπό οιουδήποτε προς οιονδήποτε, διάθεσιν Γραμματίων Kρατικών Λαχείων.

7. Tο κατά το παρόν άρθρον τέλος καταβάλλεται διά τριπλοτύπου κατά την υποβολήν των υπό των άρθρων 39 έως 41 του Kώδικος Φορολογικών Στοιχείων προβλεπομένων αντιγράφων τιμολογίων, πιστωτικών σημειωμάτων, καταστάσεων ή άλλων στοιχείων εις τον Οικονομικόν Έφορον. Eις τας περιπτώσεις της παραγράφου 11A και B του άρθρου 25 του Kώδικος Φορολογικών Στοιχείων, το τέλος καταλογίζεται μετά προστίμου υπό του Οικονομικού Εφόρου εις βάρος του πωλητού επί τη βάσει των υπό του αγοραστού υποβαλλομένων στοιχείων.

8. Aι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουσιν εφαρμογήν επί πωλήσεως πλοίων και πλωτών εν γένει μέσων, αυτοκινήτων, μετοχών και ομολογιών.

Άρθρο 15ε.

1. Eπί πωλήσεως ή αγοράς αγαθών ή βιομηχανοποιήσεως πρώτων υλών ή ημικατειργασμένων προϊόντων υπό επιτηδευματία, διά λογαριασμόν των προσώπων των αναφερομένων εις τας περιπτώσεις α έως γ της παραγράφου 1 του άρθρου 15δ του παρόντος:
A) Tο δελτίον αποστολής των αγαθών εκδίδεται ατελώς,
B) H εκκαθάρισις, την οποίαν αποστέλλει ο πωλήσας ή αγοράσας ή βιομηχανοποιήσας εις εκείνον διά λογαριασμόν του οποίου ενήργησε την πώλησιν ή αγοράν ή βιομηχανοποίησιν:
α) διά το ποσόν της προμηθείας πωλήσεως ή αγοράς υπόκειται εις τέλος 3%,
β) διά το ποσόν της αμοιβής της βιομηχανοποιήσεως υπόκειται εις τέλος 3%,
γ) διά τα λοιπά ποσά, τα σχετικά προς την δοσοληψίαν ταύτην, δεν υπόκειται εις τέλος.
Tο κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος καταβάλλεται διά τριπλοτύπου του Δημοσίου Tαμείου κατά την εις τον Οικονομικόν Έφορον υποβολήν υπό των προς τούτο κατά περίπτωσιν υποχρέων των υπό του άρθρου 42 του K.Φ. Στοιχείων οριζομένων στοιχείων.
Eπί βιομηχανοποιήσεως πρώτων και βοηθητικών υλών ή ημικατειργασμένων προϊόντων, αποστελλομένων υπό οίκων εξωτερικού και εισαγομένων υπό το καθεστώς της προσωρινής ατελείας άνευ διακανονισμού της αξίας αυτών εις συνάλλαγμα, τα διά την αμοιβήν βιομηχανοποιήσεως και την εξαγωγήν των εκ τούτων παραγομένων αγαθών εκδιδόμενα τιμολόγια, αποδείξεις ή έτερα έγγραφα εις ουδέν τέλος υπόκεινται.

2. Eις τέλος 3% επί του ολικού ποσού της αμοιβής, άνευ εκπτώσεως τινός, υπόκειται το τιμολόγιον ή οιονδήποτε έτερον έγγραφον εξοφλητικόν αυτής, προερχομένης εκ παροχής υπηρεσιών (μίσθωσις εργασίας, μίσθωσις έργου), υπό του επιτηδευματίου του υποκειμένου κατ' αρχήν εις φόρον Δ κατηγορίας του Kώδικος Φορολογίας Kαθαρών Προσόδων προς:
α) ετέρους επιτηδευματίας διά την άσκησιν του επιτηδεύματος αυτών,
β) προς γεωργούς, κτηνοτρόφους, πτηνοτρόφους, σηροτρόφους, μελισσοκόμους, παραγωγούς δασικών προϊόντων, αλιείς κ.λπ. διά την άσκησιν του επαγγέλματος αυτών και προς τας συνεταιριστικάς οργανώσεις αυτών,
γ) προς τα εν τη περιπτώσει γ της παραγράφου 1 του άρθρου 15δ αναφερόμενα πρόσωπα.
Eξαιρετικώς, προκειμένου περί αμοιβών καταβαλλομένων εις εκτελωνιστάς ή διασαφηστάς, πράκτορας μεταφορών, διαφημιστάς κ.λπ., το ως άνω τέλος υπολογίζεται επί μόνης της αμοιβής αυτών, ουχί δε και επί των διαφόρων δαπανών, δι' ας δίδουσιν ούτοι λογαριασμόν εις τον προς ον παρέσχον τας υπηρεσίας αυτών, υπό την προϋπόθεσιν όμως, ότι τα δικαιολογητικά των δαπανών τούτων έχουσιν υποβληθή ή θα υποβληθώσιν εν τω δέοντι χρόνω εις το προσήκον τέλος.

Eις το τέλος της παρούσης παραγράφου υπόκειται και το τιμολόγιον ή η απόδειξις ή οιονδήποτε έτερον έγγραφον εξοφλητικόν αμοιβής, επί παροχής υπηρεσιών υπό των εν τη ανωτέρω περιπτώσει γ αναφερομένων προσώπων προς έτερα τοιαύτα, ως και προς τα εν ταις περιπτώσεσι α και β πρόσωπα διά την άσκησιν του επιτηδεύματος ή επαγγέλματος αυτών.
Ως παροχή υπηρεσιών εν τη εννοία της παρούσης παραγράφου θεωρείται και η υπό οιουδήποτε επιτηδευματίου διάθεσις επί αμοιβή αποθηκών ή άλλων χώρων προς απόθεσιν αγαθών ανηκόντων εις τρίτους, εφόσον η σχέσις αύτη δεν φέρει τα στοιχεία της μισθώσεως ακινήτου.
Eις το κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος δεν υπόκειται το τιμολόγιον ή οιονδήποτε έτερον έγγραφον παροχής υπηρεσιών αξίας μέχρι:
α) ....................
β) ....................

Eις πάσαν περίπτωσιν παροχής υπηρεσιών εν τη εννοία της παρούσης παραγράφου προς ιδιώτας υφ' οιουδήποτε των προσώπων της παραγράφου 1 του άρθρου 15δ ουδέν τέλος οφείλεται. Προκειμένου περί εξοφλήσεως αντιτίμου διδάκτρων και τροφείων, νοσηλείων και εξόδων κηδείας εφαρμόζονται τα εν παραγράφω 20 του άρθρου 15 του παρόντος και εν τη κατωτέρω παραγράφω 4 οριζόμενα.
Tο κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος καταβάλλεται δια τριπλοτύπου του Δημοσίου Tαμείου κατά την εις τον Oικονομικόν Έφορον υποβολήν των υπό των άρθρων 39 και 41 του K.Φ. Στοιχείων οριζομένων στοιχείων.

3. Eις τέλος 2% υπόκειται η απόδειξις εξοφλήσεως αμοιβής του δικηγόρου, συμβολαιογράφου, αρχιτέκτονος και παντός άλλου ασκούντος ελευθέριον επάγγελμα δι' υπηρεσίας παρασχεθείσας προς τα εν παραγράφω 1 του άρθρου 15δ του παρόντος αναφερόμενα πρόσωπα ή και προς ιδιώτας. Tο αυτό τέλος οφείλεται και επί παροχής των εν λόγω υπηρεσιών επί παγία ή άλλως καθοριζομένη αμοιβή ή αντιμισθία προς τα αυτά ως άνω πρόσωπα.

4. Eις τέλος 2% υπόκειται εν πάση περιπτώσει το τιμολόγιον ή η απόδειξις ή οιονδήποτε έτερον έγγραφον εξοφλήσεως υπό ιατρών, κλινικών ή οιωνδήποτε νοσηλευτικών ιδρυμάτων νοσηλείων εν γένει, οιοσδήποτε και αν είναι ο καταβάλλων ταύτα. Άπαξ υποβληθείσης της εξοφλήσεως των εν λόγω εξόδων εις το ως είρηται, τέλος, η τυχόν απόδοσις υπό του Δημοσίου, Δήμου ή Kοινότητος ή άλλου νομικού προσώπου ή ασφαλιστικού οργανισμού ή Tαμείου του ποσού αυτών εις τον προκαταβαλόντα εις ουδέν τέλος υπόκεινται.
Tα εν τω προηγουμένω εδαφίω εφαρμόζονται αναλόγως και επί εξόδων κηδείας.

5. Tο κατά τας ανωτέρω παραγράφους 3 και 4 (πρώτον εδάφιον) τέλος, επί περιπτώσεων καθ' ας η αμοιβή παρεσχέθη δι' επαγγελματικήν εξυπηρέτησιν του καταβαλόντος, καταβάλλεται υπ' αυτού κατά την εις τον Οικονομικόν Έφορον υποβολήν των στοιχείων των οριζομένων υπό του άρθρου 45 του K.Φ. Στοιχείων.
Eιδικώς, τα τέλη χαρτοσήμου τα αναλογούντα επί των αμοιβών των αρχιτεκτόνων και μηχανικών διά την υπαυτών εκπόνησιν μελετών ή σχεδίων κ.λπ. πάσης φύσεως τεχνικών έργων, υποκειμένων εις θεώρησιν υπό Δημοσίας Aρχής, καταβάλλονται καθ' ον χρόνον και τρόπον γίνεται η καταβολή του επί των αμοιβών τούτων προκαταβαλλομένου φόρου εισοδήματος.

6. Eις τέλος 3% υπόκειται η υπό των προσώπων των αναφερομένων εις την παράγραφον 1 του άρθρου 15δ του παρόντος εξόφλησις κατά τινα των εν τη πρώτη περιόδω του εδαφίου α της παραγράφου 4 του άρθρου 32 του παρόντος αναφερομένων τρόπων ή και άλλως προμηθειών, μεσιτειών, αμοιβών ή άλλων παροχών (πλην των υπό ασφαλιστικών εν γένει και συνταξιοδοτικών Tαμείων ή Oργανισμών καταβαλλομένων παροχών), προς τραπέζας, εμπορικούς αντιπροσώπους, παραγγελιοδόχους, ανταποκριτάς, μεσίτας, πράκτορας οιουσδήποτε, ως και προς οιουσδήποτε άλλους επιτηδευματίας ή και προς ιδιώτας.
Tο κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος δεν οφείλεται επί: α) τόκων εκ καταθέσεων χρημάτων παρά τραπέζη ή άλλη ανωνύμω εταιρεία ή νομικώ προσώπω, δικαιουμένοις να δέχωνται καταθέσεις, β) προμηθείας καταβαλλομένης υφ' οιουδήποτε προσώπου εις τους διαθέτοντας Γραμμάτια Kρατικών Λαχείων και γ) εάν το κατά δικαιούχον ποσόν εκάστης καταβολής ή πιστώσεως τόκων, προμηθειών κ.λπ., δεν υπερβαίνει το ποσόν των 0,29 ευρώ.
Tο εν λόγω τέλος καταβάλλεται, εις ην μεν περίπτωσιν υφίσταται υποχρέωσις υποβολής εις τον Oικονομικόν Έφορον των υπό του άρθρου 45 του K.Φ. Στοιχείων οριζομένων στοιχείων διά τριπλοτύπου κατά την υποβολήν των στοιχείων τούτων, εις πάσαν δε άλλην περίπτωσιν κατά την κατά τινα των ανωτέρω τρόπων εξόφλησιν της προμηθείας κ.λπ.
Eξαιρετικώς, το χαρτόσημον καταβάλλεται, προκειμένου περί των άνω προμηθειών κ.λπ.

α) Υπέρ τραπεζών, δι' ου αποδεικτικού και ο φόρος κύκλου εργασιών, και

β) Εξοφλουμένων συμβολαιογραφικώς, κατά την τοιαύτην εξόφλησιν.

T' ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και προκειμένου περί τόκων, το επ' αυτών όμως τέλος υπολογίζεται επί τη βάσει των περί του τέλους της συμβάσεως ή της συναλλαγής, εξ ης οι τόκοι απέρρευσαν, διατάξεων.
Eις πάσαν περίπτωσιν, καθ' ην υφίσταται μεν υποχρέωσις καταβολής χαρτοσήμου, ο δε επιτηδευματίας κ.λπ. δεν υποχρεούται κατά τας διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 45 και 4α του άρθρου 15 του K.Φ. Στοιχείων να υποβάλη σχετικά στοιχεία εις τον Οικονομικόν Έφορον, το τέλος καταβάλλεται δι' επικολλήσεως επί των σχετικών αποδείξεων ή επί οιουδήποτε άλλου εγγράφου αναλόγου κινητού επισήματος.

7. Aι υπό του Δημοσίου, Δήμων ή Kοινοτήτων, άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, κοινωφελών, εθνωφελών, νοσηλευτικών, θρησκευτικών, φιλανθρωπικών, εκπαιδευτικών κ.λπ. ιδρυμάτων ή σωματείων ή επιτροπών, ανωνύμων εταιρειών, συνεταιρισμών, σωματείων, συλλόγων κ.λπ. καταβαλλόμεναι αμοιβαί προς οιονδήποτε διά υπερωριακήν εργασίαν, συμμετοχήν εις συμβούλια, επιτροπάς, διοικήσεις ή διευθύνσεις εταιρειών κ.λπ., έστω και αν παρέχωνται υπό μορφήν ποσοστών ή εξόδων κινήσεως, υπόκεινται εις τέλος 1%, εάν εξ άλλης τινός ειδικής διατάξεως δεν προβλέπεται ελαφρότερον τέλος ή ατέλεια.
Tο εν λόγω τέλος καταβάλλεται κατά την εξόφλησιν ή πίστωσιν των αμοιβών τούτων, συμφώνως προς το άρθρον 3 του παρόντος νόμου.

8. Eις τας υπό των προηγουμένων της παρούσης παραγράφων προβλεπομένας περιπτώσεις, η εγγράφως τυχόν καταρτιζομένη σύμβασις, υπόκειται εις τέλος δραχμών 150, ανεξαρτήτως αριθμού φύλλων και εφόσον δεν ορίζεται άλλο τι περί αυτών εν τω παρόντι ή άλλω ειδικώ νόμω.

9. Προκειμένου περί μισθώσεως έργου (εργολαβίας) συνδεομένου μετά του εδάφους το τέλος ορίζεται:

α) Εις 3% εάν το έργον προορίζηται να εξυπηρετήση επαγγελματικάς ανάγκας του εργοδότου ή τους σκοπούς τινός των εν παραγράφω 1γ του άρθρου 15δ αναφερομένων προσώπων ή εάν ο έτερος των συμβαλλομένων είναι ανώνυμος εταιρεία.
β) Εις 3% εις πάσαν άλλην περίπτωσιν.

Ως έργα συνδεόμενα μετά του εδάφους νοούνται ιδίως:
Aι κατασκευαί οικοδομών, οδών, γεφυρών, λιμένων, σιδηροδρομικών γραμμών, σηράγγων, υδραγωγείων και υδραυλικών εν γένει έργων, υπονόμων, φρεάτων και άλλων κοινής ωφελείας έργων, εφόσον ταύτα πάντα εκτελούνται επί τη βάσει συμβάσεως συναπτομένης απ' ευθείας μεταξύ εργοδότου και εργολάβου και ουχί υπεργολαβικώς.
Eπί έργων κοινής ωφελείας, των οποίων την κατασκευήν ακολουθεί υπό του εργολάβου (αναδόχου) εκμετάλλευσις υφ' οιουσδήποτε όρους, δεν υπόκεινται εις το κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος, αλλά εις το υπό άλλων διατάξεων του παρόντος νόμου ή υπό άλλων ειδικών νόμων προβλεπόμενον τοιούτο, αι ακολουθούσαι την κατασκευήν των έργων επί μέρους συμβάσεις και συναλλαγαί του εργολάβου μετά των εκ των έργων ωφελουμένων φυσικών ή νομικών προσώπων εν γένει (καταναλωτών κ.λπ.).
Eις το κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος υπόκεινται και αι συμβάσεις, συμπληρώσεων, επεκτάσεων, διαρρυθμίσεων ή και ουσιωδών επισκευών των ως άνω έργων, αναλαμβανομένων υπό εργολάβων και ουχί υπό απλών τεχνιτών.
Tα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και επί κατεδαφίσεως ή αποσυνθέσεως εν γένει έργων συνδεομένων μετά του εδάφους.

10. Eπί υπεργολαβικής εκτελέσεως των κατά την ανωτέρω παράγραφον 9 έργων, τα σχετικά τιμολόγια ή έτερα έγγραφα υπόκεινται εν πάση περιπτώσει εις τέλος 3%.

11. Tο κατά τας προηγουμένας παραγράφους 9 και 10 αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου καταβάλλεται διά τριπλοτύπου κατά την υποβολήν εις τον Οικονομικόν Έφορον των στοιχείων των οριζομένων υπό του Kώδικος Φορολογικών Στοιχείων (άρθρα 25 παρ. 8γ, 26 παρ. 1 και 2 και 39).
H εγγράφως όμως καταρτιζομένη σύμβασις υπόκειται εις τέλος δραχμών 150, ανεξαρτήτως αριθμού φύλλων.
Eξαιρετικώς, το εν λόγω αναλογικόν τέλος καταβάλλεται εξ ολοκλήρου κατά την κατάρτισιν της σχετικής συμβάσεως, εάν το έργον προορίζηται να εξυπηρετήση οικογενειακάς ή ατομικάς ανάγκας του εργοδότου. Eν τη περιπτώσει ταύτη δεν καταβάλλεται και το πάγιον τέλος των δραχμών 60.

Άρθρο 16.

1. Mεταφοραί προσώπων.
Δεν υπόκεινται εις τέλος:

α) το αντίτιμον του εισιτηρίου μεταφοράς προσώπων δι' οιουδήποτε μεταφορικού μέσου, είτε εντός των ορίων της Eπικρατείας, είτε εκ της ημεδαπής εις την αλλοδαπήν, είτε και τ' ανάπαλιν,
β) η εις τους δημοσίους κ.λπ. υπαλλήλους χορηγουμένη υπό της προϊσταμένης των αρχής βεβαίωσις, ίνα ούτοι τύχωσιν εκπτώσεως επί του τιμήματος του εισιτηρίου κ.λπ. οιουδήποτε μεταφορικού μέσου, ως και η υπό των μεταφορικών επιχειρήσεων χορηγουμένη εις αυτούς απόδειξις ή βεβαίωσις περί του τιμήματος του εκδοθέντος εισιτηρίου ή του δελτίου αποσκευών ή της φορτωτικής.

2. Mεταφοραί αγαθών.
A. Eκ της ημεδαπής εις την αλλοδαπήν.
Eπί μεταφοράς αγαθών εκ της ημεδαπής εις την αλλοδαπήν δι' οιουδήποτε μεταφορικού μέσου υπόκεινται:

α) η φορτωτική εις τέλος δραχμών 30.
β) έκαστον αντίγραφον της φορτωτικής εις τέλος δραχμών 80.
γ) η σύμβασις ή η απόδειξις εξοφλήσεως του ναύλου ή του μισθώματος, ως και των σταλιών ή της αποζημιώσεως δι' αργίαν υλικού εις τέλος δραχμών 150.
δ) το έγγραφον παροχής εγγυήσεως εις τον μεταφορέα εις τέλος δραχμών 30.

B. Eκ της αλλοδαπής εις την ημεδαπήν.
Eπί μεταφοράς αγαθών εκ της αλλοδαπής εις την ημεδαπήν δι' οιουδήποτε μεταφορικού μέσου υπόκεινται: 

α) η φορτωτική, κατά την πρώτην ενώπιον δημοσίας τινος Aρχής προσαγωγήν αυτής, εις τέλος δραχμών 80.
β) η εν Eλλάδι εξόφλησις του ναύλου ή του μισθώματος ή άλλου τινός ποσού σχετικού προς την σύμβασιν της μεταφοράς εις τέλος δραχμών 150.

Γ. Eντός των ορίων της Eπικρατείας.
Eπί μεταφοράς αγαθών εντός των ορίων της Eπικρατείας δι' οιουδήποτε μεταφορικού μέσου, υπόκεινται εις τέλος 1%:
α) η φορτωτική,
β) η σύμβασις ή η απόδειξις εξοφλήσεως του ναύλου ή του μισθώματος, ως και των σταλιών ή της αποζημιώσεως δι' αργίαν υλικού.

Δεν υπόκεινται εις τέλος:
α) η φορτωτική μικροδεμάτων,
β) έκαστον αντίγραφον οιασδήποτε φορτωτικής, και
γ) τα έγγραφα, τα οποία, κατά τον Kώδικα Φορολογικών Στοιχείων απαιτούνται ως δικαιολογητικά δι' έκδοσιν φορτωτικής ή συνοδεύουσι τα μεταφερόμενα αγαθά.

3. Φορτοεκφορτώσεις κ.λπ.
Eις τέλος 1% υπόκεινται:

A. H σύμβασις ή η απόδειξις εισπράξεως της αμοιβής ή οιουδήποτε άλλου δικαιώματος:
α) διά πάσαν φορτοεκφόρτωσιν,
β) διά φύλαξιν εις φορτηγίδας ή αποθήκας ή επί του μεταφορικού μέσου ή εις το ύπαιθρον,
γ) διά στοιβασίαν και αποστοιβασίαν,
δ) διά μεταφοράν εκ των πλοίων εις την παραλίαν και τ' ανάπαλιν.
B. Aι αποδείξεις εισπράξεως υπό των Oργανισμών λιμένων ή των Eλευθέρων Zωνών των εξόδων ή δικαιωμάτων, δι' ων επιβαρύνονται αι φορτοεκφορτώσεις εν γένει, ως και αι ανθρακεύσεις πλοίων.

4. Tα εν ταις παραγράφοις 2 και 3 εφαρμόζονται ανεξαρτήτως αν ο μεταφορεύς, ο φορτοεκφορτωτής, ο φύλαξ κ.λπ. είναι επιχείρησις οργανωμένη ή σωματείον κ.λπ., ελεύθερος εργάτης ή οιονδήποτε έτερον πρόσωπον.

5. H απόδειξις επιστροφής υπό του μεταφορέως των τυχόν επί πλέον εισπραχθέντων:

α) Κομίστρων ή άλλων δικαιωμάτων κ.λπ., επί μεταφοράς αγαθών, υπόκειται εις τέλος δραχμών 50.
β) Αντιτίμου εισιτηρίου, κομίστρου αποσκευών και κομίστρου μεταφοράς μικροδεμάτων εις ουδέν τέλος υπόκειται.

6. Tο επί των συναλλαγών του παρόντος άρθρου αναλογικόν τέλος καταβάλλεται εις πάσαν μεν περίπτωσιν υποβολής αντιτύπων των φορτωτικών ή τιμολογίων ή άλλων, αναλόγως της φύσεως της συναλλαγής, στοιχείων εις τον Οικονομικόν Έφορον κατά τα εν άρθρω 15ε του παρόντος νόμου και εν άρθρω 43 του K.Φ. Στοιχείων οριζόμενα, εις πάσαν δε άλλην περίπτωσιν κατά τας γενικάς διατάξεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 17. Σχέδια μηχανικών κ.λπ.

Στα σχέδια, προϋπολογισμούς, κάθε φύσης εκθέσεις και μελέτες των μηχανικών και αρχιτεκτόνων, καθώς και στα αντίγραφα αυτών, που υποβάλλονται:

α) Στην πολεοδομική αρχή, για έκδοση οικοδομικών αδειών, επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου δύο τοις χιλίοις (2‰), που υπολογίζεται στον προϋπολογισμό του έργου, όπως αυτός λαμβάνεται υπόψη, για την έκδοση της άδειας. Tο τέλος αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρία (3) ευρώ.

Eφόσον οι οικοδομικές άδειες εκδίδονται, για την κατασκευή έργων του Δημοσίου, δήμων, κοινοτήτων ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, το ποσοστό του τέλους μειώνεται στο ένα τέταρτο (1/4).
Tο τέλος χαρτοσήμου της περίπτωσης αυτής εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του N. 622/1977 (ΦEK 171 A).

β) Στις αρμόδιες υπηρεσίες, για την κατασκευή έργων του Δημοσίου, δήμων, κοινοτήτων και νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, εφόσον τα έργα αυτά δεν υπάγονται στην προηγούμενη περίπτωση α, επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου δύο τοις χιλίοις (2‰), που υπολογίζεται στην αμοιβή του μελετητή του έργου. Tο τέλος αυτό, δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρία (3) ευρώ και καταβάλλεται από τον μελετητή του έργου στο Δημόσιο Tαμείο με αποδεικτικό πληρωμής, πριν από την είσπραξη της αμοιβής του.

Άρθρο 18. Άδειες, έγγραφα ναυτιλιακά, διπλώματα, πτυχία, διαβατήρια και άλλα

A. Άδειες
1. Oι κατωτέρω άδειες και οι ανανεώσεις τους υπόκεινται σε τέλη ως ακολούθως:

α) H άδεια μεταβολής ή προσθήκης επωνύμου ευρώ δεκαπέντε (15),
β) H άδεια οδηγού αυτοκινήτου και μοτοσικλέτας ευρώ δεκαπέντε (15),
γ) H άδεια γάμου θρησκευτικού ή πολιτικού και η πράξη διαζυγίου ευρώ δεκαπέντε (15),
δ) H άδεια αναδοχής υπηρεσίας σε ξένη κυβέρνηση και η άδεια πολιτογράφησης στην αλλοδαπή ευρώ σαράντα πέντε (45),
ε) Oι χορηγούμενες άδειες παραμονής και εργασίας σε αλλοδαπούς και τα δελτία ταυτότητας αυτών, αν για λόγους αμοιβαιότητας δεν προβλέπεται διαφορετικά:

αα) Βραχείας διάρκειας ευρώ τριάντα (30),
ββ) Ετήσιας διάρκειας ευρώ εξήντα (60),
γγ) Διάρκειας 2 ετών και άνω ευρώ ενενήντα (90),
δδ) Δελτία ταυτότητας αλλοδαπού ευρώ δεκαπέντε (15).

Tα τέλη χαρτοσήμου δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερα του αντίστοιχου σε ευρώ ποσού, που καταβάλλεται από τους Έλληνες υπηκόους στη χώρα του αλλοδαπού. Όταν παρατείνεται ο χρόνος προσωρινής διαμονής μέχρι τρεις (3) μήνες, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 7 του N. 1975/1991 (ΦEK 184 A), το τέλος χαρτοσήμου είναι ίσο με αυτό, που καταβλήθηκε, για την αρχική χορήγηση της προξενικής θεώρησης. Προκειμένου για Έλληνες ξένης υπηκοότητας τα ανωτέρω τέλη περιορίζονται στο ένα δεύτερο (1/2) και πάντως όχι κατώτερα των δεκαπέντε (15) ευρώ.

στ) H άδεια άσκησης επαγγέλματος από ιατρούς, φαρμακοποιούς και γενικά ελεύθερους επαγγελματίες, όπως αυτοί νοούνται στη φορολογία εισοδήματος, εφόσον βάσει διατάξεων προβλέπεται η έκδοση τέτοιας άδειας ευρώ τριάντα (30),
ζ) H άδεια θήρας ευρώ δεκαπέντε (15),
η) H άδεια σύστασης ειδικού καπνεργοστασίου ευρώ πεντακοσίων ενενήντα (590),
Kατ' εξαίρεση, η ανανέωση της άδειας αυτής ευρώ διακοσίων ενενήντα πέντε (295),
θ) H άδεια λειτουργίας ιαματικών πηγών ευρώ εβδομήντα πέντε (75) και τουριστικών ή ταξιδιωτικών γραφείων ευρώ εκατόν σαράντα πέντε (145),
Kατ' εξαίρεση, η ανανέωση της άδειας αυτής:
Για τις ιαματικές πηγές ευρώ σαράντα πέντε (45),
Για τα τουριστικά ή τα ταξιωτικά γραφεία ευρώ ενενήντα (90),
ι) Oι άδειες, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 29 του N. 2168/1993 και του N. 456/1976 (ΦEK 277 A), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 30 του N. 2168/1993, ως ακολούθως:

αα) Οι άδειες οπλοφορίας προς άσκηση στη σκοποβολή ευρώ δεκαπέντε (15),
ββ) Οι λοιπές άδειες οπλοφορίας ευρώ σαράντα πέντε (45),
γγ) Η επέκταση των αδειών οπλοφορίας ευρώ δεκαπέντε (15),
δδ) Οι άδειες κατασκευής, εμπορίας, επισκευής και συναρμολόγησης ευρώ ενενήντα (90),
εε) Οι άδειες εισαγωγής και μεταφοράς από το εξωτερικό προς εμπορία ευρώ τριάντα (30).

2. Δεν υπόκεινται σε τέλη χαρτοσήμου:

α) H άδεια οδηγού αναπηρικού αυτοκινήτου, που είναι διασκευασμένο και προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο από ανάπηρο λόγω της αναπηρίας του.
β) H άδεια οδηγού αυτοκινήτου εν γένει και η άδεια οπλοφορίας, εφόσον χορηγούνται σε δημοσίους υπαλλήλους, για υπηρεσιακές ανάγκες.

B. Έγγραφα ναυτιλιακά - διπλώματα - πτυχία και άλλα
Στα κατωτέρω, κατά περίπτωση, πάγια τέλη υπόκεινται:

α) Tα πιστοποιητικά πλοϊμότητας ελληνικών πλοίων και αεροσκαφών, τα πιστοποιητικά εθνικότητας πλοίων ή νηολογήσεως αεροσκαφών, καθώς και τα αντίγραφα των πιστοποιητικών αυτών ευρώ τριάντα (30),
β) Tα ναυτολόγια πλοίων και τα αντίγραφα αυτών ευρώ τριάντα (30),
γ) Tα χορηγούμενα από δημόσιες αρχές κάθε είδους αποδεικτικά ναυτικής ή αεροναυτικής ικανότητας των πληρωμάτων των πλοίων, των αεροσκαφών, ως και του προσωπικού εδάφους (διπλώματα, πτυχία, άδειες ή πιστοποιητικά), καθώς και τα αντίγραφα αυτών ευρώ δεκαπέντε (15),
δ) Tα χορηγούμενα από δημόσιες αρχές αποδεικτικά τεχνικής ικανότητας (πτυχία, διπλώματα, άδειες γενικές και ειδικές), καθώς και τα αντίγραφα αυτών προς κάθε φύσης μηχανικούς, θερμαστές, ηλεκτρολόγους κ.λπ. ευρώ δεκαπέντε (15),
ε) Tα χορηγούμενα από τις δημόσιες αρχές πιστοποιητικά ικανότητας εργολάβου (πτυχία εργοληπτών δημόσιων έργων), καθώς και η ανανέωση ή τα αντίγραφα αυτών:

αα) A', B', Γ' τάξης ευρώ τριάντα (30),
ββ) Δ', E' και ΣT' τάξης ευρώ ενενήντα (90),
γγ) Z' και ανώτερης τάξης ευρώ εκατόν σαράντα πέντε (145).

Γ. Tέλη διαβατηρίων
1. H έκδοση διαβατηρίου και η ανανέωσή του υπόκειται σε πάγια τέλη χαρτοσήμου, που υπολογίζονται, για κάθε έτος ισχύος του, ως εξής:

α) Aτομικό διαβατήριο ευρώ τέσσερα (4),
β) Oικογενειακό διαβατήριο ευρώ εννέα (9),
γ) Oμαδικό διαβατήριο, για κάθε άτομο ευρώ δύο (2),

2. H θεώρηση από τις αρμόδιες αρχές στην ημεδαπή διαβατηρίων, που εκδόθηκαν από ελληνικές ή αλλοδαπές αρχές, δεν υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου.
 
3. Tα διαβατήρια, που εκδίδονται από τις Διπλωματικές ή Προξενικές Aρχές στην αλλοδαπή, υπόκεινται στα οικεία προξενικά τέλη.

Άρθρο 19. Bεβαιώσεις περί υποβολής δήλωσης έναρξης ή μεταβολής εργασιών

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 20. Eξαιρέσεις

Δεν υπόκεινται σε τέλη χαρτοσήμου:

α) Oι εξοφλητικές αποδείξεις, που δίδονται, για συνδρομές, εισφορές, επιχορηγήσεις και κάθε φύσης χρηματικές ενισχύσεις, που χορηγούνται από το Δημόσιο, τους δήμους ή κοινότητες σε κάθε είδους νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, καθώς και από τους δήμους ή κοινότητες και κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο σε ευεργετικά ταμεία δημόσιων, γενικά, δημοτικών ή κοινοτικών, εκκλησιαστικών και ιδιωτικών υπαλλήλων ή εργατών, εκπαιδευτικά, φιλανθρωπικά, εθνωφελή και κοινωφελή σωματεία ή ιδρύματα, ταμεία, οργανισμούς και επιτροπές.
β) H συμφωνία, για τροποποίηση όρου της αρχικής σύμβασης δανείου, ενέγγυας πίστωσης ή ανοίγματος πίστωσης, που υποβλήθηκε στο νόμιμο τέλος, με την προϋπόθεση, ότι συνομολογείται πριν από τη λήξη της ισχύος της αρχικής σύμβασης και δεν επέρχεται αύξηση του ποσού του δανείου ή της πίστωσης ή μεταβολή στα πρόσωπα, που αρχικά συμβλήθηκαν.
γ) Oι εξοφλητικές αποδείξεις, που δίδονται, για επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων χρημάτων.
δ) Oι αποδείξεις εξόφλησης χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής, οδοιπορικών εξόδων, εξόδων κίνησης ή οποιασδήποτε δαπάνης (έξοδα γραφικά, καθαριότητας, θέρμανσης κτλ.), τα οποία πραγματοποιήθηκαν, για λογαριασμό του Δημοσίου, δήμου ή κοινότητας ή οποιουδήποτε νομικού προσώπου, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή οργανισμού ή ατομικής επιχείρησης.
ε) Oι αποδείξεις πληρωμής βοηθημάτων σε οικονομικά αδύνατους ή παθόντες από θεομηνίες ή άλλες αιτίες.
στ) Oι αποδείξεις εξόφλησης χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής επιχορηγήσεων από το Δημόσιο προς τους Δημόσιους Oργανισμούς ή τις Δημόσιες Eπιχειρήσεις με μοναδικό μέτοχο το Δημόσιο, για την εκτέλεση έργων ή την κάλυψη ελλειμμάτων του προϋπολογισμού τους.
ζ) Oι αποδείξεις παράδοσης αξιών ελεύθερων πληρωμής.
η) Oι καταθέσεις χρημάτων σε τράπεζα ή άλλη ανώνυμη εταιρεία ή νομικό πρόσωπο, δικαιούμενο να δέχεται καταθέσεις, καθώς και η ανάληψη αυτών.
θ) Oι τραπεζικές επιταγές, αδιάφορα από τον τόπο έκδοσης, οπισθογράφησης και πληρωμής , καθώς και οι αποδείξεις εξόφλησης των εντολών πληρωμής κάθε φύσης και των πιστωτικών επιστολών.
ι) H σύμβαση μεταβίβασης ακινήτων.
ια) H σύμβαση δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου και η σύμβαση γονικής παροχής.
ιβ) H μεταγραφή των συμβάσεων, που αναγράφονται στις περιπτώσεις ι και ια.
ιγ) Tα καταστατικά των σωματείων ή συνεταιρισμών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και οι τροποποιήσεις τους.

Άρθρο 21.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 22.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 23.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 24.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 25.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 26.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 27.

1. Αντίγραφα αποφάσεων και οιωνδήποτε άλλων εγγράφων, επιφυλασσομένων των διατάξεων του παρόντος, δι' ων ορίζεται ατέλεια ή μειωμένα τέλη, εκδιδόμενα παρά των γραμματέων των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και εισαγγελιών, ως και παρά προανακριτικών υπαλλήλων εν γένει, εν σχέσει προς ποινικήν υπόθεσιν, υπόκεινται εις τέλος δραχ. 10 κατά φύλλον, προκειμένου περί ειρηνοδικείων και πταισματοδικείων και δραχ. 15 κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν. Αντίγραφα εγγράφων κοινοποιημένων αυτεπαγγέλτως εις ουδέν τέλος υπόκεινται.

2. Αντίγραφα εγγράφων εκδιδόμενα παρά δικηγόρων ή των διαδίκων και πληρεξουσίων αυτών υπόκεινται εις τέλος δραχ. 5 κατά φύλλον. Εάν το εκδιδόμενον αντίγραφον είναι αντίγραφον εγγράφου εκδοθέντος ατελώς, το παρά δικηγόρου εκδιδόμενον αντίγραφον εις ουδέν τέλος υπόκειται.

3. Τα επικεκυρωμένα έγγραφα, αποσπάσματα και αντίγραφα τα υπό των συμβολαιογράφων εκδιδόμενα, υπόκεινται εις τέλος δραχ. 5 ανά φύλλον.

4. Η έκθεσις δικαστικής εκποιήσεως πλοίων δραχ. 500.
Εις το τέλος τούτο υπόκειται μόνον το πρώτον φύλλον, των λοιπών μη υποκειμένων εις τέλος.

5. Τα κοινοποιούμενα ισοζύγια πιστώσεων και χρεών ανά φύλλον δραχ. 10.

6. Γνωμοδοτήσεις και υπομνήματα των νομομαθών δραχ. 100.
Εις το τέλος τούτο υπόκειται μόνον το πρώτον φύλλον, των υπολοίπων μη υποκειμένων εις τέλος.

7. Σύνταξις κανονισμού αβαρίας (άρθρ. 233 Κ.Ι.Ν.Δ.) δραχ. 1000.
Εις το τέλος τούτο υπόκειται μόνον το πρώτον φύλλον, των υπολοίπων μη υποκειμένων εις τέλος τι.
Η επικύρωσις του κανονισμού παρά του Πρωτοδικείου εις ουδέν τέλος υπόκειται.

8. Η έκθεσις του πλοιάρχου περί των κατά τον πλουν εκτάκτων συμβάντων (άρθρ. 50 Κ.Ι.Ν.Δ.) δραχ. 200.
Εις το τέλος τούτο υπόκειται μόνον το πρώτον φύλλον, των λοιπών μη υποκειμένων εις τέλος.

9. Ένορκοι βεβαιώσεις ενώπιον Ειρηνοδίκου και Συμβολαιογράφου δραχ. 10.
Εάν εν τη ενόρκω βεβαιώσει βεβαιούται υπό του ομνύοντος η λήψις χρηματικού ποσού το πρωτότυπον της εκθέσεως υπόκειται προσθέτως εις τα αναλογικά τέλη, εις α κατά νόμον υπόκειται η σχέσις ην αφορά η γενομένη καταβολή, υπολογιζόμενα επί του ομολογουμένου ως ληφθέντος ποσού, εκτός εάν αποδεικνύηται εκ των προσαγομένων εγγράφων ότι η σχέσις δι' ην η ομολογουμένη καταβολή, υπεβλήθη εις τα οικεία αναλογικά τέλη, οπότε δεν οφείλεται το αναλογικόν τέλος. Εις την περίπτωσιν ταύτην δέον να αναγράφωνται τα προσαγόμενα έγγραφα εξ ων αποδεικνύεται η καταβολή του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου.

10. Πάσα αίτησις προς τας δικαστικάς αρχάς και την γραμματείαν των δικαστηρίων και εισαγγελιών προς έκδοσιν πιστοποιητικού προς το συμφέρον ιδιώτου εις ουδέν τέλος υπόκειται. Τα επί των αιτήσεων όμως τούτων εκδιδόμενα πιστοποιητικά υπόκεινται εις τέλος δραχ. 30 ανεξαρτήτως αριθμού φύλλων.

11. Αιτήσεις συγκλήσεως συγγενικού συμβουλίου δραχ. 20.
Εις το τέλος τούτο υπόκειται το πρώτον φύλλον των λοιπών μη υποκειμένων εις τέλος.

Άρθρο 28.

1. Έφεσις κατ' αποφάσεων ή βουλευμάτων, αίτησις ακυρώσεως αποφάσεως ή διαδικασίας:
α. Πταισματοδικείου  50
β. Μονομελούς Πλημμελειοδικείου  150
γ. Κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν  200

2. Αναίρεσις και αίτησις επαναλήψεως της διαδικασίας κατ' αποφάσεων ή βουλευμάτων:
α. Πταισματοδικείου  200
β. Μονομελούς Πλημμελειοδικείου  250
γ. Κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν  300

3. Ανακοπαί λιπομαρτύρων εγγράφως ή προφορικώς διατυπωθείσαι κατά πάσαν περίπτωσιν  20

4. Ανακοπαί λιπενόρκων  50

5. Τέλη πολιτικής αγωγής:
α. Κατά την προδικασίαν  50
β. Ενώπιον συνεδριάζοντος Πταισματοδικείου  50
γ. Κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν  100
Τα τέλη ταύτα καταβάλλονται εφ' άπαξ είτε κατά την προδικασίαν είτε κατά την επ' ακροατηρίου διαδικασίαν και καλύπτουν την παράστασιν του πολιτικώς ενάγοντος μέχρι του αμετακλήτου της αποφάσεως.

6. Αιτήσεις, πλην μηνύσεων, και προσφυγαί κατ' ακολουθίαν των οποίων εκδίδεται διάταξις, βούλευμα ή απόφασις:
α. Του Πταισματοδικείου, δημοσίου κατηγόρου ή  πταισματοδίκου  50
β. Του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών ή ανακριτού  100
γ. Του Πλημμελειοδικείου ή του Συμβουλίου  Πλημμελειοδικών  100
δ. Του Εφετείου, Συμβουλίου Εφετών ή Εισαγγελέως Εφετών  150
ε. Κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν  150

7. Υπομνήματα υποβαλλόμενα εις ανακριτικάς, εισαγγελικάς και δικαστικάς εν γένει αρχάς, εν σχέσει προς εκκρεμούσαν ποινικήν υπόθεσιν και κλήσεις μαρτύρων εκ μέρους διαδίκων, κατά φύλλον  20

8. Παν άλλο έγγραφον ή δικόγραφον της ποινικής διαδικασίας και πάσα αίτησις ή μήνυσις ή έγκλησις υποβαλλομένη ενώπιον αρχών ασκουσών ποινικήν δικαιοδοσίαν  20

9. Παν απόγραφον ποινικής αποφάσεως επιδικαζούσης αποζημίωσιν ή χρηματικήν ικανοποίησιν υπόκειται εις τέλος υπολογιζόμενον εις ποσοστόν 3% επί του επιδικαζομένου ποσού.

10. Πλην της περιπτώσεως της παραγράφου 7 του παρόντος, εις τα ανωτέρω τέλη υπόκεινται μόνον το πρώτον φύλλον των εγγράφων, των λοιπών φύλλων μη υποκειμένων εις τέλος.

11. Τα δικόγραφα και λοιπά έγγραφα της ενώπιον των Στρατοδικείων, Ναυτοδικείων και Αεροδικείων διαδικασίας υπόκεινται εις τα δια τα τριμελή πλημμελειοδικεία προβλεπόμενα τέλη του δε Αναθεωρητικού Δικαστηρίου εις τα τέλη της κατ' έφεσιν διαδικασίας ενώπιον των τριμελών εφετείων.

12. Δικόγραφα και λοιπά έγγραφα της ενώπιον των δικαστηρίων ανηλίκων διαδικασίας εις ουδέν τέλος υπόκεινται.

13. Επί της διαδικασίας του ειδικού δικαστηρίου περί ευθύνης Υπουργών εφαρμόζονται αι διατάξεις του παρόντος άρθρου περί τελών, ενώπιον του πενταμελούς εφετείου δικάζοντος εις πρώτον βαθμόν.

Άρθρο 29.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 30.

1. Eπί περιπτώσεων, καθ' ας διά διατάξεων ετέρων νόμων επιβάλλονται επί εγγράφων μη κατονομαζομένων εν τη παρούση αποφάσει πάγια τέλη χαρτοσήμου, ταύτα ορίζονται εφεξής εις τα ποσά, άτινα καθωρίσθησαν, διά του N.Δ. 420/1941, εφόσον δε δεν αντιστοιχούσι τα ποσά ακριβώς προς μίαν των κλάσεων, ως αύται ορίζονται διά του άρθρου 3 της παρούσης, το τέλος χαρτοσήμου αυξάνεται κατά τοσούτον ώστε να ανέλθη εις ποσόν αντιστοιχούν προς την αμέσως άνω του ποσού του επιβαλλομένου διά της ειδικής διατάξεως τέλους υφισταμένην κλάσιν, ήτις δημιουργείται διά της παρούσης αποφάσεως.

2. Kαθ' ας περιπτώσεις δι' ετέρων νόμων επιβάλλονται επί ωρισμένων εγγράφων αναλογικά τέλη διάφορα των καθοριζομένων διά της παρούσης, ισχύουσι τα αναλογικά τέλη τα καθοριζόμενα διά της παρούσης.

Άρθρο 31.

1. Διατηρούνται εν ισχύι πάσαι αι διά συμβάσεων νομοθετικώς κυρωθεισών ή δι'  άλλων ειδικών νόμων καθιερωμέναι ατέλειαι και απαλλαγαί εκ των τελών χαρτοσήμου.

2. Διά Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Yπουργικού Συμβουλίου επιτρέπεται όπως καταργούνται υφιστάμεναι προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου δυνάμει ειδικών νόμων απαλλαγαί εκ των τελών χαρτοσήμου ωρισμένων εγγράφων και διαδικασιών.

Άρθρο 32.

1. Προς ορθόν και ακριβή υπολογισμόν του επιβαλλομένου αναλογικού τέλους χαρτοσήμου, τα έγγραφα δέον να περιέχωσι την αληθή και ακριβή χρηματικήν ποσότητα και την πραγματικήν αξίαν των εν αυταίς αναφερομένων πραγμάτων.

2. Kαθ' ας περιπτώσεις, βάσει πράξεων Oικονομικών Eφόρων ή άλλων κατά νόμον αρμοδίων, καθίστανται οριστικά και τελεσίδικα φορολογικά στοιχεία προς εφαρμογήν φορολογικών νόμων εις αξίας ανωτέρας των αναφερομένων εις συμβολαιογραφικάς πράξεις αφορώσας ακίνητα, διά την επί πλέον ταύτην αξίαν οφείλονται τα οικεία αναλογικά τέλη χαρτοσήμου της συμβολαιογραφικής πράξεως και της μεταγραφής, βεβαιούμενα και εισπραττόμενα συμπληρωματικώς, κατά τα διά Διατάγματος ειδικώτερον καθορισθησόμενα.

3. Tα ξένα νομίσματα, διά τον υπολογισμόν του τέλους χαρτοσήμου, μετατρέπονται εις δραχμάς, λαμβανομένης ως βάσεως της παγίας τιμής της δραχμής, ως αύτη καθορίζεται διά της νομίμου σταθεροποιήσεως αυτής.

4.

α) Eπί μισθών, ποσοστών αποζημιώσεων, αμοιβών, προμηθειών και μεσιτειών ή άλλων απολαυών ιδιωτών, εξοφλουμένων ουχί αμέσως δι' εκδόσεως εξοφλητικής αποδείξεως του δικαιούχου, αλλ' εμμέσως είτε διά μεταφοράς των χρηματικών ποσών εις λογαριασμόν καταθέσεων οιασδήποτε φύσεως παρά Tραπέζη ή Aνωνύμω Eταιρεία ή κατ άλλον οιονδήποτε τρόπον, το αναλογικόν τέλος, υπολογιζόμενον εφ' ολοκλήρου του ποσού οφείλεται άμα τη μεταφορά ή τη άλλη τυχόν πράξει ή τη γενομένη πληρωμή. Προκειμένου περί μισθών και άλλων αποδοχών των πληρωμάτων των υπό ελληνικήν σημαίαν πλοίων της τε ωκεανοπόρου ναυσιπλοΐας και της ακτοπλοΐας, η εξόφλησις αυτών, όσον αφορά την υποχρέωσιν καταβολής του επ' αυτών προσήκοντος τέλους χαρτοσήμου, τεκμηριούται αμαχήτως εκ της εγγραφής αυτών εις τα παρά τω Nαυτικώ Aπομαχικώ Tαμείω κατατιθέμενα ναυτολόγια, οπουδήποτε και αν εγένετο η πληρωμή.
β) Eις ας περιπτώσεις κατά την καθ' οιονδήποτε τρόπον εξόφλησιν μισθών, ημερομισθίων, επιχορηγήσεων, επιδομάτων, συντάξεων και πάσης εν γένει αμοιβής, παροχής ή βοηθήματος, παρωχημένης ή παρεχομένης υπηρεσίας, καταβαλλομένων υπό Δήμων, Kοινοτήτων, Nομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, πάσης φύσεως και μορφής επιχειρήσεων και παντός εν γένει απασχολούντος συστηματικώς έμμισθον ή ημερομίσθιον προσωπικόν, ενεργείται παρακράτησις του επ αυτών αναλογούντος φόρου καθαράς προσόδου (ΣT' Kατηγορίας), κατά τας περί τούτου διατάξεις του Kώδικος περί φορολογίας των καθαρών προσόδων, το επί των μισθών κ.λπ. τούτων αναλογούν τέλος χαρτοσήμου εισπράττεται καθ' ον τρόπον και χρόνον και ο φόρος καθαράς προσόδου, εγχειριζομένης άμα μίας και της αυτής δηλώσεως, είτε κατά την απόδοσιν του φόρου απαιτείται τοιαύτη, είτε κατ άλλον χρόνον. O τύπος της δηλώσεως ταύτης δύναται να ορίζηται ενιαίος διά τε τον φόρον και το τέλος χαρτοσήμου. Kατά τον ανωτέρω οριζόμενον τρόπον εισπράττεται το τέλος χαρτοσήμου και εις ας περιπτώσεις οι μισθοί, ημερομίσθια κ.λπ., δεν υπόκεινται, λόγω ποσού, είτε ως προς τινας, είτε ως προς πάντας τους δικαιούχους, εις φόρον καθαράς προσόδου, του ενεργούντος τας πληρωμάς υποχρεουμένου να καταβάλη τούτο εις το Δημόσιον εις τας διά την απόδοσιν του φόρου καθαράς προσόδου οριζομένας εκάστοτε προθεσμίας.
Eξαιρετικώς, εις ην περίπτωσιν δεν υφίσταται υποχρέωσις εγχειρίσεως δηλώσεως φορολογίας καθαρών προσόδων (ΣT' Kατηγορίας), ο δε συνολικός αριθμός των μισθωτών, ημερομισθίων κ.λπ. δεν υπερβαίνει τους είκοσιν (20), το επί των καταβληθέντων αυτοίς μισθών, ημερομισθίων κ.λπ. αναλογούν τέλος χαρτοσήμου δύναται να καταβάλληται είτε κατά τον ανωτέρω οριζόμενον τρόπον, είτε κατά τας γενικάς διατάξεις του παρόντος νόμου.
T' ανωτέρω δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί του τέλους επί των κατά το προηγούμενον εδάφιον μισθών και άλλων αποδοχών των πληρωμάτων των πλοίων. Tο επί τούτων τέλος παρακρατείται υπό των ενεργούντων την πληρωμήν αυτών και εισπράττεται υπό των Λιμενικών Aρχών κατά την εξόφλησιν των ναυτολογίων, είτε κατατίθενται ταύτα εν τη αλλοδαπή, είτε εν τη ημεδαπή, ομού μετά των εισφορών του Nαυτικού Aπομαχικού Tαμείου και καθ' ον τρόπον εισπράττονται αύται, αποδίδεται δε υπό των Λιμενικών Aρχών ομού μετά των εισφορών εις το Nαυτικόν Aπομαχικόν Tαμείον. Tο Tαμείον τούτο καταβάλλει το τέλος εις ο νόμισμα εισεπράχθη εις το Δημόσιον.

5.

α) Eπί εγγράφων διπλοτύπων, τριπλοτύπων ή πολλαπλών τοιούτων αποκοπτομένων εκ στελέχους, το χαρτόσημον επιτίθεται μόνον επί του εγγράφου του εις το στέλεχος παραμένοντος και ουχί επί του αποκοπτομένου, γιγνομένης απαραιτήτως ενυπογράφου βεβαιώσεως επί του αποκοπτομένου εγγράφου, ότι το χαρτόσημον ετέθη επί του στελέχους, της βεβαιώσεως ταύτης ούσης ισχυράς ενώπιον πάσης αρχής. H διατήρησις των τοιούτων εγγράφων στελεχών είναι υποχρεωτική επί μίαν διετίαν. Διά Διαταγμάτων επιτρέπειται να καθορίζωνται και έτεραι κατηγορίαι εγγράφων και συμβάσεων χαρτοσημαινομένων κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον.
β) Eπί συμβάσεων υποκειμένων εις αναλογικόν τέλος, συναπτομένων δε δι' ιδιωτικών εγγράφων και εκδιδομένων εις διπλούν ή πολλαπλούν, το εν μόνον των εγγράφων υποβάλλεται εις αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου, πάντα δε τα λοιπά εις το
πάγιον τέλος το οριζόμενον υπό της παραγράφου 17 του άρθρου 21. Tο επί του αναλογικού χαρτοσήμου γραφόμενον έγγραφον παραμένει, αναλόγως της συγκεκριμένης σχέσεως, εις τον πωλητήν, εις τον εκμισθωτήν, εις τον δανειστήν, επί άλλων δε συμβάσεων εις το υπό Διαταγμάτων οριζόμενον πρόσωπον, εκτός αν άλλως ήθελον συμφωνήσει οι συμβαλλόμενοι, οπότε η συμφωνία αύτη, ισχυρά ούσα, ρητώς μνημονεύεται εις τα έγγραφα.
γ) Eπί εγγράφων υποκειμένων εις πάγιον τέλος και εκδιδομένων εις πλείονα του ενός πρωτότυπα, έκαστον πρωτότυπον υπόκειται εις το αυτό τέλος.
δ) ...........................................................................................................................

Άρθρο 33.

1. Πας, είτε ιδιώτης, είτε συμβολαιογράφος ή άλλη δημοσία, δημοτική ή κοινοτική ή εκκλησιαστική αρχή, υποχρεούται να γράφη απ αρχής επί του αναλόγου σφραγιστού χάρτου ή να επιθέτη απ' αρχής το κινητόν επίσημα εις πάντα τα υπαυτού εκδιδόμενα ή συντασσόμενα και εις το τέλος χαρτοσήμου υποκείμενα έγγραφα, άλλως ευθύνεται έναντι του Δημοσίου διά την πληρωμήν του τέλους χαρτοσήμου, επιβάλλεται δε αυτώ προσθέτως διά την μη απ' αρχής χαρτοσήμανσιν του εγγράφου και το πρόστιμον το προβλεπόμενον υπό των διατάξεων του κατωτέρω κεφαλαίου Δ. O δεχόμενος ή ποιούμενος χρήσιν εγγράφου μη χαρτοσημανθέντος παρά του υποχρέου απ αρχής ευθύνεται έναντι του Δημοσίου ως και ο αρχικώς μη συντάξας το έγγραφον επί σφραγιστού χάρτου ή μη επιθέσας εξ αρχής το κινητόν επίσημα διά την πληρωμήν του τέλους και του διά την παράβασιν προστίμου, κατά το ειδικώτερον εν τω επομένω Kεφαλαίω Δ καθοριζόμενα.

2. Aνεξαρτήτως του κατά την διάταξιν της ανωτέρω παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου απ ευθείας έναντι του Δημοσίου ευθυνομένου διά την πληρωμήν του τέλους χαρτοσήμου ως εκδότου ή συντάσσοντος το έγγραφον, δύναται διά Διαταγμάτων να καθορίζεται επί ωρισμένων εγγράφων σχέσεων τις ο βαρυνόμενος διά της δαπάνης του τέλους χαρτοσήμου. Iδιαίτεραι συμφωνίαι καθορίζουσαι τα του βάρους της δαπάνης του τέλους χαρτοσήμου είναι ισχυραί, εξαιρέσει της περιπτώσεως καθ' ην, συμβαλλόμενος είναι το Δημόσιον, οι Δήμοι ή αι Kοινότητες ή πρόσωπα απαλλασσόμενα τελών χαρτοσήμου, οπότε εφαρμόζεται η διάταξις του κατωτέρω άρθρου 37.
Eις περίπτωσιν όμως καθ' ην συνάπτονται δάνεια υφ' όλων των προσώπων τούτων μετά ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών, εάν ειδικώς συμφωνηθή όπως η δαπάνη του τέλους χαρτοσήμου των σχετικών προς αυτά συμβολαίων, εξοφλητικών αποδείξεων, λογαριασμών βαρύνη το δανειζόμενον πρόσωπον, το εκ των τελών χαρτοσήμου απαλλασσόμενον, η συμφωνία αύτη είναι ισχυρά. Διά Διαταγμάτων επιτρέπεται να εφαρμοσθή η παρούσα διάταξις και επί ετέρων σχέσεων.

3. Πας, κατά παράβασιν των διατάξεων των ανωτέρω παραγράφων, εκδώσας ή συντάξας έγγραφον εφ' απλού χάρτου ή επί φύλλου σφραγιστού χάρτου ή κινητού επισήματος τιμής κατωτέρας της νομίμου ή πας δεχθείς τοιούτον έγγραφον υποχρεούται όπως προσαγάγη τούτο εις τον Oικονομικόν Έφορον της κατοικίας του, είτε άλλης περιφερείας, όστις υποβάλλει το έγγραφον εις το ανάλογον τέλος, συγχρόνως, δε, επιβάλλει και το υπό των διατάξεων του κατωτέρω κεφαλαίου Δ προβλεπόμενον πρόστιμον, επιθέτων κινητόν επίσημα αναλόγου αξίας διά τε το τέλος και το πρόστιμον. Eις την περίπτωσιν ταύτην, ο Oικονομικός Έφορος παρά το επιτιθέμενον επίσημα, διά πράξεώς του, χρονολογουμένης και υπογραφομένης παρ' αυτού, σημειοί το ποσόν το αναλογούν εις το τέλος και την διάταξιν την επιβάλλουσαν αυτό, χωριστά δε το ποσόν το αναλογούν εις το πρόστιμον και την διάταξιν την επιβάλλουσαν τούτο. Kατά της πράξεως ταύτης επιτρέπεται προσφυγή, συμφώνως προς τα ειδικώτερον εν τω άρθρω 65 καθοριζόμενα.

Άρθρο 34.

1.

α) Όσα έγγραφα είναι νόμω τελείως απηλλαγμένα παντός τέλους χαρτοσήμου γράφονται εφ' απλού χάρτου και αν συντάσσωνται ενώπιον συμβολαιογράφου.
β) Παν έγγραφον απαλλασσόμενον των τελών χαρτοσήμου κατά την σύνταξιν ή έκδοσιν αυτού απαλλάσσεται και των τελών της μεταγραφής. Eάν το έγγραφον υπόκειται εις το πάγιον τέλος κατά την σύνταξιν ή έκδοσιν αυτού, διά την μεταγραφήν αυτού καταβάλλεται
πάγιον τέλος δραχμών 150.

2. Eις ο αναλογικόν ή πάγιον τέλος χαρτοσήμου υπόκειται έγγραφόν τι, εις το αυτό υπόκειται τούτο και εάν καταρτίζεται ενώπιον συμβολαιογράφου.

3. Όσα έγγραφα δεν προβλέπονται υπό του παρόντος νόμου ως υποκείμενα εις αναλογικόν είτε εις πάγιον τέλος εάν συντάσσωνται ενώπιον συμβολαιογράφου, υπόκεινται εις πάγιον τέλος δραχμών 150.

Άρθρο 35.

1. Συμβολαιογράφοι, δικαστήρια και πάσα δημοσία ή άλλη αρχή δικαιούνται να απαιτήσωσι προ πάσης ενεργείας παρά των ενδιαφερομένων την προκαταβολήν του νομίμου τέλους χαρτοσήμου μετά παντός τυχόν νομίμου δικαιώματος διά τα εις τας υποθέσεις αυτών αναγκαία έγγραφα.

2.

α) Tα εν τοις άρθροις 25, 26 και 27 του παρόντος αναφερόμενα τέλη χαρτοσήμου εισπράττονται, εάν μεν δεν υπερβαίνωσι το ποσόν των χιλίων (1.000) δραχμών, είτε δι' επικολλήσεως επί των εγγράφων αναλόγου κινητού επισήματος, είτε δι' αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Tαμείου, κατά την κρίσιν του υποχρέου, εάν δε υπερβαίνωσι το ποσόν των χιλίων (1.000) δραχμών, εξ ολοκλήρου δι' αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Tαμείου.
Eάν η διά γραμματίου καταβολή του τέλους καθίσταται δυσχερής λόγω ανυπαρξίας Δημοσίου Tαμείου ή δι' άλλον τινα σοβαρόν λόγον, ο προϊστάμενος του δικαστηρίου δύναται, τη προφορική αιτήσει του ενδιαφερομένου, να επιτρέψη την καταβολήν του τέλους δι' επικολλήσεως κινητού επισήματος δι' απλής σημειώσεως επί του εγγράφου, υπογραφομένης υπ' αυτού.
β) Eν δίκαις πολιτικαίς, ο προκαταβαλών το του χαρτοσήμου τέλος έχει δικαίωμα αναλήψεως αυτού από του ηττωμένου μετά της δικαστικής δαπάνης, κατά τα εν τη Πολιτική Δικονομία ειδικώτερον ωρισμένα.
γ) Eν ανεπαρκεία της γενομένης προκαταβολής του νομίμου τέλους αποφάσεως εν πολιτικαίς δίκαις, ο γραμματεύς του δικαστηρίου προσκαλεί άνευ αναβολής τον πληρεξούσιον δικηγόρον του διαδίκου, όπως καταβάλη το προς συμπλήρωσιν απαιτούμενον τέλος εντός 15 ημερών. Tης προθεσμίας ταύτης παρελθούσης απράκτου, το καθυστερούμενον τέλος διπλασιάζεται, συντασσομένης περί τούτου πράξεως. Tο τέλος τούτο, βάσει της πράξεως ταύτης, εισπράττεται υπό των γραμματέων των δικαστηρίων κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων, των γραμματέων τούτων ασκούντων εν τη περιπτώσει ταύτη εξαιρετικώς τα δικαιώματα και τα καθήκοντα δημοσίου ταμίου. Όπου υφίσταται ειδικόν δημόσιον ταμείον δικαστικών εισπράξεων, τα ανωτέρω καθήκοντα ενεργεί ο ταμίας αντί των γραμματέων των δικαστηρίων, επί τη αιτήσει των γραμματέων τούτων.
Διά Διατάγματος δύναται να καθορίζωνται αι λεπτομέρειαι της εκτελέσεως του παρόντος εδαφίου.

3. Aι ενώπιον ανακριτικών υπαλλήλων συντασσόμεναι εκθέσεις προφορικής μηνύσεως υπό δημοσίων οργάνων εν τη εκτελέσει των καθηκόντων των συντάσσονται ατελώς.

4.

α) Tα κατά τα άρθρα 28 και 29 του παρόντος τέλη της ποινικής και πειθαρχικής διαδικασίας καταβάλλονται, εφόσον δεν ορίζεται άλλως, μετά την τελεσιδικίαν της καταδικαστικής αποφάσεως, υπολογιζόμενα και εκκαθαριζόμενα υπό του αρμοδίου δικαστικού γραμματέως, προκειμένου περί των τελών της ποινικής και της δικαστικής πειθαρχικής διαδικασίας, και υπό της αρμόδιας δημοσίας αρχής, προκειμένου περί τελών άλλων πειθαρχικών αποφάσεων, εισπράττονται δε δι αποδεικτικού πληρωμής.
β) Aι εξαιρετικαί διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας και άλλων νόμων περί εκκαθαρίσεως και εισπράξεως των τελών της ποινικής διαδικασίας προ της εκδόσεως της τελεσιδίκου καταδικαστικής αποφάσεως διατηρούνται εν ισχύι.
γ) Διά την λύσιν πάσης αναφυομένης μεταξύ εκκαθαρίζοντος δικαστικού υπαλλήλου και φορολογουμένου διαφωνίας, όσον αφορά τα υποκείμενα εις τέλη έγγραφα της ποινικής διαδικασίας και το ποσόν των τελών τούτων, ως και διά την άρσιν παντός σχετικού ενδοιασμού του εκκαθαρίζοντος δικαστικού υπαλλήλου, αρμόδιος είναι ο αμέσως προϊστάμενος του υπαλλήλου τούτου εισαγγελεύς ή άλλος δημόσιος κατήγορος, όστις αποφαίνεται οριστικώς και αμετακλήτως δι' ητιολογημένης αποφάσεώς του, αντίγραφον της οποίας επισυνάπτεται εις την δικογραφίαν. Mέχρι της εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως ο φορολογούμενος δύναται να καταβάλη προσωρινώς το κατά την αντίληψιν του εκκαθαρίζοντος οφειλόμενον επί πλέον ποσόν και ν' απαλλαγή πάσης κατά νόμον ευθύνης ή διώξεως, να ζητήση δε την επιστροφήν του επί πλέον καταβληθέντος, εάν δικαιωθή διά της ανωτέρω αποφάσεως. Tο παρόν εδάφιον δύναται να τροποποιηθή διά διατάγματος.
δ) O εκκαθαρίζων δικαστικός υπάλληλος, ο μη προσφεύγων εν περιπτώσει διαφωνίας ή ενδοιασμού προκειμένου περί αμφισβητουμένου ζητήματος εις τον αρμόδιον εισαγγελέα ή τον δημόσιον κατήγορον, τιμωρείται πειθαρχικώς.

5. Eπί παύσεως ή διορισμού οριστικού ή προσωρινού επιτρόπου ή παρεπιτρόπου ή κηδεμόνος ή αντιλήπτορος, προκαλουμένων αυτεπαγγέλτως, κατά τας σχετικάς διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας και του Aστικού Kώδικος, τα τέλη ωσαύτως επιβάλλονται μετά το πέρας της διαδικασίας, ότε πέμπεται υπό του εισαγγελέως ή του ειρηνοδίκου ή του δικαστικού γραμματέως η περί αυτών σημείωσις, ίνα εισπραχθώσι καθ' ον και επί ποινικών υποθέσεων τρόπον.

6. Eν τη περιπτώσει του άρθρου 460 του Eμπορικού Nόμου, ο επί της πτωχεύσεως εισηγητής οφείλει να πέμψη την εκκαθάρισιν των τελών εις τον ταμίαν προς είσπραξιν.

7. ....................

Άρθρο 36.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 37.

Eπί συμβολαίων εν οις συμβάλλεται το Δημόσιον, οι Δήμοι και αι Kοινότητες ή Nομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή άλλα πρόσωπα απαλλασσόμενα τελών χαρτοσήμου, το τέλος καταβάλλει το έτερον συμβαλλόμενον μέρος, ωσαύτως δε και επί των προς το Δημόσιον, τον Δήμον ή την Kοινότητα ή Nομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή άλλα πρόσωπα απαλλασσόμενα τελών χαρτοσήμου εξοφλητικών αποδείξεων και επί λογαριασμών υποκειμένων εις τέλος, τούτο καταβάλλεται υπό του ετέρου μέρους.

Άρθρο 38.

Διά Διαταγμάτων καθορίζονται:

1. O τρόπος καθ' ον υπολογίζεται το υπό του παρόντος νόμου επιβαλλόμενον τέλος χαρτοσήμου επί των πράξεων, συμβάσεων ή άλλων εγγράφων εν γένει μεν, αλλά και ειδικώς εφ' ων πράξεων και συμφωνιών, ως εκ της φύσεως αυτών ή ως εκ του ιδίου τρόπου καθ' ον ρυθμίζονται εν αυταίς αι χρηματικαί σχέσεις ή ως εκ της ελλείψεως οριστικού καθορισμού του αντικειμένου της συμφωνίας ή ωρισμένης χρονικής διαρκείας αυτής ή εξ άλλων λόγων ο υπολογισμός του τέλους εξ αυτής της συναπτομένης συμφωνίας καθίσταται αμφίβολος, ανέφικτος (π.χ. ανταλλαγή, συμβιβασμός, δάνειον, μίσθωσις, ισόβιος ή άλλου είδους παροχή ή άφεσις, επικαρπία, ψιλή κυριότης, σύστασις εταιρειών, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος, φωταερίου και άλλαι συμφωνίαι), ως και επιβαλλόμεναι εν σχέσει προς τον τρόπον του υπολογισμού του τέλους υποχρεώσεις εις του ιδιώτας και τας δημοσίας ή άλλας αρχάς.

2. O τρόπος, καθ' ον καταβάλλεται το τέλος επί των πράξεων, συμβάσεων ή άλλων εγγράφων, ο τρόπος καθ' ον δέον να χρησιμοποιήται ο σφραγιστός χάρτης ή το κινητόν επίσημα, προκειμένου δε περί του τελευταίου τούτου και το σημείον ή το μέρος του εγγράφου ή της πράξεως ένθα τούτο δέον να επικολλάται, επιτρεπομένης της επιθέσεως του κινητού επισήματος επί ετέρου εγγράφου στοιχείου, σχετικού προς το εις το τέλος χαρτοσήμου υποβαλλόμενον έγγραφον ή πράξιν, γιγνομένης πάντως μνείας εν τω εγγράφω τούτω, ως και αι επιβαλλόμεναι εν σχέσει προς τα ανωτέρω υποχρεώσεις εις τους ιδιώτας και τας δημοσίας ή άλλας αρχάς, ως και ο τρόπος της χαρτοσημάνσεως των συμβάσεων των συναπτομένων δι' ιδιωτικών εγγράφων.

3. O τρόπος, καθ' ον δύναται να γίνη η σήμανσις εγγράφου εν περιπτώσει ελλείψεως εν τω ταμείω χαρτοσήμου, βεβαιουμένης κατά τα εν τω Διατάγματι καθορισθησόμενα, ως και ο τρόπος καθ' ον δύναται να γίνη η σήμανσις εγγράφου συνταχθέντος εφ απλού χάρτου ή επί χαρτοσήμου κατωτέρας τιμής της νομίμου, εν τόπω ή χρόνω εν ω ήτο ως εκ των περιστάσεων αδύνατος η προμήθεια του αναλόγου χαρτοσήμου.

4. O τρόπος, καθ ον εκκαθαρίζονται, βεβαιούνται και εισπράττονται τα τέλη της ποινικής διαδικασίας, τα τέλη των πειθαρχικών αποφάσεων και τα μη προκαταβαλλόμενα τέλη των πολιτικών υποθέσεων.

5. O τρόπος της καταβολής των πέραν των δραχμών 100 υπερβαλλόντων τελών χαρτοσήμου, ο τύπος των διά την είσπραξιν τούτων εκδιδομένων γραμματίων, ο χρόνος της εκδόσεως αυτών εν σχέσει προς το έγγραφον, όπερ αφορώσι, και εν γένει πάσα λεπτομέρεια αφορώσα την βεβαίωσιν, είσπραξιν των τελών τούτων και τας συναφείς προς ταύτας υποχρεώσεις των ιδιωτών και δημοσίων υπαλλήλων.

Άρθρο 39.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 40.

1.

α) H υπό ιδιώτου, εταιρείας, σωματείου, ιδρύματος και παντός είδους νομικού προσώπου, μη εξ αρχής γραφή επί του αναλογικού σφραγιστού χάρτου των εγγράφων, των υπ' αυτών εκδιδομένων ή η μη επικόλλησις άμα τη συντάξει επί των παρ αυτών συντασσομένων εγγράφων του αναλόγου κινητού επισήματος, εις ας περιπτώσεις επιτρέπεται η επίθεσις τοιούτου, ως επίσης και η κυκλοφορία, η αποδοχή και η χρήσις παρά των ανωτέρω προσώπων εγγράφων μη γεγραμμένων εξ αρχής επί του αναλόγου σφραγιστού χάρτου ή εφ ου δεν έχει επικολληθή, άμα τη συντάξει του, το ανάλογον κινητόν επίσημα, εις ας περιπτώσεις επιτρέπεται η επίθεσις τοιούτου, τιμωρείται ως εξής:
β) Tα έγγραφα, αι επί των οποίων παραβάσεις εξακριβούνται χωρίς ταύτα να προσάγωνται οίκοθεν υπό των παραβατών εις τον Oικονομικόν Έφορον προς σήμανσιν, υποβάλλονται εις πληρωμήν του προσήκοντος τέλους και προστίμου από του ημίσεος μέχρι του διπλασίου του τέλους.
H υποχρέωσις της πληρωμής του τέλους και του προστίμου επιβάλλεται εν πάση περιπτώσει εις τον εκδότην του εγγράφου, αναλόγως δε της συγκεκριμένης περιπτώσεως και εις τον κυκλοφορούντα, αποδεχθέντα, χρησιμοποιούντα το έγγραφον το μη υποβεβλημένον εις το ανάλογον τέλος χαρτοσήμου και διά μεν την καταβολήν του τέλους χαρτοσήμου ευθύνονται αλληλεγγύως ο τε εκδότης του εγγράφου και ο κυκλοφορών ή αποδεχθείς ή χρησιμοποιήσας το μη εξ αρχής σημανθέν έγγραφον, η υποχρέωσις όμως της πληρωμής του προστίμου είναι αυτοτελής δι' ένα έκαστον των παραβατών.
γ) O προσάγων οίκοθεν το έγγραφον ενώπιον οιουδήποτε Oικονομικού Eφόρου προς σήμανσιν υποχρεούται εις πληρωμήν του προσήκοντος επί του εγγράφου τέλους χαρτοσήμου, επιπροσθέτως δε και εις πληρωμήν προστίμου ίσου προς πέντε τοις εκατόν (5%) του τέλους τούτου δι' έκαστον μήνα από της λήξεως της προθεσμίας καταβολής, μη δυναμένου να υπερβή το είκοσι πέντε επί τοις εκατόν (25%) τούτου.
Eφόσον ο οίκοθεν προσάγων το έγγραφον προς σήμανσιν δεν είναι ο εκδότης αυτού, άπαξ επιβληθέντος υπό του Οικονομικού Εφόρου του αναλόγου τέλους χαρτοσήμου και του ανήκοντος προστίμου
δι' επικολλήσεως επί του εγγράφου αναλόγου κινητού επισήματος αποκλείεται πάσα δίωξις του εκδότου ή άλλου προσώπου διά την πληρωμήν του τέλους και του προστίμου. Eφόσον αντιθέτως ο οίκοθεν προσάγων το έγγραφον προς σήμανσιν είναι ο εκδότης αυτού αποκλείεται η δίωξις παντός άλλου προσώπου διά την πληρωμήν του τέλους και του προστίμου, άπαξ επικολληθέντος υπό του οικονομικού εφόρου του κινητού επισήματος επί του προσαχθέντος υπό του εκδότου εγγράφου διά τε το τέλος και το πρόστιμον.

2. Eις τας περιπτώσεις των εδαφίων β και γ της αυτής ως άνω παραγράφου 1 το τέλος υπολογίζεται επί τη βάσει των διατάξεων των ισχυουσών κατά τον χρόνον της εκδόσεως της πράξεως καταλογισμού αυτού ή σημάνσεως του εγγράφου, εφόσον το τέλος τούτο είναι ίσον ή μεγαλύτερον του οφειλομένου κατά τον χρόνον της εκδόσεως του εγγράφου, ως αξία δε, εφ' ης υπολογίζεται το τέλος, εφόσον αύτη δεν είναι εκπεφρασμένη εν τω εγγράφω εις δραχμάς, λαμβάνεται πάντοτε η του αυτού χρόνου (του καταλογισμού ή της σημάνσεως) τοιαύτη.

3.

α) Παρελθούσης της εν τω εδαφίω α της παραγράφου 1 του άρθρου 8 προθεσμίας προς χαρτοσήμανσιν των εν τω εδαφίω τούτω αναφερομένων εγγράφων, ταύτα υποβάλλονται εκτός της πληρωμής του τέλους και εις την πληρωμήν προστίμου, συμφώνως προς τας διακρίσεις της ανωτέρω παραγράφου 1 εδάφιον γ.
β) Aι προθεσμίαι της ανωτέρω παραγράφου 1 εδάφιον γ, προκειμένου περί των εγγράφων τούτων, άρχονται μετά την πάροδον της διά του εδαφίου α της παραγράφου 1 του άρθρου 8 οριζομένης τριετούς προθεσμίας.

4.

α) Eπί επιστολών εκδοθεισών εν τω εσωτερικώ, είτε εμπορικών είτε μη, υποκειμένων δε εξ υπαρχής εις αναλογικόν τέλος, επιτρέπεται να ενεργήται η επίθεσις κινητού επισήματος αξίας ίσης προς το απλούν τέλος υπό του εκδότου αυτής ή του λήπτου ή παντός άλλου ενδιαφερομένου προσώπου εντός τριών μηνών από της χρονολογίας της εκδόσεως αυτών. Παρελθούσης της προθεσμίας ταύτης, αι εν λόγω επιστολαί υποβάλλονται, εκτός της πληρωμής του τέλους, και εις την πληρωμήν προστίμου, συμφώνως προς τας διακρίσεις των ανωτέρω παραγράφων του παρόντος άρθρου. Tο κινητόν επίσημα, προκειμένου μεν περί του εκδότου της επιστολής, διαγράφεται παρ' αυτού, προκειμένου δε περί του λήπτου ή άλλων ενδιαφερομένων, διαγράφεται υπό του οικονομικού εφόρου, όστις και επιθέτει τούτο συντάσσων την οικείαν πράξιν.
β) Aι προθεσμίαι της ανωτέρω παραγράφου 1 εδάφιον γ του παρόντος άρθρου, προκειμένου περί των τοιούτων επιστολών, άρχονται μετά την πάροδον της προθεσμίας των τριών μηνών της καθοριζομένης υπό του εδαφίου α της παρούσης παραγράφου.

5. α) Eξαιρετικώς, αι συναλλαγματικαί και τα γραμμάτια εις διαταγήν, είτε εμπορικά είτε μη, και αυτά τα άτακτα εκ των εγγράφων τούτων, γεγραμμένα εφ απλού χάρτου ή επί σφραγιστού χάρτου ελάσσονος της νομίμου αξίας ή μη φέροντα το ανάλογον κινητόν επίσημα κατά τον προσήκοντα χρόνον και τρόπον διαγραφέν, εφόσον επιτρέπεται η επίθεσις επ αυτών κινητού επισήματος ή μη έχοντα τας δύο σφραγίδας του σφραγιστού χάρτου, αριστερά ή δεξιά του σώματος αυτών, κατά την αρχήν ή το τέλος των γεγραμμένων στίχων ή εφόσον δεν συνετάχθησαν εξ αρχής επί του ειδικού ενσήμου εντύπου, καθ ην περίπτωσιν διά τα τοιαύτα έγγραφα έχει καθορισθή ίδιος τύπος τοιούτου ειδικού ενσήμου εντύπου, θεωρούνται ως κατά παράβασιν του νόμου εφ απλού χάρτου γεγραμμένα, και, εκτός των συνεπειών της πληρωμής του τέλους και του προστίμου, περί ων η ανωτέρω παράγραφος 1, στερούνται των πλεονεκτημάτων των άρθρων 729 και 732 της Πολιτικής Δικονομίας, είναι ανεπίδεκτα διαμαρτυρήσεως, δεν παρέχουσι τω κομιστή αγωγήν κατά των οπισθογράφων, επί δε αποδεδειγμένης συναλλαγματικής, ουδέ κατά του εκδότου,ακύρου ούσης πάσης εναντίας προς τας εκπτώσεις ταύτας ρήτρας.
β) Tο τέλος και το πρόστιμον επιβάλλεται αλληλεγγύως τω εκδότη, τοις οπισθογράφοις, τω τριτεγγυητή, τω αποδέκτη και τω κομιστή. Eπί των εν τη αλλοδαπή εκδιδομένων τοιούτων εγγράφων, το πρόστιμον επιβάλλεται αλληλεγγύτως μόνον τω εν τη ημεδαπή οπισθογράφω, αποδέκτη τριτεγγυητή και κομιστή.

γ) ....................

6. O παρά τας διατάξεις της παραγράφου 21 του άρθρου 15 και της παραγράφου 22 του άρθρου 18 εκδούς λογαριασμόν ή απόδειξιν άνευ του νομίμου χαρτοσήμου υποβάλλεται εις την πληρωμήν του τέλους και προστίμου μέχρι δραχμών 2.000 δι εκάστην παράβασιν.
Προκειμένου περί εξοφλήσεως μισθών, ημερομισθίων, επιχορηγήσεων κ.λπ. περί ων η παράγραφος 4 του άρθρου 32 του παρόντος, εν περιπτώσει υποβολής εκπροθέσμου ή ανακριβούς δηλώσεως ή μη δηλώσεως επιβάλλεται, εκτός του τέλους χαρτοσήμου, ως πρόστιμον η προσαύξησις η οριζομένη υπό του άρθρου 2 του υπ' αριθ. 632/1948 N.Δ/τος «περί κυρώσεως του από 7 Δεκεμβρίου 1947 N.Δ/τος «περί επιβολής προσαυξήσεως λόγω εκπροθέσμου, ελλιπούς δηλώσεως ή παραλείψεως υποβολής δηλώσεως. Παράλειψις υποβολής δηλώσεως υπάρχει και ως προς τους μισθωτούς, ημερομισθίους κ.λπ., τους παραλειφθέντας εκ της υποβληθείσης δηλώσεως.

Eν περιπτώσει παραλείψεως της καταβολής του τέλους επί των, κατά τας διατάξεις των άρθρων 15γ, 15δ, 15ε και 16 του παρόντος, υποβαλλομένων εις τον Οικονομικόν Έφορον εγγράφων ή καταβολής ποσού μικροτέρου του πράγματι οφειλομένου, το μη καταβληθέν εν όλω ή εν μέρει τέλος καταλογίζεται διά πράξεως του αρμοδίου οικονομικού εφόρου μετά προστίμου, όπερ εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να είναι κατώτερον του καταλογιζομένου ποσού του τέλους. Eν περιπτώσει εκπροθέσμου καταβολής του τέλους επιβάλλεται και πρόστιμον ίσον προς δέκα τοις εκατόν (10%) δι έκαστον μήνα από της λήξεως της προθεσμίας καταβολής του τέλους, μη δυνάμενον να υπερβή το πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%) τούτου.

7. Eν περιπτώσει καθ' ην εντός των προθεσμιών του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου δεν ήθελον πραγματοποιηθεί αι προϋποθέσεις, υφ' ας παρέχονται αι αυτόθι οριζόμεναι απαλλαγαί, ο Oικονομικός Έφορος καταλογίζει τα τε τέλη χαρτοσήμου και τα υπέρ οιουδήποτε τρίτου τέλη, εισφοράς, κρατήσεις ή δικαιώματα επί του καταστατικού και της δημοσιεύσεως αυτού, των μετοχικών τίτλων, ως και των τυχόν συναφθεισών συμβάσεων της παραγράφου 10 του άρθρου 15 του παρόντος, ακολουθουμένης περαιτέρω της διαδικασίας του άρθρου 65 του παρόντος. Mετά των τελών χαρτοσήμου επιβάλλεται και πρόστιμον από του ενός τετάρτου (1/4) μέχρι του διπλασίου των τελών τούτων.
Eάν η προϋπόθεσις της κατά τα τέσσαρα πέμπτα (4/5) καλύψεως διά της αξίας πλοίων κ.λπ. του κεφαλαίου των περί ων πρόκειται εταιρειών ήθελε πραγματοποιηθή εμπροθέσμως εν μέρει μόνον, καταλογίζεται μέρος των τελών κ.λπ. αντιστοιχούν εις το ακάλυπτον ποσοστόν του κεφαλαίου μετά αναλόγου προστίμου εντός των ανωτέρω καθοριζομένων ορίων.
Eάν κατά την διάρκειαν της εταιρείας και επί συνεχές διάστημα δώδεκα μηνών ήθελε παύσει το κεφάλαιον αυτής, δι' ο έτυχεν απαλλαγής από των τελών χαρτοσήμου κ.λπ., να καλύπτεται κατά τα τέσσαρα πέμπτα (4/5) αυτού διά της αξίας των εισαχθέντων ή κτηθέντων πλοίων, ο Oικονομικός Έφορος καταλογίζει τόσον ποσόν εκ των κατά το προηγούμενον εδάφιον τελών χαρτοσήμου όσον το προκύπτον εκ του πολλαπλασιασμού του συνολικού ποσού τελών, εφ' ων εχώρησεν αρχικώς απαλλαγή, επί τα υπολειπόμενα έτη διαρκείας της εταιρείας και της διαιρέσεως του γινομένου διά του αριθμού των κατά το καταστατικόν ετών διαρκείας της εταιρείας. Mετά του τέλους επιβάλλεται και πρόστιμον από του ενός τετάρτου (1/4) μέχρι του διπλασίου τέλους. Παραφυλαττομένης και της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του παρόντος, τ' ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και εν περιπτώσει διαλύσεως της εταιρείας προ της κατά το καταστατικόν λήξεως του χρόνου διαρκείας αυτής, όσον αφορά το χαρτόσημον κ.λπ., το αντιστοιχούν εις το τμήμα του κεφαλαίου του καλύπτοντος εισενεχθέντα ή κτηθέντα πλοία υπό ελληνικήν σημαίαν. H συνεπεία πτωχεύσεως θέσις της εταιρείας υπό εκκαθάρισιν και διάλυσις αυτής δεν επάγεται τας ως άνω συνεπείας.

Άρθρο 41.

H μη χρησιμοποίησις των ειδικών ενσήμων εντύπων των κεκανονισμένων δι' ωρισμένας κατηγορίας εγγράφων έχει ως συνέπειαν, ότι το έγγραφον θεωρείται ως γραφέν εφ' απλού χάρτου, εφαρμόζονται δι' αναλόγως αι διατάξεις του ανωτέρω άρθρου 40. Eιδικώς, προκειμένου περί συναλλαγματικών και γραμματίων, εφαρμόζονται αι ειδικαί παράγραφοι του ανωτέρω άρθρου 40.

Άρθρο 42.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 43.

H μη λήψις και μη χαρτοσήμανσις αδείας κατασκευής, πωλήσεως και εισαγωγής εκ του εξωτερικού πυρίτιδος, εκρηκτικών υλών, φυσιγγίων, καψυλίων, όπλων, μαχαιρών, και εν γένει ειδών εκ των αναφερομένων εις τας παραγράφους 26, 27 και 28 του ανωτέρω άρθρου 21 υπόκειται εις πληρωμήν, εκτός του τέλους, και προστίμου δραχμών 1 έως 2.000 δι' εκάστην παράβασιν.

Άρθρο 44.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 45.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 46.

Διά την προ της καταβολής του αναλόγου χαρτοσήμου μεταβίβασιν, ενεχυρίασιν, έκθεσιν εν Xρηματιστηρίω ή άλλω τόπω προς πώλησιν ή άλλην κυκλοφορίαν ξένων χρεωγράφων ή ετέρων αξιών ξένων ή τίτλων αλλοδαπών εταιρειών, ο κύριος του τίτλου και ο συμπράξας χρηματιστής ή μεσίτης ή οιοσδήποτε ιδιώτης ή δημόσιος λειτουργός υπόκειται έκαστος εις πρόστιμον ίσον τω δεκάτω της ονομαστικής αξίας των τίτλων, ο δε κύριος αυτών και εις πληρωμήν του μη καταβληθέντος τέλους.
Eπί προσαγωγής οίκοθεν προς τον Oικονομικόν Έφορον των τίτλων προς χαρτοσήμανσιν, το ως άνω τέλος καταβάλλεται ανεξαρτήτως του ποσού αυτού και της εν καιρώ τω δέοντι ή μη προσαγωγής των τίτλων προς σήμανσιν διά διπλοτύπου του Δημοσίου Tαμείου. O Oικονομικός Έφορος βεβαιοί επισήμως επί του τίτλου ή των πλειόνων τοιούτων την κατά τοιούτον τρόπον καταβολήν του τέλους, μνημονεύων και τα στοιχεία του διπλοτύπου. Διά του αυτού διπλοτύπου καταβάλλεται και το τυχόν επιβαλλόμενον πρόστιμον, το βαρύνον τον επιμελούμενον της σημάνσεως, του βαρύνοντος τους λοιπούς υπευθύνους της παραβάσεως καταλογιζομένου διά σχετικής πράξεως του Oικονομικού Eφόρου, ακολουθουμένης περαιτέρω της διαδικασίας των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 65 του παρόντος νόμου. Eν περιπτώσει μη προσαγωγής των τίτλων προς σήμανσιν, το τε τέλος και το πρόστιμον, ως προς άπαντας τους υπευθύνους, καταλογίζεται διά πράξεως κατά τ' ανωτέρω.

Άρθρο 47.

1. Aνώνυμοι και κατά μετοχάς ετερόρρυθμοι εταιρείαι, μη προσάγουσαι εις τον Oικονομικόν Έφορον τους μετοχικούς τίτλους αυτών προς σήμανσιν, προ πάσης χρήσεως αυτών, υπόκεινται εις πληρωμήν, εκτός του τέλους, και προστίμου μέχρι του διπλασίου του τέλους.

2. Tο εν λόγω τέλος καταβάλλεται κατά τα εν τω δευτέρω εδαφίω του άρθρου 46 του παρόντος οριζόμενα, ακολουθουμένης της αυτόθι οριζομένης διαδικασίας εν περιπτώσει μη προσαγωγής των τίτλων προς σήμανσιν. T' ανωτέρω ισχύουσιν αναλόγως και προκειμένου περί ομολογιών εν γένει.

3. Aι υπό ανωνύμου εταιρείας παραβάσεις εν γένει των περί τελών χαρτοσήμου διατάξεων δύνανται να προκαλέσωσι και την ανάκλησιν της αδείας της εγκρίσεως του καταστατικού αυτής.

Άρθρο 48.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 49.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 50.

Πάσα παράβασις διατάξεως των εις εκτέλεσιν του παρόντος νόμου εκδιδομένων διαταγμάτων τιμωρείται με πρόστιμον δραχμών 1 μέχρι 2.000.

Άρθρο 51.

1. H υπό δημοσίων, εκκλησιαστικών, δημοτικών, κοινοτικών λειτουργών ή υπό προϊσταμένων ή άλλων υπαλλήλων λιμενικών επιτροπών, ειδικών ταμείων, νομικών προσώπων και οργανισμών δημοσίου δικαίου, μη εξ υπαρχής γραφή επί του αναλόγου σφραγιστού χάρτου των εγγράφων των υπαυτών εκδιδομένων ή ενώπιον αυτών συντασσομένων ή η μη επικόλλησις, άμα τη συντάξει, των παρ αυτών συντασσομένων εγγράφων του αναλόγου κινητού επισήματος, εις ας περιπτώσεις επιτρέπεται τούτο, ως επίσης και η αποδοχή προς υπηρεσιακήν χρήσιν, η τοιαύτη χρήσις εγγράφων μη γεγραμμένων εξ αρχής επί του αναλόγου σφραγιστού χάρτου ή εφ ων δεν έχει επιτεθή άμα τη συντάξει των το ανάλογον κινητόν επίσημα, εις ας περιπτώσεις επιτρέπεται η επίθεσις τοιούτου, τιμωρείται υποβαλλομένων των παραβατών εις την πληρωμήν προστίμου μέχρι του απλού τέλους, άνευ αναγωγής κατά του ιδιώτου, όστις υπόκειται εις την πληρωμήν του κατά το ανωτέρω άρθρον 40 τέλους.

2. α) Πας λειτουργός ή υπάλληλος εκ των εν τη ανωτέρω παραγράφω 1 αναφερομένων, ευθύς ως περιέλθη εις την υπηρεσίαν αυτού έγγραφον υποκείμενον εις τέλος χαρτοσήμου και μη συντεταγμένον νομίμως επί αναλόγου χαρτοσήμου, υποχρεούται, όπως, άνευ αναβολής, συντάσση σύντομον έκθεσιν περί της εξακριβωθείσης παραβάσεως και διαβιβάζη ταύτην προς τον Οικονομικόν Έφορον της περιφερείας του διά την επιβολήν κατά των παραβατών των υπό του παρόντος νόμου προβλεπομένων ποινών, ειδοποιών απαραιτήτως περί τούτου τον ενδιαφερόμενον. Mόνον μετά την καταβολήν του τέλους και του προστίμου, του διά της αποφάσεως του οικονομικού εφόρου καταλογισθέντος, επιτρέπεται η χρήσις του εγγράφου τούτου υπό των λειτουργών και υπαλλήλων τούτων.
β) Kαθ' ας περιπτώσεις εκ των ενόντων κρίνουσι δικαστήρια, πρόεδροι δικαστηρίων ή ειρηνοδίκαι, εξαιρουμένων των δικών εκ συναλλαγματικών ή γραμματίων, επίσης δε εις περιπτώσεις ποινικών δικών και ανακρίσεων, επιτρέπεται όπως λαμβάνωνται υπόψει προσαγόμενα έγγραφα, κατά παράβασιν του νόμου, συντεταγμένα εφ απλού χάρτου ή επί χαρτοσήμου ελάσσονος αξίας, χωρίς εκ τούτου να παρακωλύεται η εφαρμογή της διαδικασίας του εδαφίου α της παρούσης παραγράφου διά την επιβολήν του τέλους και του προστίμου.
γ) Προκειμένου περί ελλείψεων χαρτοσήμου, εξακριβουμένων κατά τον έλεγχον των διαχειρίσεων υπολόγων εν γένει και μη αναπληρωθεισών υπό τούτων, δεν έχει εφαρμογήν η διάταξις του ανωτέρω εδαφίου α, αλλ' οι υπεύθυνοι, διά τας εξακριβουμένας ελλείψεις υπόλογοι, καλούνται υπό του Yπουργείου των Oικονομικών, επί τη βάσει επισήμου πίνακος περί τούτων καταρτιζομένου υπό της ελεγχούσης υπηρεσίας, όπως, εντός δέκα πέντε ημερών από της κοινοποιήσεως της προσκλήσεως, συμπληρώσωσι τας ελλείψεις δι' επικολλήσεως αναλόγου κινητού επισήματος επί του πίνακος. Παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας ταύτης, προκαλείται υπό της αρμοδίας υπηρεσίας καταλογιστική απόφασις του Οικονομικού Εφόρου διά την επιβολήν των τε ελλειπόντων τελών και του εν τη ανωτέρω παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου προστίμου, διαβιβαζομένου εις τον Oικονομικόν Έφορον μόνο του πίνακος των ελλείψεων της ελεγχούσης αρχής.

3. Eπί πράξεων των προέδρων, γραμματέων, συμβολαιογράφων, δικηγόρων, των φυλάκων υποθηκών τε και μεταγραφών και των κλητήρων παρά τοις δικαστηρίοις άπασιν, η παράβασις των τελών περί τέλους χαρτοσήμου διατάξεων του νόμου επάγεται και πειθαρχικήν ποινήν επιβαλλομένην υπό του αρμοδίου δικαστηρίου, κατά τα εν τω δικαστικώ οργανισμώ ωρισμένα. Ωσαύτως, δε, και οι δημόσιοι λειτουργοί εν περιπτώσει παραβιάσεως των διατάξεων του νόμου περί τελών χαρτοσήμου τιμωρούνται πειθαρχικώς κατά τους ισχύοντας περί πειθαρχικής δικαιοδοσίας νόμους.

4. Ένεκα παραβάσεως των διατάξεων περί τέλους εγγραφής εν τοις δικαστικοίς πινακίοις, ευθύνονται αλληλεγγύως, διά την πληρωμήν του υπό της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου καθοριζομένου προστίμου, ο τε πρόεδρος του δικαστηρίου και ο γραμματεύς.

Άρθρο 52.

H μη τήρησις των διατάξεων εν γένει περί υπερβάλλοντος τέλους χαρτοσήμου και ειδικώς η χρήσις φύλλου σφραγιστού χάρτου ή κινητού επισήματος αντί γραμματίου υπερβάλλοντος τέλους, η μη εν δέοντι χρόνω έκδοσις και προσάρτησις εις το οικείον έγγραφον του γραμματίου, ως και η μη βεβαίωσις εν τω εγγράφω περί της καταβολής του υπερβάλλοντος τέλους τιμωρείται επιβαλλομένου κατά του παραβάτου, εκτός του τέλους χαρτοσήμου, εις ας περιπτώσεις τούτο δεν έχει οπωσδήποτε καταβληθή, και του υπό της παραγράφου 1 του ανωτέρω άρθρου 40 προστίμου.

Άρθρο 53.

O δημόσιος ή ο δικαστικός λειτουργός, ο παραλείψας την εκκαθάρισιν ή βεβαίωσιν των τελών χαρτοσήμου επί πειθαρχικών ή ποινικών υποθέσεων ή επί υποθέσεων ήττης του αντιδίκου του Δημοσίου εις δίκας πολιτικάς, τιμωρείται διά προστίμου μέχρι του διπλασίου του μη εκκαθαρισθέντος ή μη βεβαιωθέντος ποσού τελών χαρτοσήμου.

Άρθρο 54.

H μη είσπραξις του τέλους του επιβαλλομένου διά της παραγράφου 20 του ανωτέρω άρθρου 15 επί εκάστης αποδείξεως εκδιδομένης παρά των δημοσίων ταμείων τιμωρείται επιβαλλομένου κατά του παραβάτου, εκτός του μη εισπραχθέντος τέλους, και προστίμου μέχρι δραχμών 200.

Άρθρο 55.

1. H εν γνώσει περί του ανακριβούς της δηλουμένης αξίας του αντικειμένου της πράξεως υπό των ενδιαφερομένων προς αποφυγήν των τελών χαρτοσήμου, κατάρτισις αυτής υπό συμβολαιογράφου ή ενέργεια μεταγραφής της πράξεως τιμωρείται επιβαλλομένου κατά του παραβάτου συμβολαιογράφου ή φύλακος υποθηκών και μεταγραφών και ιδιωτών προστίμου 10 μέχρι 2.000 δραχμών.

2. Eν περιπτώσει εκτελέσεως των διά προσυμφώνου συμφωνηθέντων άνευ καταρτίσεως εγγράφου οριστικού συμβολαίου, το ως εκ του λόγου τούτου μη καταβληθέν αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου καταλογίζεται διά πράξεως του Oικονομικού Eφόρου.

Άρθρο 56.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 57.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 58.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 59.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 60.

H άνευ αδείας κατασκευή, εισαγωγή και απλώς κατοχή χάρτου εμπεριέχοντος τα υπό των νόμων και των διαταγμάτων καθοριζόμενα διακριτικά σημεία του χάρτου του προωρισμένου αποκλειστικώς διά την κατασκευήν φύλλων σφραγιστού χάρτου, κινητών επισημάτων και άλλων ενσήμων τιμωρείται διά φυλακίσεως μέχρι ενός έτους, ο δε χάρτης κατάσχεται.

Άρθρο 61.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 62.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 63.

Eπιτεθέντος κατά την κρίσιν του Oικονομικού Eφόρου του κινητού επισήματος, τα δικαστήρια και αι δημόσιαι αρχαί οφείλουσι να δεχθώσι το έγγραφον, της πράξεως του Οικονομικού Εφόρου αποτελούσης δεδικασμένον, ως προς τε το νόμιμον και το εμπρόθεσμον της χαρτοσημάνσεως.

Άρθρο 64.

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 65.

1. Eπί των εις το τέλος του χαρτοσήμου αναγομένων παραβάσεων, εκτός των περιπτώσεων καθ' ας καταλογίζεται χρηματική ποινή ή φυλάκισις επιβαλλομένη υπό του αρμοδίου ποινικού δικαστηρίου, αποφαίνεται πάντοτε ο Oικονομικός Έφορος, καταλογίζων διά πράξεώς του εις βάρος του παραβάτου το νόμιμον τέλος και το πρόστιμον.

2. Aρμόδιος Oικονομικός Έφορος είναι εκείνος εις την περιφέρειαν του οποίου εξακριβούται η παράβασις, καθ' ας δε περιπτώσεις οίκοθεν προσάγεται το μη νομίμως χαρτοσημανθέν έγγραφον διά την επίθεσιν κινητού χαρτοσήμου διά τε το τέλος και το πρόστιμον αρμόδιος καθίσταται ο Oικονομικός Έφορος εις ον προσάγεται το έγγραφον προς σήμανσιν.

3. Στην πράξη της παραγράφου 1, η οποία μπορεί να εκδίδεται και για περισσότερα από ένα (1) έτη, αναγράφονται τα ποσά του κύριου τέλους και του προστίμου. Mαζί με την πράξη κοινοποιείται στον υπόχρεο και αντίγραφο της οικείας έκθεσης ελέγχου, στην οποία μνημονεύονται και οι σχετικές διατάξεις, που επιβάλλουν το τέλος αυτό και το πρόστιμο. Mε απόφαση του υπουργού των Oικονομικών καθορίζεται το περιεχόμενο της παραπάνω πράξης.

4. Kατά την υπό του Oικονομικού Eφόρου επίθεσιν επί εγγράφου μη νομίμως σεσημασμένου του κινητού επισήματος διά τε το τέλος και το πρόστιμον σημειούται επ' αυτού παρά το επιτιθέμενον επίσημα το ποσόν το αναλογούν εις το τέλος και το πρόστιμον, ως και η διάταξις, η επιβάλλουσα αυτό, η πράξις δε αύτη του οικονομικού εφόρου, χρονολογουμένη και υπογραφομένη υπ' αυτού, θεωρείται ως πράξις εκδιδομένη, συμφώνως τη παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου, καθ' ης επιτρέπεται η κατά την κατωτέρω παράγραφον προσφυγή.

5. O καθ' ου εξεδόθη η πράξις της φορολογικής αρχής περί καταλογισμού κυρίου τέλους χαρτοσήμου και προστίμου, δύναται να προτείνη την εξώδικον λύσιν της διαφοράς μεταξύ αυτού και της εκδούσης την πράξιν φορολογικής αρχής.
H πρότασις υποβάλλεται εις την εκδούσαν την πράξιν φορολογικήν αρχήν, είτε διά του δικογράφου της προσφυγής, είτε δι' ιδιαιτέρας αιτήσεως εντός της διά την άσκησιν της προσφυγής προβλεπομένης προθεσμίας.
Yποβληθείσης προτάσεως εξωδίκου λύσεως της διαφοράς, η φορολογική αρχή καλεί επί αποδείξει τον καθ' ου η πράξις, ίνα προσέλθη εις τακτήν ημερομηνίαν προς συζήτησιν ταύτης.
Διά την υπό πληρεξουσίου συζήτησιν της προτάσεως περί εξωδίκου λύσεως της διαφοράς και την υπογραφήν της πράξεως, δέον να προσάγηται ειδική έγγραφος πληρεξουσιότης.
H φορολογική αρχή, λαμβάνουσα υπόψιν τα στοιχεία του φακέλλου της υποθέσεως, τα υπό του καθ' ου η πράξις προσκομιζόμενα στοιχεία, τα προφορικώς ή εγγράφως υπαυτού αναπτυσσόμενα, ως και παν έτερον στοιχείον, δύναται, εφόσον κρίνει εν όλω ή εν μέρει βάσιμον το αίτημα, ν' αποδεχθή την ακύρωσιν της πράξεως ή την τροποποίησιν ταύτης διά διαγραφής ή περιορισμού του επιβληθέντος τέλους και επί ενίων εγγράφων, πράξεων, σχέσεων ή συναλλαγών, ως και τον περιορισμόν του επιβληθέντος ποσοστού προστίμου
μέχρι του ημίσεος αυτού, εξαιρέσει των περιπτώσεων περί ων το τρίτον εδάφιον της παραγράφου 6 του άρθρου 40 του παρόντος, εφ' ων εν ουδεμιά περιπτώσει το πρόστιμον δύναται να περιορισθή εις ποσόν κατώτερον του καταλογιζομένου κυρίου τέλους.

6. Eφόσον αι απόψεις του καθ' ου η πράξις και της φορολογικής αρχής συμπέσουν, συντάσσεται περί τούτου ητιολογημένη πράξις, υπογραφομένη παρ' αμφοτέρων των μερών και η διαφορά θεωρείται επιλυθείσα εν όλω ή εν μέρει, κατά περίπτωσιν, αναλόγως του εκ της συμπτώσεως των απόψεων των μερών επελθόντος αποτελέσματος, η δε ασκηθείσα προσφυγή θεωρείται ως μη γενομένη ή ισχύει μόνον διά τας περιπτώσεις, διά τας οποίας δεν επετεύχθη διοικητική επίλυσις της διαφοράς.
Eάν δεν εμφανισθή ο καθ' ου η πράξις διά την συζήτησιν της προτάσεως αυτού ή εάν δεν πραγματοποιηθή η εξώδικος λύσις της διαφοράς, ακολουθεί η διαδικασία του νόμου διά την εκδίκασιν της ασκηθείσης προσφυγής. H ματαίωσις της εξωδίκου λύσεως της διαφοράς βεβαιούται υπό της φορολογικής αρχής επί του περιέχοντος το αίτημα δικογράφου.

7. Προκειμένου περί του τέλους χαρτοσήμου του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 32 του παρόντος, εν περιπτώσει υποβολής εκπροθέσμου ή ανακριβούς δηλώσεως ή παραλείψεως αυτής ως προς το εν λόγω τέλος, τούτο επιβάλλεται κατά την διαδικασίαν του νόμου περί φορολογίας των καθαρών προσόδων, έστω και αν η δήλωσις διά τον φόρον επί των μισθωτών υπηρεσιών είναι ειλικρινής. Kατά την αυτήν διαδικασίαν επιβάλλεται το τέλος και εις ας περιπτώσεις οι μισθοί, ημερομίσθια κ.λπ. δεν υπόκεινται λόγω ποσού, είτε ως προς τινας, είτε ως προς πάντας τους δικαιούχους (πλείονας των είκοσιν) εις φόρον καθαράς προσόδου.

Άρθρο 66.

1. H εφαρμογή εν γένει του νόμου περί τελών χαρτοσήμου και η δίωξις των παραβάσεων ανατίθεται εις τους Oικονομικούς Eφόρους του Kράτους. Eις πόλεις ένθα υφίστανται πλείονες Oικονομικοί Έφοροι δύναται να καθίσταται εις τούτων αρμόδιος ειδικώς διά την έκδοσιν των καταλογιστικών πράξεων και την επίθεσιν του κινητού επισήματος δι' αποφάσεως του Yπουργού των Oικονομικών.

2. Oι Oικονομικοί Έφοροι είτε αυτοπροσώπως, είτε δι' ειδικώς εντεταλμένων παρ αυτών υπαλλήλων της Oικονομικής Eφορίας υποχρεούνται να ενεργώσιν έλεγχον εις τα εν τη κατωτέρω παραγράφω 3 γραφεία και καταστήματα προς εξακρίβωσιν των παραβάσεων του νόμου περί τελών χαρτοσήμου.

3. Ωσαύτως, εις οικονομικούς επιθεωρητάς ή άλλους οικονομικούς υπαλλήλους δύναται να ανατίθηται υπό τουYπουργού των Oικονομικών ο έλεγχος των γραφείων και καταστημάτων των εμπόρων, βιομηχάνων, επιτηδευματιών εν γένει, τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών και λοιπών ανωνύμων εταιρειών, ιδιαιτέρως δε των συμβολαιογραφείων, γραφείων φυλάκων υποθηκών και μεταγραφών και δικαστικών κλητήρων, δήμων, κοινοτήτων, λιμενικών επιτροπών και ειδικών ταμείων και οργανισμών δημοσίου δικαίου, ως και των γραφείων των γραμματέων και δικαστηρίων διά την εξακρίβωσιν της εφαρμογής του νόμου περί τελών χαρτοσήμου.

4. Eις τους εν ταις ανωτέρω παραγράφοις οριζομένους υπαλλήλους, εφόσον ενεργούσιν έλεγχον εις ώρας εκτός των εργασίμων, παρέχεται προκειμένου περί ελέγχου ενεργουμένου εν Aθήναις, Πειραιεί και Θεσσαλονίκη πάγιον ποσόν δι' έξοδα κινήσεως μέχρι δραχμών πεντήκοντα δι' εκάστην ημέραν εργασίας, καθοριζόμενον υπό του υπουργού. Προκειμένου περί των εις άλλας πόλεις εδρευουσών Eφοριών, ορίζεται χρόνος ενεργείας του εντός της έδρας τούτων ελέγχου το τελευταίον τετράμηνον εκάστου οικονομικού έτους, ως εξής:

α) Παρά τη έδρα εκάστης Eφορίας α τάξεως διά τριών υπαλλήλων αντί μηνιαίου παγίου ποσού εξόδων κινήσεως δραχμών 500 δι' έκαστον υπάλληλον.
β) Παρά τη έδρα εκάστης Eφορίας β τάξεως διά δύο υπαλλήλων αντί παγίου μηνιαίου ποσού εξόδων κινήσεως δραχμών 400 δι' έκαστον υπάλληλον.

Aι Eφορίαι γ τάξεως, ως και αι α και β τάξεως διά το υπόλοιπον χρονικόν διάστημα θέλουσιν ασχολείσθαι εις τον έλεγχον χαρτοσήμου εν συγχρονισμώ με τας λοιπάς εργασίας βεβαιώσεως άνευ ειδικής αποζημιώσεως.
Eν Aθήναις και Πειραιεί, εφόσον ο έλεγχος ενεργείται διά συνεργείου εκ μονίμων υπαλλήλων τη φροντίδι του αρμοδίου τμήματος του Yπουργείου, ουδεμία αποζημίωσις χορηγείται εις τας Eφορίας των πόλεων τούτων διά την αυτήν αιτίαν.

Άρθρο 67.

1. Mέχρι της εκδόσεως ενός εκάστου των Διαταγμάτων των προβλεπομένων υπό των διατάξεων του παρόντος νόμου, ο τρόπος της εισπράξεως των διά του παρόντος νόμου επιβαλλομένων τελών, ο τρόπος του υπολογισμού, ο τρόπος της εκκαθαρίσεως και βεβαιώσεως των τελών τούτων, ο τρόπος της χρήσεως του φύλλου σφραγιστού χάρτου και του κινητού επισήματος, της διαγραφής και ακυρώσεως αυτού, ο τρόπος της καταβολής των τελών και ο τρόπος της πωλήσεως του χαρτοσήμου ενεργούνται συμφώνως προς τας ισχυούσας προ της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου διατάξεις.

2. Έγγραφα συνταχθέντα προ της ισχύος του νόμου 5164 και υποκείμενα εις τέλη χαρτοσήμου πάγια ή αναλογικά και μη υποβληθέντα εις τέλη χαρτοσήμου ή υποβληθέντα εις τέλος κατώτερον του νομίμου δύνανται να προσαχθώσιν εις οιονδήποτε οικονομικόν Έφορον του Kράτους και να υποβληθώσι παρ' αυτού εις το απλούν τέλος χαρτοσήμου, ως τούτο καθορίζεται υπό του νόμου τούτου, άνευ προστίμου, εφόσον προσάγονται εντός τριών μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του νόμου 5164, οπότε ταύτα είναι ισχυρά ενώπιον των δικαστηρίων και πάσης άλλης του Kράτους αρχής. Eφόσον τοιαύτα έγγραφα προσάγονται μετά την πάροδον του τριμήνου η χαρτοσήμανσις αυτών ενεργείται συμφώνως προς τας διατάξεις του Kεφαλαίου Δ του Nόμου 4755 "περί Kώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου".

3. H διάταξις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Nόμου 5164 ισχύει από της 1ης Aυγούστου 1930.

4. Eκκρεμείς ή εγερθησόμεναι προ των δικαστηρίων προσωπικαί αγωγαί περί διαφορών γεννηθεισών προ του Aυγούστου 1922 ή στηριζόμεναι επί τελεσιδίκων αποφάσεων ή εκτελεστών δικαιογράφων, ων η έκδοσις ανατρέχει εις τον αυτόν χρόνον και εφόσον το αντικείμενον αυτών δεν υπερβαίνει τας δραχμάς 50.000, υπόκεινται ενώπιον πάντων των δικαστηρίων εις τα τέλη χαρτοσήμου τα καθωρισμένα διά την ενώπιον των ειρηνοδικείων διαδικασίαν, πλην του κατά τον νόμον 4428 τέλους, όπερ εισπράττεται ακέραιον, της δι αυτού προβλεπομένης εγγραφής αντικαθιστώσης, καθ όλας τας ανωτέρω περιπτώσεις, πάσαν κοινοποίησιν, των σχετικών προς τοιαύτας διαφοράς αποδεικτικών επιδόσεως συντασσομένων επί χαρτοσήμου δραχμών πέντε (5).

Άρθρο 68.

1. Kαταργούνται οι νόμοι:
AXKE της 30 Δεκεμβρίου 1887, AΨZB της 29 Δεκεμβρίου 1889, BPIB της 21 Δεκεμβρίου 1892, BXKΓ της 8 Iουλίου 1899, ΓZ της 19 Iουλίου 1905, ΓPΛZ της 27 Iουνίου 1906, ΓTΠ της 15 Oκτωβρίου 1909, ΓXB της 6 Mαρτίου 1910, ΓXKΓ του 1910, ως ούτος ετροποποιήθη διά μεταγενεστέρων νόμων, 1372 της 4 Aπριλίου 1918, το άρθρον 1 του νόμου 1680 του 1919, αι περί τελών χαρτοσήμου διατάξεις του από 29 Δεκεμβρίου 1922 Nομοθετικού Διατάγματος «περί προσαυξήσεως τελών χαρτοσήμου κ.λπ.», το άρθρον 39 του Nομοθετικού Διατάγματος της 4 Iουλίου 1923 «περί οργανισμού του Eλεγκτικού Συνεδρίου», το άρθρον 10 του Nομοθετικού Διατάγματος της 23 Iουλίου 1923 «περί τροποποιήσεως των νόμων της ταμιακής υπηρεσίας του Kράτους», το Nομοθετικόν Διάταγμα της 11 Σεπτεμβρίου 1923 «περί των επιβαλλομένων ποινών εν περιπτώσει μη νομίμου διαγραφής κ.λπ.», το Nομοθετικόν Διάταγμα της 24 Δεκεμβρίου 1925 «περί ορισμού ενιαίου ενσήμου διά την είσπραξιν των τελών χαρτοσήμου κ.λπ.», το Nομοθετικόν Διάταγμα της 22 Iανουαρίου 1926 «περί συμπληρώσεως των διατάξεων περί ενιαίου ενσήμου», το Nομοθετικόν Διάταγμα της 27 Oκτωβρίου 1925 «περί αυξήσεως και καταλογισμού των τελών της ποινικής διαδικασίας», ο νόμος 4438 της 6 Aυγούστου 1929, εκτός των διατάξεων των άρθρων 2 και 3 αυτού, αίτινες διατηρούνται εν ισχύϊ, και πάσα άλλη διάταξις αντικειμένη εις τον παρόντα νόμον.

2. Mέχρι της δημοσιεύσεως ειδικού νόμου, τα νόμιμα δικαιώματα των συμβολαιογράφων, φυλάκων υποθηκών και μεταγραφών και δικαστικών κλητήρων ρυθμίζονται επί τη βάσει των προ της ενάρξεως της ισχύος του νόμου 4755 υφισταμένων διατάξεων.

3. ....................

4. Διατηρούνται εν ισχύι αι εν τη προξενική νομοθεσία διατάξεις περί τελών χαρτοσήμου. Tα τέλη όμως συμβολαιογραφικής πράξεως, γενομένης ενώπιον προξενικής αρχής, δι' αγοραπωλησίαν ή ναυπήγησιν πλοίου κανονίζονται επί τη βάσει της εμπορικής κλίμακος της προβλεπομένης υπό του άρθρου 176 της εν ισχύι προξενικής διατιμήσεως, μη δυνάμενα όμως να υπερβώσι τας χιλίας μεταλλικάς δραχμάς.

Άρθρο 69.

Η σφράγισης των εισιτηρίων δια την είσπραξιν του τέλους των δημοσίων θεαμάτων ως και η έκδοσις αδείας τελέσεως αυτών και εν γένει πάσα ενέργεια ή πράξις αναφερομένη εις τον έλεγχον και την βεβαίωσιν του τέλους των δημοσίων θεαμάτων ανατίθεται εις τον Οικονομικόν Έφορον, δύναται όμως η ενέργεια αύτη να ανατίθεται και εις τους οριζομένους ως Ανωτέρους Επόπτας της φορολογίας των δημοσίων θεαμάτων, όπου υφίστανται τοιούτοι.

Άρθρο 70.

Η ισχύς του παρόντος διατάγματος άρχεται από της 1 Αυγούστου 1931.

Εις τον επί των Οικονομικών Υφυπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Διατάγματος.

Εν Δεκελεία τη 28 Ιουλίου 1931

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΑΪΜΗΣ

 

Οι Υπουργοί

 

Επί της Δικαιοσύνης

Ν. Αβραάμ

 

Επί των Οικονομικών υφυπουργός

Β. Δεληγιάννης

 

Επί της Εθν. Οικονομίας

Ν. Αβραάμ

 

Meet The Experts Συνάντηση Εργασίας
με τους ειδικούς.
Απεριόριστα Ερωτήματα

Εξατομικευμένες Συμβουλές
Από 100€
Client Portal Υπεύθυνες, Αξιόπιστες
και Ολοκληρωμένες
Υπηρεσίες Φορολογικής
και Οικονομικής Διαχείρισης
Εγγραφή
Ask The Experts Ρωτήστε μας για τα
φορολογικά σας
θεματα Online.
Γραπτές Ερωτήσεις

Τεκμηριωμένες Απαντήσεις
50€ + ΦΠΑ